Τζων Μέυναρντ Καβάφης & Κωνσταντίνος Π. Κέηνς

Τα παρακάτω είναι αποσπάσματα από το The Economic Consequences of Peace (1919) του John Maynard Keynes, Κεφάλαιο ΙΙΙ, και αναφέρονται στο Συνέδριο του Παρισιού μετά τη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ουίλσον ήταν τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Λόιντ Τζόρτζ πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου κι ο Κλεμανσώ πρωθυπουργός της Γαλλίας. Ο Keynes τους είχε ζήσει όλους αυτούς από κοντά, καθότι υπήρξε μέλος της βρετανικής αποστολής στο Συνέδριο, μέχρι που αποχώρησε αηδιασμένος. Το ποίημα του Καβάφη είναι εδώ και το Economic Consequences of Peace εδώ, μεταφράζω τον Keynes λίγο ελεύθερα:


Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης 

Άρεσε γενικώς στην Aλεξάνδρεια, 
Tες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού, 
O ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης 

Οι καρδιές κι οι ελπίδες ολονών μας ήταν στον Πρόεδρο Ουίλσον όταν αυτός σαλπάριζε από τις ΗΠΑ για την Ευρώπη! Τι σπουδαίος άνθρωπος ερχόταν! Όταν ο Πρόεδρος άφησε την Ουάσινγκτον, απολάμβανε τέτοιο ηθικό κύρος όσο κανείς άλλος στην ιστορία. Ο εχθρός παραδόθηκε έχοντας εμπιστοσύνη για τον γενικό χαρακτήρα της ειρήνης που θα ακολουθούσε, σιγουριά ότι αυτή θα βασιζόταν στις αρχές της δικαιοσύνης και της μεγαλοψυχίας, και ελπίδα ότι το στερεμένο ρέμα της ζωής θα ξανακυλούσε πάλι. Οι εχθρικοί λαοί τον εμπιστεύονταν να υλοποιήσει την υπόσχεση που έκανε με αυτούς. Και οι Σύμμαχοι τον αναγνώριζαν όχι απλώς ως νικητή, αλλά ως προφήτη. Ποτέ ξανά στην ιστορία ένας φιλόσοφος δεν είχε τέτοια όπλα ώστε να δεσμεύσει τους ηγεμόνες αυτού του κόσμου.

Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά 
Δεν τες επιζητούσεν• ήταν μετριόφρων 

Πώς συνωστίζονταν τα πλήθη στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να δούνε την άμαξα του Προέδρου! Με πόση περιέργεια, αγωνία, αλλά και ελπίδα προσπαθούσαμε να διακρίνουμε τα χαρακτηριστικά αυτού του ανθρώπου που η μοίρα το έφερε να έρθει από τη Δύση για να θεραπεύσει τις πληγές του Παλαιού Κόσμου και να θεμελιώσει το μέλλον του.

Aγόραζε βιβλία ελληνικά, 
Iδίως ιστορικά και φιλοσοφικά. 
Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος. 
Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο, 
K’ οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά. 

Ξέραμε ότι ήταν μοναχικός και απρόσιτος, και πιστεύαμε ότι είχε δυνατή προσωπικότητα. Ήμασταν σίγουροι ότι η διαύγεια με την οποία διατύπωσε τις βασικές του ιδέες, σε συνδυασμό με την επιμονή του, θα τον καθιστούσε ικανό να βρει τον δρόμο του μέσα στα δαιδαλώδη παζάρια του Συνεδρίου. Πέρα από αυτά, διέθετε την αντικειμενικότητα, την καλλιέργεια και τη βαθιά γνώση ενός διανοούμενου, είχε περάσει τη ζωή του στα πανεπιστήμια.

Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε. 
Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος. 

H διάψευση ήταν τόσο σφοδρή που, αρχικά, πολλοί από μας δεν τολμούσαμε να βγάλουμε μιλιά. Ήταν δυνατόν; Ήταν πράγματι η Συνθήκη των Βερσαλλιών τόσο άδικη;... ρωτούσαμε αυτούς που επέστρεφαν από το Παρίσι. Μα τι συνέβη στον Πρόεδρο; Ποια ατυχία τον οδήγησε σε τέτοια προδοσία;

O Πρόεδρος δεν ήταν ούτε ήρωας ούτε προφήτης ούτε φιλόσοφος. Είχε μεν καλές προθέσεις αλλά και πολλές ανθρώπινες αδυναμίες. Του έλειπαν εντελώς τα εφόδια για να τα βγάλει πέρα με τις παλιές πουτάνες, τον Λόιντ Τζορτζ και τον Κλεμανσώ, στα παζάρια του Συνεδρίου. Ήταν εντελώς τυφλός ως προς το περιβάλλον του. Ποια τύχη είχε απέναντι στον Λόιντ Τζορτζ, που αλάνθαστα, σχεδόν σαν μέντιουμ, με έξι και εφτά αισθήσεις απρόσιτες για τους κοινούς ανθρώπους, σκανάριζε την ομήγυρη, διάβαζε τον χαρακτήρα καθενός, τα κίνητρά του, τις βαθιές παρορμήσεις του, έβλεπε τι σκεφτόταν ο άλλος και ήξερε τι επρόκειτο να πει πριν μιλήσει, και με σχεδόν τηλεπαθητικό ένστικτο πέταγε το κατάλληλο επιχείρημα για να κολακέψει τη ματαιοδοξία, τις αδυναμίες ή την αυταρέσκεια του συνομιλητή του; Ο καημένος ο Πρόεδρος ήταν το κορόιδο αυτής της συνάντησης, ένας τυφλός και κουφός Δον Κιχώτης χωρίς σπαθί.

Στην αρχή του Συνεδρίου πιστεύαμε όλοι ότι ο Πρόεδρος, με την βοήθεια ενός στρατού συμβούλων, είχε ήδη επεξεργαστεί τις λεπτομέρειες της μελλοντικής ευρωπαϊκής ειρήνης πάνω στις αρχές των Δεκατεσσάρων Σημείων που διατύπωσε αρχικά, και επί των οποίων παραδόθηκαν οι Γερμανοί. Όμως ο Πρόεδρος δεν είχε επεξεργαστεί τίποτα! Όταν ήρθε η ώρα να μιλήσουμε πρακτικά, οι σκέψεις του ήταν νεφελώδεις και ατελείς. Δεν είχε κανένα σχέδιο, καμία ιδέα για το πώς θα υλοποιήσει πρακτικά τις θεϊκές εντολές που εκτόξευσε από τα ύψη του Λευκού Οίκου. Ήταν πολύ καλός στο να βγάζει λόγους και κηρύγματα, να προσεύχεται στον Θεό για την υλοποίηση των ιδεών του, δεν ήταν όμως καλός στο να τις εφαρμόζει και να τις κάνει πράξη. Όχι μόνο αυτό αλλά ήταν και κακοπληροφορημένος για την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Όχι μόνο αυτό αλλά και η σκέψη του ήταν αργή και αρτηριοσκληρωτική, χωρίς καθόλου ευελιξία. Δεν μπορούσε να πιάσει με μια ματιά το νόημα της κατάστασης, αυτά που έλεγαν οι άλλοι, και να δώσει μια διπλωματική απάντηση. Ο Λόιντ Τζορτζ τον έκανε ό,τι ήθελε. Σπάνια υπήρξε πολιτικός τόσο σημαντικός αλλά και τόσο ανίκανος. Πολλές φορές έχεις τη νίκη στο τσεπάκι σου, θέλει μόνο να κάνεις μια συμβολική υποχώρηση προς τον αντίπαλο, να τον βοηθήσεις να σώσει τα προσχήματα. Ο Πρόεδρος δεν είχε καν αυτήν την απλή τέχνη, και το μυαλό του ήταν υπερβολικά αργό. Ήξερε μόνο να στυλώνει τα ποδάρια του πεισματικά, τίποτα άλλο. Οπότε οι υπόλοιποι, με λίγη διπλωματία και ευχάριστο ύφος, τον έπαιζαν στα δάχτυλα. Χώρια που είναι αδύνατο να πεισμώνεις συνεχώς για μήνες, σε μια υποτιθέμενα φιλική ατμόσφαιρα. Οπότε, μέρα με την ημέρα, βδομάδα με τη βδομάδα, υποχώρησε και στριμώχτηκε στη γωνία μόνος, χωρίς υποστήριξη, απέναντι από ανθρώπους πολύ πιο ξύπνιους από αυτόν. Αφέθηκε να τον παρασύρουν οι άλλοι, και η συζήτηση να γίνει στη βάση των δικών τους σχεδίων και δεδομένων.

K’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν 
Xαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι 
Mιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά, 
K’ οι Aλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό, 
Ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι. 

Ο Πρόεδρος ήταν μόνος, παγιδευμένος. Χρειαζόταν συμπαράσταση, ηθική στήριξη, κάτι από τον ενθουσιασμό του κόσμου. Θαμμένος όμως στην καυτή και δηλητηριασμένη ατμόσφαιρα του Συνεδρίου, δεν έφτανε ως τα αυτιά του ο παλμός του πάθους, η ηχώ του πλήθους στον εξωτερικό κόσμο, η συμπάθεια και η αλληλεγγύη των υποστηρικτών του σ’ όλες τις χώρες. Ένιωθε ότι είχε στερέψει η δημοτικότητά του. Ο Τύπος του Παρισιού τον κορόιδευε ανοιχτά, οι πολιτικοί του αντίπαλοι στις ΗΠΑ είχαν δημιουργήσει εχθρική προς αυτόν ατμόσφαιρα, η Αγγλία ήταν ψυχρή, κριτική και αδιάφορη. Είχε επιλέξει τη συνοδεία του με τέτοιον τρόπο ώστε να μην λαμβάνει μέσα από προσωπικά κανάλια το ρεύμα της πίστης και του ενθουσιασμού στον κόσμο.

Γι’ αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις, 
Προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά
K’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας 
Kουβέντες στοιβαγμένες μέσα του. 

Κάποτε τέλειωσε το έργο του Συνεδρίου κι ο Πρόεδρος τα ‘χε καλά με τη συνείδησή του. Είναι τέτοιος ο χαρακτήρας του που, νομίζω, άφησε το Παρίσι νιώθοντας εντάξει με τον εαυτό του. Πιθανόν μέχρι σήμερα πιστεύει πραγματικά ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών δεν περιέχει καμία ασυνέπεια ως προς τις αρχικές του δηλώσεις. Η απάντηση όμως του Γερμανού υπουργού εξωτερικών υπήρξε ότι η Γερμανία παραδόθηκε βάση των αρχικών διαβεβαιώσεων του Προέδρου, και η Συνθήκη είναι ασυνεπής σε πολλά σημεία με τις διαβεβαιώσεις του. Αυτό όμως ο Πρόεδρος δεν θα το παραδεχτεί ποτέ. Μέσα στον αποστασιοποιημένο του στοχασμό και με προσευχές στον Θεό, ορκίστηκε ότι δεν έκανε απολύτως τίποτα που να μην ήταν δίκαιο και ορθό. Θα καταστραφεί ο αυτοσεβασμός και η ψυχική του ισορροπία αν παραδεχτεί ότι η γερμανική απάντηση έχει ουσία. Οπότε προσπαθεί να προστατέψει τον εαυτό του με κάθε ένστικτο της πεισματάρικης φύσης του.

Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες πέντε μέρες του Συνεδρίου, ο Λόιντ Τζορτζ τρόμαξε από τη Συνθήκη και προσπάθησε να δείξει μετριοπάθεια, όμως ανακάλυψε ότι ήταν αδύνατο να ξεμαγέψεις τον Πρόεδρο σε πέντε μέρες τη στιγμή που τον μάγευες συνεχώς επί πέντε μήνες. Οπότε τελικά, στο Συνέδριο του Παρισιού, οι αξίες του Προέδρου Ουίλσον ήταν το πείσμα και η αδιαλλαξία.

ΥΓ: Η συνέχεια εδώ: Οι Κωμικοτραγικές Μάσκες Ενός Κουκλοθέατρου

2 σχόλια:

  1. Ανώνυμος16/8/14

    Ευχαριστω Ηλία :) για τις ιδέες που μου δίνεις
    Πολύ πετυχημένη η.. αποκρυπτογράφηση του ποιήματος και μπράβο που πραγματοποίησες την πρωτοτυπη αυτή σκέψη!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.