Παραδόξως Όλα Θα Πάνε Καλά

Μ' αυτά και μ' αυτά, το μπλογκ έφτασε στο τέλος του. Τα υπόλοιπα θα τα γράψω στην επόμενη ζωή. Να είστε όλοι χαρούμενοι και να περνάτε όμορφα. May the horse be with you. Μην το βάζετε κάτω. Παραδόξως όλα θα πάνε καλά.

Η Αλτρουιστική Ματιά

Με απασχολούν κάποια ηθικά θέματα, στα οποία ανακατεύονται τα νεοκλασικά οικονομικά της σχολής του Gary Becker: νομίζω ότι δεν μπορούν να εξηγήσουν το φαινόμενο του αλτρουισμού. Όχι μόνο τα οικονομικά όμως, εδώ τα έχω με όλα τα σύγχρονα επιστημονικά mainstreams, της ψυχολογίας, της εξελικτικής ψυχολογίας, της θεωρίας ορθολογικής επιλογής, της πολιτικής επιστήμης, όλα: τα καταδικάζω απ’ όπου κι αν προέρχονται, πιστεύω ότι δεν μπορούν να εξηγήσουν ικανοποιητικά τον αλτρουισμό (ή τουλάχιστον πολλές περιπτώσεις του). Ας αρχίσουμε όμως με Βέμπερ:


Οι Ιδιοτελείς Αλτρουιστές
Στο κλασικό δοκίμιό του, The Protestant Ethic and the Spirit of Capitalism, ο Μαξ Βέμπερ αναφέρει κάποιες σοκαριστικές παραινέσεις του Μπέντζαμιν Φράνκλιν προς τον ανηψιό του προκειμένου αυτός ο τελευταίος να ανδρωθεί επιχειρηματικά. Μερικά παραδείγματα:
Θυμίσου το ρητό, ο καλοπληρωτής εξουσιάζει τα πορτοφόλια των άλλων. Αυτός που έχει φήμη ότι πληρώνει την ώρα και τη στιγμή που υποσχέθηκε, το ποσό που υποσχέθηκε, μπορεί στο μέλλον να μαζέψει όλα τα χρήματα που οι φίλοι του βάζουν στην άκρη. 
Μετράνε ακόμα και οι μικρότερες πράξεις που μπορούν να επηρεάσουν την πίστωσή σου. Ο πιστωτής που θα ακούσει τον ήχο του σφυριού σου στις πέντε το πρωί ή στις οκτώ το βράδυ, θα είναι καθησυχασμένος έξι μήνες αργότερα. Αν όμως σε δει στα μπιλιάρδα ή ακούσει τη φωνή σου στα καπηλειά, την ώρα που θα έπρεπε να δουλεύεις, θα ζητήσει πίσω τα χρήματά του την επόμενη μέρα. 
Αυτό δείχνει, επίσης, ότι δεν ξεχνάς ό,τι χρωστάς. Σε κάνει να φαίνεσαι προσεκτικός και τίμιος, και αυξάνει ακόμα περισσότερο την πίστωσή σου. 
Το σοκαριστικό σε αυτές τις συμβουλές, που σόκαρε και τον ίδιο τον Βέμπερ, είναι ότι ο Φράνκλιν μεταχειρίζεται κάποια χαρακτηριστικά ηθικά θέματα ως οικονομική επένδυση: να είσαι τίμιος και να κρατάς τις υποσχέσεις σου διότι θα έχεις πίστωση• να είσαι εργατικός διότι θα χτίσεις καλή εικόνα• να είσαι ηθικός διότι θα αποκτήσεις καλή φήμη• κι όλα αυτά, με τον καιρό, θα μεταφραστούν σε οικονομικό όφελος. Μας αφήνει, πράγματι, μια ξινή αίσθηση αυτή η αναγωγή της ηθικής σε καμπάνια δημοσίων σχέσεων – όχι ότι δεν συμβαίνει, φυσικά. Όλοι τείνουμε να θαυμάζουμε τις ηθικές πράξεις, όμως όταν κάποιος τις μετατρέπει σε μάρκετινγκ του εαυτού του... δεν είναι το ίδιο.

Από την άλλη, σίγουρα υπάρχουν και αλτρουιστικές πράξεις που δεν είναι καμπάνια δημοσίων σχέσεων. Τις ξέρουμε, τις βλέπουμε συχνά. Κάνε το καλό και ρίξ’ το στον γυαλό, λέει η παροιμία, όχι κάν’ το βούκινο. Κανένα πρόβλημα όμως, η σύγχρονη επιστήμη έχει δώσει κι εδώ την απάντηση – για την ακρίβεια, έχει δώσει πάρα πολλές απαντήσεις: ξεπληρώνουμε ενοχές• παραμυθιαζόμαστε ότι το σύμπαν θα συνωμοτήσει και θα μας προσφέρει κάποια μελλοντική επιβράβευση• είμαστε δεμένοι με μια κοινωνική ομάδα για την οποία προθυμοποιούμαστε ακόμα και να θυσιαστούμε• είμαστε βιολογικά προγραμματισμένοι να αποποιούμαστε ένα μέρος της βιολογικής μας fitness υπέρ των συγγενών μας (kin selection) ή της κοινωνικής μας ομάδας (group selection)• τείνουμε να είμαστε φιλάνθρωποι προς τους εγγύς και τους οικείους μας διότι είναι πολύ πιθανό να ανήκουν σ’ αυτούς οι συγγενείς μας, δηλαδή οι φορείς πολλών γονιδιακών αντιγράφων με τα δικά μας (το επιχείρημα του Hamilton)• έχουμε συστήματα επιβράβευσης στον εγκέφαλό μας που προκαλούν ψυχική ανάταση όταν βοηθάμε, συνεργαζόμαστε, προσφέρουμε• ενεργοποιούνται πυρήνες στο μεσολιμβικό σύστημα που παράγουν μεγάλες ποσότητες ντοπαμίνης, οπότε οι αλτρουιστικές πράξεις μάς προκαλούν παρόμοια ευφορία με αυτή που προκαλούν οι ωμές, ζωικές ηδονές της ζωής: το φαγητό, το σεξ και η πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά.

Ένα κοινό στοιχείο σε όλα τα παραπάνω είναι ότι, κατά κάποιον γενικευμένο τρόπο, συνεχίζουμε να είμαστε ιδιοτελείς ακόμα κι όταν κάνουμε το καλό και το ρίχνουμε στον γυαλό. Πάλι αποσκοπούμε στο προσωπικό μας όφελος, όμως εδώ το «όφελος» πρέπει να αποκτήσει ευρύτερη έννοια, να συμπεριλάβει και τις ενοχές που ξεπληρώνουμε ή τα ευφορικά αισθήματα που απολαμβάνουμε ή... Έχω συνδέσει αυτές τις ερμηνείες με το όνομα του Gary Becker. Στο The Economic Approach to Human Behavior (1976) ο ίδιος γράφει: “When an apparently profitable opportunity is not exploited, the economic approach ... postulates the existence of costs, monetary or psychic, of taking advantage of these opportunities that eliminate their profitability” (σελ. 7). Κάπου χρησιμοποιεί και την έκφραση «ψυχικό εισόδημα» (psychic income) προκειμένου να κόψει και να ράψει όλη την ανθρώπινη συμπεριφορά στη μεθοδολογία των Νεοκλασικών Οικονομικών, να την αναγάγει σε μια συνάρτηση χρησιμότητας. Για παράδειγμα, ο Αμάρτυα Σεν (στο Internal Consistency of Choice, 1993) έθεσε το θέμα ότι πολλοί άνθρωποι δεν παίρνουν το τελευταίο μήλο ή το τελευταίο κομμάτι φαγητού. Η απάντηση του Binmore (Game Theory and the Social Contract, 1998), στα βήματα της σχολής του Becker, ήταν ότι και πάλι οι άνθρωποι λειτουργούν ως μεγιστοποιητές χρησιμότητας, όμως θα πρέπει να δούμε το θέμα στο σωστό του πλαίσιο. Η χρησιμότητα που λαμβάνει ο κόσμος προέρχεται τόσο από τη βρώση του μήλου όσο και από την τήρηση της κοινωνικής νόρμας. Οπότε, πολύς κόσμος τείνει να μην παίρνει το τελευταίο μήλο, παρόλο που του αρέσει, επειδή η παραβίαση του κοινωνικού κανόνα θα επιφέρει αρνητική χρησιμότητα, μεγαλύτερη από την γαστρονομική χρησιμότητα που επιφέρει η βρώση ενός μήλου. Σαν να χρησιμοποιούμε δηλαδή ασύνειδα ένα είδος ψυχικής λογιστικής: τόσα κερδίζουμε, τόσα χάνουμε, αξίζει ή δεν αξίζει τον κόπο.

Οπότε λοιπόν το κλείσαμε το θέμα; Αυτό ήταν, τα είπαμε όλα για τις πράξεις που τείνουμε να ονομάζουμε «φιλάνθρωπες» ή «αλτρουιστικές»;

Εδώ θέλω να ρωτήσω κι εσάς για τις δικές σας τέτοιες πράξεις. Πώς το έχετε βρει; Σκεφτείτε συγκεκριμένες πράξεις βοήθειας, αλληλεγγύης, προσφοράς κ.λπ. στο παρελθόν σας• κρίνετε ότι όλες είχαν να κάνουν με το υλικό όφελος ή/και με το «ψυχικό εισόδημα» που σας απέδωσαν; Αφήνω το ερώτημα ανοιχτό. Εγώ πάντως κρίνω πως δεν τα είπαμε όλα. Δεν κλείσαμε το θέμα. Κάτι έχει μείνει απ’ έξω. Και έχει μεγάλη σημασία αυτό το κάτι.


Οι Ήρωες που δεν το Ξέρουν
Κατ’ αρχήν, νομίζω, είναι μια καλή ιδέα, καθότι μιλάμε για αλτρουισμό, να ξεκινήσουμε από περιπτώσεις αλτρουισμού. Γενικότερα, σε όλες τις επιστήμες, όταν μελετάς κάποιο φαινόμενο ωφείλεις να ξεκινάς από αυτό και να το αφήσεις να σε οδηγήσει στη γενίκευση και τη θεωρητικοποίηση, όχι να κάθεσαι στο γραφείο σου και να χτίζεις κομψές θεωρίες πιστεύοντας ότι έχεις συλλάβει την «ουσία» του θέματος. Πάνω εδώ, βρήκα ενδιαφέρουσα την εμπειρική έρευνα της Kristen Monroe στο The Heart of Altruism (1996), η οποία περιλαμβάνει μια σειρά εκτεταμένων συνεντεύξεων με αυτοθυσιαστικούς αλτρουιστές, ανθρώπους που όρμησαν στο αγριεμένο πλήθος για να σώσουν κάποιον από λιντσάρισμα, όρμησαν στον βιαστή για να σώσουν το θύμα, διέσωσαν Εβραίους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι άλλους τέτοιους ήρωες. Όλοι αυτοί ρισκάρισαν ακόμα και τη ζωή τους για να βοηθήσουν αγνώστους. To βιβλίο της Monroe είναι βραβευμένο, βρίσκεται ονλάιν εδώ και σας προτρέπω να το διαβάσετε, έχει ενδιαφέροντα σημεία. Ένας από τους λόγους που με πείθει η έρευνά της είναι ότι η ίδια τα έχασε με τα στοιχεία της και δεν ήξερε τι συμπέρασμα να βγάλει (αυτό το έχω για καλό σημάδι, σε όλες τις επιστήμες• αντίθετα, δεν το έχω καλό σημάδι όταν ο ερευνητής βρίσκει αυτό που περίμενε να βρει). Ως πολιτική επιστήμονας, ήταν προετοιμασμένη να δουλέψει με κάποιους συγκεκριμένους τρόπους: (1) είτε να εντοπίσει κοινούς βιοτικούς ή ψυχολογικούς παράγοντες στους ηρωικούς αλτρουιστές (π.χ. χαρούμενη παιδική ηλικία, δεσμούς με κάποια κοινωνική ομάδα, επιθυμία αναγνώρισης ή και μελλοντικής επιβράβευσης κ.λπ.) και να ελέγξει, κατόπιν, πόσοι τείνουν να χαρακτηρίζονται από αυτούς, είτε (2) να συνδέσει τα ευρήματά της με μια κατεστημένη θεωρητική προσέγγιση, της ψυχολογίας, της εξελικτικής ψυχολογίας, των οικονομικών, της θεωρίας ορθολογικής επιλογής κ.α. Όμως το υλικό με το οποίο κατέληξε δεν κολλούσε πουθενά και η ίδια δείχνει σε πολλά σημεία του βιβλίου την αμηχανία της. Πώς είναι λοιπόν οι ήρωες, αυτοί που ρίσκαραν και τη ζωή τους για κάποιον άγνωστο; Δίνω πρώτα διάφορες παραδοσιακές ερμηνείες από τον χώρο της επιστήμης και της φιλοσοφίας:

- Έχουν ανεπτυγμένο ηθικό κριτήριο και αξίες. Ενδεχομένως εντρύφησαν σε κάποιο ηθικό σύστημα, είτε θρησκευτικό (π.χ. στην ηθική διδασκαλία της Βίβλου ή της Μπαγκαβάτ Γκίτα), είτε ανθρωπιστικό (π.χ. στην κατηγορική προσταγή του Καντ ή την πολιτική φιλοσοφία του Ρωλς), ή έχουν κάποιο σπουδαίο ηθικό πρότυπο (τον Χριστό, τον Γκάντι, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τον Άλμπερτ Σβάιτσερ κ.α.)

- Έχουν ανάγκη να πιστέψουν ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του καλός, οπότε πράττουν έτσι ώστε να επιβεβαιώσουν την πίστη τους

- Το κάνουν για την έξαψη και την αδρεναλίνη, τα έντονα συναισθήματα που συνοδεύουν το ρίσκο

- Το κάνουν για την ψυχική ανάταση και την ντοπαμίνη, τη μέθη που προσφέρουν τα φυσικά οπιοειδή που παράγονται στο σύστημα επιβράβευσης του εγκεφάλου

- Επιζητούν την αναγνώριση, τον έπαινο και την ευγνωμοσύνη

- Μεγάλωσαν σε οικογένεια η οποία τους έδωσε αρχές

- Διαθέτουν ανεπτυγμένες κοινοτικές αξίες και ταυτίζονται με κάποια κοινωνική ομάδα, για την οποία είναι πρόθυμοι να θυσιαστούν

Η Kristen Monroe δεν βρήκε τίποτα από τα παραπάνω! Συνάντησε ένα παράταιρο σύνολο ανθρώπων, οι οποίοι δεν έμοιαζαν να έχουν τίποτα κοινό, κανέναν βιοτικό ή ψυχολογικό παράγοντα. Στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, η ίδια συζητάει ακριβώς αυτό, ότι οι κλασικές ερμηνείες από τον χώρο της επιστήμης και της φιλοσοφίας δε μοιάζει να προσφέρουν καλή προβλεπτική ικανότητα ως προς τους ήρωες. Επιπλέον και σύμφωνα πάντα με τα ευρήματά της, δεν φαίνεται εύκολο να εντοπίσεις έναν ήρωα – κάποιον που, όταν έρθει η στιγμή, θα παίξει κορώνα-γράμματα τη ζωή του για έναν άγνωστο – από κάτι στην καθημερινότητά του. Μπορεί να είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Ο ηρωισμός δεν μοιάζει να είναι κάτι που αναπτύχθηκε από την παιδική ηλικία, μέσω μιας διαδικασίας κοινωνικής μάθησης ή ταύτισης με μια κοινωνική ομάδα κ.λπ. (“Most analysis since Hume appears to be wrong: group ties and group membership do not appear to be critical predictors of altruism”, σελ. 199). Τέλος, ο ηρωικός αλτρουισμός δε μοιάζει να είναι κάτι που επιβάλλεται από έξω, σαν ηθική εντολή από κάποιο υπερεγώ ή κάποια Υψηλή Αρχή, ούτε κάτι που προκύπτει ως αποτέλεσμα στοχαστικής διεργασίας ή προβληματισμού: αυτό που βρήκε η K. Monroe είναι ότι όταν προέκυψε η κατάσταση, ΚΑΝΕΝΑΣ ήρωας δεν χρειάστηκε να παλαίψει με τον εαυτό του! Όλοι έπραξαν εντελώς αυθόρμητα, σχεδόν ενστικτωδώς.

Και τότε τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον ήρωα, κάποιον που θα ριψοκινδυνέψει για έναν άγνωστο; Η K. Monroe βρήκε πράγματι δύο περίεργα στοιχεία που έμοιαζαν κοινά σε όλους αυτούς:

(1) Ο ηρωικός αλτρουισμός είναι θέμα αντίληψης: όλοι οι ήρωες έκαναν ό,τι έκαναν διότι έβλεπαν τον άλλον με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Οπότε, όταν το έφερε η ζωή και συναπαντήθηκαν με ανθρώπους σε ανάγκη, έπραξαν χωρίς σκέψη και δισταγμό – δεν ένιωθαν καν ότι είχαν επιλογή. Κάτι που μας φέρνει στο δεύτερο σημείο:

(2) Όλοι οι ηρωικοί αλτρουιστές στην έρευνα της K. Monroe επέμεναν ότι έκαναν το φυσιολογικό, το νορμάλ. Η μόνιμη απάντηση ολονών όταν ρωτήθηκαν για τα επιτεύγματά τους ήταν «δεν έκανα κάτι σπουδαίο» – δεν τα ένιωθαν καν ως επιτεύγματα. Ας μας τα πουν καλύτερα αυτοί, με τα δικά τους λόγια (από το Κεφ. 10):
Ερώτηση: Να σε ρωτήσω κάτι τελευταίο. Αν θέλαμε να είχαμε περισσότερους ανθρώπους σαν κι εσένα στον κόσμο, τι θα μας συμβούλευες να κάνουμε;
Μπερτ (Ολλανδός που διέσωσε Εβραίους): Αυτό που χρειάζεται ο κόσμος είναι περισσότερους ιδεαλιστές. Εγώ δεν είμαι ένας απ’ αυτούς. Ξέρω ότι κάποιες φορές, στην περίπτωση των Εβραίων, θέλουν να προβάλουν ανθρώπους σαν κι εμένα. Αλλά δε νομίζω πια ότι ένας γεροπαράξενος, σαν την αφεντιά μου, κάνει τον κόσμο καλύτερο. Δεν είμαι και τίποτα το ασυνήθιστο.

Ερ: Μου είπαν ότι αρνήθηκες να παραλάβεις το τιμητικό μετάλλιο Γιαντ Βασέμ.
Λεόνι (Ολλανδή που διέσωσε Εβραίους): Ναι
Ερ: Γιατί;
Λεόνι: Δεν ξέρω. Άλλοι έκαναν πολύ περισσότερα. Αυτά που έκανα εγώ ήταν ελάχιστα. Ειλικρινά, δεν έκανα πια και τόσα πολλά, οπότε δεν νιώθω ... [παύση]. Έκανα απλά το φυσιολογικό, δε θέλω να με βάλουν σε κάποιο βάθρο, δεν αξίζει τον κόπο.

Ερ: Όταν γυρίσω σπίτι, ο άντρας μου θα με ρωτήσει, «πώς ήταν αυτή η γυναίκα;». Τι να του πω;
Μαργκώ (Ολλανδή που διέσωσε Εβραίους): Τι να του πεις; Τίποτα ιδιαίτερο. Ένας κανονικός άνθρωπος.
Ερ: Δεν βλέπεις τον εαυτό σου σαν κάτι ιδιαίτερο;
Μαργκώ: Δεν είμαι κάτι ιδιαίτερο.
Ερ: Δε σκέφτεσαι ότι έκανες κάτι εξαιρετικό;
Μαργκώ: Όχι, σε καμία περίπτωση.
Ερ: Πώς μπορείς να το λες αυτό;
Μαργκώ: Διότι δεν έκανα κάτι εξαιρετικό. Πολύς κόσμος βοηθάει άλλον κόσμο. Όχι, σίγουρα δεν έκανα κάτι εξαιρετικό. Δεν έκανα δα και τόσα πολλά.

Λουσίλ (ηλικιωμένη Αμερικανίδα που όρμησε πάνω στον βιαστή για να σώσει το θύμα, στα νιάτα της αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των μαύρων, και άλλα πολλά): Δε νομίζω ότι είμαι τόσο ασυνήθιστη. Εντάξει, το ξέρω ότι πολλά πράγματα σ’ αυτόν τον κόσμο τα βλέπω ως προσωπική μου υπόθεση. Αλλά δε νομίζω πια ότι είμαι κάτι ιδιαίτερο.

Τόνυ (Ολλανδός που διέσωσε Εβραίους): Δε νομίζω ότι έκανα κάτι σπουδαίο. Δεν ξέρω αν είμαι κι ο πιο υποδειγματικός πολίτης του κόσμου. Ας μην επικεντρωνόμαστε τόσο πολύ σε μένα. Έκανα αυτό που θα έκανε ο καθένας. 
Όλα τα παραπάνω προέρχονται από ανθρώπους που ριψοκινδύνεψαν τη ζωή τους, την οικογένειά τους, κάποιοι ζούσαν καθημερινά και επί χρόνια με τον φόβο της σύλληψης, ορισμένοι είδαν οικείους τους να εκτελούνται για τη δική τους δράση, αναγκάστηκαν να πουν πολλά ψέμματα, να εξαπατήσουν και να κλέψουν, κάποιοι φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν, κάποιοι έφτασαν στο σημείο και να σκοτώσουν (Ναζί), κι όλα αυτά για να σώσουν αγνώστους. Όποιος και να είναι ο τρόπος με τον οποίο σκέφτεστε τον αυτοθυσιαστικό αλτρουισμό, βάλτε ένα επιπλέον στοιχείο στην εικόνα: σε κάποιες – κατά τη γνώμη μου, πολλές – περιπτώσεις, ο ήρωας δεν το ξέρει ότι είναι ήρωας. Έκανε απλά το φυσιολογικό, ό,τι έβλεπε ως φυσιολογικό, «αυτό που θα έκανε ο καθένας» (παρόλο που ελάχιστοι το κάνουν). Αν ψάχνετε εξαιρετικές ερμηνείες για τον αυτοθυσιαστικό αλτρουισμό – λαμπρά συναισθήματα συμπόνοιας, χριστιανική αγάπη, ταύτιση με τον άνθρωπο που κινδυνεύει, έξαψη του ρίσκου, αδρεναλίνη, ντοπαμίνη και εγκεφαλικά συστήματα επιβράβευσης κ.α. – τότε αφήνετε έξω πολλές περιπτώσεις:
: Η ενσυναίσθηση έπαιξε κάποιο ρόλο;
Μαργκώ: Τι θα πει αυτό;
Ερ: Το να νιώθεις τον εαυτό σου στη θέση του άλλου.
Μαργκώ: Όχι. Ούτε καν το σκέφτηκα.
Ερ: Δεν το σκέφτηκες καν;
Μαργκώ: [Κουνάει αρνητικά το κεφάλι της]
Ερ: Ένιωσες λύπη για τον κόσμο που υπέφερε;
Μαργκώ: Δεν ξέρω. Να σου πω την αλήθεια, δεν ένιωσα τίποτα. 
Νευρολογικά μιλώντας, πολλές περιπτώσεις αυτοθυσιαστικού αλτρουισμού μοιάζει να είναι πιο low-level στον εγκέφαλο από ό,τι νομίζαμε, μοιάζει να είναι θέμα αντίληψης. Δηλαδή; Ποια είναι αυτή η αντίληψη που χαρακτηρίζει τους ήρωες ή έστω πολλούς από αυτούς; Ας μας το πουν καλύτερα οι ίδιοι με τα δικά τους λόγια:
Μπέτε (Γερμανίδα που διέσωσε Εβραίους): Ξέραμε τι θα συνέβαινε αν μας ανακάλυπταν. Θα μας έπαιρναν για εκτέλεση, κι εμάς και τα παιδιά μας. Το ξέραμε καλά αυτό. Αλλά όταν στέκονται στην πόρτα σου, με τη ζωή τους να κρέμεται από μια κλωστή, τι άλλο να κάνεις; Δεν γίνεται να τους εγκαταλείψεις.

Μπερτ: Βοηθάς τους ανθρώπους γιατί είσαι κι εσύ άνθρωπος και βλέπεις ότι υπάρχει ανάγκη. Υπάρχουν πράγματα σ’ αυτή τη ζωή που πρέπει να τα κάνεις, και τα κάνεις.

Λεόνι: Όταν ένας άνθρωπος είναι αιμόφυρτος στο χώμα, πας και βοηθάς.

Μαργκώ: Είναι σχεδόν αδύνατο να μη βοηθήσεις. Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, να εγκαταλείψεις κάποιον που κινδυνεύει. Δεν γίνεται.

Η ίδια η K. Monroe περιγράφει το σάστισμά της στη διαβεβαίωση ΟΛΩΝ των ηρώων ότι έπραξαν εντελώς αυθόρμητα. Τους έκανε πολλές ερωτήσεις προκειμένου να εκμαιεύσει κάτι που να υποδεικνύει κάποια διεργασία περίσκεψης, εσωτερική πάλη, στάθμισμα του κόστους και του ρίσκου, κάτι τέτοιο, όμως όλοι επέμεναν ότι έπραξαν χωρίς καν να σκεφτούν: «Σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, σχεδόν όλοι οι διασώστες Εβραίων με κοίταξαν έκπληκτοι και είπαν, Μα τι άλλο να ‘κανα; Άνθρωποι ήταν σαν κι εσένα σαν κι εμένα» (σελ. 213).

Κάτι παρόμοιο με αυτό το άνθρωποι ήταν σαν κι εσένα σαν κι εμένα βρήκα και στη γνωστή περίπτωση της ορεινής κοινότητας Λε Σαμπόν, στη Γαλλία του Βισύ, που προσέφερε μαζικά άσυλο σε Εβραίους. Είπε ο πάστορας Τροκμέ σε έναν αξιωματούχο της κυβέρνησης Βισύ που τον απειλούσε: Εμείς εδώ δεν ξέρουμε τι σημαίνει Εβραίος, ξέρουμε τι σημαίνει άνθρωπος (ο πάστορας Τροκμέ, μάλιστα, είπε και κάτι άλλο, πολυ κιρκεγκαρντιανό: Η πίστη δουλεύει εδώ, στον δικό μας κόσμο. Για τον άλλο κόσμο, δεν ξέρω / Faith works on Earth. I don’t know about heavens)  
Ας κάνουμε μια μικρή συζήτηση εδώ. Ένα τεράστιο μέρος της κατεστημένης φιλοσοφίας και επιστήμης – ψυχολογίας, βιολογίας, οικονομικών ή θεωρίας ορθολογικής επιλογής – ερμηνεύει την ανθρώπινη συμπεριφορά με αφετηρία ότι ο άνθρωπος είναι εγωιστής. Ότι το νορμάλ του ανθρώπου είναι να νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του, την τσέπη του, το πουλί του, την οικογένειά του, την ομάδα του κ.λπ. Οπότε κατόπιν οι βοηθητικές–συνεργατικές συμπεριφορές, και πολύ περισσότερο οι πράξεις αυτοθυσίας, ακούγονται σαν φάλτσες συγχορδίες στο θεωρητικώς κατεστημένο νορμάλ, οι οποίες πρέπει με κάποιον τρόπο να εναρμονιστούν. Δύο ερμηνευτικά ρεύματα έχει να προσφέρει ο παραδοσιακός δυτικός στοχασμός για τις φάλτσες συγχορδίες: ότι αυτό που λέμε ηθική συμπεριφορά πηγάζει από τη λογική και τον νου (παράδοση συνδεδεμένη με τον Καντ και των Ρωλς), ή ότι πηγάζει από το συναίσθημα (παράδοση συνδεδεμένη με τον Χιουμ). Όμως στις περιπτώσεις των ηρώων της K. Monroe, δεν έχουμε τίποτα από τα δύο! Δεν είναι ότι η λογική κατανικά τα εγωκεντρικά πάθη (όπως το σκεφτόταν ο Καρτέσιος, ο Καντ κ.α.), είναι ότι βλέπεις τον άλλον με τέτοιο τρόπο ώστε αυτός ο εσωτερικός εμφύλιος πόλεμος δεν εμφανίζεται καν. Δεν είναι ούτε ότι έχεις λαμπρά συναισθήματα αγάπης και συμπόνοιας, ενσυναίσθηση, «ψυχικό εισόδημα» κατά Becker κ.λπ. (όλα σύμφωνα με την παράδοση του Χιουμ). Δεν έχεις τίποτα ιδιαίτερο, κάνεις απλά το φυσιολογικό, «αυτό που θα έκανε ο καθένας» (παρόλο που ελάχιστοι το κάνουν). Κάτι που σημαίνει ότι σκεφτόμαστε λάθος τον αλτρουισμό. Σε πολλές περιπτώσεις τουλάχιστον, θα πρέπει να ξεφύγουμε από αναφορές σε συναισθήματα (συμπόνοια, αγάπη κ.λπ.) και αναφορές σε συνέπειες (αύξηση της ευμάρειας ή της χρησιμότητας ή της βιολογικής αρμοστικότητας των άλλων, συχνά με προσωπικό κόστος κ.λπ.). H καρδιά του αυτοθυσιαστικού αλτρουισμού είναι ένα είδος αντίληψης, καθαρά αισθητηριακής: είναι το να βλέπεις ανθρώπους σαν κι εσένα σαν κι εμένα. Όπως καταλήγει η Κ. Monroe:

“Ι would characterize it as a different way of seeing things” (σελ. 206)

“Altruists see the world differently. Their behavior results from the recognition that the actor is human” (σελ. 212)

Δεν είναι λογιστική, στάθμισμα του ρίσκου και του κόστους, ούτε μοιάζει να είναι κάτι που αναπτύσσεται από την παιδική ηλικία, με την κατάλληλη εκπαίδευση και πρότυπα. Οι αυτοθυσιαστικοί ήρωες της K. Monroe δεν μαρτυρούν στα λόγια τους κανέναν δυϊσμό, «συνείδηση» εναντίον «παθών», «λογική» εναντίον «ενστίκτων», «ορθολογισμός» εναντίον «παρορμήσεων», «ετεροαναφερόμενες προτιμήσεις» (other-regarding preferences) εναντίον «εγωιστικών προτιμήσεων» (self-regarding preferences) κ.λπ. Διότι αυτό που έκαναν ήταν λιγότερο μια επιλογή και πολύ περισσότερο μια συνειδητοποίηση. «Επιλογή» είναι αυτό που κάνει ο σκακιστής, όταν σταθμίζει αν είναι καλύτερο να παίζει Αη5 ή Βγ4. Στους αυτοθυσιαστικούς ήρωες της Monroe όμως κάτι τους αποκαλύφθηκε για τον εαυτό τους κατά τις πράξεις τους. Αν θέλουμε να κάνουμε, δηλαδή, μια θεωρητική επεξεργασία αυτών των ηρωικών πράξεων, ΔΕΝ θα πρέπει να υιοθετήσουμε το σχήμα (1) η φύση του ανθρώπινου όντος είναι [συμπληρώνετε ανάλογα με τις επιστημονικές – φιλοσοφικές – θρησκευτικές σας αφετηρίες], (2) οπότε, πράττει με κάποιον τρόπο σε συγκεκριμένες καταστάσεις, επιλέγει το Α και όχι το Β κ.λπ.

Αν έχετε αφετηρία κάποια φιλοσοφική ή επιστημονική θεώρηση, που βλέπει το ανθρώπινο ον κινούμενο από κατά βάση εγωιστικές παρορμήσεις μαζί με κάποιες φιλάνθρωπες τάσεις, τότε αφήνετε ανεξήγητο ένα μεγάλο ποσοστό περιπτώσεων αυτοθυσιαστικού αλτρουισμού. Αν έχετε αφετηρία κάποιο ηθικό ή θρησκευτικό σύστημα που βλέπει τον άνθρωπο σε μια πορεία αυτοπραγμάτωσης, κατά την οποία πρέπει να χτίσει βαθμηδόν την ηθική τελειότητα μέσα από εκτεταμένη εσωτερική πάλη και αυτοεξέταση, τότε ξανασκεφτείτε το. Κάτι δεν έχουμε καταλάβει καλά για τον άνθρωπο, κάτι μας διαφεύγει...


Πώς Βλέπει ο Αλτρουιστής τον Κόσμο 
Μια εύλογη ένσταση στη δουλειά της Κ. Monroe είναι ότι αφορά εξαιρετικές περιπτώσεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, όχι τις καθημερινές και λιγότερο δραματικές μορφές αλτρουισμού. Ψάχνοντας όμως περισσότερο το θέμα, βρήκα μία πρόσφατη νευρολογική έρευνα με fMRI που δείχνει συναφής: Altruism is Αssociated with an Ιncreased Νeural Response to Αgency, 2007 (εδώ μπορείτε να διαβάσετε μια σύνοψη). Την αναφέρω παρενθετικά, δεν πολυπιστεύω στη νευρολογία (συζητιέται πόσο αξιόπιστες είναι οι έρευνες με fMRI, χώρια που κυριαρχεί μια μόδα με τον πρόσθιο μετωπιαίο λοβό – «αυτό που μας ξεχωρίζει από τα ζώα», «ο μαέστρος του εγκεφάλου» – χώρια που κάθε επόμενη έρευνα κάνει το θέμα πιο πολύπλοκο), όμως αυτή ειδικά με πείθει επειδή οι ερευνητές άλλα περίμεναν να βρουν και άλλα βρήκαν (όπως ακριβώς η K. Monroe). Συγκεκριμένα, πίστευαν ότι ο αλτρουισμός είναι θέμα των ευφορικών συναισθημάτων που προκαλούνται από τα συστήματα ανταπόδοσης του εγκεφάλου: “We went into this experiment with the idea that altruism was really a function of the brain's reward systems – altruistic people would simply find it more rewarding”. Aντί γι’ αυτό, οι ερευνητές βρήκαν ότι κατά τη διάρκεια παρακολούθησης αλτρουιστικών πράξεων, ενεργοποιείται μία low-level εστία του εγκεφάλου, ο pSTC (posterior superior temporal cortex – οπίσθιος άνω κροταφικός φλοιός), o οποίος συνήθως είναι ενεργός όταν παρακολουθούμε τελεολογικές κινήσεις: αυτόβουλες κινήσεις που έχουν στόχο και νόημα, είναι self-generated, σε αντιδιαστολή με την παρακολούθηση μηχανικών, αυτόματων κινήσεων ή αντιδράσεων σε ερεθίσματα:
"Perhaps altruism did not grow out of a warm-glow feeling of doing good for others, but out of the simple recognition that that thing over there is a person that has intentions and goals” explained study author Scott Huettel 

Τώρα, αν ο αλτρουισμός, ή ένα μέρος του, είναι low-level στον εγκέφαλο, αν παρακολουθώντας πράξεις προσφοράς και βοήθειας ανάβει ένα λαμπάκι μέσα μας ότι παρακολουθούμε κάτι ζωντανό και αυτόβουλο, με προθέσεις και στόχους, τότε αυτό σημαίνει ότι η Κ. Monroe έπεσε μέσα όταν κατέληξε πως η καρδιά του αλτρουισμού είναι ένα είδος αντίληψης. Όταν κάνουμε κάτι αλτρουιστικό τότε βλέπουμε τον άλλον διαφορετικά:
“To be altruistic, you need to see that the people you’re helping have goals, and that your actions will have consequences for them” 

Ή σύμφωνα με μια άλλη διατύπωση για την ίδια έρευνα που διαβάζω εδώ (έμφαση δική μου):

According to the researchers, the results suggest that altruistic behavior may originate from how people view the world rather than how they act in it. “We believe that the ability to perceive other people's actions as meaningful is critical for altruism”  

Tα παραπάνω κολλάνε με τo συμπέρασμα της Κ. Monroe: οι παραδοσιακές αναλύσεις για τον αλτρουισμό είναι λάθος. Ή έστω ελλιπείς, αφήνουν έξω ένα σημαντικό στοιχείο. Όλες οι κατεστημένες αναλύσεις υιοθετούν το σχήμα (1) η φύση του ανθρώπου είναι [συμπληρώστε τη λέξη «εγωιστική» με την ορολογία διάφορων φιλοσοφικών, επιστημονικών και θρησκευτικών σχολών], (2) οπότε, πράττει με κάποιον τρόπο σε συγκεκριμένες καταστάσεις, επιλέγει το Α και όχι το Β κ.λπ. Επίσης, όλες είναι συνεπειοκρατικές. Όλες μα όλες! Δηλαδή, θεωρείται ότι πάντα κάνουμε κάτι αποσκοπώντας κάπου, σε κάποιον στόχο, ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνουμε συνειδητά• ή ότι αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι αυτό που βελτιστοποιεί κάποιο αποτελέσμα. Θεωρείται πάντα ότι μας άγουν και μας φέρουν καρότα και μαστίγια, ενδεχομένως αόρατα, τα οποία δημιουργήθηκαν από τον Θεό, τη φυσική επιλογή, την κοινωνία, την οικονομία, τη διαπαιδαγώγηση. Αυτή η οπτική της συνεπειοκρατίας είναι ένα στοιχείο που ταυτίζει την κατεστημένη επιστήμη με την κατεστημένη θρησκεία, τον Richard Dawkins με τον Πειραιώς Σεραφείμ. Και παραφράζοντας το «ψυχικό εισόδημα» του Becker, τα Ευαγγέλια μιλάνε συνεχώς για «πνευματικό εισόδημα»: είναι ΓΕΜΑΤΑ από αναφορές σε μετά θάνατον ανταμοιβές, από παραβολές με θησαυρούς, τάλαντα, περιουσίες κ.λπ. Κάποιοι από αυτούς που έγραψαν τα Ευαγγέλια (όχι όλοι, τα Ευαγγέλια είναι αρκετά ετερόκλητα κείμενα), το έβλεπαν ακριβώς έτσι, σαν πνευματικό καπιταλισμό. Οπότε, έγραψαν έναν πνευματικό επενδυτικό οδηγό.

Δε μοιάζει όμως να είναι αυτή η σωστή ερμηνευτική αφετηρία για τον αλτρουισμό, επιστημονικά, φιλοσοφικά ή θρησκευτικά μιλώντας!

Το παιχνίδι δείχνει ότι παίζεται πολύ πιο low-level, στο πώς βλέπει ο αλτρουιστής τον κόσμο ("altruistic behavior may originate from how people view the world rather than how they act in it"). Κι όταν πάει να το εκφράσει αυτό με λόγια ένας αλτρουιστής, κάτι τόσο low-level εγκεφαλικά, δεν θα ανιχνεύσεις συνεπειοκρατία σ' αυτά που λέει• δεν θα ανιχνεύσεις κάποια συνάρτηση χρησιμότητας ή κάποια έννοια απολαβών και εισοδήματος, είτε οικονομικό είτε ψυχικό είτε πνευματικό. Θα μιλήσει ακριβώς έτσι: «κάποια πράγματα σ' αυτή τη ζωή πρέπει να τα κάνεις και τα κάνεις», «όταν ένας άνθρωπος είναι αιμόφυρτος στο χώμα, πας και βοηθάς», «όταν στέκονται στην πόρτα σου, με τη ζωή τους να κρέμεται από μια κλωστή, τι άλλο να κάνεις; Δεν γίνεται να τους εγκαταλείψεις». Και για τους θρησκευόμενούς μας φίλους, εδώ ταιριάζει η κιρκεγκαρντιανή ρήση του πάστορα Τροκμέ, που έβλεπε τον αλτρουισμό χωρίς θρησκευτική συνεπειοκρατία, χωρίς κάποια μετά θάνατον ανταμοιβή: Η πίστη δουλεύει εδώ, σ' αυτόν τον κόσμο. Για τον άλλο κόσμο, δεν ξέρω.

Και για τους θρησκευόμενους μη-χριστιανούς φίλους μας, ας βάλω εδώ κι ένα de profundis, μεσοταξικός βουδισμός χωρίς συνεπειοκρατία. Μιλούσα κάποτε με έναν γνωστό μου, βουδιστή μοναχό. Του ομολόγησα ότι δεν τα πάω καλά με τον μεσοταξικό βουδισμό και με ρώτησε γιατί. Του είπα ότι δε μου αρέσει το κάρμα, ως ιδέα. Αφενός διότι έχει μια έννοια δικαιοσύνης, κι εγώ δεν την έχω βρει δίκαιη τη ζωή. Αφετέρου διότι δεν πιστεύω σε προηγούμενες και επόμενες ενσαρκώσεις. «Κοίταξε να δεις», μου απάντησε, «ούτε εγώ πιστεύω σε προηγούμενες και επόμενες ενσαρκώσεις. Επίσης, κι εγώ δεν την έχω βρει δίκαιη τη ζωή. Όμως μην το σκέφτεσαι έτσι. Σκέψου την ιδέα του κάρμα σαν οι ηθικές μας πράξεις να έχουν τεράστια, συμπαντική σημασία. Για ποιο λόγο, δεν ξέρω. Και δεν θα το μάθω ποτέ. Όμως δεν είναι ποτέ ασήμαντο να λες ψέματα, να εξαπατάς, να βλάπτεις κάποιον. Αντίθετα, είναι πράξεις κοσμικής σημασίας. Και μου αρέσει να σκέφτομαι ότι ο Φωτισμένος, προκειμένου να κάνει τη διδασκαλία του εύληπτη σε πολύ κόσμο, αναγκάστηκε να μιλήσει για προηγούμενες και επόμενες ενσαρκώσεις, για έναν μηχανισμό δίκαιης ανταπόδοσης, ώστε να παρουσιάσει μια εύλογη εξήγηση». Αυτό μου άρεσε σαν σκέψη κι έτσι έκανα μια κάποια ειρήνη μέσα μου με τον μεσοταξικό βουδισμό.

Οπότε λοιπόν, η εικόνα που σχηματίζεται μέχρι στιγμής είναι ότι το «βοηθάω κάποιον, ακόμα και με προσωπικό μου κόστος» (αλτρουισμός) ταυτίζεται (ή έχει ως στοιχείο του) το «βλέπω τον άλλον ως πρόσωπο με προθέσεις και στόχους, που οι πράξεις του έχουν αυτοβουλία και νόημα». Ή, με τα λόγια των ηρώων της K. Monroe, «άνθρωπος είναι, σαν κι εσένα σαν κι εμένα». Το αντίθετο του αλτρουισμού, η εγωιστική–ατομιστική συμπεριφορά, είναι το να μην βλέπεις ένα πρόσωπο όταν κοιτάζεις τον άλλον, αλλά κάτι διαφορετικό... Ίσως να είναι συναφές με τις σκέψεις του Eric Schwitzgebel γι’ αυτό που ονομάζει Θεωρία της Μαλακίας (Theory of Jerks):
Δείτε τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός μαλάκα [jerk]. Η ουρά στο ταχυδρομείο είναι ένα μάτσο από ασήμαντους βλάκες, μεγάλη αδικία που αναγκάζεσαι να περιμένεις όσο αυτοί χαζοπαζαρεύουν με τις υποθέσεις τους. Η αεροσυνοδός δεν είναι ένα ενδεχομένως ενδιαφέρον πρόσωπο, με τους δικούς της αγώνες και έγνοιες, αλλά το πιο προσιτό κομμάτι μιας εταιρείας που ανοήτως επιμένει να κλείσεις το κινητό σου. Οι γραμματείς και οι καθαρίστριες είναι κοπρόσκυλα που ξέρουν μόνο να γκρινιάζουν, τους αξίζει που είναι η τελευταία τρύπα του ζουρνά, καλά να πάθουν. Κάποιος που διαφωνεί μαζί σου είναι ένας ηλίθιος ο οποίος πρέπει να το βουλώσει. Κάθε φορά που παίρνεις το μετρό, αναγκάζεσαι να ανοίξεις δρόμο με αγκωνιές ανάμεσα από τους κρετίνους. 

Όπως το θέτει ο ίδιος: ο μαλάκας (jerk) είναι κάποιος που αξιόμεμπτα αποτυγχάνει να κατανοήσει την οπτική των άλλων γύρω του, οπότε τους μεταχειρίζεται σαν εργαλεία για τα χρησιμοποιήσει ή σαν ηλίθιους για να τους ξεπετάξει, παρά σαν ηθικούς και επιστημολογικούς ίσους (the jerk culpably fails to appreciate the perspectives of others around him, treating them as tools to be manipulated or idiots to be dealt with rather than as moral and epistemic peers)

Θέλω όμως να συζητήσω περισσότερο τις ερμηνείες του αλτρουισμού που δίνουν τα νεοκλασικά οικονομικά της σχολής του Gary Becker, έχει ενδιαφέρον. Θα το συνεχίσω στην επόμενη ανάρτηση.

to be continued  

Οι Αόρατοι Φράχτες

Μερικές σκέψεις για τον φασισμό, τώρα που η Ελλάδα χρυσαυγοποιείται:

Είναι αλήθεια ότι συχνά η κατηγορία του φασισμού (και της ακροδεξιάς) εκτοξεύεται δεξιά κι αριστερά χωρίς διάκριση. Ας πούμε, ενίοτε χαρακτηρίζεται «φασίστας» κάποιος που θα του ταίριαζε καλύτερα το «τραμπούκος» ή «νταής». Από την άλλη, συχνά αναγνωρίζουμε ως φασιστική ή ακροδεξιά μια συμπεριφορά, έναν τρόπο σκέψης, μια πολιτική πρακτική, μια μεθόδευση, μια στάση κ.α., που δεν φέρει τα σύμβολα του παραδοσιακού φασισμού. Το ΛΑΟΣ ήταν δεξιό ή ακροδεξιό κόμμα; (γνώμη μου: κάπου ανάμεσα). Ο Μπερλουσκόνι; Η διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών από τον Λοβέρδο ήταν φασιστική; (γνώμη μου: ναι, ήταν). Υπάρχει και η περίεργη διαπίστωση ότι ο φασισμός δεν έχει ιδεολογία, το έλεγε κι ο Χατζιδάκις. Ο Μουσολίνι, για παράδειγμα, πρώτα πήρε την εξουσία ημι-πραξικοπηματικά, και κατόπιν προσπάθησε να βρει θέσεις για το Φασιστικό Κόμμα, να αυτοπροσδιοριστεί• πρώτα ήταν φασίστας και μετά προσπάθησε να καταλάβει τι είναι. Διαβάζοντας κατά καιρούς και διάφορα «επιχειρήματα» ΧΑτών, δεν μπορείς παρά να σκεφτείς ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι πιστεύουν και τι θέλουν. Κυκλοφορεί ευρέως κι ένα κείμενο του Ουμπέρτο Έκο που προσπαθεί να σκιαγραφήσει τα χαρακτηριστικά του «πρωτο-φασισμού» (φόβος του διαφορετικού, λατρεία της παράδοσης κ.α.). Όλα αυτά όμως δε με ικανοποιούν, νομίζω ότι δεν συλλαμβάνουν την ουσία του φασιστικού φαινομένου. Να το διατυπώσω με ακρίβεια:

(1) Παρόλο που καμιά φορά το παρακάνουμε και πέφτουμε σε πληθωρισμό χαρακτηρισμών, συχνά όμως αναγνωρίζουμε κάτι ως φασιστικό, παρόλο που μπορεί να φέρει ή να μη φέρει τα σύμβολα του παραδοσιακού φασισμού. Ο ιστορικός φασισμός είχε... κάποιο στοιχείο, κάτι που ξεπερνά τις σβάστικες και τα SS, οπότε μπορεί να το συναπαντήσουμε εκεί που δεν το περιμένουμε.

(2) Όποιο και να είναι αυτό το στοιχείο, η ουσία του φασισμού, πάντως μας προσβάλλει βάναυσα.

Λοιπόν, τι είναι αυτό που αναγνωρίζουμε ως φασισμό και γιατί το αισθανόμαστε τόσο απεχθές;

 
Κανόνες στο Παιχνίδι 
Πολλοί ευκατάστατοι Αμερικάνοι χρησιμοποιούν μια βλακεία για τα σκυλιά τους που ονομάζεται Αόρατος Φράχτης (Invisible Fence). Μπορείτε να τον θαυμάσετε εδώ. Φοράνε στον σκύλο ένα ειδικό κολάρο, κι άμα το ζώο πάει να περάσει πάνω από ένα θαμμένο καλώδιο στο έδαφος, τρώει ηλεκτροσόκ από το κολάρο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι ιδιοκτήτες κρατάνε τον σκύλο περιορισμένο και χωρίς να χτίζουν φράχτες στις ιδιοκτησίες τους (όταν γίνει η επανάσταση, όλοι αυτοί θα είναι από τους πρώτους που θα πάνε στα ρυζοχώραφα για αναμόρφωση). Οι Αόρατοι Φράχτες όμως δεν αφορούν μόνο τους ευκατάστατους Αμερικάνους. Αντιγράφω ένα σημείο από κάποιο παλιότερο κείμενο:

Βασιλιάς Σάκα. Ο John Keegan στο δεύτερο κεφάλαιο του A History Of Warfare μιλάει για τον βασιλιά Σάκα των Ζουλού που έγινε θρύλος για τα πολεμικά του κατορθώματα. Πριν από τον βασιλιά Σάκα, η χώρα των Ζουλού ήταν κατακερματισμένη σε αμέτρητα μικροβασίλεια που συχνά έφταναν σε προστριβές μεταξύ τους. Λοιπόν, ο Σάκα κατάφερε να νικήσει στη μάχη όλους σχεδόν τους αντιπάλους του και να ενώσει υπό την κυριαρχία του ένα τεράστιο μέρος της Ζουλουλάνδης. Πώς τα κατάφερε; Μήπως είχε καλύτερα όπλα, περισσότερους στρατιώτες ή ήταν κάποια στρατηγική ιδιοφυία; Τίποτα από αυτά. 

Πριν τον βασιλιά Σάκα, οι μάχες των Ζουλού είχαν ένα τυποποιημένο τελετουργικό. Οι δύο εχθρικές στρατιές συναντιόνταν με ακόντια και ασπίδες στο προκαθορισμένο σημείο και ξεσπούσαν σε ομοβροντίες από βρισιές και προσβολές. Όταν όλοι πλέον είχαν φτιαχτεί για τα καλά, οι στρατιώτες της μίας παράταξης πετούσαν τα ακόντιά τους στους εχθρούς, οι οποίοι έσπευδαν να καλυφθούν με τις ασπίδες τους και τα απέκρουαν. Κατόπιν, γινόταν το αντίστροφο. Στο τέλος, οι στρατιώτες και των δύο πλευρών έπεφταν ο ένας επάνω στον άλλον με ραβδιά, γροθιές και πέτρες, έπεφτε άγριο ξύλο, μέχρι να γίνει φανερό ποιοι είναι οι νικητές και ποιοι οι ηττημένοι. Οι παραδοσιακές «μάχες» των Ζουλού, λοιπόν, μπορεί να έληγαν χωρίς ούτε έναν νεκρό. Σίγουρα υπήρχαν άφθονα ανοιγμένα κεφάλια, σπασμένα χέρια και πλευρά, καμιά φορά μπορεί και να υπέκυπτε κάποιος, εμείς όμως αυτό δε θα το αποκαλούσαμε «μάχη». Το πλησιέστερο αντίστοιχο που μπορώ να σκεφτώ είναι: «σύγκρουση μεταξύ αντίπαλων χούλιγκαν».

Τι έκανε λοιπόν ο Σάκα; Την πρώτη φορά που οι στρατιώτες του βγήκαν στον πόλεμο, οι αντίπαλοι περίμεναν ότι θα παίξουν αυτό το παραδοσιακό παιχνίδι με βρισιές και ξύλο, όμως οι στρατιώτες του Σάκα δεν πήγαν για να παίξουν. Έπεσαν κατευθείαν επάνω στους εχθρούς με λόγχες και ακόντια, και τους πετσόκοψαν. Μέχρι οι υπόλοιποι μικροβασιλιάδες των Ζουλού να καταλάβουν τι συμβαίνει, ο Σάκα συνέχισε κατά τον ίδιο τρόπο και υπέταξε ένα μεγάλο αριθμό από τα μικροβασίλεια της Ζουλουλάνδης. Το όπλο του ήταν η συνειδητοποίηση του αποφασιστικού πλεονεκτήματος που μπορεί να του αποφέρει η μονομερής παραβίαση των άρρητων κανόνων της μάχης – ότι μπορεί να νικήσει εύκολα αρκεί να εκπαιδεύσει τους στρατιώτες του για φόνο, τη στιγμή που οι άλλοι θα είναι προετοιμασμένοι για ξύλο. Δεν ξέρω με ποιον τρόπο χαρακτήριζαν τον Σάκα οι αντίπαλοί του, υποψιάζομαι όμως ότι θα ήταν συναφής μ’ αυτό που εμείς σήμερα λέμε «φασίστας».

Διότι κάθε αντιπαράθεση – σωματική, πολιτική, λεκτική, κοινωνική κ.λπ. – διέπεται από κάποιους άγραφους κανόνες, ορισμένους Αόρατους Φράχτες τους οποίους σέβονται οι αντιμαχόμενες πλευρές και δεν ξεπερνάνε. Και μάλιστα, θα έλεγα, ότι συνήθως οι κανόνες αυτοί είναι ασύνειδοι, οι Φράχτες χτίζονται ανεπαισθήτως, χωρίς κρότον κτιστών ή ήχον: τους ανακαλύπτουμε την ώρα της αντιπαράθεσης όταν διαπιστώνουμε ότι ορισμένα πράγματα απλά δεν μπορούμε να τα κάνουμε. Δεν μπορούμε να συκοφαντήσουμε, να χτυπήσουμε τον άλλον, να πούμε κατάφωρα ψέματα, να εξαπατήσουμε κ.ο.κ. Έτσι γίνεται συνήθως. Το θέμα εδώ είναι ότι κάποιος που θέλει πάση θυσία να κερδίσει, μπορεί να εκμεταλλευτεί αυτόν τον περιορισμό του αντιπάλου από Αόρατους Φράχτες – όπως ακριβώς έκανε ο βασιλιάς Σάκα. Και κατά κανόνα αυτό οδηγεί σε μια αίσθηση προδοσίας, ότι δεν παίζεις τίμια, παραβιάζεις ένα άγραφο συμβόλαιο. Προτείνω λοιπόν ότι εδώ είναι που πρέπει να κοιτάξουμε για να εντοπίσουμε την ουσία αυτού που αναγνωρίζουμε ως φασισμό.

Επιχειρηματικότητα. Σκεφτείτε το λίγο στο θέμα της επιχειρηματικότητας και του εμπορίου. Ρωτήστε έναν οποιονδήποτε επιχειρηματία εκεί έξω. Θα σας πει ότι δεν μπαίνουν όλα σε συμβόλαια, καταστατικά και ιδιωτικά συμφωνητικά. Η επιχειρηματικότητα αφήνει χώρο και για το στοιχείο της εμπιστοσύνης: «δώσαμε τα χέρια», «ο λόγος μου είναι συμβόλαιο». Όσοι έχετε δουλέψει επιχειρηματίες, θα το καταλάβετε αμέσως αυτό. Το παιχνίδι της επιχειρηματικότητας παίζεται και με κάποιους άγραφους κανόνες, οι οποίοι δεν καλύπτονται από έννομες διαδικασίες και δεν προστατεύοναι θεσμικά.

Συνήθως οι κανόνες αυτοί τηρούνται. Η εμπιστοσύνη τιμάται, οι υποσχέσεις πραγματοποιούνται, η χειραψία δεσμεύει. Χωρίς αυτούς δεν μπορεί να υπάρξει επιχειρηματικότητα και εμπόριο. Το θέμα όμως είναι ότι κάποιος μπορεί να το εκμεταλλευτεί αυτό και να παραβιάσει τους Αόρατους Φράχτες – και μάλιστα να το κάνει συνειδητά, για να κερδίσει κάτι, ακριβώς επειδή οι άλλοι δεν διανοούνται ότι θα προδώσει την εμπιστοσύνη τους, ή ότι τη μια μέρα θα είναι αδερφικός φίλος και την άλλη θανάσιμος εχθρός. Ίσως να μην κάνει μεν κάτι παράνομο, όμως τα θύματα θα μείνουν με μια αίσθηση προδοσίας, ότι παραβιάστηκε κάποιο συμβόλαιο.

Δολοφονία Φιλόπουλου. Άλλο παράδειγμα: στις 29/03/2007 συνέβη η δολοφονία Φιλόπουλου στην Παιανία, κατά την προσυμφωνημένη σύγκρουση οπαδών Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού. Η σύγκρουση όμως δεν μοιάζει να ήταν συμμετρική. Οι μαρτυρίες που δημοσιεύτηκαν κατόπιν, δίνουν την εικόνα ότι οι Παναθηναϊκοί πήγαν στην Παιανία για να ρίξουν ένα τυπικό ξύλο, ενώ οι Ολυμπιακοί γύρευαν κάτι περισσότερο. Πρώτα συγκεντρώθηκαν στο Καραϊσκάκη, εκεί «μοιράστηκαν από αρχιχούλιγκαν του Ολυμπιακού … μαχαίρια, λοστοί και άλλα εφόδια για τη μάχη με τους οπαδούς του Παναθηναϊκού» (από εδώ) και παρέλασαν ως την Παιανία οργανωμένα. Με προετοιμασία, οπλισμό και σχέδιο. Δύο μέρες αργότερα, η Καθημερινή δημοσιεύει τη μαρτυρία ενός οπαδού του Παναθηναϊκού: «Σ’ αυτές τις συγκρούσεις υπάρχουν άγραφοι κώδικες. Οι λογαριασμοί λύνονται συνήθως με τα χέρια, χωρίς μαχαίρια ή άλλα επικίνδυνα όπλα. Δεν χτυπάς πεσμένο αντίπαλο, ούτε και υπάρχει δυσαναλογία στον αριθμό. Στην Παιανία, οι Ολυμπιακοί έσπασαν κάθε κώδικα. Πήγαν πολύ περισσότεροι, οπλισμένοι και έτοιμοι για όλα. Οι Παναθηναϊκοί ήταν στην πλειονότητά τους μικρής ηλικίας, ενώ του Ολυμπιακού ψημένοι άντρες, μπράβοι αρκετοί απ’ αυτούς σε νυκτερινά κέντρα. Πολλοί είχαν μαζί τους μαχαίρια, στιλέτα, λοστούς, αλυσίδες, πυροσβεστήρες. Ήταν πολύ σφοδρή η επίθεση, έξω από κάθε μέτρο. Στο Παγκράτι, όπου είχε δοθεί αντίστοιχο ραντεβού, κανείς Παναθηναϊκός δεν πείραξε πεσμένο Ολυμπιακό. Υπάρχει σεβασμός στον αντίπαλο. Επεσες; Τελείωσε. Αυτός ο κώδικας παραβιάστηκε από τους Ολυμπιακούς και είδαμε τα επακόλουθα». Ακριβώς η τεχνική του βασιλιά Σάκα. 

Προτείνω λοιπόν να δούμε τον φασισμό ως εξής: είναι υποπερίπτωση ενός ευρύτερου φαινομένου στη ζωή, της μονομερούς και συνειδητής παραβίασης των άρρητων κανόνων κάποιας αντιπαράθεσης προκειμένου να αποκτήσεις πλεονέκτημα. Αυτή κρίνω πως είναι η ουσία του. Δεν παίζεις το παιχνίδι με κανόνες, είσαι ικανός να κάνεις τα πάντα για να κερδίσεις – και μάλιστα να εκμεταλλευτείς ότι οι άλλοι δέχονται κανόνες στο παιχνίδι, σέβονται κάποιους Αόρατους Φράχτες.

Τι γίνεται όμως με τον ιστορικό φασισμό, αυτόν που μας έδωσε και τη λέξη;


Ο Ιστορικός Φασισμός
Ο Τζιοβάνι Τζεντίλε ήταν ο φιλόσοφος του φασισμού στην Ιταλία του Μουσολίνι. Παρήγε πολλά έργα και άρθρα προκειμένου να εκλογικεύσει την καινούργια κατάσταση πραγμάτων του Ντούτσε, να δώσει μια φιλοσοφία και μια ιδεολογία στον φασισμό. Με ενδιαφέρει ένα μόνο σημείο από το έργο του, το οποίο και ψάχνω να βρω (αν κάποιος το έχει υπόψη, ας συνεισφέρει), τον τρόπο που έβλεπε τη νομιμοποίηση της εξουσίας. Το γράφω από μνήμης: ο Τζεντίλε θεωρούσε ότι το γεγονός και μόνο πως το Φασιστικό Κόμμα κατάφερε να αρπάξει την εξουσία, αυτό είναι που το νομιμοποιεί. Παραδοσιακά, η άσκηση εξουσίας νομιμοποιείται όταν γίνεται στο όνομα του λαού ή του Θεού ή προκύπτει από δημοκρατικές διαδικασίες κ.λπ. Όπως ξέρετε, ο Μουσολίνι έγινε πρωθυπουργός της Ιταλίας με έναν συνδυασμό ψεμάτων, προπαγάνδας, παρασκηνιακών μεθοδεύσεων, λυκοσυμμαχιών, τραμπουκισμών, διπροσωπίας, παραστρατιωτικής βίας, με αποκορύφωμα την ημι-πραξικοπηματική Πορεία προς τη Ρώμη. Τι είναι αυτό που νομιμοποιεί όλες τις προηγούμενες μεθόδους; Κατά τη λογική του Τζεντίλε, είναι η επιτυχία του τελικού αποτελέσματος. Κι αν κάποια άλλη από τις πολιτικές δυνάμεις της τότε Ιταλίας, π.χ. το Λαϊκό Κόμμα ή οι Σοσιαλιστές, άρπαζαν την εξουσία με τις ίδιες μεθόδους, τότε αυτό θα ήταν ΟΚ (κατά τον Τζεντίλε, πάντα). Όμως οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, δεξιές κι αριστερές, έπαιζαν το παιχνίδι της πολιτικής με κάποιους κανόνες, σέβονταν κάποιους Αόρατους Φράχτες, τους οποίους και δεν ξεπερνούσαν. Ο Ντούτσε όμως ήταν ικανός να κάνει ΤΑ ΠΑΝΤΑ για να νικήσει. Να πει τα πιο κατάφωρα ψέματα• τη μια μέρα να είναι αδερφικός φίλος σου και την άλλη θανάσιμος εχθρός σου• να καταφύγει στη βία όταν στριμωχνόταν και δεν είχε επιχειρήματα («τι κερδίζει τους τέσσερις άσους στο πόκερ;» ρωτούσαν παλιά στην Άγρια Δύση – απάντηση: «ένα γεμάτο εξάσφαιρο») κ.α. Όλους αυτούς τους Αόρατους Φράχτες που συνήθως δεσμεύουν τους πολιτικούς παίκτες, ο Τζεντίλε τους έβλεπε ως αδυναμία, ως ηλιθιότητα. Δηλαδή, η πολιτική γι’ αυτόν ήταν μια Ζουλουλάνδη, γεμάτη από ηλίθιους και αδύναμους μικροβασιλιάδες, η οποία γυρεύει τον βασιλιά Σάκα της, αυτόν που θα ξεπεράσει τις δεισιδαιμονικές δεσμεύσεις των υπολοίπων. Κατά τον Τζεντίλε, δηλαδή, ο φασισμός ήταν παράλληλα και η πιο ορθολογική πολιτική λύση, η φωνή της λογικής που ξεπέρασε τα τυφλά σημεία και τις άλογες μηχανικές συνήθειες των υπολοίπων.

Κατά τη γνώμη μου, εδώ ο Τζεντίλε εντόπισε την ουσία του φασισμού. Και δε χρειάζεται να σχολιάσω πόσο μας προσβάλλει κάποιος ο οποίος παίζει το παιχνίδι χωρίς κανόνες, τη στιγμή που όλοι οι άλλοι έχουμε κάποια όρια, κάποιους Αόρατους Φράχτες, ορισμένα πράγματα που απλά δεν μπορούμε να κάνουμε.

Νομίζω πως έτσι ακριβώς το έβλεπε και ο Τζον Μέιναρντ Κέηνς, ο οποίος μιλούσε για τις «ληστρικές δυνάμεις (brigand powers) της Γερμανίας, της Ιαπωνίας και της Ιταλίας». Δεν τον απασχολούσε στον φασισμό και στον ναζισμό η λατρεία της παράδοσης, ο φόβος του διαφορετικού κ.λπ., αυτά που έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο. Τον τρόμαζε ότι αυτοί οι τύποι δεν παίζουν το παιχνίδι με κανόνες, δεν περιορίζονται από Αόρατους Φράχτες. To 1936 έλεγε: «Αν εμείς εξοπλιστούμε ανεπαρκώς, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να ενθαρρύνουμε τις ληστρικές δυνάμεις, οι οποίες δεν σκέφτονται με όρους επιχειρημάτων αλλά με όρους ισχύος» (a state of inadequate armament on our part can only encourage the brigand powers who know no argument but force). O Κέηνς έβλεπε ξεκάθαρα ότι οι Ναζί ήταν ικανοί να κάνουν ΤΑ ΠΑΝΤΑ, να παραστήσουν οτιδήποτε και να πουν τα πιο κατάφωρα ψέματα, προκειμένου να πετύχουν τους σκοπούς τους. Όμως πολύς κόσμος στην εποχή του έπεφτε στην παγίδα του Χίτλερ και έπαιρνε τις διαβεβαιώσεις του τοις μετρητοίς, ή νόμιζε ότι υπήρχαν κάποια όρια τα οποία ο Φύρερ δεν θα ξεπερνούσε.

O Κέηνς, μάλιστα, αρχικά υποστήριζε το ελεύθερο εμπόριο, πίστευε ότι η διεύρυνση των αγορών και η κατάργηση των δασμών θα συμβάλει στην παγκόσμια ειρήνη. Κάπου όμως στις αρχές της δεκαετίας του ’30 άλλαξε γνώμη με τον ναζισμό και τον φασισμό, και είπε ότι όσο λιγότερο διευκολύνουμε τις «ληστρικές δυνάμεις» με το διεθνές εμπόριο, τόσο το καλύτερο. Το αναφέρω προς τιμήν του. Ο Κέηνς ήταν άνθρωπος που μπορούσε να αλλάζει γνώμη, μπορούσε να πει «ναι, έκανα λάθος» (ξέρετε πολλούς που μπορούν;). Ν.Ν.Taleb: το αγαπημένο μου σπορ είναι να τρολάρω όλους αυτούς που δεν έχουν τα κότσια να πουν κι ένα «δεν ξέρω».


Επίλογος 
Η επιχειρηματικότητα, για να λειτουργήσει, απαιτεί και εμπιστοσύνη, κάποιους άγραφους κανόνες. Δεν μπαίνουν όλα σε συμβόλαια, καταστατικά, ιδιωτικά συμφωνητικά. Οι σχέσεις, για να λειτουργήσουν, απαιτούν κι αυτές εμπιστοσύνη, κάποιους Αόρατους Φράχτες. Εντάξει, ενίοτε θα κλέψεις λίγο, θα πεις κάποια μικρά ψεματάκια (οι κυρίες που διαβάζουν ξέρουν καλά τι εννοώ), καμιά φορά ίσως πεις και μικρομεσαία ψεματάκια (οι κύριοι που διαβάζουν ξέρουν καλά τι εννοώ), όμως υπάρχουν και όρια. Κάποια πράγματα απλά δεν μπορείς να τα κάνεις. Θα κλέψεις ίσως λίγο, είτε στις σχέσεις είτε στο εμπόριο, όμως όλα μέχρι ενός σημείου.

Ομοίως και το πολιτικό παιχνίδι έχει τους άγραφους κανόνες του. Στη δημοκρατία, στον δημόσιο διάλογο, στην ενημέρωση, στην αντιπαράθεση επιχειρημάτων κ.λπ., είμαστε σκυλιά ευκατάστατων Αμερικανών (= μελλοντικών ρυζοκαλλιεργητών) που ανακαλύπτουμε ότι δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε ορισμένα όρια. Κάποια πράγματα απλά δεν μπορούμε να τα κάνουμε. Εντάξει, θα κλέψουμε ίσως λιγουλάκι• ενίοτε θα καταφύγουμε λίγο στην εντυπωσιοθηρία, θα κάνουμε λίγο τον χαζό για να προσπεράσουμε ένα άβολο επιχείρημα, θα είμαστε σκόπιμα ασαφείς για να μη δεσμευθούμε, θα παραστήσουμε τον θιγμένο και τον θυμωμένο για να μην απαντήσουμε κ.α. (οι πολιτικοί που διαβάζουν ξέρουν καλά τι εννοώ). Όμως όλα μέχρι ενός σημείου. Υπάρχουν και αόρατα όρια.

Υπάρχουν άραγε;... Αν φτάσεις να το αναρωτηθείς αυτό, τότε αγγίζεις τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα από τη δεξιά και την ακροδεξιά. Ακόμα περισσότερο, αν το περιβάλεις και με μια ιδεολογία αξιοσύνης, θάρρους, ευφυΐας. Τότε αγγίζεις και την επικράτεια του φασισμού. Δηλαδή, δεν θα έλεγα «φασίστα» κάποιον που τουλάχιστον έχει την κυνική επίγνωση, «ναι, παίζω βρώμικα». Αλλά κάποιον που επιπλέον βλέπει το βρώμικο παιχνίδι ως ένδειξη της εξυπνάδας του έναντι της «ηλιθιότητας» των άλλων, ή του θάρρους του έναντι της «αδυναμίας» των άλλων, ή της αξιοσύνης του κ.λπ. Το παραπάνω σημείο από το έργο του Τζεντίλε δίνει τόσο την ουσία του φασισμού, όσο και μια ευκαιρία να δούμε τα πράγματα με τα μάτια ενός φασίστα. Ο παραβιαστής των άγραφων κανόνων δεν θεωρεί για τον εαυτό του ότι είναι άτιμος, βρώμικος κ.λπ. Αντίθετα, νιώθει ότι είναι ο ευφυής και ο θαρραλέος της υπόθεσης. Βλέπει όλους τους άλλους γύρω του ηλίθιους και αδύναμους, και θεωρεί ότι αυτός είναι ο μόνος συνειδητοποιημένος. Ο μόνος που βρήκε τη δύναμη να ξεπεράσει τις άλογες και μηχανικές συμβάσεις που διατηρούνε την πολιτική σε υποβέλτιστο επίπεδο. Επομένως, του αξίζει η διάκριση και η νίκη, είναι ο καλύτερος αθλητής.

Κρατήστε το αυτό κατά νου όταν κρίνετε και ψυχολογείτε έναν φασίστα.

Η Μόνη Αντιπολίτευση Στην Παγκόσμια Τράπεζα Και Στο ΔΝΤ

Κοιτούσα λίγο ένα περίεργο φαινόμενο που, πιστεύω, έχει οικουμενικές διαστάσεις, τα Πνεύματα εναντίον Φραγμάτων. Μερικά παραδείγματα:

(1) Οι Τόνγκα στη Ζάμπια Ζιμπάμπουε πιστεύουν ότι το Φράγμα Kariba χώρισε το Πνεύμα του ποταμού από τη γυναίκα του. Και ότι μόλις ολοκληρώθηκε το φράγμα, το Πνεύμα πλέον αποτραβήχτηκε οριστικά από τον κόσμο των ανθρώπων. Μα τι οπισθοδρομικοί τύποι, πώς μπορούν να πιστεύουν τέτοια πράγματα; Για να δούμε περισσότερα:
Construction of the Kariba Dam, which relied on what was then the largest loan in the World Bank’s history, required the Tonga to move from their ancestral homes along the Zambezi River to infertile land downstream ... Once cohesive and self-sufficient, the Tonga are troubled by intermittent hunger, rampant alcoholism and astronomical unemployment. Desperate for income, some have resorted to illegal drug cultivation and smuggling, elephant poaching, pimping and prostitution. Villagers still lack electricity. Χμμ... τώρα γίνεται πιο κατανοητό.  
(2) Στη ΝΑ Ασία γίνεται χαμός εδώ και δεκαετίες. Τα Πνεύματα κάνουν σαμποτάζ στην κατασκευή των φραγμάτων, προκαλούν μυστηριώδη ατυχήματα, βάζουν φωτιές στα καλά καθούμενα, καταστρέφουν μηχανήματα, κι άλλα τέτοια αντιαναπτυξιακά. Εδώ (σελ. 28) μπορείτε να διαβάσετε μια περίπτωση για το Πακ Μουν, ένα πολυσυζητημένο και πολυπονεμένο φράγμα στην Ταϊλάνδη, που κατασκευάστηκε με τις ευλογίες και τα δάνεια της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το φράγμα γκρέμισε το σπίτι του τοπικού Πνεύματος, κάτι που εξόργισε τους χωρικούς και τους οδήγησε σε πορείες και διαμαρτυρίες αψηφώντας τον στρατιωτικό νόμο που είχε επιβληθεί στην επαρχία.

(3) Για την ακρίβεια, στη ΝΑ Ασία σήμερα έχουμε και Πνεύματα εναντίον Επιστήμης. Αυτό είναι κάτι που ξεκίνησε από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν οι Βρετανοί αποίκισαν τη Βόρεια Βιρμανία στο όνομα του Πολιτισμού, του Χριστιανισμού και της Επιστήμης, και λεηλάτησαν τα πλούσια δάση της εξαθλιώνοντας τους τοπικούς πληθυσμούς. Τότε είχαμε Πνεύματα εναντίον Βρετανών. Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει, οι Βρετανοί φεύγουνε μα η επιστήμη μένει. Η οποία υποτίθεται ότι είναι λυτρωτική, ουδέτερη, έξω από ιδεολογίες και πολιτικές, όμως στην πράξη παίρνει πάντα το μέρος των ισχυρών και των καταπιεστών (και της Παγκόσμιας Τράπεζας). Όλως παραδόξως, η ουδέτερη επιστήμη δεν παίρνει ποτέ το μέρος των φτωχών και των καταπιεζόμενων... Αντιγράφω από το Development of the Mekong Region του Charles Keyes εδώ:
From the 1960s on, it was clear that the concerns and knowledge of local people living in the catchment area of the dams were being wholly ignored by Thai policy makers and those implementing the projects … All states in the Mekong region asserted ultimate control over the ‘natural resources’ within the territories under their control and arrogated to their governments the right to manage these resources in a scientific way. Scientific studies of soils, waterways, and forests were employed by governments to bring all territories within state borders under state control. These resources were ‘liberated’ from the nexus of kinship, and removed from the jurisdiction of local spirits.  
Το παλιό αποικιακό δράμα συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Τότε ήταν οι Ευρωπαίοι που ανέλαβαν το καθήκον να εκπολιτίσουν τους υπάνθρωπους αυτόχθονες (και να τους φορτώσουν φυσικά τον λογαριασμό)• σήμερα είναι οι αυταρχικές κυβερνήσεις του αναπτυσσόμενου κόσμου που αναλαμβάνουν το καθήκον να εκπολιτίσουν τους οπισθοδρομικούς χωρικούς, να τους φέρουν τις ευλογίες της “ανάπτυξης” και της “προόδου”. Και να τους φορτώσουν φυσικά τον λογαριασμό. Το σύστημα είναι ΓΑΠ: “Συγκινούμαι ειλικρινά όταν άνθρωποι του μόχθου με σταματάν στον δρόμο και μου λένε, για την ανάπτυξη, θυσιάζω και τη ζωή μου και τη ζωή των παιδιών μου (κι αν δεν το κάνω, θα μου τα θυσιάσουν οι στρατιωτικοί και οι παραστρατιωτικοί που θα στείλει η κυβέρνηση)”. Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν, η αποικιοκρατία συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε σε ένα παριζιάνικο συμπόσιο το 1879:
Η μοίρα του ανθρώπου είναι στον Νότο. Η Ευρώπη έχει την Αφρική, έφτασε η στιγμή να το καταλάβει. Τον 19ο αιώνα, ο Λευκός πήρε τους Μαύρους και τους έκανε ανθρώπους. Τον 20ο αιώνα, η Ευρώπη θα φτιάξει έναν καινούργιο κόσμο στην Αφρική, θα την εκπολιτίσει. 
Εμπρός, ευρωπαϊκά έθνη! Αρπάξτε αυτή τη γη! Πάρτε την! Από ποιον; Από κανέναν. Πάρτε την από τον Θεό. Ο Θεός προσφέρει αυτή τη γη στους ανθρώπους, προσφέρει την Αφρική στους Ευρωπαίους. Κι εκεί που οι βασιλιάδες έφερναν πόλεμο, εσείς φέρτε ομόνοια. Πάρτε την, όχι για το κανόνι αλλά για το άροτρο! Όχι για το ξίφος αλλά για το εμπόριο! Όχι για τη μάχη αλλά για τη βιομηχανία! Όχι για την κατάκτηση αλλά για την αδελφοποίηση! Ρίξτε ό,τι έχετε στην Αφρική και λύστε τα κοινωνικά σας προβλήματα! Δώστε ιδιοκτησίες στο προλεταριάτο σας! Εμπρός, φτιάξτε δρόμους, λιμάνια, πόλεις! Εμπρός για να φυτέψετε, να καλλιεργήσετε, να αποικίσετε, να πολλαπλασιαστείτε! 
Αρκεί, φυσικά, να είναι οι Αφρικανοί αυτοί που θα πληρώσουν τον λογαριασμό... Θέλετε να δείτε τα λόγια του Ουγκώ στη σύγχρονη εκδοχή τους; Είναι αυτό που έγραφε πριν μερικά χρόνια στο Protagon ο Τάκης Μίχας (ουσιαστικά, η Ασιαστική Τράπεζα Ανάπτυξης):

Ενώ οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης βυθίζονται κάτω από το βάρος των φόρων, των δημοσίων ελλειμμάτων και δαπανών στο βαθύ σκοτάδι και την ανυπαρξία, άλλες περιοχές στον κόσμο, απαλλαγμένες από αυτά τα βαρίδια ανθίζουν και μεγαλουργούν. 
Μία τέτοια περιοχή είναι η περίφημη Ευρύτερη Υποπεριοχή του Μεκόγκ (GMS) πού φέτος γιόρτασε 20 έτη από την ίδρυση της στην οποία πρωτοστάτησε η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης. Κατά την διάρκεια των περασμένων δύο δεκαετιών επενδύθηκαν στην περιοχή 15 δις δολάρια σε διάφορα έργα όπως δρόμοι, αεροδρόμια και σιδηρόδρομοι, σταθμοί ενέργειας, τουριστικές υποδομές καθώς και σε προγράμματα πρόληψης μεταδιδόμενων ασθενειών και καταπολέμησης της φτώχειας.
Οι Έλληνες (μη κρατικοδίαιτοι) επιχειρηματίες πού βρίσκονται σήμερα υπό διωγμό στην Ελλάδα – πού φυσικά θα γίνει ακόμα πιο έντονος με την άνοδο του Σύριζα – θα πρέπει να αρχίσουν να κοιτούν προς τα εδώ. Μπορεί να είναι σίγουροι ότι εδώ η δημιουργία επιχειρήσεων δεν αντιμετωπίζεται με κατάρες, φόρους και μολότοφ.  
Αντιμετωπίζεται όμως με Πνεύματα. Αν μπορείτε να τη βρείτε με αγγλικούς υπότιτλους (παλιά την είχε το YouTube, τώρα την κατεβάσαν), δείτε αυτήν την γλυκιά ταινία, Mekhong Full Moon Party (2002), για τη σύγκρουση Πνευμάτων και Επιστήμης (δηλαδή, της μετάθεσης του κόστους και του ρίσκου στους πολιτικά αδύναμους, μέσω της επίκλησης τεχνικών μελετών και επιστημονικών ερευνών).

Λοιπόν, πιστεύω ότι πίσω από κάθε μεγάλο υδροηλεκτρικό φράγμα του Τρίτου Κόσμου, αν το ψάξουμε, θα βρούμε κάποια τοπικά Πνεύματα (θεότητες, προγόνους, νεράιδες κ.λπ.) που εξοργίζονται. Έχω βρει και Πνεύματα εναντίον Ορυχείων. Επίσης, στην Ισλανδία έχει και Πνεύματα εναντίον Αυτοκινητόδρομων. Να σημειώσω ότι τα Πνεύματα τείνουν να είναι εχθροί και της κατεστημένης θρησκείας, αφού συχνά ο εργολάβος φέρνει τον βουδιστή μοναχό για να τα καταπραΰνει με τελετές και να προχωρήσει το έργο (αυτά όμως δεν καταπραΰνονται). Επίσης, ότι τα Πνεύματα τείνουν να θυμώνουν όχι με τα φράγματα, έτσι γενικώς, αλλά με τα φαραωνικά υδροηλεκτρικά φράγματα πολλών (δισ)εκατομμυρίων, που συνήθως χρηματοδοτούνται από την Παγκόσμια Τράπεζα, την Τράπεζα Ασιατικής Ανάπτυξης κ.λπ. Αντιθέτως, αυτό που έχω βρει είναι ότι τα Πνεύματα συνήθως δεν έχουν πρόβλημα με τα μικρά έργα και με τα αρδευτικά φράγματα: Northern Thai people believed that each irrigation dam had one or more protective spirits who, if properly propitiated with yearly ceremonies and offerings, would protect the irrigation dam. Τα Πνεύματα τείνουν να είναι εχθροί της Παγκόσμιας Τράπεζας και της “ανάπτυξης” (δηλαδή, της εξόντωσης ενός πληθυσμιακού κομματιού και τις δημιουργίας κοινωνικών ιεραρχιών μέσω υπερσυγκέντρωσης πλούτου και εξουσιών στα χέρια μιας μικρής ελίτ), καθώς και των πρακτόρων τους: της επιστήμης και της κατεστημένης θρησκείας.

Ο λόγος δεν είναι καθόλου μυστηριώδης... Ένα φαραωνικό υδροηλεκτρικό φράγμα, όπως γενικότερα κάθε φαραωνικό κατασκευαστικό έργο, είναι ουσιαστικά ένα χάος, μια αχαρτογράφητη ζούγκλα που περιλαμβάνει αμέτρητα υποέργα, χιλιάδες εργαζόμενους, τεχνικούς, λογιστές, διευθυντές, προμηθευτές, μάνατζερ, μηχανικούς κ.λπ. Κάτι που δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί,ούτε το κόστος ούτε ο χρόνος αποπεράτωσης ούτε το όφελος που θα φέρει ούτε οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις του, τίποτα. Κάθε τέτοιο φράγμα είναι ταξίδι σε μια αχαρτογράφητη ζούγκλα. Το σημείο-κλειδί είναι ότι όλα τους νομιμοποιούνται και εγκρίνονται μέσω επίσημων τεχνικών μελετών που, υποτίθεται ότι, ζυγίζουν αμερόληπτα και επιστημονικά όλες τις παραπάνω παραμέτρους. Όπως ακριβώς οι Ολυμπιακοί Αγώνες: εγκρίθηκαν και νομιμοποιήθηκαν, αν θυμάστε, στις 5/9/1997, με τον φάκελο που κατέθεσε η Ελλάδα στη ΔΟΕ, ο οποίος περιελάμβανε μελέτες που εκτιμούσαν ότι θα έβγαζαν και με το παραπάνω τα λεφτά τους, θα είχαν τζίρο 1 τρισ. (δραχμές), θα δημιουργούσαν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, θα έφερναν εκατομμύρια τουρίστες, θα αναζωογονούσαν το εμπόριο, τη βιομηχανία, τις κατασκευές, τον κρατικό προϋπολογισμό κ.λπ.

Στην πορεία της κατασκευής του φαραωνικού φράγματος, όλα τα παραπάνω αποδεικνύονται παραμυθικά. Το κόστος ΠΑΝΤΑ ξεφεύγει, το έργο ΠΑΝΤΑ καθυστερεί, το τελικό όφελος ΠΑΝΤΑ αποδεικνύεται μικρότερο, τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά ρίσκα ΠΑΝΤΑ αποδεικνύονται μεγαλύτερα. Μελέτη 247 φαραωνικών φραγμάτων παγκοσμίως, που κατασκευάστηκαν από το 1934 ως το 2007: το τελικό κόστος θα βγει πολύ περισσότερο από ό,τι εκτιμήθηκε αρχικά, και ο χρόνος αποπεράτωσής τους θα αποδειχθεί πολύ μεγαλύτερος. Στοιχηματίζοντας απαισιόδοξα με τα φαραωνικά φράγματα, εκεί που όλοι οι άλλοι μεθούν από αισιοδοξία, δεν χάνεις ποτέ. Όπως ακριβώς με τους δικούς μας Ολυμπιακούς: τα έργα μονίμως καθυστερούσαν, έβγαιναν προβλήματα που δεν συνυπολογίστηκαν, κάπου από το φθινόπωρο του 2003 και μετά το κόστος ξέφευγε συνεχώς, σχεδόν καθημερινά, με έργα που αρχικά είχαν προϋπολογιστεί σε 2 ή 3 εκατομμύρια, να καταλήγουν τελικά στα 400 εκατομμύρια κ.λπ. Όπως ακριβώς γίνεται και με όλους τους Αγώνες, όχι μόνο με τους δικούς μας: το κόστος όλων των Ολυμπιακών, χειμερινών και θερινών, των τελευταίων 50 ετών ξέφυγε άγρια από τους αρχικούς προϋπολογισμούς (η έρευνα εδώ). Στοιχηματίζοντας απαισιόδοξα με τους Ολυμπιακούς, εκεί που όλοι οι άλλοι μεθούν από αισιοδοξία, δεν χάνεις ποτέ. Όπως ακριβώς γίνεται με όλα τα φαραωνικά κατασκευαστικά έργα παγκοσμίως: το τελικό κόστος πάντα βγαίνει μεγαλύτερο, το προσδοκώμενο όφελος πάντα αποδεικνύεται μικρότερο, το έργο πάντα θα καθυστερήσει, “η επιτυχία στη διαχείριση αυτών των έργων είναι τόσο σπάνια, που οι ελάχιστες επιτυχημένες περιπτώσεις δεν δίνουν αρκετά μεγάλο δείγμα για σίγουρες στατιστικές αναλύσεις” (σελ. 322). Στοιχηματίζοντας απαισιόδοξα με τα φαραωνικά κασκευαστικά έργα, εκεί που όλοι οι άλλοι μεθούν από αισιοδοξία, ποτέ δεν χάνεις.

Όλα τα παραπάνω παραμύθια, τα πληρώνει στο φινάλε ο πολιτικά αδύναμος της υπόθεσης, οι τοπικοί πληθυσμοί από χωρικούς, ψαράδες, αγρότες, εθνοτικές μειονότητες, τοπικές φυλές κ.λπ., που βλέπουν τη γη τους να λεηλατείται, τα χωριά τους να καίγονται, τα ψάρια του ποταμού να εξαφανίζονται, τις ζωές τους να καταστρέφονται, τις υποσχεμένες αποζημιώσεις της κυβέρνησης να μην έρχονται ποτέ (έρχονται οι στρατιώτες αντί γι’ αυτές), ή να είναι συμβολικές, σε επίπεδο κοροϊδίας. “Particular groups, who are often already disadvantaged, are sometimes forced to carry a disproportionate share of negative environmental and social impacts from projects”.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν φαίνονται στις επίσημες στατιστικές διότι τείνουν να λειτουργούν εκτός του συστήματος. Στις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες, ένα απροσδιόριστα μεγάλο μέρος της οικονομίας είναι σκιώδες (shadow/informal economy), χωρίς να κόβονται αποδείξεις, να καταβάλεται ΦΠΑ, χωρίς εγγραφές στο επιμελητήριο ή έναρξη στην εφορία – κάποιες φορές, ακόμα και χωρίς χρήση χρημάτων. Όλα τα στατιστικά στοιχεία από χώρες του Τρίτου Κόσμου είναι, ουσιαστικά, χονδροειδείς εκτιμήσεις. Οπότε εύκολα μπορούν να κατασκευαστούν αναφορές που να δείχνουν πρόοδο και αύξηση του ΑΕΠ, να τις δημοσιεύει η Παγκόσμια Τράπεζα με καμάρι, να τις διαβάζει ο Τάκης Μίχας και να χαίρεται, να γράφει ο Νίκος Δήμου ότι η παγκοσμιοποίηση είναι win-win game, όλοι κερδίζουν από αυτήν κ.λπ. Η “ανάπτυξη” είναι σαν το Γεφύρι της Άρτας: κρύβει έναν σκελετό στα σπλάχνα του, ένα μακάβριο μυστικό.

Και μετά μου λέτε για τα Πνεύματα! Τα Πνεύματα είναι οι φίλοι των φτωχών. Όλα τα καθάρματα στο όνομα της επιστήμης έρχονται – της τεχνοκρατίας, της κατεστημένης θρησκείας, της ανάπτυξης και της προόδου. Τα Πνεύματα είναι η μόνη αντιπολίτευση στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο ΔΝΤ. Δεν θέλουν κάτι φοβερό, ένα φλιτζάνι πορτοκαλάδα, κάνα δυο μπουκιές φαγητό, λίγες γουλιές ουίσκι (στα Πνεύματα αρέσει το αλκοόλ), κάνα γλυκό πού και πού, απλά πράματα. Θυμώνουν καμιά φορά, όμως γρήγορα μαλακώνουν – όπως όλοι μας, δηλαδή. Δεν επιβάλλουν κανένα μνημόνιο στους φτωχούς. Δεν τους ζητάνε περισσότερα από όσα μπορούν να δώσουν. Όσο τα βοηθάς, σε βοηθάνε. Άμα πάψεις να τα φροντίζεις, αποτραβιούνται από τον κόσμο των ανθρώπων και φεύγουν. Αλλά όσο είναι εδώ μαζί μας, στέκονται πάντα δίπλα στους φτωχούς και στις καθημερινές τους αγωνίες, βοηθάνε όσο μπορούν. Και σε πλανητικό επίπεδο, είναι η μόνη αντιπολίτευση στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο ΔΝΤ.

Υπάρχει κάνας νόμος της φύσης που λέει ότι η επιστήμη πρέπει πάντα να παίρνει το μέρος της κυβέρνησης; Υποτίθεται ότι είναι ουδέτερη, έξω από ιδεολογίες και πολιτικές. Υποτίθεται ότι οι σχεδιαστές που κάνουν τις μελέτες και εκτιμούν κόστος, όφελος, χρόνο αποπεράτωσης, περιβαλλοντικούς κινδύνους κ.α. είναι ρομπότ, ψυχροί τεχνοκράτες χωρίς συναισθήματα που ξέρουν μόνο από αριθμούς και στοιχεία. Υποτίθεται ότι οι αριθμοί δεν έχουν πολιτικό πρόσημο, 1 + 1 = 2, έξω από ιδεολογίες και συμφέροντα. Υποτίθεται...

Ελπίζω να καταλαβαίνετε μετά από όλα αυτά ότι η παρατήρηση “ναι όμως τα Πνεύματα δεν υπάρχουν” είναι Ο,ΤΙ ΠΙΟ ΓΚΑΟΥ μπορεί να ειπωθεί! Στη ζωή συνήθως υπάρχει η Σωστή Παρατήρηση, η Λάθος Παρατήρηση και η Ξενέρωτη Παρατήρηση. Όποιος πάει σε έναν ξεριζωμένο πληθυσμό που, στο όνομα της “ανάπτυξης” και της “προόδου”, έμαθε τι σημαίνει αλκοολισμός, εγκληματικότητα, ναρκωτικά, πορνεία, έμαθε τι πα να πει βρωμιά και τρόμος, κατήφορος και προσβολές, και παρατηρήσει ότι τα Πνεύματα δεν υπάρχουν, κερδίζει το Χρυσό Βατόμουρο Ξενερωσιάς, το Όσκαρ Ασχετοσύνης... Ο χαζοτουρίστας, που έρχεται ξενέρωτος σε μια χώρα κουβαλώντας ακόμα μέσα του την Ευρώπη, και κάνει τις πιο ηλίθιες ερωτήσεις. Δεν είναι λάθος η παρατήρηση, είναι κάτι ΠΟΛΥ χειρότερο: είναι ξενέρωτη.


Άνθρωπος Είμαι Κι Εγώ Στο Κάτω-Κάτω

Ό,τι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο. Και ό,τι αρχίζει ιδεαλιστικό συνηθίζει να τελειώνει ντεκαφεϊνέ. Πώς γίνεται αυτό; Λοιπόν... μια απορία που υπάρχει σε κύκλους της ΕΕ και του ΟΗΕ είναι: γιατί τόσα λεφτά πεταμένα; Είναι αλήθεια ότι διάφορα δυτικά προγράμματα διοχετεύουν κάθε χρόνο δισεκατομμύρια δολάρια για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα των αναπτυσσόμενων χωρών. Είναι εξίσου αλήθεια ότι τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα των προγραμμάτων αυτών είναι πενιχρά. Κάτι που μας φέρνει στο θέμα των ΜΚΟ, καθότι τα προγράμματα των δυτικών οργανισμών και του ΟΗΕ δουλεύουν κυρίως με τοπικές ΜΚΟ:


Τρύπες στο Νερό
Η εικόνα που έχω σχηματίσει είναι ότι υπάρχουν τριών λογιών ζώα στον κόσμο των ΜΚΟ: (1) Κάποιες είναι απάτη. Οι χορηγίες τελικά καταλήγουν σε τράπεζες της Ελβετίας και της Σιγκαπούρης, ή αυτό που παρουσιάζεται ως ΜΚΟ είναι, ουσιαστικά, μια παρέα. Κι ο χορηγός τελικά πληρώνει τη διαβίωση, τα έξοδα και τα ψώνια αυτής της παρέας. Πιστεύω ότι το ποσοστό αυτών των ΜΚΟ είναι σχετικά μικρό. (2) Κάποιες είναι ηρωικές. Τα μέλη τους είναι αφοσιωμένα στο έργο τους, και είναι ικανά να θυσιάσουν τα πάντα για τον στόχο της οργάνωσης. Πιστεύω όμως ότι κι αυτονών το ποσοστό είναι μικρό. (3) Υπάρχει και η μεγάλη θάλασσα των ΜΚΟ εκεί έξω, που δεν ανήκουν ούτε στην 1η ούτε στη 2η κατηγορία. Εδώ είναι η συντριπτική πλειοψηφία. Οι οργανώσεις αυτές ξεκινάνε για να βοηθήσουν εκεί όπου υπάρχει ανάγκη (στους πρόσφυγες, στα ορφανά, στα απειλούμενα είδη, στους αλκοολικούς, στο τοπικό δάσος κ.α.), και πράγματι, κατά τα αρχικά τους βήματα, κάνουν σημαντική δουλειά. Στην πορεία όμως τα πράγματα αλλάζουν. Οι ΜΚΟ παύουν να είναι κάτι αφοσιωμένο στην υπηρεσία ενός σκοπού και μετατρέπονται σε κάτι του οποίου η ύπαρξη δεν είναι εντελώς ασύμβατη με την ευμάρεια του σκοπού. Ας το εξηγήσω πώς γίνεται:

Πίσω από κάθε τέτοια ΜΚΟ είναι κάποιοι άνθρωποι που ξεκινάνε με ιδεαλισμό και αυταπάρνηση. Βάζουν χρήματα από την τσέπη τους, δουλεύουν αμέτρητες ώρες και τους χάνουν από τα σπίτια τους. Σε κάποια στιγμή όμως κουράζονται. Έχουν και μια προσωπική ζωή, μια οικογένεια, ένα μαγαζί, δεν είναι δυνατόν να τα θυσιάζουν συνεχώς ούτε να λείπουν όλα τα απογεύματα ούτε μόνιμα να βάζουν χρήματα από την τσέπη τους. Άνθρωποι είναι κι αυτοί στο κάτω-κάτω. Οπότε μεταμορφώνονται και μαθαίνουν την υψηλή τέχνη του να υποβάλουν πειστικές αιτήσεις χρηματοδότησης σε οργανισμούς (ή ιδιώτες). Αιτήσεις που ζητάνε χρήματα και υπόσχονται κάποιο αποτέλεσμα, διατυπωμένες με τον σωστό τρόπο ώστε οι ΜΚΟ να μπορούν να λένε ότι κατάφεραν τον στόχο τους – όχι να καταφέρουν τον στόχο τους, αλλά να μπορούν να το λένε. Στη ζωή υπάρχει αβυσσαλέα διαφορά ανάμεσα από το «έκανα το Χ» και το «μπορώ να λέω ότι έκανα το Χ». Είναι λίγο σαν τους Έλληνες πολιτικούς. Διαχρονικά, η πλειοψηφία τους δεν ξέρει να κάνει δουλειά, να φέρνει αποτελέσματα, διότι συγχέει το «κάνω έργο» με το «μπορώ να λέω στους δημοσιογράφους ότι κάνω έργο»:

–Κύριε υπουργέ, δεν κάνατε τίποτα για τις εξαγωγές!
–Αστειεύεστε, εμείς δεν κάναμε τίποτα για τις εξαγωγές; Εμείς ιδρύσαμε τον ειδικό φορέα ΧΥΖ με αντικείμενο τη μελέτη & στοχευμένη τόνωση των εξαγωγών!

To θεωρεί απάντηση αυτό. Κι ο δημοσιογράφος δεν ξέρει (ή δεν θέλει) να τον στριμώξει... Στον κόσμο των ΜΚΟ, το θέμα δουλεύει αλλιώς. Μια τοπική οργάνωση υποβάλλει αίτηση στην ΕΕ (ή στον ΟΗΕ ή στην κυβέρνηση της Ιαπωνίας ή σε έναν πλούσιο ιδιώτη) για τα παιδιά του δρόμου στην Παραγουάη. Τα παιδιά του δρόμου είναι πονεμένη ιστορία, τα περισσότερα καταλήγουν αργά ή γρήγορα στο έγκλημα, τα ναρκωτικά, τη σκλαβοποίηση, την πορνεία, τη στρατολόγηση, τον πρόωρο θάνατο. Η ΜΚΟ ζητά 20.000 χιλιάδες ευρώ με σκοπό εντός εξαμήνου να πάρει 30 παιδιά από τους δρόμους της Ασουνσιόν, να τους προσφέρει στέγαση και διατροφή, καθώς και σχολική εκπαίδευση ώστε να μάθουν κάποια τέχνη, να γίνουν μοδίστρες, λογίστριες, μηχανικοί αυτοκινήτων, να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή. Η ΕΕ ζητά βιογραφικά, ιστορικά, συστάσεις, και τελικώς εγκρίνει την αίτηση: 20.000 ευρώ σε δόσεις, με υποβολή μηνιαίων αναφορών για την πρόοδο του πρότζεκτ. Η ΜΚΟ χτίζει ένα σχολείο, έναν χώρο στέγασης, ό,τι άλλο χρειάζεται, και με το τέλος του εξαμήνου 30 παιδιά έχουν φύγει από τους δρόμους της Ασουνσιόν. Η ΕΕ είναι χαρούμενη, μπορεί να λέει ότι διέθεσε άλλα 20.000 ευρώ για την καταπολέμηση της φτώχειας στον Τρίτο Κόσμο (όλες οι κυβερνήσεις, οι μεγάλοι οργανισμοί και οι μεγάλες επιχειρήσεις θέλουν να παρουσιάζουν και φιλανθρωπικό έργο)• η ΜΚΟ είναι χαρούμενη, μπορεί να λέει ότι έφερε σε πέρας με επιτυχία ένα ακόμη πρότζεκτ• 30 παιδιά που προηγουμένως ζητιάνευαν στους δρόμους της Ασουνσιόν, τώρα ζούνε στον χώρο στέγασης της ΜΚΟ και μαθαίνουν γράμματα στα θρανία της.

Και κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, από αυτά τα 30 παιδιά, τα 28 αργά ή γρήγορα επιστρέφουν στον δρόμο.

Διότι δεν είναι απλό να πάρεις ένα παιδί από τη ζητιανειά και να του δώσεις μια ζωή. Ο δρόμος δεν είναι μόνο το επάγγελμά του, είναι επίσης και το σπίτι του, οι φίλοι του, η οικογένειά του. Δεν αρκεί μόνο να του φτιάξεις ένα σχολείο, μια γωνιά να κοιμάται και να του εξασφαλίσεις το φαγητό, πρέπει επίσης να του δώσεις την ατμόσφαιρα ενός καινούργιου σπιτιού, την αίσθηση του ανήκειν, τη μαγκιά κάποιων καινούργιων φίλων. Ειδάλλως, αργά ή γρήγορα ο δρόμος θα το καλέσει και θα το χάσεις. Η καρδιά του έχει παραμείνει στη μαγκιά των παλιών φίλων.

Αυτές όμως είναι αγραφειοκρατικοποίητες παράμετροι. Δεν μπορείς να τις υποσχεθείς και να τις συμπεριλάβεις σε μια αίτηση. Μπορείς να αναφέρεις συστηματικά τη σχολική απόδοση του παιδιού, όχι όμως και την αίσθηση του ανήκειν που έχει για το καινούργιο περιβάλλον. Και το πιο σημαντικό, πρέπει να δουλέψεις ΠΟΛΥ για να τις χτίσεις. Να περάσεις αμέτρητες ώρες με το παιδί – δεν είναι θέμα εξαμήνου, είναι θέμα πολλών χρόνων. Όμως να κάνεις μια τέτοια δουλειά είναι αδύνατο αν έχεις και μια προσωπική ζωή, ένα μαγαζί, μια οικογένεια, άνθρωπος είσαι κι εσύ στο κάτω-κάτω... Οπότε, στο φινάλε, το πρότζεκτ καταλήγει μια τρύπα στο νερό και τα λεφτά πετιούνται: όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν.

Πρακτικά μιλώντας, ένας γενικός κανόνας (πολύ γενικός, μην τον δέσετε κόμπο) είναι ότι τα περισσότερα χρήματα που δίνετε σε μια ΜΚΟ πηγαίνουν όχι για να βοηθήσουν τον διακηρυγμένο στόχο της – πρόσφυγες, παιδιά του δρόμου, απειλούμενα είδη κ.λπ. – αλλά για τη διαιώνιση της ύπαρξής της μέσω έργων και παρεμβάσεων που δεν αλλάζουν και πολλά στον κόσμο. Από τα 10 ευρώ που δίνετε, το 1 μόνο θα κάνει τον κόσμο λίγο καλύτερο• το 1 μόνο θα συμβάλει ώστε μια μελλοντική λογίστρια ή ένας μελλοντικός μηχανικός να σκέφτεται με ευγνωμοσύνη τους ανώνυμους ευεργέτες που βοήθησαν να φύγει από τους δρόμους και να αποκτήσει μια αξιοπρεπή ζωή. Τα υπόλοιπα 9 ευρώ θα γίνουν μελάνια για εκτυπωτές, βενζίνη για μετακινήσεις, αναποτελεσματικά σεμινάρια και εργαστήρια κ.λπ., ώστε να διαιωνίζεται η ύπαρξη της ΜΚΟ. Δεν είναι εντελώς ασύμβατη η ύπαρξή της με την ευμάρεια του στόχου της, όμως δεν ταυτίζονται κιόλας. Με την πάροδο των ετών, η ΜΚΟ σχετίζεται με τον διακηρυγμένο στόχο της όπως ο κροκόδειλος με το πουλάκι που του καθαρίζει το στόμα από τις βδέλλες: περιφερειακά αλληλοβοηθειούνται μεν, δεν είναι εντελώς ασύμβατη η ευμάρεια του ενός με την ευμάρεια του άλλου, όμως δεν παύει ο καθένας να είναι για τον εαυτό του και για τους δικούς του σκοπούς. Και ο πρωταρχικός σκοπός μιας ΜΚΟ είναι η διαιώνιση της ύπαρξής της – να πληρώνονται οι λογαριασμοί, το ενοίκιο, να τυπώνονται οι μπροσούρες, να μην κλείσει το μαγαζί.

Είχα διαβάσει παλιά μια έρευνα για τη χρήση της λέξης επαναστατικός –ή –ό κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Από μνήμης: στην αρχή, η λέξη επαναστατικός σήμαινε κάτι που αναφερόταν στους πολιτικούς στόχους της Επανάστασης. Π.χ. μια επαναστατική πρόταση μπορούσε να είναι μια πρόταση για την κατάργηση των προνομίων της αριστοκρατίας, τον συνταγματικό περιορισμό της μοναρχίας κ.λπ. Στην αρχή αυτό. Από ένα σημείο και μετά, η λέξη επαναστατικός άρχισε να σημαίνει κάτι που αναφερόταν στην ίδια την Επανάσταση και την επιβίωσή της. Π.χ. επαναστατική πράξη = πράξη που συμμορφώνεται με τις εντολές της Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας. Από εκεί που η λέξη σήμαινε κάτι υπέρ ενός πολιτικού στόχου, το περιεχόμενό της άλλαξε κατά την πορεία και κατέληξε να σημαίνει κάτι που βοηθά το μαγαζί να μην κλείσει. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την πλειοψηφία των ΜΚΟ. Και ο λόγος που τις ενισχύετε είναι επειδή η διαιώνιση της ύπαρξής τους δεν είναι εντελώς ασύμβατη με τους διακηρυγμένους στόχους τους.

Όμως τι γίνεται με τις λίγες ηρωικές ΜΚΟ της κατηγορίας (2) που ανέφερα πιο πάνω, αυτές που πραγματικά κάνουν δουλειά; Πώς μπορεί κάποιος να τις εντοπίσει; Ένας άλλος πρακτικός κανόνας εδώ είναι ότι οι ηρωικές ΜΚΟ έχουν ανθρώπους ταγμένους. Ανθρώπους που διαλύουν την προσωπική και οικογενειακή τους ζωή στην υπηρεσία κάποιου σκοπού (κάποιοι ρισκάρουν ακόμα και το κεφάλι τους). Έτσι θα τις εντοπίσετε. Το αντίθετο του ταγμένου είναι το άνθρωπος είμαι κι εγώ στο κάτω-κάτω (έχω και μια προσωπική ζωή, μια οικογένεια, μια δουλειά, δεν μπορώ να τα θυσιάσω κ.λπ.). Εκεί παίζεται το παιχνίδι, αυτός είναι ο λόγος που πολλοί ιδεαλιστές και καλοπροαίρετοι καταλήγουν τελικά να κάνουν τρύπες στο νερό. Χωρίς έναν βασικό πυρήνα ταγμένων δεν γίνεται τίποτα, ο κόσμος δεν αλλάζει ούτε με γραφειοκράτες ούτε με 8ωρη εργασία ούτε με απασχόληση στον ελεύθερο χρόνο. Άμα άνθρωπος είσαι κι εσύ στο κάτω-κάτω... δεν αλλάζεις τον κόσμο. Οπότε, αν θέλετε να νιώθετε ότι τα χρήματα που προσφέρετε (ή έστω τα περισσότερα) πηγαίνουν πράγματι υπέρ κάποιου ευγενούς σκοπού, ψάξτε να βρείτε ΜΚΟ με ανθρώπους ταγμένους.

Ουσιαστικά, οι ταγμένοι είναι ήρωες που θυσιάζονται για όλους εμάς. Το θέμα είναι επίσης ότι θυσιάζουν και την οικογένειά τους, την περιουσία τους, όλα. Δεν θέλετε να παντρευτείτε έναν ταγμένο, δεν θα το χαρείτε καθόλου (ή, εναλλακτικά, θα το χαρείτε πολύ). Πάντως, δεν υπάρχει ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο από αυτούς. Μετακινούν βουνά.