Όταν μιλάμε για την Ταϊλάνδη, εννοούμε μία χώρα 70.000.000 κατοίκων, έκταση όση η Γαλλία και σχήμα κεφαλιού ελέφαντα. Εννοούμε επίσης μία περήφανη χώρα με μακρά ιστορία, ιδιαίτερη κουλτούρα και άφθονους πολύτιμους λίθους κρυμμένους στο υπέδαφος και στην παράδοσή της. Βρίσκεται κάτω από τον Τροπικό του Καρκίνου, πάει να πει ότι οι εποχές του έτους εκεί δεν έχουν καμία σχέση με τις δικές μας, διακρίνονται στην εποχή-της-κολασμένης-ζέστης-με-τις-καταρρακτώδεις-βροχές, στην εποχή-της-κολασμένης-ζέστης-με-τις-περιστασιακές-βροχές, στην εποχή-της-κολασμένης-ζέστης-με-τις-ψιχάλες και στην εποχή-της-απλά-κολασμένης-ζέστης. Δεν είναι επίγειος παράδεισος, ούτε κατά διάνοια. Χίλια δυο στραβά μπορεί να βρει κανείς στη γεωγραφία, στην οικολογία και στην κοινωνιολογία της (και στη μετεωρολογία της). Πρόκειται απλώς για μία χώρα εντελώς διαφορετική από τη δική μας, τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο, με εντελώς διαφορετικές αξίες, νοοτροπίες, συμπεριφορές, μαγειρική, γλώσσα και θεσμούς. Κάποια λοιπόν από τα στοιχεία της ταϊλανδέζικης κουλτούρας παρουσιάζουν ενδιαφέρον κι εδώ θα δούμε ένα από αυτά: τα Καβαλημένα Άλογα.
Στα ταϊλανδέζικα λέγονται Μα Κι. Η λέξη «σαμάνος» είναι και δεν είναι κατάλληλη, θα μπορούσαμε να λέγαμε και «μέντιουμ», κάτι που παραπέμπει όμως σε τραπεζάκια και ακριβοπληρωμένους απατεώνες. Πρόκειται για ανθρώπους διαφόρων ηλικιών, τάξεων και μορφωτικών επιπέδων, που σε κάποια στιγμή της ζωής τους απέκτησαν την ικανότητα να περνάνε σε άλλη συνειδησιακή κατάσταση. Αν και δεν υπάρχει γενικός κανόνας για το ιστορικό τους, παρόλα αυτά οι περισσότεροι περιγράφουν με μικρές παραλλαγές κάτι παρόμοιο: σε κάποια στιγμή της ζωής τους αρρώστησαν από ανεξήγητη αιτία, η κατάστασή τους χειροτέρευε συνέχεια, οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν τι συμβαίνει, μέχρι που ξαφνικά είδαν ένα πνεύμα σε όραμα ή σε όνειρο, το οποίο και τους εξήγησε ότι θέλει από εδώ κι εμπρός να εκδηλώνεται μέσα τους. Όταν συγκατένευσαν, θεραπεύτηκαν ως δια μαγείας και ξεκίνησαν μία καινούργια ζωή προσφέροντας τον εαυτό τους για όχημα του πνεύματος. Από εδώ και η επίσημη ονομασία τους, Κον Σονγκ, που σημαίνει: Άνθρωποι των Πνευμάτων, όμως ο περισσότερος κόσμος τούς αποκαλεί με το χαϊδευτικό τους, Μα Κι. Άλογα Καβαλημένα.
Τυπικά, η Ταϊλάνδη είναι βουδιστική χώρα. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού δηλώνει ότι ακολουθεί τη βουδιστική παράδοση Τεραβάντα, όμως οι πανάρχαιοι ανιμισμοί –πολύ αρχαιότεροι του βουδισμού– δεν έχουν σβήσει καθόλου, εξακολουθούν να είναι κυρίαρχοι στη ζωή των Ταϊλανδών. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος πνεύματα. Τα οικήματα, τα δέντρα, οι δρόμοι, τα βουνά, τα σταυροδρόμια, τα δάση, ο ουρανός, η γη, οι πέτρες, ο αέρας, οι πόλεις, όλα είναι κατοικίες φιλικών ή κακόβουλων πνευμάτων. Προκειμένου να τα εξευμενίσουν, οι Ταϊλανδοί φτιάχνουν κάτι ιδιόρρυθμους ναΐσκους, σπιτάκια των πνευμάτων, που τους λένε Σαν Πρα Πουμ κι αφήνουν εκεί μέσα φαγητό, γλυκά, αγαλματάκια του Βούδα ή ανάβουν κεριά και αρωματικά ραβδάκια. Κάθε σπίτι ή επιχείρηση έχει το δικό της Σαν Πρα Πουμ, ενώ μπορείς να τα βρεις σε πεζοδρόμια, κάτω από δέντρα, σε σπηλιές, σε δάση ή ακόμα και στις ερημιές, στη μέση του πουθενά. Κανείς δεν πρέπει να παίρνει αψήφιστα τα πνεύματα, βρίσκονται παντού και μπορούν να επιφέρουν από τις πιο μεγάλες δυστυχίες μέχρι τις πιο ανέλπιστες επιτυχίες. Μερικές φορές όμως, και προκειμένου να βοηθήσουν τον κόσμο, κάποια αγαθοποιά πνεύματα επιλέγουν να εκδηλωθούν μέσα από έναν άνθρωπο. Να μιλήσουν με το στόμα του, να δούνε με τα μάτια του και να πράξουν με τα χέρια του. Να τον καβαλήσουν σαν άλογο.
Πώς μοιάζει εξωτερικά ένας Κον Σονγκ; Όπως και οι υπόλοιποι 69.999.999 Ταϊλανδοί! Δε χρειάζεται να έχει κάτι το αξιοπερίεργο, είναι ένας απόλυτα συνηθισμένος άνθρωπος. Περνάς δίπλα του στο δρόμο και δεν τον προσέχεις καν. Μπορεί να είναι ένας απλός εργάτης, υπάλληλος σε μαγαζί, αγρότης, ταξιτζής, κουρέας, μία απλή γραμματέας, νοικοκυρά, μαγείρισσα, οτιδήποτε. Αν μπορούσες να μπεις στο σπίτι του, θα έβλεπες το κοινό ταϊλανδικό σκηνικό: μία μεγάλη οικογένεια (= γονείς, παππούδες, θείους, ξαδέρφια, παιδιά κ.λπ.), ελάχιστους χώρους, τα παπούτσια έξω από την εξώπορτα, σαύρες στους τοίχους και μία τηλεόραση που δεν κλείνει ποτέ. Θα υπήρχε όμως και κάτι το ασυνήθιστο: ένας βωμός διακοσμημένος με άφθονα λουλούδια, αγαλματάκια θεοτήτων, φωτογραφίες του βασιλιά και άλλα, μπροστά στον οποίον αποσύρεται ο Κον Σονγκ όταν πρόκειται να καλέσει το πνεύμα που εκδηλώνεται μέσα του. Τότε παύει να είναι συνηθισμένος άνθρωπος και γίνεται σκεύος θεού. Ή, ισοδύναμα, αλλάζει κατάσταση συνείδησης.
Η γλώσσα δε βοηθάει. Η λέξη «νιρβάνα» είναι εντελώς ακατάλληλη, η «υπνωτική καταληψία» θυμίζει αποβλάκωση (και κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς σημαίνει), η «μεταρσίωση» είναι υπερβολικά βαρύγδουπη, ενώ η «έκσταση» είναι συνδεδεμένη με μακάριες πτήσεις αποστασιοποίησης και ευτυχίας. Τίποτα όμως από αυτά δεν έχει σχέση με την κατάσταση του Κον Σονγκ όταν παραδίδεται στον Αναβάτη του. Το καλύτερο θα ήταν η αγγλική λέξη trance, η οποία δεν αποδίδεται μονολεκτικά στα ελληνικά. Ας πάμε όμως να δούμε ένα τυπικό παράδειγμα: μία νοικοκυρά 50 χρονών, με σύζυγο και παιδιά, η οποία γονατίζει για λίγο μπροστά στο βωμό του σπιτιού, κλείνει τα μάτια και ψιθυρίζει κάποιες προσευχές και επικλήσεις. Στο πάτωμα γύρω της κάθεται κόσμος και ψιλοκουβεντιάζει – η οικογένεια, γείτονες, άνθρωποι που ήρθαν από το διπλανό χωριό ή από την πρωτεύουσα να τη δουν, κάποιοι ξένοι που άκουσαν γι’ αυτήν κ.λπ. Μετά από λίγο, η γυναίκα βγάζει μία κραυγή, το σώμα της τραντάζεται βίαια, γυρνάει στον κόσμο και… είναι διαφορετική. Η έκφρασή της έχει αλλάξει, τα μάτια της σπιθοβολούνε και το ύφος της έχει αποκτήσει αρχοντιά. Αριστοκρατικότητα. Η μεσόκοπη νοικοκυρά έχει εξαφανιστεί, ο συγκεντρωμένος κόσμος τώρα αντικρίζει έναν άλλον άνθρωπο, κάποιον που του ταιριάζει περισσότερο να δίνει διαταγές, παρά να δέχεται. Και παρόλο που έχει το ίδιο πρόσωπο μ’ εκείνη, η αίσθηση που αποπνέει, η φωνή και οι κινήσεις του είναι διαφορετικές. «Του»; Ναι, γιατί βρισκόμαστε στη βόρεια Ταϊλάνδη κι εδώ τα πνεύματα που ενσαρκώνονται μέσα στους Κον Σονγκ συχνά είναι παλιοί βασιλιάδες της χώρας (ενώ π.χ. στους Κον Σονγκ του νότου, φοριούνται περισσότερο τα πνεύματα θεοτήτων ή φημισμένων μοναχών). Όλος ο κόσμος πέφτει στο πάτωμα και προσκυνά. Βρίσκεται πλέον στην παρουσία ενός βασιλιά.
Ο βασιλιάς πηγαίνει σε ένα διπλανό μπαούλο, παίρνει από μέσα διάφορα πολύχρωμα μεταξωτά, τα φοράει επάνω από τα καθημερινά γυναικεία ρούχα, τυλίγει κι ένα φανταχτερό μαντήλι στο κεφάλι του: τα περισσότερο ταϊλανδικά πνεύματα χαίρονται με τα χρώματα, τα λουλούδια και τα χρυσαφικά, τα θέλουν άφθονα στο περιβάλλον που εκδηλώνονται. Όταν τελειώσει μ’ αυτές τις διαδικασίες, ο μονάρχης κάθεται σε κάποιο σκαμνί – οπωσδήποτε μερικούς πόντους ψηλότερα από όλους τους παρευρισκομένους – χαιρετάει, συστήνεται και απευθύνει το λόγο στους υπηκόους του. Μέσα στις επόμενες ώρες (ή ακόμα και μέρες), θα μιλήσει και θ’ ασχοληθεί με όλους. Κάποιος ήρθε να τον δει για να μάθει το μέλλον του, άλλος ζητάει θεραπεία για κάποια αρρώστια που τον ταλαιπωρεί, κάποιος γονιός ζητάει την ευχή του για να καλοπαντρευτεί η κόρη, ένας άλλος έχει επαγγελματικές δυσκολίες και θέλει να μάθει πώς θα διώξει την κακοτυχία, σε κάποιον πέθανε η γυναίκα του και θέλει να μάθει αν τώρα είναι ευτυχισμένη και αν οι δυνάμεις του κάρμα θα της επιφυλάξουν μία καλή επόμενη ενσάρκωση, κάποιος άλλος έχασε το πορτοφόλι του και θέλει να το βρει κ.ο.κ. Όλες οι γνωστές ανθρώπινες φιλοδοξίες και ανάγκες ξεδιπλώνονται μπροστά στον βασιλιά, όλα τα όνειρα και οι κακοπάθειες της ζωής. Ο μονάρχης δε θα αρνηθεί τη βοήθειά του, γι’ αυτό το λόγο εξάλλου επέλεξε να εκδηλωθεί στον υλικό κόσμο. Θα ακούσει τον καθένα με τη σειρά, θα τον συμβουλεύσει, θα διαγνώσει περιπτώσεις κακόβουλης μαγικής επιρροής και θα συστήσει τρόπους αντιμετώπισης, θα θεραπεύσει τους αρρώστους, θα βρει τα χαμένα χρήματα, θα χρησιμοποιήσει κάποιο αριθμολογικό μαντικό σύστημα που μόνο αυτός καταλαβαίνει και θα επισημάνει τις κατάλληλες ημερομηνίες για γάμους, θεμελιώσεις οικημάτων, ταξίδια κ.α. Εντωμεταξύ, ο κόσμος θα πυκνώνει όλο και περισσότερο, συνεχώς θα έρχονται καινούργιοι να ζητήσουν τη βοήθειά του. Και όλη αυτή η εμπειρία μέσα σε μία μάλλον γλυκιά ατμόσφαιρα. Θα υπάρχει σίγουρα δέος και σεβασμός, ενώ πολλές φορές κάποιοι θα αναλυθούν σε λυγμούς καθώς θα διηγούνται τις συμφορές τους, όμως την περισσότερη ώρα κυριαρχεί το χιούμορ, το γέλιο, ο χαβαλές, ακόμα και το κουτσομπολιό. Σε κάποια στιγμή και μετά από αρκετές ώρες, ο βασιλιάς θα ανακοινώσει ότι είναι έτοιμος να αποχωρήσει. Ο κόσμος θα προσκυνήσει μία τελευταία φορά και θα παρακολουθήσει τον μονάρχη να κάθεται στητός στο σκαμνί, να κλείνει τα μάτια και να απαγγέλει με ένταση μακροσκελή βουδιστικά κείμενα στη γλώσσα Πάλι – την ιερατική γλώσσα του Βουδισμού. Όταν τελειώσει και μ’ αυτό, ο μονάρχης θα επιδοθεί σε μία ακολουθία συνεχών ρεψιμάτων (που δε θεωρούνται αγένεια στην Ταϊλάνδη), η οποία θα διαρκέσει πάρα μα πάρα πολύ, μετά θα παραμείνει ακίνητος και σιωπηλός, θα ανοίξει τα μάτια και… όλος ο κόσμος θα χαλαρώσει. Το πνεύμα έχει φύγει, μπροστά τους έχουν τη γυναίκα που ξέρουν μια ζωή. Οι βοηθοί πηγαίνουν και φροντίσουν το βωμό, σκουπίζουν, πετάνε τα μαραμένα λουλούδια, μαζεύουν τη στάχτη από τα αρωματικά ραβδάκια κ.λπ., ενώ οι παρευρισκόμενοι φτιάχνουν πηγαδάκια και συζητούν περί ανέμων και υδάτων πριν σηκωθούν και αναχωρήσουν. Κανείς δε δίνει ιδιαίτερη σημασία πια στη μεσόκοπη γυναίκα, η οποία βγάζει τα πολύχρωμα μεταξωτά που ανακάλυψε επάνω της. Κάποιος που έμεινε με απορίες από τη συζήτησή του με τον βασιλιά, την πλησιάζει και ζητάει διευκρινήσεις. «Δεν ξέρω», του λέει αυτή με αμηχανία, «δε θυμάμαι τίποτα, αυτός τα είπε όλα…». Η γυναίκα κάνει χρόνια την ίδια τελετουργία και δεν έχει εισπράξει προσωπικά ούτε ένα γραμμάριο από το δέος που εκδηλώνει ο κόσμος για το βασιλιά του, αφού όταν έρχεται αυτός, λείπει εκείνη – και αντίστροφα. Το μόνο που ξέρει είναι ότι γονατίζει μπροστά στο βωμό, επαναλαμβάνει τις επικλήσεις, έρχεται ξαφνικά ένας γίγαντας ψηλός σαν βουνό και την παίρνει στην αγκαλιά του. Κουρνιάζει εκεί σαν μωρό, μετά από λίγο ο γίγαντας φεύγει, η γυναίκα ανακαλύπτει πάλι τον εαυτό της στο χώρο του βωμού και μαθαίνει ότι εντωμεταξύ πέρασαν πολλές ώρες. Την άλλη μέρα θα συνεχίσει τη ζωή της κανονικά, μία απλή νοικοκυρά μέσα στις τόσες, μέχρι την επόμενη φορά που θα παραδώσει τα ηνία στο πνεύμα. Και καθότι δεν μπορούν να σε βλάψουν οι καταχρήσεις όταν είσαι άυλη οντότητα, κάποιες φορές το πνεύμα ανάβει αμέτρητα τσιγάρα και πούρα κατά τη διάρκεια της εκδήλωσής του ή έχει διαρκώς δίπλα του ένα μπουκάλι μεκόνγκ (το ταϊλανδικό ουίσκι από ρύζι) ή καταναλώνει όπιο. Ουσίες κι οινοπνεύματα κι αρχίσαν να ξεχύνονται μέσ’ στο μυαλό τα πνεύματα.
Σε καμία περίπτωση δεν είναι αποκλειστικότητα της Ταϊλάνδης οι σαμανιστικές αυτές πρακτικές. Κάθε χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας –Καμπότζη, Μαλαισία, Βιρμανία, Λάος, Βιετνάμ, Νότια Κίνα– έχει και τις δικές της ανάλογες παραδόσεις, πολύ πιθανό και κάθε χώρα του τρίτου κόσμου, πολύ πιθανό και κάθε αγροτική επαρχία ακόμα και στις δικές μας αναπτυγμένες χώρες. Είναι δύσκολο να προσδιορίσει κανείς το βαθμό εξάπλωσής τους, ακόμα και στην αρκετά δυτικοποιημένη Ταϊλάνδη. Οι Κον Σονγκ δεν έχουν σελίδα στο internet ούτε βάζουν αγγελία στις εφημερίδες, δουλεύουν αποκλειστικά με τη φήμη από στόμα σε στόμα. Για να τους εντοπίσεις, θα πρέπει να ψάχνεις συνέχεια μέχρι να βρεις κάποιον, που ξέρει κάποιον άλλον, ο οποίος θα σε στείλει σε κάποιον τρίτο, κι αυτός θα έχει ακούσει για ένα Καβαλημένο Άλογο στα περίχωρα της πόλης. Όλα αυτά μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90, όταν και δημοσιεύτηκαν οι έρευνες της δρ. Ruth-Inge Heinze, μίας γερμανίδας ανθρωπολόγου στο Berkley (University of California), που μελέτησε επί 36 χρόνια τους Ανθρώπους των Πνευμάτων στη Νοτιοανατολική Ασία. Αν σήμερα έχουμε τουλάχιστον μία γενική εικόνα για τα Καβαλημένα Άλογα, το οφείλουμε σ' αυτήν. Μπορείτε να δείτε μία συνέντευξή της εδώ (1 από 3).
Η δρ. Heinze, αφότου παρακολούθησε και κατέγραψε 122 τέτοιους σαμάνους, τονίζει πρώτα απ’ όλα ότι ο σαμανισμός είναι κοινωνικός θεσμός. Δεν έχουμε περιπτώσεις απομονωμένων ασκητών ή τον Φίλιπ Ντικ που βιώνει οράματα και τα εκμυστηρεύεται μόνο σε λίγους φίλους, έχουμε ανθρώπους που ικανοποιούν ανάγκες της κοινότητάς τους. Εμείς, οι δυτικοί, έχουμε άλλους θεσμούς για τις αντίστοιχες ανάγκες, πιο αποτελεσματικούς (είναι άραγε;), αλλά και πιο στεγνούς. Γι' αυτό και όταν ερχόμαστε σε επαφή με κάποια τέτοια ανιμιστική-σαμανιστική παράδοση μιας χώρας του τρίτου κόσμου, είναι πολύ εύκολο να αντιδράσουμε ή με λατρεία ή με χλεύη. Να γοητευτούμε ή να απαξιώσουμε. Δικομματισμός. Το δύσκολο είναι να κρατήσουμε μία μετρημένη στάση, με αποστασιοποίηση και σεβασμό. Είναι εύκολο να βγάλουμε ετυμηγορία, δύσκολο είναι να διατηρήσουμε τα ερωτηματικά μας χωρίς τελειωτική κρίση.
Ακούω όμως κάποιους απ’ το βάθος να μιλάνε για «δεισιδαιμονίες», για «κατάλοιπα αιώνων σκοταδισμού» και διάφορα τέτοια. Πράγματι είναι εύκολο για μας, τους δυτικούς, να απαξιώσουμε έναν τριτοκοσμικό ανιμισμό, καθότι διαθέτουμε κάτι που δεν το έχουν οι φορείς αυτού – και δεν εννοώ την επιστημονική μας παιδεία ούτε τη μόρφωσή μας, όχι.
Εννοώ την οικονομική μας άνεση.
Διότι όλοι εμείς είμαστε πλούσιοι σε σχέση με τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του τρίτου κόσμου, δεν αγωνιούμε (σχεδόν) ποτέ για την άμεση επιβίωσή μας. Αγωνιζόμαστε για το ευ ζην, όχι για το ζην. Και πόσο εύκολα ο χορτάτος κατηγορεί τον πεινασμένο για ανώριμη συμπεριφορά! Θα δεχόμουν λοιπόν μία τέτοια ισοπεδωτική απαξίωση, «δεισιδαιμονίες» και τέρμα, αρκεί αυτός που την εκφέρει να έχει περάσει πρώτα δια πυρός και σιδήρου. Να έχει δοκιμαστεί στην ένταση, τη χυδαιότητα και τις ανάγκες μιας ζωής με στόχο την απλή επιβίωση – αν το έκανε και ανεδείχθη ορθολογιστής, τότε δικαιούται δια να ομιλεί. Διότι όταν πρέπει να δουλεύεις όλη μέρα στα ρυζοχώραφα για ένα πιάτο φαγητό, όταν πέφτεις άρρωστος στο κρεβάτι και δεν ξέρεις αν θα ξανασηκωθείς, όταν κανένα Υπουργείο δε θα σε αποζημιώσει για την κατεστραμμένη σου σοδειά, τότε ισχύουν άλλοι νόμοι. Και καθότι πολλές φορές έχω δει να βγαίνουν αλήθεια τα λόγια του ποιητή, «στο βάθος τον ζηλεύουμε αυτόν που ρεζιλεύουμε», καλύτερα να μη βιαζόμαστε να απαξιώσουμε έτσι εύκολα, με μια μονοκονδυλιά.
"Σε καμία περίπτωση δεν είναι αποκλειστικότητα της Ταϊλάνδης οι σαμανιστικές αυτές πρακτικές.
ΑπάντησηΔιαγραφή...
πολύ πιθανό και κάθε χώρα του τρίτου κόσμου, πολύ πιθανό και κάθε αγροτική επαρχία ακόμα και στις δικές μας αναπτυγμένες χώρες"
Κι εσύ λαέ βασανισμένε μη ξεχνάς το...Mexico και τη Jamaica (Lightbox για photo) και τη Cuba -έχουν και εκεί κάτι χριστιανοvoodooμίγματα-
:-)
Παρόμοιες συνθήκες. Αν και έχω την αίσθηση οτι είναι λίγο αδικία να καταλογίζεται ο σαμανισμός σαν κοινωνικό φαινόμενο χωρών του τρίτου κόσμου. Είναι μια έκφραση της πίστης, μια παράδοση, μάλλον δεν έχει ύπο και υπεράνω.
Έχεις απόλυτο δίκιο. Γενικά βλέπω πόσο εύκολα κρίνει ο καθένας τους άλλους και ειδικά ανθρώπους που ζούνε σε κάποιες τέτοιες χώρες, κι αναρωτιέμαι αν μπαίνουν για ένα λεπτό στην διαδικασία του να σκεφτούν πως ζουν οι άνθρωποι εκεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχεις δίκιο, είναι πολύ εύκολο να κρίνουμε εκ του ασφαλούς, κι είμαστε πολύ προνομιούχοι και δεν το αναγνωρίζουμε κιόλας.
Όσο για την Ταϊλάνδη, κι αυτή όπως και πολλές άλλες χώρες, μου φαίνεται τόσο εξωτική και γοητευτική - αναγνωρίζω βέβαια πως οι συνθήκες ζωής μπορεί να είναι τραγικά δύσκολες. Είχα διαβάσει ένα βιβλίο για την οικονομική εκμετάλλευση των δυτικών στις χώρες αυτές, σε κάνει να σιχαίνεσαι τον εαυτό σου…
Επιβιώνει, ξεψυχάει καλύτερα, ένας σαμανικός αντίλαλος και στον χριστιανισμό.
ΑπάντησηΔιαγραφή@AA (μήπως είσαι ο Αλέκος Αλαβάνος;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΝομίζω ότι η ύπαιθρος είναι που γεννάει το σαμανισμό. Εμείς οι δυτικοί έχουμε όλοι μαζευτεί στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ποιος ξέρει στις δικές μας κοινωνίες πόσοι "άνθρωποι των πνευμάτων" κουβαλάνε το φορτίο τους ανομολόγητο ή μαραίνονται στα ψυχιατρεία ή γίνονται Υπουργοί Απασχόλησης.
@Ιοκάστη
Και η Ελλάδα φαίνεται εξωτική στα μάτια κάποιων ξένων! (ή έστω φαινόταν, γιατί από το 2004 και μετά, γίναμε μία σύγχρονη χώρα με θωρακισμένη οικονομία, υπεύθυνη κυβέρνηση, ανεξάρτητη δικαιοσύνη, κοινωνική πολιτική και διάφορες άλλες λέξεις)
@Ακίνδυνος
Ενδιαφέρον. Θυμήθηκα ότι είχαμε κάνει μία συζήτηση παλιά για το θρησκευτικό αυτομαστίγωμα και τον αυτοβασανισμό. Την ξαναδιαβάζω τώρα και βγάζω το συμπέρασμα ότι θα πρέπει να γράφεις περισσότερο (πολλές φορές έχεις πει: "αργότερα θα γράψω κάποιες σκέψεις μου για το θέμα" - δηλώσεις που μείνανε δηλώσεις)
Κι οι πόλεις έχουν τα πνεύματά τους, τους βασιλιάδες, τους ήρωες και τους τρελλούς τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤ' αναστενάρια δεν τα θυμίζω, δεν χρειάζεται. Γενικά και σ' "εμάς" η πίστη στο υπερφυσικό της καθημερινότητας δε λείπει νομίζω (σκέψου αγίους και αγίες που γιατρεύουν με επίθεση των χειρών κλπ)
Έχω την εντύπωση οτι η παρομοίωση για τα "άλογα" και τους καβαλάρηδες ισχύει και σε κάποιο παρακλάδι του βοντού, αλλά η εντύπωση μου έχει σχηματιστεί από κάποιο διήγημα, μάλλον του Γκίμπσον, άρα μπορεί να είναι άσχετο.
Ορθή εντύπωση έχεις! Πράγματι, στο Βουντού της Αϊτής, οι αντίστοιχοι σαμάνοι ονομάζονται "Άλογα" (Cheval). Και στους Hausa της Δυτικής Αφρικής, που ακόμη διατηρούν ορισμένες παρόμοιες ανιμιστικές δοξασίες & πρακτικές, οι αρσενικοί σαμάνοι είναι τα "Άλογα" και οι θηλυκοί οι "Φοράδες" των πνευμάτων. Τα έχω διαβάσει όλα αυτά σε βιβλίο της δρ. Heinze.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό εμένα μου λέει ότι η εμπειρία του σαμανιστικού trance είναι αξιοσημείωτα ίδια σε πολλά μέρη του κόσμου. Η μείωση της δραστηριότητας του εγκεφαλικού ιππόκαμπου, που σημειώνεται στο trance, μεταφράζεται από τον σαμάνο με παρόμοιο τρόπο: γίνομαι όχημα στον έλεγχο κάποιου άλλου.
Χμ, έλεγα οτι θα θυμόσουνα και το διήγημα που λέω να μου πεις τον τίτλο του. Γαμώτο, τελικά δεν μπορώ να σε χρησιμοποιώ ως κινητή εγκυκλοπαίδια ΕΦ, ε; :P
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν μπορώ να σου δώσω πηγές γι' αυτό, αλλά φαίνεται πως κάποια έρευνα έχει δείξει οτι όταν αποφασίζεις να κινήσεις ένα μέλος σου, τα τμήματα του νευρικού συστήματος που ελέγχουν την κίνηση πυροδοτούνται πριν από τις περιοχές του εγκεφάλου όπου "κατοικεί' η συνειδητή προσωπικότητα. Μ' άλλα λόγια, όταν αποφασίζεις να κινηθείς, στην πραγματικότητα έχεις μόνο την εντύπωση της απόφασης.
Πάντα με κάθε επιφύλαξη για το πόσο καλά το θυμάμαι αυτό, αφού δεν έχω την πηγή.
Ασφαλώς υπάρχει αυτό που λες. Στην
ΑπάντησηΔιαγραφήΑιτή έχουν τελετές βουντού εκεί
αν δεν κάνω λάθος είναι καθολικοί.
Τώρα αν πιάσεις και μας που σταυροκοπιόμαστε προσκυνάμε εικόνες,
βάζουμε κάτω από την αγία τράπεζα
εικόνες και πουλόβερ, φοράμε σταυρούς και φυλαχτά ενίοτε από τίμιο ξύλο, κρεμάμε στις εικόνες τάματα χρυσά και αργυρά, πίνουμε αγιασμό, και το πιό κουφό ως ανθρωποφάγοι κοινωνούμε σώμα και αίμα Ιησού Χριστού είναι να μή χάσεις τη μπάλα? Όσο γιά τον ορθολογισμό έχει κι αυτός τα κρυφά τάματα και αναθήματά του, αστρολόγους χαρτορίχτρες, φεγκ σούι,γκουρού,γιόγκα,μέντιουμ,ανατολίτικο
μυστικισμό και ότι είδους άλλη παπαριά μπορεί να βάλει ο νους σας
που οι ντεμέκ ορθολογιστές βιώνουν
στο παρασκήνιο της μίζερης κενής
μικροαστικής, βλακώδους ζωής τους.
@stassa
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, τι "εγκυκλοπαίδια ΕΦ", ένας κουρασμένος άνθρωπος είμαι που προσπαθώ να βρω λίγο χρόνο για τα παιχνίδια μου! (λίγο διάβασμα, λίγη ΕΦ, το blog αυτό κ.α.).
Ο Γκίμπσον πρόσφατα πρέπει να το έριξε στη "λαογραφία" - είχα διαβάσει ένα άλλο διήγημά του που διαδραματιζόταν στις ζούγκλες του Αμαζονίου. Αυτό που αναφέρεις δεν το ξέρω.
@Jason
Βρε, καλώς τον!
Πες μου κάτι: εμείς ως τι κριτικάρουμε τους ντεμέκ ορθολογιστές; Ως αυτοί που ξέφυγαν και δε ζούνε μία μίζερη, κενή, βλακώδη, μικροαστική ζωή;
Να σου πω Ελίας τα ρίχνεις όλα στη
ΑπάντησηΔιαγραφήφτώχεια, δηλαδή όλο το θρησκευτικό υπόβαθρο του ανθρώπου το αντιμετωπίζεις αφ υψηλού, λες και
οι ορθολογιστές δεν είναι κυρακατίνες. Κάποτε, αυτό μου το είχε
επισημάνει φιλόσοφος σε βιλιοπωλείο
επισημαίνοντας πως η αποθρησκειοποίηση έχει σαν άμεσο αποτέλεσμα την κυρακατινιστική μετάθεση του μεταφυσικού αγνώστου
και αγωνίας, σε αντίστοιχα υποκατάστατα φεγκ σούι και ανατολίτικης φακιρικής.
Τελικά, μ' αρέσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή(Γενικά, όλοι μ' αρέσουν. Ειδικά όμως λίγοι)
@stassa:
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω αν ο Γκίμπσον το έχει χρησιμοποιήσει και σε διήγημα, αλλά "άλογα" κτλ. αναφέρει στον τρισάθλιο "Count Zero" (γι' αυτό δεν το θυμάται κανείς, το έχουν απωθήσει οι περισσότεροι)
@Elias:
Είναι ενδιαφέρον να αντιπαραβάλει κανείς πως σε τρεις ηπείρους κινήματα "ένθεων" προσπάθησαν να ανακόψουν την αλλαγή και τη δυτική επιρροή, αλλά απέτυχαν να φανούν άτρωτοι απέναντι στις σφαίρες όπως φαίνονταν (ή έτσι λέει η παράδοση) στις λεπίδες.
Και εννοώ:
- Ασία
- Αφρική
- Αμερική
Χωρίς, βέβαια, αυτά να αποτελούν στήριξη για τα διάφορα φαιδρά ιδεολογικά κατασκευάσματα περί παγκόσμιας "σαμανιστικής" θρησκείας που προϋπήρχε όλων των άλλων. Όσες είναι οι ομοιότητες, με κοινωνιολογική εξήγηση όπως καταδεικνύεις, άλλες τόσες και οι διαφορές, ακριβώς για τον ίδιο λόγο.
(ε, ρε φίλε, να μη σ' έχω ανακαλύψει νωρίτερα)
Jason, την απάντηση σού την έδωσε ο Λευτέρης ως ένα σημείο. Φαντάζομαι ότι με την «αποθρησκειοποίηση» εννοείς το περίφημο disenchantment του Max Weber. Σκέψου λοιπόν πώς ένας τέτοιος άνθρωπος, που πικραινόταν σφοδρά από τη μεταφυσική απογύμνωση του κόσμου, ήταν ταυτόχρονα και ο συγγραφέας της Κοινωνιολογίας της Θρησκείας - αν διαφωνείς με το δικό μου «κοινωνιολογικό» κείμενο, ούτε που μπορώ να φανταστώ την αντίδρασή σου στο έργο του M. Weber!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπορούν να συνυπάρξουν στο ίδιο πρόσωπο ο Φιλ Ντικ κι ο Χορς Φατ. Με πονάει κι εμένα η διάχυτη αποθρησκειοποίηση, όμως δεν είμαι καθόλου πρόθυμος να απεμπολήσω την επιστημονική μου παιδεία – όχι για πρακτικούς ή βιοποριστικούς σκοπούς, τουλάχιστον. Δυσπιστία, σκεπτικισμός, η αλήθεια κι ας πονάει.
Λευτέρη, άργησα να σε γνωρίσω, άργησες κι εσύ να ‘ρθεις, που λέει κι ο Καζανζίδης. Αλλά μια που ήρθες, μείνε! Ευχαριστώ πολύ για τις πληροφορίες, δεν ήξερα καθόλου αυτά τα «μαγικά» κινήματα των Κινέζων και των Αφρικανών. Πολύ ενδιαφέροντα.
Sadman, ευχαριστώ αν και σε βρίσκω πολύ συγκρατημένο.
Ασε την "αλήθεια" κατά μέρος και τις
ΑπάντησηΔιαγραφή"επιστημονικές προσεγγίσεις" ίσως και
αυτά υπό το πρίσμα μιας ανώτερης γνώσης να αποτελούν τμήματα γελοίων
θρησκευτικών τελετών του 21 αιώνα
Ξέρεις τι είναι να σου πουν καφετζού
ΑπάντησηΔιαγραφήμιά μέρα τον Μαξ Βέμπερ και τον "ορθό
λόγο" θρησκευτική δοξασία η ακόμα καλύτερα "αστρολογία" των "διανοουμένων" σαν να μιλούν για κάφρους η για ζουλού?