Μια ωραία ιστοριούλα, την είχα αναφέρει παλιά εδώ. Μου τη διηγήθηκαν όταν ήμουν πιτσιρικάς σ’ ένα χωριό του Πηλίου και με μάγεψε. Αυτός που μου την είπε, ισχυρίστηκε ότι ήταν πραγματική κι ότι ήξερε προσωπικά τον πρωταγωνιστή της («ένας Γιάννης Τάδε, παλιός γείτονας της Νίκης της Δείνα κ.λπ.», κάπως έτσι). Με λίγα λόγια:
Ένα καλοκαιρινό μεσημέρι, ο τύπος είπε να πάει στην παραλία για μια βουτιά. Η θάλασσα ήταν μεν ανήσυχη, όμως τα κύματα δε φαίνονταν και τόσο απειλητικά. Ο τύπος βούτηξε και με λίγες απλωτές είχε ήδη φτάσει στα άπατα. Κολυμπούσε ανέμελος χωρίς να ξέρει ότι κάτω από την επιφάνεια του νερού υπήρχαν κρυφά ρεύματα που τον τραβούσαν μακριά από την παραλία, αργά, σταθερά και ύπουλα...
Κάποια στιγμή, ο τύπος κουράστηκε κι είπε να βγει. Η απόσταση από την παραλία δε φαινόταν μεγάλη, λίγες απλωτές υπόθεση. Ο τύπος έκανε αυτές τις λίγες απλωτές και διαπίστωσε ότι είχε μείνει σχεδόν στάσιμος, τα κρυφά ρεύματα τον έσπρωχναν προς τα μέσα. Έκανε κι άλλες, κι άλλες, κι άλλες, κι άλλες, όμως προόδευε ελάχιστα. Ο τύπος άρχισε ν’ ανησυχεί. Τα έδωσε όλα και ξέσπασε σ’ ένα μανιασμένο κολύμπι προς την ακτή, μέχρι που εξαντλήθηκε. Μάταιος κόπος. Η απόσταση που κάλυψε ήταν πενιχρή. Κάπου εκεί, ο τύπος πανικοβλήθηκε.
Ξαφνικά είδε έναν φίλο του στην παραλία. Ο τύπος άρχισε να κουνάει τα χέρια και να ζητάει βοήθεια, μέχρι που ο άλλος κατάλαβε τι τρέχει. Δεν υπήρχε βάρκα ή σχοινί να του πετάξει, τίποτα που να μπορούσε να κάνει, του φώναξε μόνο μια κουβέντα: «Αρπάξου απ’ το τρίτο κύμα». Μόνο αυτό. Ο τύπος το έκανε, τελικά κατάφερε να βγει στην παραλία και σώθηκε.
Διότι σε κάθε δύο κύματα, λέει, το τρίτο είναι μεγαλύτερο και δυνατότερο. Έτσι είπε αυτός που μου διηγήθηκε την ιστορία. Άμα κολυμπήσεις μαζί με το τρίτο κύμα, τότε κερδίζεις απόσταση και προχωράς προς την παραλία. Στο πρώτο και στο δεύτερο κύμα δεν έχει νόημα να κολυμπάς, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να αφεθείς για να διατηρήσεις τις δυνάμεις σου, κι ας σε σπρώξουν πιο μέσα τα ρεύματα. Στο τρίτο κύμα όμως πρέπει να τα δώσεις όλα και να εκμεταλλευτείς τη δύναμή του. Έτσι κερδίζεις 2 μέτρα, χάνεις 1, κερδίζεις 2, χάνεις 1, κερδίζεις 2, χάνεις 1, ο λογαριασμός βγαίνει θετικός και προχωράς σιγά-σιγά. Είναι η μόνη τακτική που μπορεί να σε σώσει – μάλλον, ο μόνος ρυθμός που μπορεί να σε σώσει. Η σωτηρία είναι θέμα σωστού ρυθμού με τα κύματα, ενώ ο λάθος ρυθμός είναι ολέθριος.
Αυτός που μου διηγήθηκε την ιστορία είπε ότι η λέξη τρικυμία από εκεί βγήκε, κάθε τρίτο κύμα μεγαλύτερο και δυνατότερο από τα άλλα δυο.
Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι η ιστορία δεν μπορεί να είναι πραγματική (δεν πειράζει όμως, όποιος την έφτιαξε έκανε καλή δουλειά). Την έχω διηγηθεί αρκετές φορές, αρέσει πάντα και κάνει εντύπωση. Πολλές φορές στη ζωή μου αναρωτήθηκα ποια μπορεί να ήταν η αρχική έμπνευση της ιστορίας...
Ε λοιπόν, μετά από 4 δεκαετίες πια, την ανακάλυψα σχετικά πρόσφατα κι εντελώς τυχαία:
Πλάτωνας, Πολιτεία 472a, στη μετάφραση των Γρυπάρη–Παπανούτσου (βάζω λίγο χέρι με βάση τη μετάφραση του Alan Bloom):
ΓΛΑΥΚΩΝ: Μου φαίνεται, Σωκράτη, πως αν σ' αφήσει κανείς να μιλάς, δε θα θυμηθείς ποτέ εκείνο που παραμέρισες να πεις, πώς μπορεί δηλαδή να γίνει αυτή η πολιτεία και με ποιο τρόπο μπορεί τέλος πάντων να γίνει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Μα εσύ κάνεις αιφνιδιαστική επιδρομή εναντίον του λόγου μου και δε μου επιτρέπεις ούτε ανάσα να πάρω! Δεν καταλαβαίνης ίσως πως ενώ μόλις και μετά βίας ξέφυγα τα δυο κύματα της τρικυμίας, σηκώνεις τώρα καταπάνω μου το μεγαλύτερο και χειρότερο, το τρίτο κύμα!
(και συνεχίζει με το χιλιοπαρεξηγημένο πρόταγμα, ότι η φανταστική αυτή πολιτεία θα έχει φιλόσοφους για άρχοντες)
Ο Alan Bloom, στην έγκριτή του μετάφραση της Πολιτείας εξηγεί περισσότερα εδώ: «Παραδοσιακά, σε μια σειρά κυμάτων που σκάνε στην ακτή, το τρίτο κύμα θεωρείτο μεγαλύτερο».
Μάλιστα... ώστε ήταν παραδοσιακή αντίληψη στον αρχαίο κόσμο, κι ένα παράδειγμά της στην Πολιτεία του Πλάτωνα: το τρίτο κύμα μεγαλύτερο από τα άλλα δύο. Οπότε, «τρικυμία» ήταν η κατάσταση όπου η θάλασσα αποκτά ρυθμό, και μάλιστα τριμερή, δηλαδή βαλς. Η θάλασσα χορεύει σε ρυθμό 3/4 κατά την τρικυμία. Ενώ η γαλήνια θάλασσα είναι ρυθμικώς αόριστη, άρρυθμη. Ωραίο να το σκέφτεσαι έτσι...
Και δεν αποκλείω ότι μπορεί η λέξη τρικυμία να βγήκε απ’ αυτό. Δεν αποκλείω ακόμα κι ότι το κοινώς λεγόμενο, τρίτωσε το κακό (δηλ. ήρθε το τρίτο κύμα του κακού) να έχει ίσως κάποια σχέση. Πάντως δε μειώνεται η εκτίμησή μου γι’ αυτόν που έφτιαξε την ιστοριούλα. Ο ρυθμός σώζει.
Κλείνω με λίγο Πλάτωνα από την Πολιτεία, μιλά ο Σωκράτης:
Ο άνθρωπος που η ψυχή του δεν έχει καμία επικοινωνία με τη Μούσα, εχθρός του λόγου κι άμουσος καταντά. Κι ουδέ ζητά πια να πείσει κανένα με το καλό και με τα λόγια, άλλα μεταχειρίζεται, σα να ‘ταν θηρίο, τη βία και το άγριο με όλους και ζει άτσαλα, μέσα στην αμάθεια, χωρίς τον παραμικρό ρυθμό και χάρη στη ζωή του (411d-e)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.