The Final Curtain

Σε μια ταινία; Σε κάποιο βιβλίο, ίσως; (θυμίζει Καζαντζάκη). Με τίποτα δεν μπορώ να θυμηθώ πού είδα/διάβασα το ακόλουθο περιστατικό: ένας εγγονός πηγαίνει να δει τον παππού στο νεκροκρέβατό του. Μιλάνε λίγο κι ο ετοιμοθάνατος γέρος αναπολεί τα περασμένα. Μιλάει για τη ζωή του – για τα νιάτα του, τις μάχες που πολέμησε, το γάμο του, διάφορα. Σε κάποια στιγμή τον ρωτάει ο εγγονός: «Παππού, τα έζησες πραγματικά όλα αυτά; Μήπως τα ονειρεύτηκες;». Ο γέρος το σκέφτεται λίγο, τελικά αναρωτιέται κι ο ίδιος: «Έλα ντε… Τα έζησα, άραγε;…»

Το ανθρώπινο σώμα είναι κατά βάση ένα υδατικό διάλυμα, με λίγο άνθρακα, άζωτο, ψευδάργυρο, σίδηρο και διάφορες άλλες τέτοιες βρωμιές. Σε κάποια στιγμή, αυτό το υδατικό διάλυμα μπορεί να προσβληθεί από την αρρώστια της ζωής – ένα σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, όπως και η σύφιλη. Αναπτύσσει λοιπόν μεταβολική δραστηριότητα, προσπορίζεται πόρους από το περιβάλλον, αποκτά κινητική αυτονομία και ψηφίζει ΚΚΕ. Ευτυχώς, η αρρώστια αυτή θεραπεύεται: η αναπνοή, ο καρδιακός παλμός κι ο μεταβολισμός σταματάνε· ο εγκέφαλος αδρανεί· το πρόσωπο βαθμιαία χλομιάζει, τα μέλη σκληραίνουν, η θερμοκρασία πέφτει, ξεκινά η αποσύνθεση. Αυτή είναι η όψη του θανάτου που με βία μετράει τη γη.

Κάθε μέρα πεθαίνουν 150.000 άνθρωποι παγκοσμίως. Μέχρι να φτάσετε στο τέλος αυτού του κειμένου, θα έχουν πεθάνει περίπου 104 άνθρωποι κάπου στη Γη. Και ορισμένοι από αυτούς θα προλάβουν να δώσουν ένα τελικό μήνυμα, ένα κύκνειο άσμα πριν κλείσει η τελευταία κουρτίνα. Λοιπόν… πάντα με εντυπωσίαζαν αυτά τα επιθανάτια λόγια που επιλέγει να εκφέρει ένας άνθρωπος πριν κάνει το ταξίδι χωρίς επιστροφή. Μπροστά στην αγωνία του επικείμενου θανάτου, ενδεχομένως και του σωματικού πόνου, αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα η φράση με την οποία κάποιος κλείνει το βιβλίο της ζωής του. Οι τίτλοι τέλους. Υπάρχουν άφθονες καταγεγραμμένες τέτοιες φράσεις, εδώ μπορείτε να δείτε αρκετές, όμως ποια είναι η πιο εντυπωσιακή;

Ήταν φονιάς, παράνομος της Άγριας Δύσης και τον φώναζαν Τσέροκι Μπιλ (ναι, υπήρξαν πραγματικά αυτά τα παρατσούκλια, όχι μόνο στα Λούκυ Λουκ!) Είκοσι χρονών ήταν όταν τον έπιασαν να τον κρεμάσουν, με επτά φόνους στο ενεργητικό του. Πάνω στο ικρίωμα, τον ρώτησαν αν έχει να πει κάποια τελευταία κουβέντα πριν κρεμαστεί.

Μπείτε στη θέση του και προσπαθήστε να φανταστείτε το σκηνικό: βρίσκεσαι επάνω στην κρεμάλα, το σχοινί της αιωρείται μπροστά σου, κόσμος συγκεντρωμένος γύρω (οι δημόσιοι απαγχονισμοί ήταν δημοφιλέστατα γεγονότα τότε), δίπλα σου ο ιερέας, ο σερίφης με τον βοηθό του, ο δικαστής, όλες οι αρχές της πόλης, εσύ να έχεις τα χέρια σου δεμένα και να ξέρεις ότι σε λίγα λεπτά θα πάψεις να υπάρχεις. Σε ρωτούν αν έχεις να πεις κάτι. Ποιες είναι οι τελευταίες λέξεις της ζωής σου;

«Εδώ ήρθα για να πεθάνω, όχι για να βγάλω λόγο»

Πα να πει, ήρθαμε εδώ να κάνουμε μια δουλειά, δε θα καθίσουμε να παίξουμε τώρα, μη με απασχολείτε με βλακείες. Και το λες αυτό για τον θάνατό σου… Δεν ξέρω γιατί αλλά αυτή είναι η επιθανάτια φράση που με εντυπωσιάζει περισσότερο από όλες όσες έχω διαβάσει. Πολύ πιο μεγαλειώδης από τα διάφορα: «Ω, ελευθερία, ελευθερία, πόσα εγκλήματα έγιναν στο όνομά σου!», απείρως συγκλονιστικότερη από το: «Πατέρα, συγχώρεσέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν», πιο αδιόρατα συναισθηματική κι από το: «Κι εσύ, τέκνον (Βρούτε);».


Εδώ ήρθαμε να κάνουμε μια δουλειά, δε θα καθίσουμε να παίξουμε τώρα…


Το θυμήθηκα διότι διάβασα σήμερα άλλη μία εξίσου συγκλονιστική επιθανάτια ρήση: «Τι; Δηλαδή, αυτό ήταν;»


5 σχόλια:

  1. Ανώνυμος22/10/09

    Άθελά σου, τελευταία, με κάνεις συνεχώς και ανατρέχω στον Μπάροουζ. Στον "Τόπο των νεκρών δρόμων", λοιπόν, ο πρωταγωνιστής μεταξύ (πολλών) άλλων μαζεύει:

    "όσα τελευταία λόγια του έπεσαν στα χέρια. Ήξερε ότι οι λέξεις αυτές ήταν κομμάτια ενός τεράστιου παζλ. Μεγάλη Εικόνα, το αποκαλούσε...
    "Quien es?" Ποιος είναι; Τελευταία λόγια του Μπίλι δε Κιντ όταν μπήκε στο σκοτεινό δωμάτιο όπου τον πυροβόλησε ο Πατ Γκάρετ.
    "Να σε πάρει ο διάολος, αφού δε φεύγεις από τη γη μου έτσι, θα σε βγάλω εγώ αλλιώς". Τελευταία λόγια του Πατ Γκάρετ. (...)
    "Βρέχει, Αννίτα Χάφινγκτον". Τελευταία λόγια του στρατηγού Γκραντ, προς τη νοσοκόμα του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δεν έχουν όμως όλα τα κομμάτια την ίδια αξία - όχι για μένα, τουλάχιστον. Δεν είναι τόσο ένα τεράστιο παζλ, αλλά ένα κυνήγι θησαυρού: να εντοπίσεις αυτό το κομμάτι που φανερώνει περιφρόνηση για τον θάνατο. Όχι δηλώνοντάς την υποκριτικά, όχι με τον πομπώδη τρόπο των ηρώων, αλλά με έναν έμμεσο, διακριτικό, υπονοούμενο τρόπο.

    (Δε μ' αρέσουν οι θεωρίες συνωμοσίας, όμως ειδικά για τον Μπίλι, υπάρχουν κάποιες σημαντικές ενδείξεις ότι τα πράγματα μπορεί και να μην έγιναν έτσι...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. "Μέχρι να φτάσετε στο τέλος αυτού του κειμένου, θα έχουν πεθάνει περίπου 104 άνθρωποι κάπου στη Γη."

    Το λες για να μας κάνεις να σε διαβάζουμε πιο συχνά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Τα τελευταία λόγια κάποιου σπανίως στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Αυτό συμβαίνει μάλλον γιατί δεν ξέρουμε να το βουλώνουμε εγκαίρως.

    Τα τελευταία λόγια του πατέρα μου θα μπορούσαν να είναι "εγώ χριστούγεννα στο νοσοκομείο ΔΕΝ θα κάνω!" που είναι αρκετά καλό, μεστό και γεμάτο νόημα. Αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Συνέχισε, με αποτέλεσμα τα αληθινά τελευταία του λόγια να είναι κάτι σαν "τι είπες πως λέει το πιεσόμετρο;"

    Μα ποιος έγραψε το σενάριο;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ο σεναριογράφος μάλλον πληρωνόταν με τον αριθμό των σελίδων, γι' αυτό και γέμισε το έργο του με τόση περιττή φλυαρία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.