Συνεισφέροντας στον προβληματισμό της προεκλογικής περιόδου, θέλω να καταθέσω κι εγώ κάποιες σχετικές απόψεις:
Ο Wendigo Της Θάλασσας
Το ακόλουθο περιστατικό μού το διηγήθηκε ένα αρκετά γνωστό πρόσωπο. Ήταν πρωί κι έπινε τον καφέ του στο λιμάνι της Μήλου, λίγα μέτρα από τη θάλασσα, όταν ξαφνικά εμφανίστηκαν στο νερό δύο δελφίνια. Άρχισαν να πηδούν, να παίζουν, να κρύβονται και να ξαναβγαίνουν, κι ο φίλος για τον οποίο μιλάω μαγεύτηκε. Έμεινε πολλή ώρα να τα κοιτάζει συνεπαρμένος, ώσπου... «κάνουν ένα τελευταίο ξεπέταγμα, πλησιάζουν και τα δύο μαζί εκεί, στην άκρη του μόλου, σαν να ήθελαν να πουν αντίο, και χάθηκαν μέσ’ στο νερό. Ένιωσα τότε... ένιωσα... όπως δεν είχα ξανανιώσει ποτέ στη ζωή μου. Ήταν ένα συναίσθημα σαν... δεν ξέρω πώς να το πω».
«Τι ακριβώς ήταν; Παιχνιδιάρικη διάθεση;»
«Ναι, εντάξει, ήταν κι αυτό, όμως....»
«Ανεμελιά;»
«Ναι, δηλαδή όχι, όχι ακριβώς…»
«Ελευθερία;»
«Σίγουρα, σίγουρα, όμως ήταν και κάτι άλλο...»
Όλη η παρέα ψάξαμε να προσδιορίσουμε το συναίσθημα, να βρούμε τη σωστή λέξη για να εκφράσει αυτό το κάτι που «δεν είχε ξανανιώσει ποτέ στη ζωή του». Προσπαθήσαμε αρκετά, και στο τέλος τού ζητήσαμε να το περιγράψει ακριβώς όπως το ένιωθε: «Να, το λιμάνι είναι ο κόσμος των ανθρώπων κι η θάλασσα είναι ο κόσμος των δελφινιών, κι αυτά ήρθαν από τον κόσμο τους για λίγα λεπτά εκεί, στο σύνορο των δύο κόσμων, μας χαιρέτησαν και μετά έφυγαν πίσω στα δικά τους, εκεί στα βαθιά, πολύ μακριά από μας, ποιος ξέρει πόσο μακριά...»
Και ξαφνικά το βρήκαμε: «ΑΠΕΡΑΝΤΟΣΥΝΗ!» Μας κοίταξε ικανοποιημένος κι έγνεψε. Αυτό ήταν!
O Wendigo Της Ερήμου
Η έρημος Σονόρα είναι ένα από τα πιο ζεστά μέρη της γης – την ημέρα, γιατί τη νύχτα, η θερμοκρασία πέφτει ακόμα και υπό το μηδέν. Καλύπτει ένα μέρος της Αριζόνα, της Καλιφόρνια, του μεξικανικού βορρά, ενώ μέσα της χωράει περίπου τρεις Ελλάδες. Πρόκειται για μία απέραντη έκταση σκόνης με μία χαρακτηριστική μυρωδιά που δεν περιγράφεται εύκολα και το κάθε τι σ’ αυτήν είναι επικίνδυνο: οι γάτες είναι άγριες, οι αράχνες είναι ταραντούλες, τα φίδια είναι κροταλίες. Ακόμα κι οι σαύρες είναι επικίνδυνες. Ακόμα και τα φυτά είναι γεμάτα αγκάθια. Το πιο επικίνδυνο απ’ όλα φυσικά είναι ο ήλιος, που σε αφυδατώνει και σε σκοτώνει πριν καν το καταλάβεις. Λοιπόν, στη Σονόρα έχουν αναφερθεί πολλά περιστατικά με αυτό που λέμε «το κάλεσμα της άγριας φύσης».
Δεν πρόκειται απλώς για μια ποιητική έκφραση, αλλά για κάτι πολύ πιο απτό. Ας πάρουμε μια τυπική σκηνή: μια ομάδα καουμπόις κατασκηνώνουν για τη νύχτα στη ρίζα ενός μεγάλου βράχου. Βγάζουν λίγο παστό κρέας να φάνε, ανάβουν φωτιά και ψήνουν έναν λαγό που έπιασαν, βολεύουν τ’ άλογα στην άλλη άκρη του βράχου και στρώνουν κάτω τις κουβέρτες τους. Όλα καλά όμως σε κάποια στιγμή αντιλαμβάνονται ότι λείπει ο Τομ. Τον φωνάζουν, τον ψάχνουν και μετά από λίγο τον βρίσκουν πιο πέρα να αφουγκράζεται το σκοτάδι. Τους λέει ότι θα ‘ρθει σε λίγο και να του φυλάξουν μερίδα. Οι καουμπόις φεύγουν κι ο Τομ μένει μόνος του. Επάνω μια θάλασσα αστεριών. Κάτω μια θάλασσα σκόνης. Μέσ’ στο σκοτάδι διαγράφονται οι φιγούρες των κάκτων σαγουάρο, σαν μεγάλα Υ και Ι, ενώ από κάπου ακαθόριστα ακούγεται ένα νυχτοπούλι. Φυσάει ένα ανεπαίσθητο αεράκι, ίσα ίσα θροΐζουν μερικά κλαδιά στους γύρω θάμνους, στον ορίζοντα διαγράφεται η μακρινή οροσειρά των Καταλίνας, όλα είναι τόσο γαλήνια… Ο Τομ περπατάει, δεν ξέρει πού πηγαίνει, αφήνει μακριά πίσω του την κατασκήνωση, φεύγει μέσ’ στην έρημο, παίρνει ένα δρόμο χωρίς επιστροφή. Άκουσε το Κάλεσμα. Τελικά, ο Τομ θα ανακαλυφθεί μετά από βδομάδες στα περίχωρα μιας μακρινής πόλης, σωριασμένος στο χώμα και εξαντλημένος από την πείνα και την αφυδάτωση. Θα περάσει τις τελευταίες του μέρες έγκλειστος σε άσυλο για ψυχοπαθείς.
Λίγο-πολύ όλες οι έρημοι της υφηλίου έχουν να διηγηθούν παρόμοιες ιστορίες. Το Ισλάμ γεννήθηκε όταν ο άγγελος Γαβριήλ παρουσιάστηκε σ’ έναν έμπορο της Μέκκας ονόματι Αμπού αλ Κασίμ Μουχαμάντ ιμπν Αμπντ Αλλάχ ιμπν Αλλάχ ιμπν Αμπντ αλ Μουταλίμπ ιμπν Χασίμ – πιο γνωστός ως Μωάμεθ. Η λέξη «άγγελος» φέρει θετικό φορτίο, στην καθομιλουμένη υποδηλώνει ομορφιά, καλοσύνη και γλυκύτητα. Η εμπειρία όμως του Μωάμεθ με τον Γαβριήλ δεν είχε τίποτα απ’ αυτά• όταν το 610 μ.Χ. ο σαραντάρης έμπορος έφευγε για βδομάδες στην έρημο να διαλογιστεί μονάχος, έβλεπε ένα τιτάνιο πλάσμα, από τη γη ως τον ουρανό. Τα δυο του πόδια ξεπερνούσαν τον ορίζοντα, το κεφάλι του γέμιζε το στερέωμα και όταν έφευγε, ο Μωάμεθ απέμενε σοκαρισμένος, γεμάτος φόβο και δέος. Σύμφωνα με τις εμπειρίες του Προφήτη, η λέξη «αγγελικός» θα έπρεπε να είναι συνώνυμη του «συντριπτικά κολοσσιαίος», ενώ η συνάντηση μ’ έναν άγγελο είναι κάτι που μάλλον θα το φοβόμασταν παρά θα το λαχταρούσαμε.
(Παρενθετικά αναφέρω αυτό που είχα γράψει εδώ, ότι και οι Κον Σονγκ της νοτιοανατολικής Ασίας, όταν πέφτουν σε trance, έχουν μία παρόμοια εμπειρία με το πνεύμα: συνήθως τους παρουσιάζεται ως ένας γίγαντας, ένα πλάσμα ασύλληπτου μεγέθους)
Ο Wendigo Του Οπίου
Ο Τόμας ντε Κουίνσι άρχισε να παίρνει λάβδανο (διάλυμα οπίου σε αλκοόλ) από το 1804 για να αντιμετωπίσει μυϊκούς πόνους που τον βασάνιζαν. Οι πόνοι τελικά πέρασαν, ο ίδιος όμως σταδιακά εθίστηκε στο ναρκωτικό και το συνέχισε με σκαμπανεβάσματα ως το τέλος της ζωής του. Στις περίφημες Εξομολογήσεις του περιγράφει τα «όνειρα» του οπίου• έβαλα τη λέξη σε εισαγωγικά επειδή δεν είναι ξεκάθαρο πόσα από αυτά ήταν όντως όνειρα ή υπναγωγικές καταστάσεις και πόσα ήταν οράματα στον ξύπνιο του. Απομονώνω κάποια χαρακτηριστικά σημεία:
«Σαν να άνοιγε και να φωτιζόταν ένα θέατρο μέσα στο μυαλό μου, που παρουσίαζε κάθε νύχτα θεάματα υπεργήινης λαμπρότητας».
«Κάθε νύχτα μού φαινόταν ότι κατέβαινα, όχι μεταφορικά αλλά πραγματικά, σε βάραθρα και αβύσσους, σε βάθη κάτω από άλλα βάθη, απ’ όπου δε φαινόταν να υπάρχει ελπίδα ανόδου. Είχα δώδεκα Ατλαντικούς πάνω μου».
«Η αίσθηση του χώρου και του χρόνου είχαν έντονα αλλοιωθεί μέσα μου. Κτίρια, τοπία κ.λπ. έγιναν για μένα παραστάσεις τόσο αχανείς ώστε να είναι ακατάλληλο το ανθρώπινο μάτι να τις συλλάβει. Ο χώρος εξογκονώταν κι επαυξανόταν παίρνοντας τις ανείπωτες διαστάσεις του απείρου. Αυτό ωστόσο δε με ανησυχούσε τόσο όσο η αφάνταστη διαστολή του χρόνου. Καμιά φορά μου φαινόταν ότι είχα ζήσει εβδομήντα ή εκατό χρόνια σε μια νύχτα• τι λέω; αισθανόμουν μάλλον ότι είχα περάσει χιλιετία ολόκληρη στο διάστημα αυτό, μια χρονική περίοδο πολύ πέρα απ’ τα όρια οποιασδήποτε ανθρώπινης πείρας».
«Ήταν τέτοιες οι φαντασιώσεις πόλεων και ανακτόρων μέσ’ στον ύπνο μου, που ποτέ ξυπνητό μάτι δεν είδε παρόμοιες παρά στα σύννεφα».
Ο ντε Κουίνσι αφιερώνει μεγάλο μέρος των περιγραφών του στην ονειρική αρχιτεκτονική. Μιλάει για «αχανείς γοτθικές αίθουσες που οι κορυφές τους χάνονταν σε ζοφερά ύψη», για «επάλξεις που στις αεικίνητες κορφές τους είχαν αστέρια» κ.α. Μπορείτε να διαβάσετε τις υπέροχες Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου εδώ.
Ο Wendigo Των Άστρων
Επαναλαμβάνω τη μαρτυρία μιας λογίστριας που είχα αναφέρει κι εδώ: Προσπαθούσε να τα φέρει βόλτα με τη δουλειά της, τη ζωή της και το παιδί που μεγάλωνε μόνη της, χωρίς πολλά χρήματα, χωρίς πολλή βοήθεια, χωρίς καθόλου ανησυχίες για υπαρξιακά θέματα, μέχρι που κάποιοι φίλοι αποφάσισαν κάποτε να της κάνουν ένα πρωτότυπο δώρο: ένα επαγγελματικό τηλεσκόπιο. Το χρησιμοποίησε στην αρχή από περιέργεια, ξεκίνησε έτσι να κοιτάζει τον νυχτερινό ουρανό, σιγά σιγά η περιέργεια εξελίχθηκε σε ενδιαφέρον και χωρίς να το καταλάβει, ανακάλυψε ότι περνούσε αρκετές ώρες κάθε βράδυ παρακολουθώντας τ' αστέρια. Άρχισε ν’ αναγνωρίζει αστερισμούς και ουράνια σώματα, αγόρασε εκλαϊκευμένα βιβλία αστρονομίας και τα διάβαζε μανιακά στον ελάχιστο ελεύθερό της χρόνο, μετά άρχισε να παίρνει το αυτοκίνητό της και να πηγαίνει στην ύπαιθρο για παρατήρηση, με λίγα λόγια απορροφήθηκε εντελώς. Μέχρι που μια μέρα το έκοψε μαχαίρι. Τα βιβλία μπήκαν στο ράφι και το τηλεσκόπιο θάφτηκε στο πατάρι. Γιατί; Διότι, με τα δικά της λόγια, «η αίσθηση συντριβής που είχα από τα τεράστια μεγέθη του σύμπαντος κόντεψε να με εκτροχιάσει εντελώς, ένιωθα πως όλη η ζωή μου, ο εαυτός μου, το παιδί μου, η δουλειά μου, οι άνθρωποί μου, όλα αυτά δεν είχαν πλέον την παραμικρότερη σημασία».
Τι Είναι Αυτός ο Wendigo;
Έτσι ονομάζω, στο δικό μου λεξιλόγιο, όλες τις παραπάνω εμπειρίες. Η λέξη προέρχεται από ινδιάνικες φυλές των βόρειων ΗΠΑ & Καναδά (Κρη, Οτζίμπουα, Ίνου) και αναφέρεται σε ένα μυθικό πλάσμα με μάτια από φωτιά και καρδιά από πάγο, που τριγυρνάει τις κρύες, ανεμοδαρμένες νύχτες στους ερημότοπους και κατασπαράζει τους μοναχικούς διαβάτες. Είναι ψηλός σαν δέντρο, έχει εφιαλτικό παρουσιαστικό, ενώ μπορεί κάποιος να τον δει μόνο άμα τον κοιτάξει κατά πρόσωπο• γιατί είναι και τόσο λεπτός που χάνεται όταν γυρίσει στο πλευρό. Ο Wendigo έγινε γνωστός το 1910 από το ομώνυμο αριστουργηματικό διήγημα του Algernon Blackwood, στο οποίο ο συγγραφέας παρουσιάζει μία διαφορετική εκδοχή του τέρατος, χωρίς την ανθρωποφαγική του διάσταση. Ο Wendigo του Blackwood είναι κι αυτός ένα ακόμα κάλεσμα της άγριας φύσης, μία ξαφνική ανάγκη που ωθεί κάποιες ψυχές να τα αφήσουν όλα και να το κάνουν τώρα αμέσως, να φύγουν στις ερημιές και να περιπλανιούνται ακατάπαυστα μέχρι «τα πόδια τους να πάρουν φωτιά». Γοητευτικός και φρικιαστικός ταυτόχρονα.
Δηλαδή;
Λοιπόν, όλες οι παραπάνω αφηγήσεις έχουν ένα κοινό: αναφέρονται σε ανθρώπους που βίωσαν μια εμπειρία απείρου. Κάτι απίστευτα τρομακτικό και ελκυστικό ταυτόχρονα, σαν το τραγούδι των Σειρήνων. Κάποιοι δεν άντεξαν και πισωπάτησαν, κάποιοι άλλοι βούτηξαν στα βαθιά και δεν ξαναβγήκαν ποτέ – όχι οι ίδιοι άνθρωποι, τουλάχιστον.
Ας ξεκινήσουμε από τον εν Μήλω φίλο. Τι έγινε εκεί στην άκρη του μόλου; Ο άνθρωπος για τον οποίο μιλάω συνειδητοποίησε για λίγα δευτερόλεπτα το ασύλληπτα τεράστιο μέγεθος της θάλασσας. Δηλαδή, μπορεί να ήξερε – κι εμείς να ξέρουμε – στη θεωρία πόσο μεγάλη είναι, όμως άλλο πράγμα είναι να γνωρίζεις κάτι πληροφοριακά, διανοητικά, κι άλλο να συντρίβεσαι από την αίσθηση εκατομμυρίων τόνων νερού επάνω σου. Παρακολουθούσε γοητευμένος τα δελφίνια και όταν χάθηκαν συνέχισε να τα ακολουθεί με το μυαλό• δε βρισκόταν στο λιμάνι της Μήλου, ήταν στο βυθό με τα δελφίνια. Ώσπου ξαφνικά εκμηδενίστηκε θεσπέσια από την αίσθηση του υδάτινου σύμπαντος επάνω του, είδε φευγαλέα τον Wendigo. Κάτι που ποτέ δε θα πάθαινε αν συνέχιζε απλά να πίνει τον καφέ του και να κοιτάζει το μόλο, σαν τουρίστας. Χρειάζονταν αυτοί οι γοητευτικοί ιεροφάντες να τον μυήσουν στο Μυστήριο της Θάλασσας, κάθε Ευρυδίκη χρειάζεται τον Ορφέα της για να παρασυρθεί.
(Μία ακόμα παρένθεση: νιώθω πως μία παρόμοια εμπειρία Wendigo προσπαθούσε να αποδώσει κι ο D. H. Lawrence στο περίφημο ποίημα του για το φίδι που τον επισκέφτηκε «από τις μαύρες πύλες της μυστικής γης». Να ένας ακόμα γοητευτικός ιεροφάντης)
Ακριβώς το ίδιο ακριβώς έπαθε κι η αστρονόμος της τελευταίας αφήγησης, ο ιεροφάντης στη δική της περίπτωση ήταν η γαλήνια γοητεία του έναστρου ουρανού. Πολλοί έχουμε νιώσει ένα φευγαλέο ψήγμα απείρου όταν διαβάζαμε για το σύμπαν σε εκλαϊκευμένα βιβλία αστρονομίας – «φανταστείτε ένα πορτοκάλι στην Αθήνα κι άλλο ένα στο Παρίσι κ.λπ.». Στην περίπτωση όμως της αστρονόμου, τα ψήγματα αυτά ενώθηκαν κι έδωσαν καθαρό μέταλλο. Η κοπέλα «έκλεισε το θόρυβο της διανοητικής βαριάς βιομηχανίας κι άφησε τη σιωπή του αστρόφωτος να γεμίσει τα αυτιά της». Μόνο που έτσι ήρθε σε επαφή και με την τρομακτική πλευρά του Wendigo. Γιατί όταν ακούς μια μάνα να λέει πως ακόμα και το παιδί της δεν είχε πλέον την παραμικρότερη σημασία – μαζί με όλα τα υπόλοιπα στη ζωή της – καταλαβαίνεις πολύ καλά τη συντριπτική εκμηδένιση της εμπειρίας, τον εκτροχιασμό που καραδοκεί. Η κοπέλα βρέθηκε στο σταυροδρόμι, όμως τελικά διάλεξε την οδό της Αρετής.
Αυτή η αίσθηση της συντριβής μπροστά σε τιτάνια μεγέθη, κυριαρχεί στα οράματα του ντε Κουίνσι. «Ο χώρος εξογκονώταν κι επαυξανόταν παίρνοντας τις ανείπωτες διαστάσεις του απείρου». Καθώς διαβάζει κάποιος τις Εξομολογήσεις, μπορεί να νιώσει την αγωνία του συγγραφέα που δε βρίσκει λέξεις για να περιγράψει τις εμπειρίες του κι αναγκάζεται συνεχώς να προειδοποιεί ότι τα μεγέθη, τα αισθήματα και οι παραστάσεις που βίωσε, είχαν τέτοιο εξωκοσμικό μεγαλείο ώστε δεν αποδίδονται με λόγια.
Η έρημος γεννάει προφήτες, τρελούς, δαιμονισμένους κι αλαφροΐσκιωτους. Γενικά, ο Wendigo συνηθίζει να συχνάζει στους ερημότοπους, σ’ αυτά τα μοναχικά μέρη που καταπίνουν τον άνθρωπο κι εκμηδενίζουν την παρουσία του. Εμφανίζεται στα θύματά του με τη μορφή μιας ξαφνικής αίσθησης απεραντοσύνης, μιας γοητευτικής πεποίθησης ότι πέρα από αυτό το βουνό, αυτήν την πλαγιά, αυτό το ποτάμι, υπάρχει κάτι απίστευτα σαγηνευτικό και πρέπει οπωσδήποτε να πας να το ανακαλύψεις. «Πίσω απ’ τον πρώτο λόφο της ερήμου βλέπω έναν άλλο λόφο, όμως ο κρυμμένος λόφος είναι αυτός που με καλεί».
Πού Το Πας;
Το καναρίνι που έχει περάσει τη ζωή του σε κλουβί, δεν πρόκειται να φύγει ακόμα κι αν μια μέρα βρει ανοιχτό το πορτάκι. Συνηθισμένο μια ζωή στον περιορισμένο του χώρο, τρομάζει με τα μεγέθη που κυριαρχούν εκεί έξω και προτιμά να παραμείνει στην οικεία του στενότητα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με μας. Τα μεγέθη, οι αποστάσεις, οι χρονικές διάρκειες που καθημερινά βιώνουμε – προσοχή: βιώνουμε, όχι γνωρίζουμε εγκεφαλικά – χτίζουν το κλουβί στο οποίο περνάμε όλη τη ζωή μας. Σε μερικούς ανθρώπους όμως τυχαίνει να κοιτάξουν για λίγο έξω από το κλουβί. Ένα επαγγελματικό τηλεσκόπιο, κάποιο ναρκωτικό, ένας γοητευτικός ιεροφάντης, ένας ερημότοπος ή κάτι άλλο, τους μεταδίδει ξαφνικά μια αίσθηση απεραντοσύνης, μια γεύση αιωνιότητας. Τότε οι άνθρωποι αυτοί γοητεύονται και τρομάζουν ταυτόχρονα. Συνηθισμένοι να βιώνουν αποστάσεις λίγων δεκάδων ή εκατοντάδων μέτρων, συγκλονίζονται όταν κατεβαίνουν σε βάθος «δώδεκα Ατλαντικών». Συνηθισμένοι να βιώνουν χρονικές διάρκειες λίγων ωρών, συγκλονίζονται όταν ζουν «χίλια χρόνια μέσα σ’ ένα βράδυ». Συνήθως πισωπατούν και επιστρέφουν στην οικεία τους ασφάλεια, όμως σίγουρα σημαδεύονται για πάντα από την εμπειρία. Είναι αδύνατο να δεις τον Wendigo και να μην είναι μία από τις σημαντικότερες εμπειρίες της ζωής σου.
Αλήθεια, πόσο περιορισμένη είναι η καθημερινή γκάμα συναισθημάτων μας! Έχουμε πέντε θετικές αποχρώσεις, πέντε αρνητικές αποχρώσεις κι αυτό είν' όλο. Είμαστε μουσικά όργανα με πέντε νότες, πιάνα με πέντε πλήκτρα – τι μελωδία να φτιάξει κανείς; Όταν όμως καταφέρει να εισχωρήσει λαθραία ένα αίσθημα απείρου, τότε ανακαλύπτουμε ότι το πιάνο έχει μυστικά πλήκτρα. Και υπάρχουν τόσο εκπληκτικά συναισθήματα εκεί έξω από το κλουβί, στα μέρη που τριγυρνά ο Wendigo! Τρόμοι και χαρές, νοσταλγίες και γοητείες, μυστήρια και απογνώσεις, αισθήσεις, αισθήσεις, αισθήσεις...
Οπότε λοιπόν, αν το φέρει κάποτε η τύχη ή η κατάρα, αναγνώστη, και διαβείς κάποιον ερημότοπο χωρίς ίχνος ανθρώπινης παρουσίας, χωρίς κορναρίσματα, φωνές, σπίτια, ηλεκτρικά φώτα, χωρίς τίποτα το ανθρώπινο… να ξέρεις πως δεν είσαι μόνος. Ο Wendigo βαδίζει μαζί σου, πάντα πίσω από την πλάτη σου. Είναι πολύ πονηρός και γρήγορος, ξέρει να κρύβεται. Ακόμα κι αν γυρίσεις απότομα, αυτός θα έχει προλάβει να καλυφθεί πίσω από κάποιο δέντρο ή να γυρίσει στο πλευρό ώστε να μην τον δεις. Το νιώθεις όμως ότι κάποιος σε ακολουθεί, το ξέρεις καλά, έτσι δεν είναι; Δε χρειάζεται να το δικαιολογήσεις, εξάλλου το μόνο που ακούς είναι το θρόισμα κάποιων φύλλων – σίγουρα ένα πουλί ή μια περαστική αύρα.
Σίγουρα;
Ia! Hastur! Shub-Niggurath! Cthulhu ftaghn!!
ΑπάντησηΔιαγραφή:)
(Θέλω να πώ, ο Χ.Φ. έγραφε γι' αυτό, τον τρόμο του απρόσωπου και απέραντου κόσμου που σε συνθλίβει αδιάφορος. Κι ο Καρλίτο μου βέβαια- κι εσύ τον έλεγες τσαρλατάνο της κακιάς ώρας ::pout::)
[Θα συμφωνήσω με την προλαλλίσαντα (?) Καταλίνα ;) ]
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτή η εμπειρία που περιγράφεις σωστά ως απεραντοσύνη λειτουργεί ως στιγμιαίο άνοιγμα σε ένα εύρος "συχνοτήτων" που κοινωνικά έχει αποκλειστεί από την καθημερινότητά μας. Πως θα μπορούσε όμως ένα τέτοιο βίωμα να ενταχθεί λειτουργικά σε μια ανθρωπότητα τόσο χαμένη στην προσπάθεια προσδιορισμού της ταυτότητάς της μέσα στο πλαίσιο της "πραγματικότητας" και κάτω από την δικτατορία της οικονομίας ως παγκόσμιο κινούν;
..
Και τι σχέση έχουν αυτά τα ωραία που γράφεις με τα .. προεκλογικά;
Εκτός κι αν έχω χάσει παρα πολλά επεισόδια και είμαι πλέον εκτός παιχνιδιού.
Καλησπέρες..
Θα ήμουν περίπου 10 χρονών όταν είχα μια παρόμοια εμπειρία. Ήταν καλοκαίρι κι έμενα σε ένα σπίτι συγγενών στην εξοχή, μακριά από άλλα σπίτια, στην κορφή ενός λόφου. Ένα βράδυ βγήκα έξω, απομακρύνθηκα λίγο από το σπίτι, ξάπλωσα ανάσκελα στο χορτάρι και κόιταξα τον ουρανό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΉταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που έβλεπα τόσο μαύρο θόλο και τόσα αστέρια. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο στο οπτικό μου πεδίο. Αισθάνθηκα να πέφτω προς τα πάνω, να με ρουφά μια συμπαντική χοάνη από το διάστημα. Δεν ένιωσα φόωο, ούτε καν δέος. Ίσως να ένιωσα "απεραντοσύνη" όπως λες εσύ. Ήταν κάτι που με ξεπερνούσε. Δεν ξέρω πόση ώρα έμεινα εκεί, μάλλον λίγη, αλλιώς κάποιοις θα είχε ανησυχήσει για μένα, αλλά μου φάνηκε άπειρη.
Δεν είναι να απορείς που μερικοί σαλτάρουνε. Δεν αντέχεται εύκολα αυτό. Κι αν αφεθείς, δεν γυρίζεις πίσω.
(τώρα θυμήθηκα τον μονόλιθο του 2001...καθένας και τα σύμβολά του).
Κλείνω τα μάτια πριν κοιμηθώ. Κατά καιρούς, ξαφνικά βλέπω τον εαυτό μου πολύ, πολύ πολύ μικρό, σαν κόκκο σκόνης -ή μάλλον δεν είναι αυτό, βλέπω το τεράστιο κενό γύρω, και όλο να γυρίζει.
ΑπάντησηΔιαγραφή*
Έτσι με έπαιρνε ο ύπνος παλιότερα, καιρό έχω να το δω.
Καλώς τα παιδιά.
ΑπάντησηΔιαγραφή@Stassa
Πριν από πολλά χρόνια καθόμουν σ' ένα οδοντιατρείο και καθώς περίμενα τον βασανιστή να με φωνάξει, πήρα να ξεφυλλίζω ένα περιοδικό για αυτοκίνητα. Στο editorial, ο εκδότης (ο Καββαθάς ίσως; ούτε που θυμάμαι πια) έδινε μία ενδιαφέρουσα μαρτυρία: είχε πάει πρόσφατα σ' ένα μικρό χωριό της Πίνδου κι εκεί είδε μια αμόρφωτη γριά αγρότισσα να κάνει ΑΚΡΙΒΩΣ τη μαντική μέθοδο του δον Χουάν με τις σαύρες (στη μία ράβεις το στόμα, στην άλλη τα μάτια κ.λπ.). Αποκλείεται, έλεγε, να είχε διαβάσει η γριά τα βιβλία του Κάρλος, μάλλον δε θα 'χε διαβάσει κανένα βιβλίο στη ζωή της.
Και τότε ήρθε η σειρά μου για σφράγισμα.
@Sadman
Δε γίνεται ο Wendigo να ενταχθεί λειτουργικά στο Κοινωνικό Συμβόλαιο. Είναι αντίθετες δυνάμεις, φωτιά και νερό, δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Και δε νομίζω ότι το παιχνίδι παίζεται στη σύγχρονη δικτατορία της οικονομίας, μάλλον ο άνθρωπος είναι έτσι φτιαγμένος. Κανένας μας δε θέλει π.χ. τον υπάλληλο που μας εξυπηρετεί ή τον συνεργάτη μας ή τον ταξιτζή ή τον δήμαρχο ή... να 'χει ζήσει χίλια χρόνια σ' ένα βράδυ. Εγώ, πάντως, όχι. Τους θέλω να 'χουν δει τις βραδινές ειδήσεις, να 'χουν κουβεντιάσει λίγο με τη γυναίκα τους και μετά να πέσουν για ύπνο νωρίς.
(Αυτά που γράφω δεν έχουν καμία σχέση με τα προεκλογικά! Τι να μας πουν κι οι "ανείπωτες διαστάσεις του απείρου" μπροστά σ' ένα τηλεοπτικό σποτ του ΠΑΣΟΚ;)
@Αόρατη Μελάνη
Ώστε έχεις δει κι εσύ τον Wendigo. Αυτή η ουράνια ηλεκτρική σκούπα που περιγράφεις μου φαίνεται παρόμοια με την εμπειρία της λογίστριας. Τελικά, και οι δυο σας δηλώσατε: "Ουρανέ, όχι δε θα πω το ναι"!
Έχω ακούσει κόσμο να περιγράφει μία φευγαλέα αίσθηση συντριβής και πλακώματος όταν αντικρίζει ψηλά βουνά. "Ξαφνικά", μου 'χουν πει, "νόμιζα ότι το βουνό κρεμόταν πάνω απ' το κεφάλι μου, έτοιμο να με συντρίψει".
@κ. Δύτης
Οι έγνοιες, οι ευθύνες και το άγχος συνήθως δεν είναι συμβατά με κόκκους σκόνης μέσα σε τεράστια περιστρεφόμενα κενά.
Πάντως, το 'χω ξανακούσει αυτό. Έτσι ακριβώς ένιωθε κι ο Κ. Καραμανλής με το επιτελείο και τους συνεργάτες του στο σύμπαν του Μαξίμου.
Πονάει το σφράγισμα; :)
ΑπάντησηΔιαγραφή