Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα και τη στοιχειώνει, ένα φάντασμα με μορφή πολιτικού κόμματος που διατρέχει όλη τη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, πάντα σε δεύτερο ρόλο αλλά πάντα απαραίτητο, αρκετά ξένο προς την υπόλοιπη πολιτική πραγματικότητα αλλά και ταυτόχρονα εκπληκτικά οικείο. Το κόμμα αυτό ήταν παλιά γνωστό ως ΚΚΕ Εσωτερικού (και Συμμαχία), αργότερα έγινε ΕΑΡ, αργότερα ΣΥΝ, κατόπιν ΣΥΡΙΖΑ (διατηρώντας όμως και τον παλιό ΣΥΝ, με κάποιον υβριδικό τρόπο που κανείς εκτός από τους μυημένους και τους δημοσιογράφους δεν έχει καταλάβει). Πρόσφατα διασπάστηκε και έδωσε τη Δημοκρατική Αριστερά. Υπάρχει και κάτι που λέγεται ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όμως δε θα μας απασχολήσει εδώ. Ας αφήσουμε τις επίσημες ονομασίες κι ας το αποκαλέσουμε τρυφερά «ο χώρος» – έννοια που περιλαμβάνει όλους τους παραπάνω πολιτικούς φορείς.
Ξεκινάμε από τα άφθονα στραβά του... Συζητήσεις επί συζητήσεων, νεφελώδεις αναλύσεις, υψηλή διανόηση, ανοργανωσιά και (κακώς νοούμενη) χαλαρότητα, ερασιτεχνισμός, φράξιες, ημιφράξιες και ομάδες: τέτοιο υπήρξε το πρόσωπο του χώρου για δεκαετίες. Άγνωστο πόσα δελτία τύπου κι ανακοινώσεις συντάχθηκαν σε ουζερί και ταβέρνες, ο Κύρκος να μας κάνει κι επίδειξη σφυρίγματος, να πούμε το Μ’ Αεροπλάνα Και Βαπόρια, κανείς εδώ δεν τραγουδά, κανένας δε χορεύει, ακούνε μόνο τον Μπανιά κι ο νους τους ταξιδεύει. Δεν ξέρω αν έχετε συναντήσει τον όρο π.χ. «φουστάνι σε στιλ ΚΚΕ Εσωτερικού» (δηλαδή, λίγο παρδαλό, κάπως εθνίκ αλλά και ταυτόχρονα μοντέρνο, ξέρεις ότι αυτή που το φοράει έχει διαβάσει Αντόρνο). Ομολογουμένως, ο χώρος ήταν περίφημος στο να ανακαλύπτει ψαγμένα μπαράκια με σοφιστικέ διακόσμηση, ελαφρά τζαζ μουσική και πρωτότυπο μενού, όμως κάτι παραπάνω γυρεύει κανείς από έναν πολιτικό σχηματισμό.
Τέρμα το μαστίγωμα, πάμε στην άλλη πλευρά του νομίσματος: Φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει ούτε ένας αξιόλογος άνθρωπος στην Ελλάδα που να μην έχει κάποτε ψηφίσει τον χώρο ή που να μην σκέφτηκε σοβαρά να τον ψηφίσει. Ή που να μην έπιασε τον εαυτό του να τον συμπαθεί. Γιατί; Όσο μπορώ να καταλάβω, υπάρχουν τρεις λόγοι:
1) Ο χώρος πάντα τραβούσε μερικούς από τους πιο τίμιους κι ενδιαφέροντες ανθρώπους στη χώρα. Δε νομίζω να υπάρχει κάποιος που να γνώρισε π.χ. τον Άγγελο Ελεφάντη και να μην τον εκτίμησε. Οπότε, σε μεγάλο βαθμό, η συμπάθεια προς τον χώρο ήταν και συμπάθεια προς συγκεκριμένα ποιοτικά μέλη του.
2) Πολλές φορές ο χώρος φάνταζε όαση μέσα στο υπόλοιπο πολιτικό σκηνικό. Μπορεί να μη συμφωνούσες σε όλα μαζί του, όμως η ψήφος σ’ αυτόν ήταν αξιοπρεπής. Δεν ένιωθες ότι αμαρτάνεις προς τον εαυτό σου στηρίζοντάς τον.
3) Ο χώρος πάντα ψαχνόταν. Δοκίμαζε, πειραματιζόταν, έκανε λάθη στρατηγικής και τακτικής, όμως ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι έχει τις υπέρτατες απαντήσεις, προς τιμήν του. Έντονα πολυφωνικός, κατά καιρούς γέννησε και φιλοξένησε μερικές πολύ ενδιαφέρουσες ιδέες και δράσεις – αν δεν κάνω λάθος, πρέπει να ήταν ο πρώτος που έθιξε θέματα όπως η οικολογία, οι διακρίσεις εις βάρος ομοφυλόφιλων, το μεταναστευτικό. Επίσης, κατά την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων, τότε που όλη η Ελλάδα είχε παραδοθεί στην (κατευθυνόμενη;) σχιζοφρένεια, ο χώρος ξεχώριζε σαν το γάλα μέσ’ στις μύγες. Υπάρχουν κι άλλα, πολλά άλλα, που μου διαφεύγουν τώρα.
Ποιες εναλλακτικές πολιτικές επιλογές υπήρξαν στη διάρκεια της μεταπολίτευσης; Τι έζησε όλες τις προηγούμενες δεκαετίες ένας σημερινός 50άρης – 60άρης;
Α. Το ΠΑΣΟΚ. Ένα κόμμα που ήρθε στην εξουσία το 1981 σαν οδοστρωτήρας. Τίποτα δεν έμεινε το ίδιο μετά. Από μια άποψη, υλοποίησε μια ιστορική αναγκαιότητα: με το ΠΑΣΟΚ ήρθαν στα πράγματα πολλοί άνθρωποι που καταπιέστηκαν κι αδικήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Όμως αυτό έγινε με τόσο... πειρατικό τρόπο, που η Ελλάδα ακόμα δεν έχει ξεπεράσει το σοκ. Αμοραλισμός, αναξιοκρατία, χυδαιότητα, διορισμός του κάθε πικραμένου στο Δημόσιο, λαϊκισμός, νεοπλουτίστικη νοοτροπία, κούφια ρητορική, αυτή είναι η κληρονομιά του Ανδρέα.
Β. Η Νέα Δημοκρατία. Αν μιλάμε για προσωποπαγή κόμματα, τότε η ΝΔ ήταν κάποτε το υπόδειγμα. Μπορούμε να την ορίσουμε ως το γύρω-γύρω του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Όταν όμως ο θείος γέρασε και παροπλίστηκε, το κόμμα έμεινε σαν τους Jethro Tull χωρίς τον Ian Anderson. Ουδέποτε ξεπέρασε την απώλεια, έμεινε πάντα άχρωμη, άοσμη και άγευστη, ουσιαστικά επί δεκαετίες λειτουργούσε ως αντι-ΠΑΣΟΚ. Μέχρι που ξαναπήρε την εξουσία με τον ανηψιό κι αποδείχθηκε πιο ΠΑΣΟΚ κι απ’ το ΠΑΣΟΚ. Πριν τον Κουρασμένο, η ΝΔ τουλάχιστον είχε ένα ηθικό αβαντάζ, μπορούσε να ισχυρίζεται: «εμείς είμαστε σοβαροί και τίμιοι, όχι σαν τα λαμόγια του ΠΑΣΟΚ». Ο ανηψιός όμως, κι ο συρφετός που τον περιτριγύριζε, κάταφερε να σπαταλήσει σε 5 χρόνια αυτό το πολιτικό κεφάλαιο.
Γ. Το ΚΚΕ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι της επανάστασης. Μια επιχείρηση (για την ακρίβεια, όμιλος επιχειρήσεων), που εξασκήθηκε καλά στο να πουλά ψευδαίσθηση ριζοσπαστικότητας. Υπάρχει ένα θέμα εδώ, ο κόσμος βλέπει πράγματα στο ΚΚΕ που δεν υπάρχουν, τόσο οι φίλοι όσο και οι πολέμιοί του. Το ΚΚΕ είναι ένας στενός κύκλων προσώπων, οι οποίοι βρήκαν τον μήνα που τρέφει τους έντεκα. Υπό αυτήν την έννοια, ΚΚΕ είναι το γύρω-γύρω από το Σπίτι του Λαού. Όπως ακριβώς το Βατοπέδι ήταν μια επιχείρηση που αξιοποιούσε τις επαφές της στο Δημόσιο πουλώντας ψευδαίσθηση πνευματικότητας, κατάνυξης κ.λπ., έτσι ακριβώς και το ΚΚΕ. Το κόμμα του λαού είναι η αργομισθία, το βόλεμα των στελεχών του. Όλα τα υπόλοιπα είναι το προϊόν που πουλάει στα απλά μέλη και στους ψηφοφόρους, η διαφημιστική του καμπάνια. Ψευδαίσθηση μιας ανατροπής που δεν έρχεται ποτέ (το ΚΚΕ ποτέ δε νικάει, απλώς ευαγγελίζεται την τελική νίκη κάπου στο απώτατο μέλλον), ένας αγώνας που αιωνίως συνεχίζεται, μονίμως οι δυνάμεις της αντίδρασης και οι λακέδες τους καταφέρνουν να εγκλωβίζουν τις μάζες, και τα απλά μέλη δίνουν τις εισφορές τους στο κόμμα για να συντηρείται η επιχείρηση και το ΔΣ της.
Δ. Εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Πλειοδοσία επανάστασης, ριζοσπαστικότητα για τη ριζοσπαστικότητα, κείμενα που δεν διαβάζονται, φοιτητική ανωριμότητα και αγωνία να ανακαλύψεις την ιδανικά αριστερή ερμηνεία των πολιτικοοικονομικών πραγμάτων. «Επαναστάτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά», έλεγε κάποτε ο Πορτοκάλογλου.
Ε. Εθνικιστικός – Πατριωτικός Χώρος. Είσαι με τα σωστά σου; Αρνούμαι να το συζητήσω καν! Ίσως μόνο μια μνεία στον Παπαθεμελή, έναν αρτηριοσκληρωτικό γεράκο που φαντασιώνεται διάφορες πλεκτάνες γύρω από την Ελλάδα και τις πιστεύει ειλικρινά, όμως ήδη ασχοληθήκαμε πολύ, πάμε παρακάτω.
Με τέτοιες εναλλακτικές, δεν είναι παράξενο που ο χώρος είχε πάντα συμπάθεια δυσανάλογη προς τις εκλογικές του επιδόσεις. Το μόνιμο παράπονο του παλιού ΚΚΕ Εσωτερικού: «μας αγαπάνε αλλά δε μας ψηφίζουν». Είναι αλήθεια ότι πάρα πολύς κόσμος θα μπορούσε να ψήφιζε τον χώρο, να δραστηριοποιούταν στον χώρο, όμως... δεν το έκανε. Κάτι πάντα έλειπε, κάποιος απροσδιόριστος αλλά σημαντικός παράγοντας, οπότε ο χώρος δεν μπόρεσε ποτέ να τραβήξει μεγάλες μάζες ανθρώπων. Να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά το συναίσθημα που κέρδιζε. Ποιος ήταν αυτός ο παράγοντας; Φαντάζομαι ότι θα έχουν γίνει πολλές αναλύσεις πάνω εδώ. Χωρίς να ξέρω, θέλω να προτείνω μια πιθανή ερμηνεία, που κρίνω ότι δεν είναι ολότελα αβάσιμη.
Ας πάμε πρώτα κάπου αλλού, σε ένα διαφορετικό μέρος του κόσμου, να δούμε το κόμμα Χ. Τηρουμένων κάποιων αναπόφευκτων αναλογιών, είναι εκπληκτικά πολλές οι ομοιότητες του Χ με τον χώρο: ένα κόμμα αριστερής κατεύθυνσης (έως πολύ αριστερής, κάποιες υποομάδες του), γεννήθηκε κυρίως στα πανεπιστήμια, με αμέτρητες φράξιες και παραφράξιες, πολυφωνικό, χαλαρό – ερασιτεχνικό, έντονα σοφιστικέ, τράβηξε από την πρώτη στιγμή πολλούς διανοούμενους, φιλοξένησε (και συνεχίζει να φιλοξενεί) ατέλειωτες συζητήσεις και αναλύσεις για τον σοσιαλισμό, τη δημοκρατία και το νόημά της, τη Ρωσία, την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Οκτωβριανή Επανάσταση, τον Τσε Γκεβάρα και δε συμμαζεύεται.
Το Χ λοιπόν ξεκίνησε ως ένα ταπεινό, προβληματικό κόμμα, όμως ήρθαν οι εκλογές του 1990 και σάρωσε με ποσοστό σχεδόν 60%. Κατάφερε, και με το παραπάνω, αυτό που ποτέ δεν κατάφερε ο χώρος: να τραβήξει μεγάλες μάζες ανθρώπων.
Αναφέρομαι στη Βιρμανία, όπου το Χ δεν είναι άλλο από το NLD (National League for Democracy). Όσο κι αν είναι πολλές οι διαφορές ανάμεσα στη Βιρμανία και στην Ελλάδα, κρίνω ότι έχει νόημα η σύγκριση και μπορεί να δώσει συμπεράσματα. Το κυριότερο ερώτημα φυσικά είναι: τι είχε το NLD, που δεν το είχε ο χώρος, και κατάφερε να πετύχει τέτοια υποστήριξη; Η απάντηση είναι γνωστή. Είχε Σου Τσι.
Η Κυρία ήταν απλώς μια δυτικοσπουδαγμένη και δυτικομεγαλωμένη ακαδημαϊκός, που επισκέφτηκε την πατρίδα της το 1988 για να συμπαρασταθεί στην άρρωστη μητέρα της, τίποτα περισσότερο. Εκείνες τις μέρες όμως έτυχε να ξεσπάσουν μεγάλες φοιτητικές διαδηλώσεις στις κυριότερες πόλεις της Βιρμανίας και η ίδια παρασύρθηκε σχεδόν χωρίς να το καταλάβει. Έχουν περάσει 23 χρόνια και συνεχίζει να είναι παρασυρμένη, στην πορεία μάλιστα ανακάλυψε ότι έκρυβε μέσα της έναν μεγάλο ρήτορα κι έναν σπουδαίο ηγέτη. Αυτά όμως χρειάζονται διευκρίνηση.
Πρώτον, αν υπήρξε ποτέ ένας πολιτικός ηγέτης που γινόταν αγρότης με τους αγρότες, φοιτητής με τους φοιτητές, χωρικός με τους χωρικούς, μεροκαματιάρης με τους μεροκαματιάρηδες, Καρέν με τους Καρέν, Κατσίν με τους Κατσίν κ.λπ., αυτός ήταν και είναι η Κυρία. Πριν τις εκλογές του 1990, περιόδευσε όλη τη χώρα, ήρθε σε επαφή με εκατομμύρια ανθρώπους και τους κέρδισε επειδή γινόταν ένας απ’ αυτούς. Δεν μπορείς να κοροϊδέψεις τον κόσμο, όχι τόσους πολλούς τουλάχιστον, δε φτάνει να είσαι καλός ηθοποιός ή λαϊκιστής πολιτικός, ο άλλος δεν είναι χαζός και το καταλαβαίνει. Πρέπει πραγματικά να σέβεσαι τον απλό κόσμο και να κατανοείς τα προβλήματά του. Πρέπει να το ‘χεις μέσα σου.
Δεύτερον, όλα όσα πρεσβεύεις, πρέπει να μπορείς να τα υποστηρίξεις με τη ζωή σου. Put your money where your mouth is, λένε οι Αμερικανοί κι η φράση έχει νόημα. Αν ανακατευτείς με την πολιτική για να ωφεληθείς προσωπικά, να γίνεις κι εσύ μέρος του συστήματος, να αποκτήσεις αυλοκόλακες, δόξες και τιμές, η δύναμή σου θα είναι περιορισμένη. Η Σου Τσι είχε μια στρωμένη ζωή στο εξωτερικό και τη θυσίασε συνειδητά. Από την πρώτη στιγμή έπαιζε το κεφάλι της κορώνα–γράμματα, ο στρατός κι οι ασφαλίτες την παρακολουθούσαν σε κάθε της βήμα, δύο φορές ξέφυγε απ’ του χάρου τα δόντια όταν «αγανακτισμένοι πολίτες» επιχείρησαν να την λιντσάρουν, περπάτησε μπροστά από στρατιώτες που είχαν διαταγή να την πυροβολήσουν, χωρίστηκε από την οικογένειά της, φυλακίστηκε, πέρασε 15 χρόνια κλεισμένη σ’ ένα σπίτι με την υγεία της να χειροτερεύει διαρκώς. Όμως μόνο έτσι μπορείς να σαρώσεις παρόλο που έχεις απέναντί σου μια από τις σκληρότερες χούντες του κόσμου: κατά κάποιον τρόπο, ρισκάρεις τα πάντα (ακόμα και τη ζωή σου πιθανώς) για να κερδίσεις τα πάντα.
Τρίτον, ήξερε να απευθύνεται στον κόσμο. Δεν ήταν μόνο ότι μιλούσε απλά και κατανοητά, με παραστάσεις από τη βιρμανική παράδοση και κουλτούρα. Δεν ήταν μόνο ότι είχε ζήσει στο εξωτερικό και γνώριζε καλά τα στοιχεία μιας σύγχρονης δημοκρατίας που τόσο έλειπαν από τη χώρα της. Η Σου Τσι ήταν ειρηνοποιός, με τη βιβλική έννοια («μακάριοι οι ειρηνοποιοί»). Σε μια χώρα που όλοι εχθρεύονται όλους, αυτή μπορούσε να ακούει και να καταλαβαίνει τη θέση του άλλου, χωρίς ανυποχώρητες θέσεις και αυστηρά δόγματα. Είχε τη δύναμη να ενώνει τους ανθρώπους.
Οπότε λοιπόν, γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα, ισχυρίζομαι ότι αυτό που πάντα έλειπε από τον χώρο ήταν ο κατάλληλος ηγέτης, κάποιος που θα κάνει υπόθεση των μαζών τις αξιόλογες ιδέες και τους αξιόλογους ανθρώπους που πάντα ο χώρος φιλοξενούσε. Ο άνθρωπος που θα δείξει ότι οι αναζητήσεις του χώρου μπορούν να γίνουν υπόθεση όλου του κόσμου – και που θα το δείξει, μάλιστα, τόσο με τα λόγια όσο και με το μη–λεκτικό μέρος της παρουσίας και της ζωής του. Νομίζω ότι αυτό καταδεικνύεται παραστατικά στην πρόσφατη διαρροή που έβγαλε στο φως το Wikileaks: η αμερικάνικη διπλωματία στη Βιρμανία παρατηρεί ότι από τη στιγμή που η Κυρία τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, το NLD αποκόπηκε από τον κόσμο. Φράξιες επί φραξιών, έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα, έλλειψη ενδιαφέροντος για τα βάσανα του βιρμανικού λαού, «σκληρωτική» συμπεριφορά, «they spend endless hours discussing their entitlements from the 1990 elections and abstract policy which they are in no position to enact». Κάτι θυμίζουν όλα αυτά από το παλιό ΚΚΕ Εσωτερικού...
Ποιοι ηγέτες διαχειρίστηκαν τον χώρο; (αφήνω απ’ έξω τον Ηλία Ηλιού, ελάχιστα τον θυμάμαι, ήμουν πολύ μικρός τότε). Ο Κύρκος, κατά τη γνώμη μου, ήταν υπερεκτιμημένος. Πάσχιζε κατά καιρούς να κάνει το ΚΚΕ Εσωτερικού ουρά του ΠΑΣΟΚ, να χτίσει αμφίβολες διεθνείς συμμαχίες, ενώ είχε μια δόση αυταρχικότητας και ισχυρογνωμοσύνης. Θεωρείτο καλός ρήτορας• πράγματι, είχε έναν αγαπησιάρικο τρόπο που μιλούσε, ενθουσίαζε τους φίλους του χώρου και να τους έκανε να αισθάνονται σαν μια μεγάλη παρέα. Αυτό και τίποτα παραπάνω. Ο Κωνσταντόπουλος δε νομίζω ότι κατάφερε να πείσει ποτέ κάποιον ότι στέκεται δίπλα του, κατανοεί τις αγωνίες και τα προβλήματά του. Κάπως αφ’ υψηλού, κάπως θεωρητικός, το ύφος του θύμιζε περισσότερο καθηγητή ή δικηγόρο. Ο Τσίπρας είναι απογοητευτικός και σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να τον αποκαλέσω «ειρηνοποιό». Ας μη μιλήσουμε για τον Αλαβάνο... Όλοι αυτοί δεν ήταν χειρότεροι από την πλειονότητα του υπόλοιπου πολιτικού κόσμου. Είχαν, ο καθένας, τα προτερήματά του και τις, λιγότερο ή περισσότερο, καλές προθέσεις του. Ακόμα κι ο αγαπημένος μου Αλέκος Αλαβάνος, έτρεξε τουλάχιστον στη Νομική το βράδυ με τους μετανάστες και διαπραγματεύτηκε την έξοδό τους. Το εκτίμησα αυτό κι αναγκάζομαι (δυστυχία μου) να του δώσω πόντους. Καλά όλα αυτά, όμως κάτι λείπει.
Τι λείπει;
Λείπει η γλυκύτητα του απλού Βιρμανού κάθε φορά που μιλάει για την Σου Τσι.
Ο Χώρος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Άλλο Σου-Τσί και άλλο Τσί-πρας ..
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσης άλλο η μονοκοματική χούντα με απαγωγές και άλλο η δικομματική με εκλογές.. Είναι αλήθεια πάντως πως λείπουν προσωπικότητες - τα κομματικά φυτώρια ίσως να μην ευνοούν την ανάπτυξη τόσο ανεξάρτητης,ευρείας σκέψης...
την ανάπτυξη τόσο ανεξάρτητης, ευρείας σκέψης
ΑπάντησηΔιαγραφήΚοίτα λίγο: αν εξετάσεις τη σκέψη της Σου Τσι, δε θα βρεις κάτι το ιδιαίτερα ψαγμένο ή βαθύ. Δε θα μείνει στην ιστορία της αριστερής - προοδευτικής διανόησης, δεν ήταν Μπένγιαμιν ή Marcuze. Περισσότερο τόνιζε μερικές βασικές παραμέτρους που τόσο έλειπαν από τη χώρα της - την ισονομία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το πολυκομματικό σύστημα, τον έλεγχο του στρατού από τους πολίτες κι όχι το αντίστροφο, την απελευθέρωση από τον διάχυτο φόβο και την καχυποψία που συνεχίζει να βασιλεύει στη Βιρμανία κ.λπ. - κι άφηνε όλα τα υπόλοιπα να διαμορφωθούν από μόνα τους, όπως θα το θελήσει μελλοντικά ο κόσμος με την ψήφο του.
Κυρίως ήταν το μη-λεκτικό μέρος της παρουσίας της. Ένας άνθρωπος που ήξερε πολύ καλά ποιος είναι και τι κάνει, που μιλούσε μέχρι εκεί όπου μπορούσε να υποστηρίξει με τη ζωή του, που διαμόρφωνε τη ζωή του έτσι ώστε να είναι συμβατή με τις πολιτικές του θέσεις, που είχε ένα ξεκάθαρο όραμα βασικής δημοκρατίας και ειρήνης κι όλα τ' άλλα θα 'ρθουν μόνα τους.
Είχε τη δύναμη, την πειστικότητα, που μόνο η ανιδιοτέλεια κι η ειλικρίνεια μπορούν να προσφέρουν, αυτό ήταν η Σου Τσι. Επίσης, αυτά κρίνω ότι έλειπαν πάντα από τις ηγετικές μορφές του χώρου. Παρόλο που άλλο Βιρμανία κι άλλο Ελλάδα, είναι εντυπωσιακά πολλές οι ομοιότητες μεταξύ του NLD και του ΣΥΡΙΖΑ, του παλιού ΚΚΕ Εσ. κ.λπ. Το μόνο που έλειπε πάντα ήταν ένας ειρηνοποιός. Ένας ηγέτης που θα είχε τη δύναμη να ενώνει τους ανθρώπους.
Σ' ευχαριστώ για το σχόλιο, διαμόρφωσα και το κείμενο λίγο καλύτερα επ' αφορμή.
Ηλία θέλω να πιστεύω στα αγνά σου
ΑπάντησηΔιαγραφήκίνητρα όταν εισέρχεσαι στην ιδιάζουσα ακαθαρσία και συνενοχή
πολιτών και πολιτικού συστήματος
στην Ελλάδα,ανεξαρτήτως χώρου,έχει
και ο Συν πολλά κρατικοδίαιτα λαμόγια αλλά και απλά λαμόγια
της κομματικής συναλλαγής και
του πλούτου. Το μόνο το οποίο
πιστεύω για το παρόν ποστ είναι
τα αγνά σου κίνητρα τίποτα περισσότερο.
Έχει, πράγματι. Λαμόγια, ιδιοτελείς, φιλόδοξους, επηρμένους και διάφορα περίεργα φρούτα. Από παλιά είχε, από το ΚΚΕ Εσωτερικού ακόμα. Το βεβαιώνει κι η αδερφή μου αυτό, που είναι μέλος. Δεν ισχυρίστηκα πουθενά ότι ο χώρος είναι άγιος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς συνεπής Ηλιολάτρης δικαιούμαι ελπίζω να εκφράσω μια φορά τη διαφωνία μου :) Το παράδειγμα που θα φέρω είναι απλό: ιστορικά, η περίοδος της μεγαλύτερης άνθισης της αριστεράς στην Ελλάδα μέχρι τώρα, από την άποψη της μαζικής συμμετοχής ας πούμε, ήταν τα χρόνια της Κατοχής και η "χαμένη άνοιξη" του '58-'67. Αλλά νομίζω θα συμφωνήσεις ότι δεν μπορούμε να την αποδώσουμε στις φωτεινές προσωπικότητες, ξέρω γω, του Ζαχαριάδη ή του Ζέβγου για την πρώτη περίοδο. Και για να μη φανεί ότι φέρνω ακραία παραδείγματα, πάμε στη δεύτερη περίοδο: δεν θα πιστώσεις την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες ούτε στον Παρτσαλίδη ούτε καν στο Μίκη, φερειπείν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜη στενοχωριέσαι για τις διαφωνίες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν πάω όμως τόσο πίσω, στο '50 και στο '60, ούτε μιλάω γενικά για την ελληνική αριστερά. Αναφέρομαι ειδικά στον χώρο (ΚΚΕ Εσ., ΕΑΡ κ.λπ.), που γνωρίζω από μικρό παιδί. Με τα καλά του και τα στραβά του, πάντα είχε όμως ενδιαφέροντες ανθρώπους και ιδέες. Σίγουρα άξιζε περισσότερα, όμως παρέμενε μόνιμα σε δεύτερο ρόλο. Γιατί;
Επ' αυτού, μου κάνουν εντύπωση οι ομοιότητές του με το NLD. Σχεδόν ό,τι έγραψα για τον χώρο, ισχύει και για το NLD - και αντιστρόφως. Ναι, αλλά το NLD κάποτε σάρωσε, συνεπήρε ολόκληρη τη χώρα.
Μη νομίζεις, κι εγώ τα γράφω για να τα επεξεργαστώ μέσα μου, δεν ισχυρίζομαι ότι έχω τις τελειωτικές αλήθειες. Η συζήτηση είναι πολύ ευπρόσδεκτη.
Θα ήθελα να 'λεγε κι η αδερφή μου τη γνώμη της εδώ, ή κάνας Τάλως, ελπίζω να περάσουν από τη γειτονιά.
Κοίτα, να σου πω τη μαρξιστική μου άποψη ενός παλιού κνίτη, και την κάνεις ό,τι θες. :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιόρθωσέ με αν κάνω λάθος, αλλά αυτό που είχε η Βιρμανία και δεν έχει αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι το, ας πούμε, προλεταριάτο: άνθρωποι χωρίς κάποιο κεφάλαιο που να τους εξασφαλίζει ο,τιδήποτε, είτε είναι χωρικοί, είτε μεροκαματιάρηδες στις πόλεις κλπ. Ιστορικά δεν νομίζω πως υπήρξε ποτέ ισχυρή αριστερά που να μη βασίζεται σ' αυτά τα στρώματα. Στην Ελλάδα, ο "χώρος" που λες κι εσύ προσελκύει τα μικροαστικά στρώματα, που όμως στην πλειοψηφία τους θα πάνε εκεί που τελικά έχουν συμφέρον. Προλεταριάτο δεν υπάρχει σχεδόν, σχεδόν όλοι έχουν (ακόμα) μια οικογένεια ή ένα σπιτάκι πίσω τους, η παραγωγή φθίνει, οι μετανάστες δεν ψηφίζουν.
Αν εμφανιζόταν μια Σου Τσι, φοβάμαι, θα είχε μεγάλα ποσοστά δημοφιλίας, θα την καλούσαν ενδεχομένως στα δελτία, ίσως και όχι, αλλά δεν ξέρω τι κόσμο θα συσπείρωνε στ' αλήθεια.
Και κάτι άλλο: στη Βιρμανία ένα αριστερό κίνημα, απ' ό,τι καταλαβαίνω, έχει ισχυρό πρόταγμα. Όπως στην Αίγυπτο του Μουμπάρακ, π.χ.: απλό, συνεκτικό και που μπορεί να συσπειρώσει κόσμο χωρίς πολλά πολλά. Να φύγει η χούντα. Όπως ήταν εδώ το '43 (να φύγουν οι Γερμανοί) ή το '60 (δημοκρατία). Εδώ, σήμερα, και να πεις ξέρω γω "να φύγει το ΔΝΤ" δεν μπορείς να συμφωνήσεις σε ένα πρόταγμα που θα σε κάνει πιο ελκυστικό από, ξέρω γω, το νοικοκύρεμα του ΛΑΟΣ. Δύσκολα τα βλέπω.
... άνθρωποι χωρίς κάποιο κεφάλαιο που να τους εξασφαλίζει ο,τιδήποτε
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτή η περιγραφή ισχύει... για τη συντριπτικότατη πλειοψηφία του βιρμανικού λαού. Και οι μεγάλες εξεγέρσεις έγιναν όταν η χούντα επέβαλε πρόσθετες επιβαρύνσεις στον ήδη γονατισμένο πληθυσμό (το 2007, το 1988, που οδήγησαν στις εκλογές του 1990 και στην αλλαγή ηγεσίας, στιλ Παπαδόπουλος - Ιωαννίδης, της χούντας).
Ο χώρος στην Ελλάδα, νομίζω, ότι δεν προσήλκυε μόνο μικροαστικά στρώματα. Πάντα ήταν πολύχρωμος. Είχε και φοιτητές, και διανοούμενους και ευκατάστατους - τον έχουν κατηγορήσει για ελιτισμό, για Αριστερά των βορείων προαστίων.
Μικροπαρατηρήσεις κάνω, χρειάζομαι κι άλλο χρόνο να τα επεξεργαστώ.
Ας όψεται η αρρώστεια που δεν μπήκα νωρίτερα αδερφε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο προκείμενο:
Ξεφύλλισα την ανάρτηση, δεν την μελέτησα, και έχω να προσθέσω και το εξής: Ο Χώρος αποτελείται κατα κύριο λόγο από ανθρώπους μορφωμένους ή ημιμαθείς, αλλά που έχουν ένα επίπεδο τέτοιο ώστε να μην σηκώνουν εύκολα ηγέτες, να έχουν την άποψη ή την αποψάρα τους και να έχουν και τα προσόντα (ή να νομίζουν οτι τα έχουν)να την υπερασπίζονται μέχρι τελευταίας ρανίδος.
Προσπαθώ να είμαι καλοπροαίρετη γιατί α) πρέπει να μελετήσω λιγάκι το κείμενο και β)όπως όλοι που έχουν περάσει από τον συγκεκριμένο ή και τον ευρύτερο Χώρο (βάζω και το ΚΚΕ μέσα και τους εξωκοινοβουλευτικούς) κουβαλάω και συγκεκριμένες τσατίλες και πικρίες και δεν θέλω να με επηρεάσουν στη συζήτηση. Κατα τα άλλα, και η ανάρτηση και τα σχόλια (και ειδικά το δεύτερο του Δύτη) νομίζω ότι καλύπτουν μεγάλος μέρος του θέματος
Take your time, no hurry
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστός ο Δύτης. Όντως, δεν φτιάχνεις σπαθιά με ζυμάρι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, εντάξει, δε διαφωνώ. Εκθέτω έναν προβληματισμό και συνεχίζω να το επεξεργάζομαι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα πω και γω το κατιτις μου λογω προτερου "ανεντιμου" βιου. Το μονο που δε λειπει απο τον χωρο ειναι ο ηγετης. Ειναι κατι που ποτε δε χρειαζοταν ιδιαιτερα και ποτε δεν συγκινιοταν γι'αυτο. 15 περιπου χρονια Δαμανακισμου αφησαν μεγαλες στρεβλωσεις πισω τους. Αυτο που ειναι λειψο ειναι η συμμετοχη, η αγκυρωση των λογων στην κοινωνια, η χαλαρη σχεση. Για πολλα χρονια αλλα λεγανε στις κεντρικες επιτροπες κι αλλα ελεγε ο εκαστοτε προεδρας, Αλαβανου συμπεριλαμβανομενου. Ιδιως αυτος ειναι το μεγαλυτερο αποτυπωμα μιας βοναπαρτιας λογικης που πρεπει να ειναι απευκταια για ενα αριστερο κομμα. Για οσους παρακολουθουν απο μεσα τα τεκταινομενα γνωριζουν οτι πολλα εχουν αλλαξει απο 2004 και δωθε. Μενουν ακομα περισσοτερα να γινουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχωρειστε μου την απροσκλητη παρεμβαση.
Χρηστος Κ.
Προσοχή: Η ανεξάρτητη και ευρεία σκέψη δεν είναι απαραίτητα και βαθιά ή "ψαγμένη" σκέψη. Ίσα ίσα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔηλαδή, για παράδειγμα, η ανεξαρτησία στη σκέψη σημαίνει το να μπορεί να κινείται ελεύθερα χωρίς βαριά ιδεολογικά φορτία. Δεν είναι νομίζω τυχαίο το γεγονός ότι οι πολιτικές ιδεολογίες άρχισαν να διαδίδονται όταν υποχωρούσε η θρησκευτικότητα που κυριάρχησε στον μεσαίωνα. Από την οποία κληρονόμησαν πιστεύω κάποια γενικά χαρακτηριστικά. Σε πολλές πολιτικές ιδεολογίες ας πούμε, ο δογματισμός, ο καλύτερος κόσμος (παράδεισος) που θα έρθει νομοτελειακά, η μία και μοναδική αλήθεια, οι αναγκαιότητα της διαρκούς αναφοράς σε παλιούς "ιερούς-πεφωτισμένους" φορείς αυτής της αλήθειας, είναι μερικά μόνο από αυτά τα κληρονομημένα χαρακτηριστικά. (Παρένθεση - δεν εννοώ μόνο τους παραδοσιακούς κομμουνιστές που πιθανόν να θυμίζουν αυτές οι περιγραφές. Μια χαρά στέκουν και για κόμματα δεξιά κεντρώα, ακόμη και για πολλές οργανώσεις του αναρχικού χώρου) Με αυτή την έννοια ένας άνθρωπος που έχει εντρυφήσει σε βάθος σε μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική κοσμοθεωρία με άρωμα θρησκείας, συνήθως χάνεται μέσα σε αυτό το εννοιολογικό σύμπαν και πρακτικά απομακρύνεται από τους συνανθρώπους του. Η ανεξάρτητη σκέψη μπορεί να είναι πιο επιφανειακή, μα ουσιαστικά πιο κοντά στους ανθρώπους και αυτό είναι τρομερά σημαντικό για όποιον πιστεύει στην δυνατότητα των ανθρώπων να αυτοκυβερνηθούν όπως είναι, με τα ελαττώματα και τις ατέλειές τους...
Έχω παρατηρήσει πως τέτοιοι ενωτικοί ειρηνοποιοί είχαν αυτού του είδους την ανεξαρτησία και ευρύτητα στη σκέψη... Αχχχ αυτός ο Χώρος... :P
Αντιγράφω την εμπειρία του Θ. Ζιάκα, που δε νομίζω να βοηθήσει σε τίποτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν έπεσε ή δικτατορία, καθίσαμε με τον Άρη Ζεπάτο, φίλο και τέως σύντροφο στην «Οργάνωση», και κάναμε τον απολογισμό. Ανακεφαλαιώνοντας τη δική μας και τη διεθνή εμπειρία, ορίσαμε το πρόβλημα ως «μετασχηματισμό του επαναστατικού υποκειμένου στο αντίθετο του». Το ερώτημα ήταν: γιατί ένα συλλογικό υποκείμενο, πού μάχεται για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας, είναι καταδικασμένο να τις αναπαράγει, αρχίζοντας από τις εσωτερικές του σχέσεις; Το συμπέρασμα αυτού του απολογισμού είχε τρία σημεία: α) Δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτε, προς το καλύτερο, αν συγχρόνως δεν αλλάζεις ο ίδιος. β) Δεν είναι καθόλου εύκολο να αλλάξεις. Και γ) ο μαρξισμός δεν είχε καμιά θεωρία και πρακτική για το ζήτημα της αύτο-αλλαγής του υποκειμένου της αλλαγής. Ούτε και καμιά άλλη γραμμή σκέψης μέσα στο σύνολο του δυτικού πολιτισμού. Δεν μπορείς, λοιπόν, να αλλάξεις τον κόσμο αν δεν μπορείς να αλλάξεις τον εαυτό σου. Το θεώρημα τούτο αναιρούσε ολόκληρη τη μαρξιστική πρόταση ή τουλάχιστον την έβαζε σε παρένθεση. Ποιος με βεβαίωνε ότι ή «αλλαγή του κόσμου», πού επαγγελλόταν ο μαρξισμός, δεν ήταν απλώς ή «αλλαγή» πού μπορούσε να φανταστεί ένας άνθρωπος, πού ήταν ανίκανος να αλλάξει τον εαυτό του; Χωρίς εξωμαρξιστικό αρχιμήδειο στήριγμα ήταν αδύνατο να τεθεί μια τέτοια ερώτηση. Κι αυτό το στήριγμα το είχα. Ανέφερα ήδη ποιο ήταν.
Από το σημείο αυτό και έπειτα αρχίζει μια δεύτερη μακρά αναζήτηση , προσεχτικότερη τώρα. Στόχος: ή ανεύρεση θεωρίας καί πρακτικής για την αυτό-αλλαγή του υποκειμένου.
Για να είχε σωστή αφετηρία μια τέτοια αναζήτηση, έπρεπε να ξεκαθαριστεί καλύτερα το πρόβλημα, πράγμα πού απαιτούσε κάποιες συνθήκες πειραματισμού: α) Ανθρώπους με αποδεδειγμένα καλές προθέσεις και β) την Οργάνωση τους σε ένα σχήμα πού θα επιδιώκει την πραγμάτωση ευγενών επαναστατικών σκοπών. Το πείραμα θα είχε σκοπό να αποκλείσει τη συσκότιση του προβλήματος από τον παράγοντα «κακές προθέσεις». Αν διέψευδε το θεώρημα του «μετασχηματισμού στο αντίθετο», τόσο το καλύτερο. Η διαχείριση της αμφιλογίας αυτής ήταν ένα ειδικό πρόβλημα, αλλά όχι το καθοριστικό. Ή Μεταπολίτευση ήταν ή ιδεώδης συγκυρία για «επαναστατικούς πειραματισμούς». Έτσι ή Οργάνωση μας, ο Προλεταριακός Αγώνας, φτιάχτηκε σχετικά εύκολα και εργάστηκε εντατικά επί δύο χρονιά, με άξονα δράσης την υποστήριξη του εργοστασιακού συνδικαλισμού, πού, οντάς ακόμη στην αρχή του, δεν είχε προλάβει να καπελωθεί από τα κόμματα. Το πείραμα επαλήθευσε το θεώρημα για τον αναπότρεπτο «μετασχηματισμό στο αντίθετο». Τα Ίδια φαινόμενα παρατηρήθηκαν, αλλά σε ήπια ένταση, λόγω των ελεγχομένων συνθηκών «οικοδόμησης». Σκεφθείτε ότι διασπαστήκαμε χωρίς να βγάλουμε μαχαίρια. Λέγοντας απλώς «καληνύχτα».
Χρήστο, όμως δεν εννοώ τέτοιους ηγέτες - μικρούς βοναπάρτες! Ακριβώς το αντίθετο. Πρακτικές μάλιστα σαν κι αυτές που περιγράφεις, ασυνέπεια και ακύρωση των λόγων στην πράξη, ήταν φουλ διαδεδομένες στα άλλα κόμματα, δεν περιορίζονταν μόνο στον χώρο. Απλώς εκεί, ειδικά, σε πειράζει διπλά, γιατί δεν έχεις την ΕΑΡ, ΣΥΝ, ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ. στο ίδιο ύψος με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, κάτι περισσότερο ζητάς απ' τον χώρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑκίνδυνε, τελικά, μάλλον κάτι συγγενικό έχω στο μυαλό μου μ' αυτό που περιγράφει ο Θ. Ζιάκας - τον οποίο, νομίζω, έμαθα από σένα.
Η Σουν Τσι όμως είναι και κόρη του Άουν Σαν, Βελουχιώτη και Κολοκοτρώνη μαζί της Βιρμανίας. Υποψιάζομαι πως αυτό δεν έχει παίξει μικρό ρόλο στην δημοφιλία της και είναι δύσκολο να επαναληφθεί εδώ :-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα επανέλθω όταν βρω χρόνο για το ΚΚΕεσ και τον Χώρο, αλλά να πω πως η σημερινή ηγεσία του ΣΥΝ είναι η μόνη από καταβολής χώρου (με την εξαίρεση ίσως της περιόδου Μπανιά στο ΚΚΕεσ) η οποία ακολουθεί και σέβεται τον εσωτερικό της θεσμικό ρόλο. Ο Τσίπρας είναι πρόεδρος, όχι ελέω λαού "ηγέτης"... Αυτό εκλαμβάνεται γενικώς ως *αδυναμία* της ηγεσίας... Δηλαδή ο "Βοναπάρτης" που προβάλει προσωπικές απόψεις εις βάρος των συλλογικών αποφάσεων είναι εκλογικά πειστικότερος φαίνεται...
Συμφωνω στην τελευταια διαπιστωση του Talos. Οταν η ηγεσια δρα συλλογικα αποφευγονται δραματα τυπου Βοναπαρτη που εζησε ο χωρος τα τελευταια 2 χρονια.
ΑπάντησηΔιαγραφή