Διψάσαμε Το Μεσημέρι, Μα Το Νερό Γλυφό

Μελέτησα τις πρόσφατες έρευνες για το προ-Αναγεννησιακό καθεστώς του νησιού της Σουβρητίας στον πορθμό του Σκάγγερακ, αυτό το παράξενο κομμάτι θάλασσας που χωρίζει ενώνοντας τη Δανία από τη Νορβηγία.

Το πιο ιδιόμορφο χαρακτηριστικό του νησιού, που καθόρισε και την ιστορική του μοίρα, υπήρξε το βουνό Άλεμπεργκ στα δυτικά, με τις ρεματιές και τα ποτάμια του. Αυτά ήταν και οι μόνες πηγές πόσιμου νερού.

Κατά τον 7ο αιώνα εδραιώθηκε ένα καθεστώς στο νησί γύρω από την εκμετάλλευση του νερού. Φαίνεται πως η βασιλική οικογένεια κατέλαβε στρατιωτικά τις πηγές και πουλούσε το νερό πολύ ακριβά στους κατοίκους. Διαδόθηκε κάποιος μύθος για τον ιδρυτή της δυναστείας που σκότωσε ένα δράκο, το τέρας έπεσε στο ποτάμι, μόλυνε με το αίμα του τα νερά, και μόνο τα χέρια του βασιλιά μπορούσαν να εξαγνίσουν τη μόλυνση.

Μέσα σε δύο γενιές, η κατάσταση παγιώθηκε. Η ντόπια εκκλησία (στα πρώτα χρόνια του εκχριστιανισμού) στήριξε το «υδροκρατικό» καθεστώς και απαγόρευσε στους κατοίκους να συλλέγουν το νερό της βροχής ή της πρωινής πάχνης. Ήταν, λέει, μαγαρισμένο από την «ανάσα του δράκου» και χρειαζόταν τη βασιλική ευλογία στο όνομα του Ιησού Χριστού για να καθαριστεί. Οι κάτοικοι το δέχτηκαν και αγόραζαν το νερό πιο ακριβά από οτιδήποτε άλλο, ενώ οι απείθαρχοι κλείστηκαν στα βασιλικά μπουντρούμια. Εξάλλου, πολύ δύσκολα μπορούσαν να δραπετεύσουν από το νησί με την πρωτόγονη ναυσιπλοΐα της εποχής.

Οι Σουβρητιανοί έζησαν σε μία βασανιστική κατάσταση. Ήταν μόνιμα διψασμένοι, κανείς δεν πλενόταν και δεν ξυριζόταν, ενώ η αλμύρα της θάλασσας (το ψάρεμα ήταν η κύρια ασχολία τους) έκανε τη λαχτάρα για νερό αβάσταχτη. Μια δαχτυλήθρα νερό κόστιζε τέσσερις χάλκινες κορώνες, και με την ημερήσια εργασία τους έβγαζαν (πάνω-κάτω) έξι ως εφτά λίρες (υποδιαίρεση ίση με το 1/10 της κορώνας). Ζούσαν και δούλευαν ελπίζοντας ότι κάποτε θα πιουν (τη δαχτυλήθρα τους). Κι όμως, αυτό το καθεστώς κράτησε τρεις τουλάχιστον αιώνες.

Ο μόνος φόβος της βασιλικής οικογένειας ήταν η επανάσταση. Σύντομα αναγκάστηκε να βγάλει στην αγορά, μισονόμιμα-μισοπαράνομα, το «δρακονερό» (οι ιστορικοί εικάζουν ότι ήταν λασπωμένο νερό) το οποίο πουλούσε για τρεις λίρες (τη δαχτυλήθρα, πάντα). Λίγο βοήθησε αυτό, οι ντόπιοι αγόραζαν «δρακονερό» ως την τελευταία λύση πριν την αφυδάτωση. Η βασιλική οικογένεια γρήγορα εφηύρε κι άλλο κόλπο: προσεταιρίστηκε κάποιες οικογένειες, δημιουργώντας έτσι ένα είδος αριστοκρατίας, και τους έδωσε κατοχή επί του νερού με αντάλλαγμα να τη βοηθούν στην κατάπνιξη των εξεγέρσεων. Σύντομα η αριστοκρατία έφτασε να απαριθμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, το μισό πληθυσμό του νησιού.

Επί τρεις αιώνες, λοιπόν, η Σουβρητία έζησε διαιρεμένη. Οι αριστοκράτες έφτασαν να μη δουλεύουν σχεδόν καθόλου, αφού οι υπόλοιποι έκαναν όλες τις δουλειές με αντάλλαγμα τις λίγες δαχτυλήθρες νερού από τους υδροκατόχους (με την έγκριση, φυσικά, της Σουβρητιανής Εκκλησίας).

Δύσκολο να συλλάβουμε σήμερα το πώς άντεξαν. Φαίνεται ότι, σιγά-σιγά, συνήθισαν τη μόνιμη δίψα, όπως ο διαβητικός συνηθίζει την απουσία του γλυκού από τον γευστικό του κόσμο. Οι ιστορικοί υπολόγισαν ότι οι ψυχοπαθολογικές εξάρσεις ήταν στατιστικώς υπερ-αυξημένες στο στερημένο πληθυσμό του νησιού, ενώ ένα είδος διαρκούς μελαγχολίας χαρακτήριζε τη Σουβρητιανή κουλτούρα (διαφαίνεται ακόμα και σήμερα στα λίγα τραγούδια που διασώθηκαν).

Αναπτύχθηκαν θεσμοί δουλείας όπου ένας κάτοικος έμπαινε στη δούλεψη ενός αριστοκράτη για μία πιο τακτική παροχή νερού. Κάποιοι πέθαιναν από τη δίψα, άλλοι αυτοκτονούσαν, μερικοί προσπαθούσαν να δραπετεύσουν με τα καΐκια τους για τις ακτές της μυθικής Νορβηγίας όπου «το νερό πετάγεται στα πόδια σου ελεύθερο και πηγές κελαρύζουν από την Ανατολή ως τη Δύση».

Τελικώς, οι Τεύτονες Ιππότες αποβιβάστηκαν στο νησί τον 11ο αιώνα. Η εκφυλισμένη και τεμπέλικη αριστοκρατία δεν μπόρεσε να αντισταθεί, οι Ιππότες πυρπόλησαν όλα τα σπίτια, πήραν κάποιους σκλάβους για τις Σταυροφορίες και σκότωσαν τον υπόλοιπο πληθυσμό. Τον τελευταίο βασιλιά της Σουβρητίας τον έπνιξαν μέσα σε μία στέρνα με νερό.
THE END

(Φυσικά, όλα τα παραπάνω περιγράφουν τη σημερινή πραγματικότητα, αρκεί να αντικαταστήσει κάποιος το «νερό» με το σεξ, τη «δουλεία» με το γάμο και τους «αριστοκράτες» με τις γυναίκες. Παίζει κάνα τραγουδάκι; Βεβαίως, αυτό)

5 σχόλια:

  1. "...χωρίζει ενώνοντας τη Δανία από τη Νορβηγία"
    Μήπως εννοείς τη Δανία απο τη Σουηδία;

    Πάντως κάτι ξαδέρφια τους λίγο πιο Βορειοανατολικά συνεχίζουν μέχρι σήμερα. Εμπορεύοντε, duty free, τα ούρα του Δράκου (57% Alcohol)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σουηδία, Νορβηγία, πλαστά διλήμματα. Ποια η διαφορά;

    Ωραίο το motorship Mariella. Έχεις πιει absynth; Πώς είναι, τι γεύση έχει;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Είχα πιεί πρίν πάω εκεί...Κάποιος είχε φέρει ένα για δώρο σε ένα φίλο...Είναι φαρμάκι σκέτο...κοντά στο 70% με πράσινο χρώμα, αλλά μετά απο κανα δυό ποτήρια μουδιάζει το στόμα σου και "τραβιέται" πιο εύκολα :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. αυτό είναι που λένε το νερό νεράκι;

    (το ρίχνει κανείς στο αστείο για να μην τον τσακίσει η οργή και η φρίκη).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Υπήρχαν κρυμμένα μηνύματα στο κείμενο που έλπιζα να τα περάσω στο ντούκου, όμως με ξεσκέπασαν τα παιδιά στο Buzz!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.