Σαν Βγεις Στον Πηγαιμό Για Την Τσετσενία
Αυτός ο Οίκος του Θεού
Είναι εταιρεία πλουτισμού
Με κεφάλαια, μετοχές
Απασχολεί επενδυτές
Θα πάω στο Τατζικιστάν (δίπλα από το Ουζμπεκιστάν)
Το τυρί μου κατσικίσιο, το ψωμί μου τατζικίσιο.
Είδα εκεί, στην Τσετσενία
Τον Σταμούλη, το λοχία
Παλιό μου συμπολεμιστή
Που του ‘λειπε το ένα αυτί
Του Αλλάχ το φάγαν οι πιστοί.
Κάποτε στο Άγιο Όρος είχα πάει για ρηλάξ
Μα ο Θεός κι ο Εωσφόρος με τραβάγαν εναλλάξ.
Τώρα εδώ, στην Τσετσενία
Πίνουμε βότκα και κρασί
Πώς καταντήσαμε, λοχία
Δύο Τσετσένοι, εγώ κι εσύ.
Καλάσνικοφ στη Λειτουργία
Μολότοφ στη Μετάληψη!
Φως Και Σκοτάδι
Η Νόι όμως είναι και κάτι ακόμα. Είναι ένας άνθρωπος-που-μπορεί-να-σκοτώσει. Ω, ναι! Δυσπιστείς γιατί δεν την έχεις δει τυφλωμένη από την οργή. Και μακάρι να μην τη δεις ποτέ σου. Θα διαπιστώσεις ότι είναι αλήθεια, πράγματι, ένα τέτοιο πανέμορφο πλάσμα μπορεί να μεταμορφωθεί σε διασταύρωση Δαίμονα της Τασμανίας με τυφώνα Κατρίνα. Κατόπιν, δε θα έχεις και πολλά να διαπιστώσεις γιατί θα προσπαθείς απλώς να σταματήσεις την αιμορραγία.
Η Νόι μπορεί να σου κόψει το λαρύγγι ενώ κοιμάσαι. Ακόμα περισσότερο, μπορεί να κρατήσει το μαχαίρι απέναντί σου και να σου κόψει το λαρύγγι ενώ εσύ παλεύεις να αμυνθείς. Ακόμα περισσότερο, μπορεί να σταθεί απέναντί σου χωρίς μαχαίρι, χωρίς τίποτα, και να ψάξει επιτόπου να βρει τι μπορεί να χρησιμοποιήσει για να σου κόψει το λαρύγγι. Μην ξεγελαστείς από την ομορφιά της. Μην ξεχάσεις ποτέ ότι έχεις να κάνεις με έναν άνθρωπο-που-μπορεί-να-σκοτώσει.
Η ζωή την ανάγκασε να γίνει έτσι. Δεκατριών χρονών έχασε τον πατέρα της, ενώ η μητέρα της έφυγε και την άφησε στην επίβλεψη ενός θείου. Αυτός την αγαπούσε σαν δικό του παιδί, όμως μετά από δύο χρόνια πέθανε κι εκείνος, κι η Νόι έμεινε ουσιαστικά μόνη στον κόσμο. Από δεκαπέντε χρονών έμαθε να δουλεύει, να τα βγάζει πέρα μόνη της και να φροντίζει τον εαυτό της. Σήμερα είναι είκοσι τριών όμως, όπως λέει κι η ίδια, «δεν αισθάνομαι ότι η ζωή μου είναι στην αρχή της, νιώθω σαν να έχω κάνει ήδη πάρα πολλά». Σκέψου πού ήσουν εσύ στα δεκαπέντε, σκέψου πώς αισθανόσουν εσύ στα είκοσι τρία. Αυτό που κατάλαβε πολύ γρήγορα η Νόι, σε αντίθεση με σένα και μένα, είναι ότι για να σε σέβονται, θα πρέπει να μπορείς να γίνεσαι επικίνδυνος. Και να το δείχνεις.
«Δε με παρατάς ήσυχη;» της είπε η άλλη κοπέλα με την οποία δούλευαν μαζί στην κουζίνα ενός εστιατορίου, όταν η Νόι (δεκαεφτά χρονών τότε) της επισήμανε ότι πρέπει να σταματήσει να παίζει με το κινητό και να κάνει κάποια δουλειά. Την επόμενη στιγμή, κινητό και κοπέλα ήταν στο πάτωμα, ενώ το χαστούκι ακούστηκε σ’ όλη την κουζίνα. «Σήκω κι έλα να βοηθήσεις αμέσως!». Το πρόσωπο της Νόι ήταν κατακόκκινο.
Την άλλη μέρα, η κοπέλα έφερε τον φίλο της στη δουλειά για να δείρει τη Νόι. «Έλα λίγο εδώ...» της είπε αυτός, ένα κεφάλι ψηλότερός της και με τις φλέβες να πετάγονται στα μπράτσα του.
Η Νόι στάθηκε απέναντί του. Οτιδήποτε κι αν του έλεγε, θα ήταν απλώς η αφορμή για το ξύλο που θα ακολουθούσε. «Χτύπα με», του είπε τελικά. «Όμως κάν’ το καλά, ε; Να πέσω ξερή. Γιατί αλλιώς θα χτυπήσω εγώ. Και θα χτυπήσω για να σε σκοτώσω». Ο τύπος τελικά δεν τη χτύπησε. Δεν είχε έρθει προετοιμασμένος να τη ρίξει ξερή.
Έχω γνωρίσει κάποιους σκληρούς ανθρώπους στη ζωή μου, ανθρώπους-που-μπορούν-να-σκοτώσουν. Νομίζω ότι τελικά η Νόι είναι ο σκληρότερος από όλους. Γιατί είναι ίσως ο μόνος από αυτούς που όταν θυμώνει, δεν υπολογίζει τίποτα. Οτιδήποτε βρίσκεται γύρω της μπορεί να σπάσει, να εκτοξευτεί, να χρησιμοποιηθεί ως όπλο. Πρώτα ουρλιάζει και χτυπάει, και μετά αντιλαμβάνεται τις συνέπειες των πράξεών της.
Το πιο ενδιαφέρον όμως στην ιστορία της Νόι, είναι ότι αυτός ο εν δυνάμει άγριος και σκληρός άνθρωπος έχει ιερά και όσια. Η Νόι ζει για τη μικρή της αδερφή και τον ανηψιό της: «Αν δεν υπήρχαν αυτοί, δε θα ‘χα λόγο να υπάρχω κι εγώ». Τους υπεραγαπάει, τους λατρεύει. Και τους έχει αναλάβει και τους δυο υπό την κηδεμονία της (μια κοπέλα είκοσι τριών χρονών, ε;). Είναι τα παιδιά της. Αν δεν ήταν αυτοί οι δύο άνθρωποι, η Νόι δε θα γινόταν τέτοιο αγρίμι όταν θυμώνει, δε θα είχε ήδη στο ιστορικό της ξυλοδαρμούς γυναικών και αντρών. Η ύπαρξή τους της δίνει την αναγκαία ώθηση για να ξεπεράσει τα άκρα σε στιγμές οργής, να μην υπολογίζει τίποτα και κανέναν.
Αγάπη και αγριάδα. Τρυφερότητα και σκληρότητα. Φως και σκοτάδι. Να είσαι προσεκτικός με τον άνθρωπο που έχει ιερά και όσια: ένα μέρος του εαυτού του μπορεί να βρίσκεται έξω από το Κοινωνικό Συμβόλαιο και τον πολιτισμό.
UPDATE. Σάββατο πρωί, 23 Οκτωβρίου 2010: Απίστευτο! Την ώρα που έγραφα αυτό το post χθες βράδυ, την ίδια ώρα πέθαινε η αδερφή της!... Είχαμε συναντηθεί χθες το μεσημέρι στο διάλειμμα της δουλειάς της και μιλήσαμε, ανάμεσα στ' άλλα, και για την αδερφή της. Βρισκόμασταν σε μια high-class περιοχή της πόλης και σχολιάζαμε τους επώνυμους που κυκλοφορούσαν εκεί γεμάτοι έπαρση. "Όλοι αυτοί δεν ξέρουν ότι μια μέρα θα πεθάνουν", είπα, "νομίζουν ότι είναι αθάνατοι". Αργότερα το έφερε η κουβέντα για τον Χριστιανισμό και τον Χριστό. Με ρώτησε για τον σταυρικό του θάνατο και της εξήγησα ότι ο άνθρωπος στο σταυρό πεθαίνει από ασφυξία. Ο οποιοσδήποτε εσταυρωμένος πασχίζει να πάρει ανάσα, ενώ από τη διαρκή αιμορραγία ο οργανισμός του γίνεται όλο και πιο αδύναμος, μέχρι που δεν μπορεί πλέον να ανασηκωθεί ελάχιστα για να αναπνεύσει.
"Πώς πέθανε η αδερφή σου;" πρόλαβα να τη ρωτήσω στο τηλέφωνο.
"Δεν μπόρεσε να αναπνεύσει" μου εξήγησε. "Από μικρή είχε προβλήματα με την αναπνοή της και έπαιρνε φάρμακα. Χθες το βράδυ κόπηκε η ανάσα της, την τρέξαμε βιαστικά στο νοσοκομείο και πέθανε εκεί".
Χθες μιλούσαμε για την αδερφή της, για θάνατο, για θάνατο από ασφυξία. Μέσα σε λίγες ώρες, όλα αυτά συνδυάζονται και γίνονται πραγματικότητα - τη στιγμή μάλιστα που σκέφτομαι ότι ορισμένα σημεία γύρω από αυτήν και την ιστορία της αξίζουν τον κόπο να ειπωθούν και να δημοσιευτούν, και γράφω το παραπάνω κείμενο!... Δε θα της πω για το blog και για το post. Δε θα της θυμίσω τη χθεσινή κουβέντα. Θα τη δω σε λίγο. Ακόμα ακούγεται σοκαρισμένη στο τηλέφωνο.
Ανακοινωθέν Ι
Τα πάντα γκρι και τα κοάλα μπεζ.
Τρία Τα Χελιδόνια
Ένας νεοσσός είναι σχεδόν καταδικασμένος εκτός φωλιάς. Ο οργανισμός του είναι τόσο ευαίσθητος ώστε και με την παραμικρότερη κακουχία, η υγεία του μπορεί να περάσει σε μη-αντιστρεπτό στάδιο και να πεθάνει από στιγμή σε στιγμή. Ένα μικρό πουλί μπορεί ακόμα και να σου μείνει στο χέρι καθώς το κρατάς, το στρες της επαφής με τον άνθρωπο είναι δυσβάσταχτο, οπότε όσο λιγότερο το πιάνεις, τόσο το καλύτερο. Ακόμα όμως και να καταφέρεις να το μεγαλώσεις επιτυχημένα, πάλι η ζωή του παίζεται κορώνα-γράμματα. Τα πουλιά χρειάζονται τους γονείς τους για να μάθουν να πετούν, να βρίσκουν τροφή και να αποφεύγουν τους εχθρούς. Μόνα τους, χωρίς να έχουν μάθει τις απαραίτητες δεξιότητες, συνήθως κόβονται γρήγορα στον αμείλικτο ΑΣΕΠ της φύσης.
Τον Ιούνιο που μας πέρασε, λοιπόν, ανέλαβα δυο χελιδονάκια νεοσσούς. Τα βρήκε ένας φίλος στο χώμα κι ήταν τόσο μωρά, που ακόμα δεν είχαν βγάλει πούπουλα και διατηρούσαν το βρεφικό τους χνούδι. Μόλις λίγων ημερών. Τα βάλαμε σ' ένα κουτί παπουτσιών στο μπαλκόνι και τα ταΐζαμε κάθε μέρα ασπράδι αυγών και μουσκεμένη γατοτροφή. Έτρωγαν σαν νεοδημοκράτες υπουργοί! Με το που πλησίαζε το δάχτυλο με το φαγητό, άνοιγαν μια στοματάρα μεγαλύτερη από το κεφάλι τους. Τελικά ο ένας δεν άντεξε. Μετά από 2-3 μέρες, τον βρήκα πιο ακλόνητο κι από τις πεποιθήσεις της Παπαρήγα. Ο άλλος όμως ήταν ζωηρός, κάθε μέρα τον έβρισκα διαφορετικό, έβγαζε πούπουλα, μεγάλωνε, κι έτρωγε σαν νεοδημοκράτης υπουργός που έμεινε δύο τετραετίες μακριά από την κυβέρνηση.
Το αρσενικό γένος είναι εντελώς τυχαίο. Δεν έμαθα ποτέ αν ήταν αγόρια ή κορίτσια.
Τελικά και μετά από δύο βδομάδες, ο δικός σου δεν άντεχε να μένει άλλο μέσα στο κουτί. Έβγαινε έξω, κούρνιαζε στις γλάστρες του μπαλκονιού, άρχιζε να κάνει άλματα όλο και μεγαλύτερα, όλο και μεγαλύτερα, ώσπου ένα μεσημέρι... σηκώθηκε, πέταξε πάνω από τα κάγκελα του μπαλκονιού, έκανε μια μεγάλη στροφή στον αέρα, πέρασε ανάμεσα από δύο πολυκατοικίες απέναντι κι έκτοτε δεν τον ξανάδα.
Ποιος ξέρει τώρα πού να 'ναι... Η γειτονιά ήταν γεμάτη χελιδόνια εκείνο το μεσημέρι. Θέλω να πιστεύω ότι τα τιτιβίσματα και οι φιγούρες τους ξύπνησαν τη χελιδονοσύνη μέσα του, οπότε έφυγε για να βρει το σμήνος, έσμιξε μαζί τους κι έμαθε πλάι τους να βρίσκει τροφή, να κουρνιάζει σε προστατευμένα μέρη, να πετάει κανονικά κ.λπ. Μπορεί όμως και να πέθανε από την πείνα μόνος του. Ή να τον έκανε μεζεδάκι καμιά γάτα. Για 15 μέρες τον φρόντιζα εγώ, μετά τον ανέλαβε ο Θεός. Τουλάχιστον όμως αυτός μπόρεσε και πέταξε. Ο αδερφός του γεννήθηκε, έζησε (ελάχιστα) και πέθανε χωρίς να καταλάβει τι ρόλο παίζουν οι φτερούγες του.
Σκέφτομαι λοιπόν ότι αυτός ο κόσμος έχει τρία είδη χελιδονιών. Ο Ελύτης έκανε λάθος, δεν είναι ένα το χελιδόνι, υπάρχουν: 1) τα χελιδόνια που απλώς ζούνε λίγες μέρες και μετά πεθαίνουν, 2) τα χελιδόνια που τουλάχιστον καταφέρνουν να πετάξουν, έστω και λίγο, προλαβαίνουν όμως να κάνουν το κατ' εξοχήν πράγμα που κάνει ένα πουλί, 3) τα χελιδόνια που μεγαλώνουν, πετάνε, βρίσκουν τροφή, χτίζουν φωλιές, κάνουν οικογένειες, κάνουν το αποδημητικό ταξίδι στην Αφρική κ.λπ.
Ποιος ξέρει τι σκοπό εκπληρώνουν τα τρία είδη χελιδονιών; Πάντως, αυτό που δεν συνειδητοποιούμε είναι ότι για να υπάρχει γύρω μας η φύση έτσι όπως την ξέρουμε, χρειάζονται και τα τρία είδη. Ίσως αν όλα γίνονταν Χελιδόνια Νο 3, η μείωση του αριθμού των εντόμων να οδηγούσε σε κατάρρευση οικοσυστημάτων, με κάποιον τρόπο. Ίσως. Πάντως, μαζί με το χελιδόνι που πετάει με το σμήνος του προς την Αφρική, πάει πακέτο και το χελιδόνι που ψυχορραγεί στο χώμα, καθώς και το άλλο χελιδόνι που αγωνίζεται μόνο του να καταλάβει πώς λειτουργεί αυτός ο κόσμος, που διαπιστώνει ότι η Άνοιξη ακριβή, για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Όλα έχουν τη θέση τους, για όλα έχει ένα σχέδιο ο Θεός (αν διαφωνείς με τη λέξη, βάλε "η Φύση" ή "η Οικολογική Πίεση").
Νιώθω ικανοποιημένος. Εκπλήρωσα και με το παραπάνω τον σκοπό για τον οποίο γεννήθηκα. Ποιος άλλος μπορεί να το πει αυτό; Ήμουν ταγμένος από γεννησιμιού μου για Χελιδόνι Νο 1, όμως τουλάχιστον κατάφερα να πετάξω, έστω και ελάχιστα. Έγινα Χελιδόνι Νο 2. Από δω και μπρος, είναι στο χέρι του Θεού αν θα ζήσω τρεις βδομάδες, τρεις μήνες, τρία χρόνια ή τρεις δεκαετίες. Εγώ πάντως το καθήκον μου το έκανα.