Αφορμή αυτού του κειμένου ήταν μια ιντερνετική συζήτηση για τα αριστερά / επαναστατικά κόμματα, τη χρησιμότητα και τους περιορισμούς τους. Μια άποψη που διατυπώθηκε ήταν ότι τα κόμματα αυτά είναι εργαλεία, όπως το μαχαίρι που μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για να κόψεις ψωμί ή λαιμούς.
Τα κορμιά και τα μαχαίρια, έλεγε το τραγούδι της Αρβανιτάκη,
αν βρεθούν σε λάθος χέρια, κάποιος χαλασμός θα γίνει και ποιος φέρει την ευθύνη. Το ίδιο και τα κόμματα: είναι οργανώσεις για την προώθηση κάποιων ιδεωδών, που απλά μπορεί να βρεθούν σε λάθος χέρια και να εκτροχιαστούν από τους σκοπούς τους. Μια άλλη άποψη που διατυπώθηκε ήταν ότι τα πράγματα είναι πιο σύνθετα.
Εδώ θα υποστηρίξω το δεύτερο: ένα κόμμα δεν είναι εργαλείο «όπως το μαχαίρι». Στην πραγματική ζωή τα πράγματα είναι αρκετά πιο πολύπλοκα, τόσο στα κόμματα όσο και στα μαχαίρια. Για να ξεκινήσουμε, ούτε καν το ίδιο το μαχαίρι δεν είναι εργαλείο «όπως το μαχαίρι»:
Τα Μαχαίρια
Μπορεί να έχετε ακούσει
τη γνωστή φράση της Σου Τσι: «Δεν είναι το ίδιο ένας άνθρωπος με όπλο στο χέρι κι ένας χωρίς όπλο. Αυτός ο δεύτερος προσπαθεί περισσότερο να χρησιμοποιήσει το μυαλό του, τη συμπόνοια του και την ευφυΐα του για να βρει λύση σε μια διένεξη». Δηλαδή όταν είσαι οπλισμένος, τείνεις να κολλάς ανυποχώρητα στη δική σου θέση. Δεν είναι καν ανάγκη να χρησιμοποιήσεις το όπλο: και μόνο που το φέρεις, αλλάζει όλη η στάση σου. Όταν όμως δεν είσαι οπλισμένος, τείνεις να καταβάλεις προσπάθεια να κατανοήσεις τον άλλον, την οπτική του γωνία, να τον πείσεις, να τον συγκινήσεις, να τον γοητεύσεις, να τον κάνεις να δει τη δική σου πλευρά... τέτοια πράγματα. Το όπλο είναι σαν την πρέζα: δεν είσαι ο ίδιος άνθρωπος πριν και μετά την κατοχή της.
Κάτι παρόμοιο
επισημαίνει κι ο Evan Selinger: «Όταν κάποιος έχει όπλο, ο κόσμος όλος αλλάζει γι’ αυτόν ... είναι ευκολότερο να γίνει παράτολμος και θερμοκέφαλος». Δηλαδή, το αντίθετο από αυτό που λέει η Αρβανιτάκη (
τα κορμιά και τα μαχαίρια, αν βρεθούν σε λάθος χέρια κ.λπ.): είναι το ίδιο το μαχαίρι που κάνει το χέρι πίσω του να γίνει λάθος.
Το ίδιο επισημαίνει και ο Jay Livingston. Κάτι πολύ σάπιο μοιάζει να υπάρχει στην αμερικάνικη κοινωνία... Αστυνόμοι σκοτώνουν πολίτες σε ποσοστά αδιανόητα για την Ευρώπη (αλλά και πολίτες σκοτώνουν αστυνόμους σε εξίσου αδιανόητα ποσοστά), μαθητές ανοίγουν πυρ στο σχολείο κι όποιον πάρει ο χάρος, τι στο καλό συμβαίνει; Είναι οι αμερικάνοι μαθητές, αστυνόμοι, πολίτες πιο ανισόρροποι από αυτούς της Ευρώπης; Είναι περισσότερες οι διαλυμένες οικογένειες, οι ακατάλληλοι γονείς, οι ψυχοπαθολογικές περιπτώσεις; Μήπως είναι η βία που απεικονίζεται στην TV, σε ταινίες και σε βιντεοπαιχνίδια; Τίποτα από αυτά, λέει ο Jay Livingston: απλά στις ΗΠΑ κυκλοφορούν πολλά όπλα.
«Πιστεύω ότι αυτό που εξηγεί ένα μεγάλο μέρος της διαφοράς ΗΠΑ/Βρετανίας [στους θανάτους πολιτών από αστυνόμους και αστυνόμων από πολίτες] είναι τα όπλα. Οι περισσότεροι Βρετανοί αστυνόμοι δεν οπλοφορούν ... Όσο πιο πολλοί αστυνόμοι με όπλα, τόσο περισσότεροι θάνατοι. Αλλά και όσο περισσότεροι πολίτες με όπλα, τόσο περισσότεροι σκοτωμένοι αστυνομικοί. Χάρη στη βιομηχανία των όπλων και στα φερέφωνά της, οι Αμερικάνοι αστυνομικοί δουλεύουν σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε όπλα» (από εδώ).
Το ίδιο και για τα μακελειά στα σχολεία. Συνήθως την επομένη του μακελειού, ο αμερικάνικος Τύπος προσπαθεί να καταλάβει τι ήταν αυτό που έκανε έναν νορμάλ, κατά τεκμήριο, μαθητή να διαπράξει τέτοιο έγκλημα. Τελικά, αυτά που συνήθως ανακαλύπτει είναι τετριμμένα: κάποιος καυγάς με τους συμμαθητές ή τους γονείς του, μια συναισθηματική απογοήτευση, άντε κάποιο ρατσιστικό σχόλιο. Τα ίδια ακριβώς βάσανα που ταλανίζουν εκατομμύρια μαθητές σε όλον τον κόσμο όμως δεν καταλήγουν σε μακελειά. Δηλαδή, δε σημαίνει αναγκαστικά ότι οι ΗΠΑ έχουν περισσότερα ανισόρροπα παιδιά. Σημαίνει απλά ότι στις ΗΠΑ είναι πολύ πιο εύκολο για έναν μαθητή να βρει όπλο και να κάνει πρώτο θέμα στις ειδήσεις τα προβλήματά του – τα ίδια ακριβώς προβλήματα που μοιράζεται με αμέτρητους μαθητές σε όλον τον κόσμο. Δεν είναι ένα όπλο που βρέθηκε σε λάθος χέρια, είναι ότι το ίδιο το όπλο κάνει το χέρι πίσω του να γίνει λάθος:
«Η σημαντική διαφορά [των ΗΠΑ από την Ευρώπη] μοιάζει ότι είναι τα όπλα. Αυτός είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο ... Κι όταν η παρουσία του ελέφαντα δεν μπορεί πλέον να περάσει απαρατήρητη, τότε οι εκπρόσωποι του ελέφαντα βιάζονται να μας πουν ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να συζητήσουμε για την οπλοκατοχή. Οπότε μιλάμε για βίαια βιντεοπαιχνίδια, για ψυχολογικές εκτιμήσεις, για ακατάλληλους γονείς και οτιδήποτε άλλο, μέχρι να γίνει το επόμενο μακελειό» (από εδώ)
Λοιπόν, τα μαχαίρια και τα όπλα δεν είναι ουδέτερα αντικείμενα τα οποία μπορεί κάποιος, ανάλογα με το ηθικό του φορτίο, να χρησιμοποιήσει για οφέλιμους ή καταστρεπτικούς σκοπούς. Η ίδια η κατοχή (ή η εύκολη πρόσβαση) σ’ ένα όπλο κάνει τον κάτοχο να σκέφτεται διαφορετικά, να αντιλαμβάνεται κάποιες μόνο δυνατότητες σε μια διένεξη, αυτές κι όχι άλλες. Η παρομοίωση με την πρέζα είναι καταλληλότερη εδώ.
Η παρομοίωση με την πρέζα είναι επίσης καταλληλότερη και για τα (αριστερά / επαναστατικά) κόμματα.
Τα Κόμματα
Στον Πολίτη Κέιν, ο Όρσον Ουελς παρουσίαζε την περίπτωση ενός ανθρώπου που από αντισυστημικός και ριζοσπάστης, μετατράπηκε σταδιακά σε μέρος του συστήματος το οποίο κάποτε πολεμούσε. Δεν ήταν κάτι που έκανε συνειδητά, δεν αποφάσισε κάποια στιγμή να αλλοτροιωθεί και να ξεπουληθεί. Αντίθετα, συνέχισε να παραμένει ειλικρινής και γνήσιος ως το τέλος. Ούτε ο ίδιος όμως δεν κατάλαβε πώς άλλαζε σταδιακά η νοοτροπία του, πόσο εκλογίκευε τις ηθικές υποχωρήσεις του και τις δικαιολογούσε στον εαυτό του. Ας το βαφτίσουμε αυτό «κεϊνοποίηση»: η ειλικρινής, ασυνείδητη και σε βάθος χρόνου μετατροπή κάποιου σε Πολίτη Κέιν. Τα περιστατικά στην ταινία είναι βέβαια φανταστικά...
Ας πάμε σε πραγματικά περιστατικά. Ο Josep Llobera στο
The God of Modernity κάνει μια ωραία παρατήρηση για το πώς άλλαζε η έννοια της λέξης «επαναστατικός» κατά την πορεία της Γαλλικής Επανάστασης. Στα πρώτα χρόνια, μέχρι περίπου το 1792, «επαναστατικός» σήμαινε ό,τι ευθυγραμμιζόταν με τις νέες αξίες, νοοτροπίες, θεσμούς, ιδέες που βγήκαν εκρηκτικά στην επιφάνεια (π.χ. «επαναστικό κείμενο» = κάποιο που αρνείτο τα εκ γενετής προνόμια των αριστοκρατών). Από το 1792 και μετά, «επαναστατικός» άρχισε να σημαίνει οτιδήποτε βοηθούσε στην επιβίωση της ίδιας της Επανάστασης, στην άμυνά της από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς (π.χ. «επαναστατικό μέτρο» = μέτρο ενάντιο στους Γιρονδίνους). Η Γαλλική Επανάσταση ήταν ένα ζώο που γεννήθηκε να υπηρετήσει κάποιους διακηρυγμένους στόχους, πολιτικούς και κοινωνικούς, κατά την πορεία όμως απέκτησε τους δικούς του σκοπούς και προτεραιότητες, τη δική του ζωή. Δεν το λέω ως αναγκαστικά κακό, απλά ως κάτι που συμβαίνει. Δηλαδή, δεν είναι ότι η Επανάσταση βρέθηκε σε λάθος χέρια, όπως στο τραγούδι της Αρβανιτάκη, είναι ότι η ίδια η Επανάσταση αλλάζει τα χέρια πίσω της.
Ας πάμε όμως και στον κόσμο των ΜΚΟ.
Διάβασα εδώ τον Κάρλο Πετρίνι να λέει για «τις μεγάλες ΜΚΟ που ξεκίνησαν με ευγενή κίνητρα και
κατέληξαν να αποτελούν οργανώσεις που ενδιαφέρονται μόνο να πληρώνουν
τους μισθούς στους υπαλλήλους τους». Αυτή είναι και η εικόνα που έχω σχηματίσει εγώ για τις ΜΚΟ στον Τρίτο Κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές ξεκινάνε να βοηθήσουν εκεί όπου υπάρχει ανάγκη (στους πρόσφυγες, στα ορφανά, στα απειλούμενα είδη, στους αλκοολικούς κ.α.) και πράγματι, κατά τα αρχικά τους βήματα, κάνουν σημαντική δουλειά. Στην πορεία όμως τα πράγματα αλλάζουν. Οι ΜΚΟ παύουν να είναι κάτι αφοσιωμένο στην υπηρεσία ενός σκοπού και μετατρέπονται οι ίδιες σε αυτοσκοπό. Δηλαδή, λειτουργούν με τέτοιον τρόπο ώστε όχι ακριβώς να κάνουν δουλειά αλλά
να συνεχίζει να υπάρχει το μαγαζί.
Τα έγραφα εδώ αναλυτικότερα, εν συντομία το θέμα έχει ως εξής:
Πίσω από πολλές ΜΚΟ είναι άνθρωποι που ξεκινάνε με ιδεαλισμό και αυταπάρνηση. Βάζουν χρήματα από την τσέπη τους, δουλεύουν αμέτρητες ώρες και τους χάνουν από τα σπίτια τους. Σε κάποια στιγμή όμως κουράζονται. Έχουν και μια προσωπική ζωή, μια οικογένεια, μια δουλειά, δεν είναι δυνατόν να τα θυσιάζουν συνεχώς ούτε να λείπουν όλα τα βράδια από το σπίτι ούτε μόνιμα να βάζουν χρήματα από την τσέπη τους. Άνθρωποι είναι κι αυτοί στο κάτω-κάτω. Οπότε κεϊνοποιούνται. Δηλαδή, μεταμορφώνονται και μαθαίνουν την υψηλή τέχνη του να υποβάλουν πειστικές αιτήσεις χρηματοδότησης σε οργανισμούς ή ιδιώτες (συνοδευόμενες από τα κατάλληλα βιογραφικά, συστατικές επιστολές, εχέγγυα). Αιτήσεις που ζητάνε χρήματα και υπόσχονται κάποιο αποτέλεσμα, διατυπωμένες με τον σωστό τρόπο ώστε οι ΜΚΟ να μπορούν να λένε τελικά ότι κατάφεραν τον στόχο τους – όχι να καταφέρουν τον στόχο τους, αλλά να μπορούν να το λένε. Στη ζωή υπάρχει αβυσσαλέα διαφορά ανάμεσα στο «έκανα το Χ» και στο «μπορώ να λέω ότι έκανα το Χ». Οπότε η ΜΚΟ συνεχίζει να υπάρχει, συνεχίζουν να πληρώνονται οι υπάλληλοι και οι λογαριασμοί, να έχει μελάνια ο εκτυπωτής, τα πρότζεκτ συνεχίζουν να καταλήγουν μια τρύπα στο νερό, κι ο ΟΗΕ συνεχίζει να προβληματίζεται ότι κάθε χρόνο πετιούνται δισεκατομμύρια δολάρια για την καταπολέμηση της φτώχειας στον Τρίτο Κόσμο με πενιχρά αποτελέσματα. Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν.
Λοιπόν, κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τα κόμματα. Ο Περισσός είναι ένα οικείο σε όλους μας παράδειγμα. Στο κομματικό website διαβάζω για το ΚΚΕ: «έχει στρατηγικό στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού», «συμμαχία και πάλη για την ανατροπή». Πράγματι, αυτοί είναι οι διακηρυγμένοι στόχοι του Περισσού. Δεν αμφιβάλλω ότι όλα ή τα περισσότερα στελέχη του κόμματος το πιστεύουν με την καρδιά τους. Ο πραγματικός όμως στόχος του Περισσού είναι άλλος και είναι πολύ πιο απλός:
να συνεχίσει να υπάρχει το μαγαζί. Ακόμα και στο εντελώς πρακτικό επίπεδο: μισθοδοσία, να πληρώνονται οι λογαριασμοί, να κυκλοφορεί ο Ριζοσπάστης, να έχει μελάνια ο εκτυπωτής κ.λπ. Σε στρατηγικό επίπεδο, το
να συνεχίσει να υπάρχει το μαγαζί μεταφράζεται:
να φαίνεται ότι έχει λόγο ύπαρξης η κομματική γραφειοκρατία, οπότε γνώμονας στις τοποθετήσεις και τις αποφάσεις του Περισσού είναι ότι αυτές πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να διακρίνουν το κόμμα από οτιδήποτε το απειλεί στα δεξιά του (εύκολο) ή στα αριστερά του (πιο δύσκολο). Ακόμα κι αν αύριο πράγματι συνέβαινε η ανατροπή του καπιταλισμού και η οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού, ο Περισσός θα την αρνείτο και θα έβρισκε προβλήματα, διότι αλλιώς θα έπαυε να έχει λόγο ύπαρξης η κομματική γραφειοκρατία.
Για να μην κολλήσουμε στον Περισσό, κάτι αντίστοιχο διαφαίνεται επίσης και στον ΣΥΡΙΖΑ, στην ηγετική ομάδα γύρω από τον Τσίπρα. Και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ επίσης: μοιάζει ότι ο λόγος ύπαρξής της είναι να λέει 2 εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ λέει 1. Αν, στο ίδιο θέμα, ο ΣΥΡΙΖΑ αύριο βγει και πει 2, τότε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πει 3 μόνο και μόνο για να υπερθεματίσει έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Είπαμε όμως:
πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει το μαγαζί. Τα κόμματα, όπως και τα μαχαίρια, αλλάζουν τους ανθρώπους από πίσω τους.
Να μην παρεξηγηθώ: δεν λέω αναγκαστικά ότι όλα τα (αριστερά / επαναστατικά) κόμματα είναι μοιραίο να αποτύχουν να υπηρετήσουν τους διακηρυγμένους στόχους τους. Δεν λέω κάτι τέτοιο. Μπορούν πράγματι να τους υπηρετήσουν, όμως με τον τρόπο της γλάστρας που ποτίζεται μαζί με τον βασιλικό. Οι διακηρυγμένοι στόχοι είναι η γλάστρα, ο βασιλικός είναι
να μην κλείσει το μαγαζί. Πρακτικά μιλώντας, αυτό σημαίνει ότι όλο και περισσότερα μέλη και στελέχη θα αρχίσουν, σταδιακά και ασυνείδητα, να ταυτίζουν την επιβίωση του κόμματος με τις διακηρυγμένες ιδέες του, να εκλαμβάνουν αυτό που θίγει τα κακώς κείμενα μέσα στο κόμμα ως κάτι που επιτίθεται στις διακηρυγμένες ιδέες, να βλέπουν ως «επαναστατικό» όχι ακριβώς αυτό που είναι όντως επαναστατικό αλλά αυτό που βοηθάει το μαγαζί να συνεχίσει να υπάρχει. Όπως ακριβώς έγινε με τους Γάλλους επαναστάτες. Δεν είμαι καν σίγουρος ότι είναι αντι-λενινιστικό αυτό που λέω. Δεν αρνούμαι αναγκαστικά την ιδέα της επαναστατικής πρωτοπορίας και του κόμματος-ως-προμαχώνα-της-επανάστασης, λέω μόνο ότι στην πραγματική ζωή... δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.
(Παρένθεση: Στη ζωή δεν χάνεις ποτέ άμα στοιχηματίσεις ότι, σε οποιοδήποτε θέμα, τα πράγματα στην πράξη θα αποδειχθούν σημαντικά πιο πολύπλοκα από ό,τι στις πρότερες θεωρητικές & στοχαστικές συλλήψεις. Είναι στοίχημα με 100% σίγουρη απόδοση)
Μακάρι η ζωή να ήταν τόσο ευθύγραμμη, οι φωτισμένες συνειδήσεις, ενισχυμένες μέσα από την οργάνωση ενός κόμματος, να μεταφράζονταν απευθείας σε εναρμονισμένα αποτελέσματα. Μακάρι. Στην πραγματική ζωή, τα κόμματα τείνουν να αποκτούν τη δική τους συνείδηση, μόνο και μόνο επειδή παγιώθηκαν ως κόμματα. Τα μέλη κεϊνοποιούνται, τόσο τα στελέχη όσο και η βάση, χωρίς αυτό να σημαίνει αναγκαστικά ότι ξεπουλιούνται και προδίδουν την επαναστατική ιδέα• μπορεί να συνεχίζουν να υπηρετούν την επαναστατική ιδέα, όμως ως παραπροϊόν, με τον τρόπο της γλάστρας που ποτίζεται κοντά στον βασιλικό. Κι αυτό μπορεί να είναι από ελάχιστα κακή έως εξαιρετικά κακή είδηση, ανάλογα με την περίπτωση. Απλά ας μην ξεχνάμε ότι ο πρωταρχικός σκοπός ενός κόμματος είναι πάντα
να συνεχίσει να υπάρχει το μαγαζί. Όλα τα υπόλοιπα έπονται.
Τελικά, οι παραπάνω επισημάνσεις δεν είναι άσχετες με παρόμοιες κριτικές που έχουν διατυπωθεί για τον θεσμό της
γραφειοκρατίας. Όλες οι μεγάλες γραφειοκρατίες – ΜΚΟ, κόμματα, Εκκλησία, ΟΗΕ, οτιδήποτε – υπόκεινται σε παρόμοια φαινόμενα, παρουσιάζουν παρόμοιες εγγενείς τάσεις, άσχετα ποιοι είναι οι τυπικοί στόχοι τους. Δηλαδή τείνουν να αποκτούν τη δική τους ζωή, να αναδεικνύουν τις μετριότητες (
Peter Principle:
τα μέλη μιας ιεραρχίας προωθούνται μέχρι τη βαθμίδα που ταιριάζει στην ανικανότητά τους), και να γίνονται αυτοσκοπός οι ίδιες από εκεί που κάποτε ήταν μέσο στην υπηρεσία ενός σκοπού.
Υστερόγραφο
ΥΓ 1. Οι παραπάνω επισημάνσεις για τα μαχαίρια είναι ουσιαστικά η ψυχολογική σχολή των Barker & Gibson για την οπτική αντίληψη: η χρήση εργαλείων αλλάζει τον χρήστη, τον κάνει να συνειδητοποιεί άλλες δυνατότητες δράσης, να βλέπει έναν διαφορετικό κόσμο. Προτίμησα να τα πω με απλά λόγια και παραδείγματα.
ΥΓ 2. Οι παραπάνω επισημάνσεις για τα κόμματα είναι αυτό που στη Θεωρία της Πράξης των Argyris & Schön ονομάζεται espoused theory σε αντιδιαστολή με το theory in-use: το πρώτο είναι αυτό που θεωρούμε ότι κάνουμε, ο τρόπος που θεωρούμε ότι λειτουργούμε, αυτό που διακηρύσσουμε στους άλλους• το δεύτερο είναι αυτό που όντως κάνουμε. Πάντα υπάρχει διάσταση ανάμεσα σ’ αυτά τα δυο, τόνιζαν οι Argyris & Schön. Προτίμησα να τα πω με απλά λόγια και παραδείγματα.