Πες μας λοιπόν, Darko, γιατί κατά τη γνώμη σου επιμένουμε να επιστρέφουμε στον Ντικ;
Εν συντομία, για δύο λόγους: ο Ντικ ποτέ δεν έπαψε να διαφωνεί με τον κόσμο, να αγανακτεί με τα βάσανα των ανθρώπων, όπως επίσης και να συντάσσεται με την ενεργητική του προσπάθεια και την ηρωική του αντοχή κάτω από την επίθεση των Μεγάλων Δυνάμεων• ποτέ δε σταμάτησε να ψάχνει και να ψάχνεται, αν και ορισμένες φορές με αντιφατικούς, παράδοξους ή ελαττωματικούς τρόπους, για κάποιου είδους εγκόσμιας σωτηρίας ... Μία πεμπτουσιακή φιγούρα αντικουλτούρας από την Καλιφόρνια και τις ΗΠΑ του ’50 και του ’60, κατάφερε να διατηρήσει την πίστη του σ’ αυτή τη βασική σύλληψη: να λέει ΟΧΙ βροντερά, στην ανάγκη ακόμη και με γαλαξιακές θεότητες. Ο Ντικ δε γύρισε την πλάτη του στη διαφώτιση του κοινού κόσμου, της πραγματικότητας όλων μας.
Ίσως κάποιοι από μας έχουμε κάτι να πούμε στον Ντικ για την αποξένωση, την εμπορευματοποίηση, και την αλλοτρίωση• όμως όλοι μας μπορούμε να μάθουμε πολλά από αυτόν για την οδύνη και τη σαστιμάρα των συνηθισμένων Αμερικάνων - δηλαδή για την οδύνη και τη σαστιμάρα του 95 με 98% των κατοίκων του πλανήτη σήμερα, μέσα στην Αμερικάνικη και ολοένα πιο Αμερικανοποιημένη αυτοκρατορία. Η Μαύρη Σιδερένια Φυλακή από το μυθολογικό κύκλο VALIS, μια μεγεθυμένη παραλλαγή της Καλιφόρνιας από το A Scanner, Darkly, είναι διαμετρικά αντίθετη με τη φαντασία του Ρήγκαν περί Αυτοκρατορίας του Κακού -και με τις Δυνάμεις του Κακού του υιού Μπους- που τάχα απειλεί τις αγνές και ελεύθερες ΗΠΑ και τη «Δύση» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, «ο πλούσιος Βορράς» είναι καταλληλότερος όρος). Ακόμα και στο τελευταίο του μυθιστόρημα, η αγανάκτηση, αυτό το μεγάλο ταλέντο του Ντικ, παρέμενε άσβηστη:
Χιλιάδες νέοι άνθρωποι σκοτώνονται από το ίδιο τους το χέρι κάθε χρόνο στην Αμερική, όμως παραμένει η συνήθεια να ανακοινώνεται ότι πέθαναν από ξαφνικό θάνατο. Κι αυτό για να γλιτώσει η οικογένεια από την ντροπή που συνοδεύει την αυτοκτονία. Πράγματι, υπάρχει κάτι ντροπιαστικό σε έναν νέο άντρα ή γυναίκα ή έφηβο που θέλει να πεθάνει και το καταφέρνει -νεκροί ήδη εκ των προτέρων, ακόμα και από τη στιγμή της γέννησής τους. Γυναίκες δέρνονται από τους συζύγους τους• μπάτσοι σκοτώνουν μαύρους και λατινοαμερικάνους• γέροι σκαλίζουν κονσερβοκούτια και τρώνε σκυλοτροφές -η ντροπή κυβερνάει, αυτή κάνει κουμάντο. Η αυτοκτονία είναι ένα μόνο επονείδιστο γεγονός από τα πολλά. Υπάρχουν μαύροι έφηβοι που σ’ όλη τους τη ζωή δεν πρόκειται να βρουν δουλειά, όχι επειδή είναι τεμπέληδες αλλά επειδή δεν υπάρχουν δουλειές -κι αυτά τα παιδιά που μεγάλωσαν στα γκέτο δεν απέκτησαν προσόντα που μπορούν να πουλήσουν. Άλλα παιδιά φεύγουν απ’ το σπίτι, γίνονται πόρνες στη Νέα Υόρκη ή στο Χόλυγουντ, καταλήγουν με τα κορμιά τους πετσοκομένα... (Η Μετενσάρκωση του Τίμοθυ Άρτσερ, κεφ. 5)
Ο Ντικ πάλεψε σκληρά ενάντια στον πειρασμό της κόπωσης, που οδηγεί τους ανθρώπους να ψάχνουν για κάποιον θεϊκό Φύρερ, για τον Ιππότη της Αποκάλυψης, στον οποίο να αναθέσουν την ευθύνη της απελευθέρωσης, κάτι που στην πράξη σημαίνει μια μορφή φασισμού. Τις περισσότερες φορές, αν και όχι πάντα, έχω την εντύπωση ότι το απέφυγε. Οι θεότητές του είναι είτε τέρατα που πρέπει να τα πολεμήσεις, όπως ο Έλντριτς και ο Τζόρυ, ή παιδιά, όπως η Σοφία, ο Μάννυ, και η Ζίνα που δουλεύουν αρμονικά με τους ανθρωπάκους και στις καλύτερες περιπτώσεις τούς βοηθάνε κιόλας. Οι σωτηριολογικές του θεότητες κάποιες φορές γίνονται υπερδογματικές, όπως η Σοφία ή ο Μάννυ μέχρι που να μάθει καλύτερα, όμως κατά βάθος είναι πληβείες και απελευθερωτικές. Ο ίδιος ο Ντικ κατέκρινε όλους αυτούς τους στυγνούς φανατικούς, τους οποίους αποκαλούσε ανθρωποειδή και σχιζοειδή:
Κάποτε άκουσα ένα σχιζοειδές να λέει -με κάθε σοβαρότητα- για τον εαυτό του: «Δέχομαι μηνύματα από άλλους. Αλλά δεν μπορώ να στείλω τα δικά μου μέχρις ότου επαναφορτιστώ...». Σκέψου να έχεις μια τέτοια εικόνα για τον εαυτό σου και για τους άλλους. Μηνύματα. Ας πούμε, σαν να έρχονται από κάποιο άλλο αστέρι. Ο τύπος είχε αλλοτριωθεί τελείως, είχε αλλοτριώσει και όλους τους άλλους γύρω του. Απαίσιο...
Υπάρχουν δύο φράσεις-κλειδιά κατά τη γνώμη μου εδώ. Η πρώτη είναι η δημιουργία μηνυμάτων. Όλο το έργο του Ντικ είναι γεμάτο από αγγελιοφόρους: από την Τζουλιάνα στο Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο και τον Ουόλτ στο Δρ. Μπλαντμάνεϊ, έως το Ubik που αυτό το θέμα γίνεται πανταχού παρόν και μυστηριώδες. Στο A Scanner, Darkly, τα μηνύματα μέσα στο μυαλό του Άρκτορ μπερδεύονται τόσο πολύ που καταρρέει. Στον κύκλο VALIS, σχεδόν ο καθένας είναι αγγελιοφόρος και το κάθε τι είναι μήνυμα: ουσιαστικά, ολόκληρο το σύμπαν είναι πληροφορία. Και ο Ντικ επίσης ήταν ένας αγγελιοφόρος.
Η δεύτερη φράση-κλειδί είναι «με κάθε σοβαρότητα». Ο Ντικ είχε αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο χιουμοριστικούς συγγραφείς του καιρού του. Η γκάμα του ήταν μεγάλη: από τη ζοφερότητα έως το ξεκαρδιστικό χιούμορ, περνώντας και από το συναίσθημα. Χιούμορ είναι το να βλέπεις ταυτοχρόνως το ίδιο γεγονός ή αντικείμενο μέσα σε διάφορα, ασύμβατα μεταξύ τους, πλαίσια. Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον συγγραφέα ΕΦ χωρίς χιούμορ που θα ‘θελα να τον ξαναδιαβάσω.
Ένα επείγον μήνυμα για σωτηρία, αλλά με χιούμορ. Αυτό είναι κάτι που το έχουμε μάθει από τον Φίλιπ Ντικ.
(Δημοσιεύτηκε στους Δραματουργούς των Γιανν)