Εγκώμιον

Ένα ωραίο κείμενο του φίλου Σωτήρη Ραπτόπουλου. Τον Σωτήρη τον είχαμε δει σε μια παλιότερη ανάρτηση (Τα Τρία Στίγματα Του Ιωάννη Μαριάμπα), σχετικά με τη δουλειά που έχει κάνει πάνω στα μυθιστορήματα του Γιάννη Σκαρίμπα.




Πολλές φορές έχω σκεφθεί ότι η ίδια η ζωή θα ήταν αδύνατη χωρίς την ύπαρξή του.

Μπορεί συχνά να προσπαθούμε να τον βγάλουμε από τον νου μας αποστρεφόμενοι την ακινησία που συνεπάγεται. Όμως η λεπτή γραμμή που μας ξεκόβει απ’ αυτόν είναι η ίδια η ατραπός που μοιραζόμαστε μαζί του: Ένα νήμα από μαθηματικά σημεία, άπαχα, αβαρή, σαν οδοδείκτες στο άγνωστο, μας κρατούν μακριά του – και, ωπ, μέσα του πέφτουμε, σε μια παράξενη, παράλληλη αιωνιότη...

Όταν έρθει η ώρα να γλυστρήσουμε σ’ αυτόν αποκτούμε την αίσθηση ότι θα μας λυτρώσει. Τον φοβόμαστε όμως γιατί δεν ελέγχουμε το περιεχόμενό του. Οι φιλόσοφοι λένε ότι θυμίζει ένα απροσδιόριστο όραμα, που το έχουν βαφτίσει με τον περίεργο όρο «διαφυγή». Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι αντιπροσωπεύει έναν ανεκπλήρωτο πόθο της ανθρωπότητας, την απομάκρυνση από την έμβια κατάσταση.

Χωρίς αυτόν δεν υπάρχει η έννοια της εγρήγορσης – και δεν είναι τυχαίο που τόσοι ποιητές ασχολούνται μαζί του, τόσοι στοχαστές στρέφουν σ’ αυτόν την προσοχή τους και τον αποκαλούν «αυτός που δεν έχει δίδυμο». Είναι τόσο παράλογο να φέρουμε στον νου μια ανθρωπότητα δίχως την παρουσία του – όσο και να σκεφθούμε την Ύπαρξή μας σε ορίζοντα αρχής και τέλους. Είναι τόσο παράλογο να επιχειρείς να τον απομακρύνεις από τον αισθητό ορίζοντα (όπως επιχειρούν ορισμένοι συγγραφείς) – όσο και να σκεφθείς περισσότερες από μία εκδοχές της παρουσίας του ανθρώπου στον κόσμο.

Φαντασθείτε, παραδείγματος χάριν, μια ζωή στην οποία θα θυμόσαστε – αν είναι δυνατόν! – εσείς ή οι άλλοι, τις απαρχές της ύπαρξής σας. Θα μπορούσατε τότε να κυττάξετε πίσω απ’ αυτό – και να αναφερθείτε σε χρόνο που δε θα υπήρχατε. Και, προχωρώντας την ίδια σκέψη, πίσω σε χρόνο που – εκτός από τη βιολογική σας ύπαρξη – δε θα ήταν ανιχνεύσιμος ούτε ο κόσμος. Και – τι παράδοξο – με την ίδια εξωφρενική υπόθεση, σε άλλο, μέλλοντα αιώνα, όπου εσείς ή ο κόσμος θα έπαυε να είναι ανιχνεύσιμος...

Τι δυστοπία! – τι δυστοπία, που αναιρείται από τα ίδια της τα στοιχεία... Ούτε τη σκέψη της δεν αντέχουμε. Συνεχίζω προσθέτοντας κι άλλες λεπτομέρειες στο παράλογο αυτό οικοδόμημα, που τις χρειάζεται για να σταθεί: Τα κοσμικά φαινόμενα δε θα ήταν, όπως τα γνωρίζουμε, επαναλαμβανόμενα – αλλά σαν βαλμένα στην ευθεία, με προέλευση από το τίποτε και πορεία προς το τίποτε. Το ίδιο θα ήταν κι οι ζωές μας – κάποιος θα ήταν υπεύθυνος για την εμφάνιση και την έκλειψή τους. Ο ανθρώπινος πληθυσμός δε θα ήταν σταθερός και δεδομένος, τα τεχνικά μέσα κι ο πολιτισμός του ανθρώπου, η ίδια η θέση του στα ουράνια σώματα και τα πλανητικά συστήματα, δεν θα ήταν αυτονόητα – και θα έπρεπε να ανιχνεύσουμε το χρόνο που επινοήθηκαν κι εφαρμόσθηκαν για πρώτη φορά. Ως να μην ήταν αυτονόητος ο ανθρώπινος πολιτισμός, αυτοφυής και πηγαίος, όπως τ’ άστρα και το σύμπαν – κι ως να ήταν δυνατόν, μέσα στο άπειρο της ατομικής μας ύπαρξης που προηγήθηκε, να θυμηθούμε, να ανακαλύψουμε και να απαριθμήσουμε όλες τις κινήσεις μας, τις σχέσεις μας, τις σκέψεις και τη δραστηριότητά μας...

Από όλον αυτόν τον παραλογισμό μάς γλυτώνει η θεία ύπαρξή του. Για να ισχύσει η δυστοπία που επεχείρησα να περιγράψω, τα προσωρινά του αποτελέσματα θα έπρεπε να θεωρηθούν (εάν είναι δυνατόν!) μόνιμα...

Μας παίρνει στην αγκαλιά του μόλις το μυαλό μας φορτώνει από τον αβάσταχτο όγκο της άπειρης πληροφορίας – και λίγο λίγο, μας αφαιρεί το βάρος της μετατρέποντάς τη σε όνειρο και μεταθέτοντας τα παλαιότερα στρώματά της στη λησμονιά – «τήλε μάλ’ επλάγχθησαν»1. Οι ψυχολόγοι περιγράφουν το εγώ μας με τους μηχανισμούς του.

Αυτός, ο Ύπνος, το αντίθετο της Ζωής, η μόνη καταφυγή μας, η κατάληξη και η αρχή μας. Αυτός, που από μέσα του διαβάζουμε το νόημα της εγρήγορσης. Από αυτόν εγειρόμαστε και σ’ αυτόν καταλήγουμε, την πηγή και την καταβόθρα μας, την ελπίδα και την άφευκτη μοίρα μας. «Περίλυπος η ψυχή μας άχρι ζωής»2.

Σωτήρης Γ. Ραπτόπουλος
06.10.2010

----------------
1. Παρμενίδης
2. «Περίλυπος η ψυχή μου άχρι θανάτου» - Ευαγγελιστής

Αξίζει Όσο Χίλιες Λέξεις

Πέφτει σύρμα (κι οι μισθοφόροι που σε κυβερνούν)



Λιώνουν τα νιάτα μας στη βιοπάλη, με τα κομμάτια μας δένει τ' ατσάλι



Σβήσ' το αμέσως



Μια ωραία πεταλούδα - τι εννοείς, "ποια πεταλούδα";



Για κοίτα λίγο καλύτερα...



Αυτή η πεταλούδα!



Πεταλουδάρα!



Σκύλος που κάτι θέλει να πει, κάτι έχει στο μυαλό του, όμως δεν καταλαβαίνω τι



Εξάρτημα υαλοκαθαριστήρα

Don't Cry For Me, Ypatia

Συνεχίζοντας τις σκέψεις της προηγούμενης ανάρτησης, ας πάμε λίγο μέσα στο κτίριο Υπατία, στη θέση των μεταναστών:

Μετά από Χ μέρες απεργίας πείνας, το μυαλό αρχίζει και λειτουργεί περίεργα. Η κάθε καινούργια μέρα είναι επανάληψη της προηγούμενης, η αίσθηση του χρόνου αλλάζει, γίνεται κυκλική, όχι γραμμική, το χαρτάκι που μετρά τις μέρες και η καθημερινή κατάρρευση του σώματος απομένουν τα μόνα υπενθυμιστικά γραμμικότητας. Οπότε, ακόμα καλύτερη περιγραφή είναι ότι η αίσθηση του χρόνου γίνεται σπειροειδής: κάθε μέρα και μια ακόμα βόλτα στη σπείρα, η οποία έχει κέντρο τον θάνατο.

Ένα παχύ στρώμα λήθαργου καλύπτει τα πάντα, ο ξύπνιος γίνεται μαρτύριο γιατί το σώμα πονάει και το κεφάλι σφυροκοπάει, η πιο απλή κίνηση είναι κούραση, επιζητάς συνεχώς τη λύτρωση του ύπνου. Δεν μπορείς να σκεφτείς πολλά σε τέτοια κατάσταση! Λίγα απλά πράγματα έχεις όλο κι όλο στο μυαλό σου – το σλίπινγκ μπαγκ να σκεπαστώ, να γυρίσω ανάσκελα γιατί αισθάνομαι ανακάτεμα, να περπατήσω λίγο να ξεμουδιάσω, να πω δυο κουβέντες με τους φίλους μου, πού είναι η γωνιά μου να ξαπλώσω, μέχρι εκεί.

Δεν πιστεύω αυτό που είπαν σε κάποια στιγμή, ότι κάποιοι θα κάνουν απεργία δίψας. Η δίψα είναι πολύ διαφορετική από την πείνα. Θεωρώ σχεδόν αδύνατο να το κάνεις, τη στιγμή που ξέρεις ότι υπάρχει νερό στον χώρο σου. Το ένστικτο παίρνει το πάνω χέρι στη δίψα, πρώτα πίνεις νερό και μετά συνειδητοποιείς τι έκανες. Οπότε μπορείς να κάνεις απεργία δίψας μόνο αν έχεις απομονωθεί σε μέρος χωρίς νερό. Όμως και μόνο οι 43 μέρες απεργίας πείνας, φτάνουν και περισσεύουν.

Η λύτρωση του ύπνου λίγο απέχει από τη λύτρωση του θανάτου, σε τέτοιες καταστάσεις. Ακόμα και δευτερεύουσες λεπτομέρειες, που εμάς μας φαίνονται ασήμαντες μπροστά στον επερχόμενο θάνατο, μπορεί να αποκτήσουν τεράστια σημασία για τον απεργό πείνας: π.χ. ντρέπεται που τα μαλλιά του πέφτουν, τα μάγουλά του βουλιάζουν, καλύπτει τα πόδια του γιατί το κρέας μοιάζει σαν να είναι έτοιμο να ξεκολλήσει κ.λπ. Στο θολωμένο από τον πυρετό μυαλό του, ο θάνατος μπορεί να γίνει φάρμακο, το γιατρικό που θα αποκαταστήσει το σώμα μου και θα το ξανακάνει όμορφο, όπως ήμουν παλιότερα, όχι έτσι όπως κατάντησα τώρα.

Μικραίνει η απόσταση της πραγματικότητας από τη φαντασία για έναν απεργό πείνας που ο οργανισμός του έχει αρχίσει ήδη να κανιβαλίζει την πρωτεΐνη του. Παλιές αναμνήσεις έρχονται με τεράστια σφοδρότητα, συχνά τα όνειρα γίνονται ζωντανά, βιώνονται ως πραγματικότητα, η ίδια η πραγματικότητα αποκτά αίσθηση ονείρου. Μην ξεχνάμε ότι καθώς περνάνε οι μέρες, ο απεργός όλο και περισσότερο βιώνει έναν ύπνο με διαλείμματα ξύπνιου, παρά το αντίστροφο. Χρειάζεται πραγματικά ισχυρό κίνητρο για να σταματήσει την απεργία – κάτι που, στο δικό του βίωμα, μεταφράζεται: να βγει από τον (ανακουφιστικό) ύπνο και να επιλέξει τον (οδυνηρό) ξύπνιο.

Και σ’ αυτούς τους ανθρώπους βρήκε τώρα η κυβέρνηση να προτείνει 6μηνη ανοχή + υπόσχεση ότι θα παραταθεί άλλους 6 μήνες + υπόσχεση ότι θα ψηφιστεί ένα απαραίτητο προεδρικό διάταγμα που εκκρεμεί + νομιμοποίηση για όσους μπορούν ν’ αποδείξουν ότι παραμένουν 12 χρόνια στην Ελλάδα;...

Πρωτεΐνη Και Γλυκόζη

Σαν να αποφάσισε λίγο αργά η κυβέρνηση να σκληρύνει τη στάση της... («Λύση ή απέλαση»). Μετά τα γεγονότα της Νομικής, την επόμενη μέρα, διάβασα ότι η Υφυπουργός Εργασίας περίμενε τους συγκεκριμένους μετανάστες, γι’ αυτό και η αστυνομία δεν εμπόδισε τη μετάβασή τους στην Αθήνα. Όμως από τη στιγμή που η Νομική έγινε Υπατία, δεν αντιλήφθηκα πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, για όλες τις πρώτες βδομάδες... (εκτός αν υπήρχαν και μου διέφυγαν). Ήταν περισσότερο απασχολημένοι να αντιδικούν με τους νεοδημοκράτες και να βγάζουν δελτία τύπου, παρά να συναντηθούν με τους μετανάστες και να εξετάσουν τα αιτήματά τους. Μόλις την προηγούμενη βδομάδα, αν δεν κάνω λάθος, πήγαν Υπουργοί, Υφυπουργοί και Γενικοί Γραμματείς στην Υπατία για να συνομιλήσουν με τους μετανάστες. Όταν, δηλαδή, ο οργανισμός τους ήδη έκαιγε μυϊκούς ιστούς, ήπαρ, νεφρά και μυελό των οστών για να επιβιώσει.

Πολλοί από αυτούς της Υπατίας τώρα θα βρίσκονται σε προκωματώδη κατάσταση και σε προχωρημένη αφυδάτωση, ενώ σίγουρα όλοι θα ψήνονται στον πυρετό. Το μυαλό δουλεύει διαφορετικά σ’ αυτές τις συνθήκες, ένας άνθρωπος σε τέτοια κατάσταση δεν σκέφτεται όπως σκεφτόμαστε εμείς καθημερινά. Τις 3 πρώτες βδομάδες μιας απεργίας πείνας, ο οργανισμός έχει να κάψει γλυκόζη και να καταβολίσει αποθηκευμένο λίπος για να πάρει ενέργεια. Μετά όμως από 20 – 25 μέρες, ο οργανισμός αρχίζει να κανιβαλίζει την ίδια του την πρωτεΐνη. Δηλαδή ζωτικά όργανα, μύες και μυελό των οστών. Ο απεργός πείνας βρίσκεται σε μόνιμο λήθαργο, νιώθει συνεχώς κουρασμένος, τα νεφρά αρχίζουν να μη λειτουργούν σωστά, το ανοσιοποιητικό σύστημα εξασθενεί. Σε τέτοια κατάσταση βρίσκονται οι μετανάστες της Υπατίας τώρα. Δεν είμαι καν σίγουρος ότι θα τους είναι κατανοητό τι ακριβώς προτείνει η κυβέρνηση – θα μπορούν να εργαστούν στους 6+6 μήνες ανοχής, όμως εκκρεμεί ένα προεδρικό διάταγμα που δεν έχει ακόμα ψηφιστεί, θα νομιμοποιηθούν μόνο όσοι αποδείξουν ότι έχουν 12 χρόνια διαμονής στην Ελλάδα... Ακατανόητα πράγματα για κάποιον που το αίμα του είναι γεμάτο τοξίνες, το κεφάλι του σφυροκοπάει, ζαλίζεται, πονάει και στην πιο απλή κίνηση, τον καίει ο πυρετός, κοιμάται συνέχεια.

Καλώς ή κακώς, οι μετανάστες στην Υπατία αισθάνονται ότι τυραννήθηκαν και αδικήθηκαν – και μάλιστα τόσο, ώστε έφτασαν στο σημείο να πουν κάτι σαν «ή ταν ή επί τας». Σίγουρα κάποιοι θα είναι αποφασισμένοι να φτάσουν ως το τέρμα. Σαν λίγο... αργά η κυβέρνηση επέλεξε να ασχοληθεί, να επιδείξει σκληρή στάση και να προτείνει μια πολύπλοκη λύση 12μηνης ανοχής. Έπρεπε να το κάνει όσο οι μετανάστες ήταν στη φάση της γλυκόζης, όχι της πρωτεΐνης. Τώρα που βλέπουν το σώμα τους να καταρρέει – τα μαλλιά να πέφτουν, το κρέας να κρέμεται στα κόκαλα των χεριών και των ποδιών σαν ξεφούσκωτο μπαλόνι, το δέρμα να γεμίζει σημάδια κ.λπ. – ο θάνατος αρχίζει να φαντάζει ακόμα και ως γιατρειά για την ντροπιαστική κατάντια του σώματός τους. Φοβάμαι ότι τώρα κατανοούν μόνο «ελευθερία ή θάνατος», τίποτα άλλο.

Δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι τέλεια ενημερωμένος για την Υπατία, ούτε έχω τη λύση. Αυτές είναι οι σκέψεις μου, τίποτα περισσότερο. Βλέπω με ανησυχία την κυβέρνηση να προτείνει λύσεις γλυκόζης σε ανθρώπους που βρίσκονται σε φάση πρωτεΐνης. Σε λίγες ώρες θα μάθουμε τελικά. Μακάρι όλα να παν καλά και να μην πεθάνει κανείς, ο Θεός να τους φωτίσει όλους (μα όλους)

Αρβανίτικο Αίμα

Είμαι ένας απλός άνθρωπος, ονομάζομαι Νίκος Νίκου. Ναι, ξέρω, θα κάνετε τώρα το γνωστό σχόλιο για το όνομά μου, όλοι το κάνουν... Το παρατσούκλι μου στο Δημοτικό ήταν «Νίκος στο τετράγωνο», μου το βγάλαν οι συμμαθητές μου όταν κάναμε το μάθημα για τις δυνάμεις, κι από τότε δε λέει να μ’ εγκαταλείψει.

Όλα αυτά τα δισύλλαβα επώνυμα του στιλ Νίκου, Μάνθου, Δήμου κ.λπ. φανερώνουν αρβανίτικη καταγωγή κι αυτό είναι πρόβλημα, ειδικά όταν μια ζωή έρχεσαι δεύτερος, όπως εγώ. Δηλαδή, δεν είναι κακό να έρχεσαι δεύτερος, μπορεί να είναι και πολύ καλό αν πεισμώσεις με τον σωστό τρόπο για να γίνεις πρώτος. Όταν όμως συνδυάζεις την αποτυχία σου με την αρβανίτικη ξεροκεφαλιά και το γινάτι, τότε καταλήγεις σε αδιέξοδα. Και μετά τα αδιέξοδα είναι συνήθως το μονοπάτι το πονηρό που πάει ντουγρού στην κατηφόρα τη μεγάλη.

Το είχα πάθει, λόγου χάρη, με το e-mail μου. Το μακρινό 1998 (δεν είχατε γεννηθεί εσείς τότε) έφτιαξα τον πρώτο μου λογαριασμό στο Yahoo! Δοκίμασα αρχικά το nikos@yahoo.com, όμως το σύστημα μού έβγαλε μήνυμα ότι ήρθα δεύτερος, αυτό το username ήταν πιασμένο. Μήπως ήθελα το nikos5001 ή το nikos3333 που ήταν ακόμα διαθέσιμα, πρότεινε το σύστημα; Τσατίστηκα κι εγώ με όλους αυτούς που προλαβαίνουν και πιάνουν τα nikos@yahoo.com και τα yannis@yahoo.com, έφτιαξα e-mail ως nikos6788814504@yahoo.com. Βλακεία, το ξέρω, και σύντομα το μετάνιωσα αφού το e-mail παραμένει μέχρι σήμερα και δεν μπορώ ούτε καν να το θυμηθώ. Όμως δεν είναι καλό να έχεις αρβανίτικο αίμα όταν έρχεσαι δεύτερος.

Το είχα πάθει επίσης με τις σπουδές μου. Σπούδασα Πληροφορική στην Πάτρα και ήμουν καλός, πολύ καλός. Πάρα πολύ καλός. Στα δύο πρώτα έτη είχα μόνο εννιάρια και δεκάρια. C και Pascal και γλώσσες μηχανής και μαθηματική λογική, όλα τα έπαιζα στα δάχτυλα. Μετά τη θερινή εξεταστική του 2ου έτους, ένας καθηγητής με πήρε παραπέρα και μου είπε ότι μπορούν να στείλουν έναν φοιτητή με υποτροφία στο UCLA. Αν συνεχίσω έτσι, είπε, ίσως να είμαι εγώ αυτός. Εξασφαλισμένη καριέρα. Μπορεί και να φτάσω ψηλά. Βέβαια ήρθα πάλι δεύτερος, γιατί στο έτος μου σπούδαζε επίσης κι ο γιος του κοσμήτορα, που είχε σ’ όλα τα μαθήματα δεκάρια – ήταν δεδομένο ότι θα είχε σ’ όλα τα μαθήματα δεκάρια, μου εκμυστηρεύτηκε χαμηλόφωνα ο καθηγητής. Όμως εξετάσεις θα δίναμε κι οι δυο για το UCLA, μπορούσα να το κυνηγήσω. Ο ίδιος πάντως υποσχέθηκε να με υποστηρίξει. Εμένα όμως μου κακοφάνηκε τρελά που ένα τσογλανάκι έβρισκε όλες τις πόρτες της σχολής ανοιχτές, μόνο και μόνο επειδή ήταν γιος κοσμήτορα. Κάπου στο 3ο έτος λοιπόν τα παράτησα, άρχισα να διαβάζω όλο και λιγότερο, να διασκεδάζω όλο και περισσότερο, πάνε οι σπουδές στο εξωτερικό. Έτσι σήμερα, αντί για υποτροφία στο UCLA, έχω ένα μαγαζί με αναλώσιμα υπολογιστών στην Πλατεία Αμερικής. Είπαμε όμως, δεν είναι καλό να έχεις αρβανίτικο αίμα όταν έρχεσαι δεύτερος.

Το είχα πάθει επίσης και με την Έλενα, τον έρωτα της ζωής μου. Μπορώ να μιλάω ώρες γι’ αυτήν!... Τη γνώρισα στο 3ο έτος και ήταν καταπληκτική. Φτιαγμένη έτσι ώστε να μεταδίδει στα αρσενικά υποσυνείδητες εικόνες επιτυχούς κύησης, θηλασμού και υποστήριξης ενός βρέφους. Ενσυνείδητα, βέβαια, ξέρετε πώς το μεταφράζουν τα αρσενικά όλο αυτό το πακέτο. Για να πω την αλήθεια, κι εγώ ήμουν αρκετά καλά κατασκευασμένος ώστε να μεταδίδω στα θηλυκά υποσυνείδητες παραστάσεις επιτυχούς γονιμοποίησης του ωαρίου τους και προστασίας του βρέφους, ώστε να επιβιώσει σ’ ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον πεπερασμένων πόρων. Ενσυνείδητα, βέβαια, ξέρετε πώς το μεταφράζουν τα θηλυκά όλο αυτό το πακέτο.

Η Έλενα πάντως ήξερε. Γι’ αυτό και σύντομα αρχίσαμε να ξημεροβραδιαζόμαστε μαζί. Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι κάναμε και πολύ καλή παρέα επίσης. Τη βρίσκαμε να συζητάμε με τις ώρες, γελούσαμε ο ένας με τον άλλον, πάντα ανακαλύπταμε κάποιο παιχνίδι να παίξουμε, σκέτη απόλαυση. Παρόλο που αυτό που ονομάζουμε «Έλενα» δεν ήταν παρά η παγίδα που μηχανεύτηκαν μερικά ωάρια για να προσελκύσουν σπερματοζωάρια, ήταν όμως μια λειτουργική, ενδιαφέρουσα παγίδα. Εμένα, τουλάχιστον, μου ταίριαζε πολύ, παρόλο που κι εγώ δεν ήμουν παρά η παγίδα που μηχανεύτηκαν μερικά σπερματοζωάρια για να βρουν ωάρια προς γονιμοποίηση. Τι δεν πήγε καλά λοιπόν;

Αυτό που δεν πήγε καλά ήταν ότι προϋπήρχε στη ζωή της Έλενας μια άλλη παγίδα ωαρίων, με το όνομα Κώστας. Εγώ ήρθα δεύτερος. Έτσι τη γνώρισα αρχικά την Έλενα, ως κοπέλα του Κώστα, κι οι συναντήσεις μας γίνονταν στα διαλείμματα της σχέσης τους. Εμένα όμως δε μου άρεσε αυτό. Εγώ ήθελα ο Κώστας να ήταν τα διαλείμματα της σχέσης μας. «Μα παράτα τον πια!» της είπα εκατό φορές νευριασμένος, όμως αυτή δε μου απαντούσε και τελικά ξαναγύριζε στον Κώστα – για να ξανάρθει μετά από λίγο πάλι σε μένα. Ήξερα ότι το έκανε να με κεντρίσει. Ήξερα ότι τα ωάριά της εμένα είχαν επιλέξει, ο Κώστας ήταν μια αποτυχημένη παγίδα, το ελαττωματικό εξάρτημα του εργοστασίου, ποτέ δεν κατάλαβα τι του έβρισκε. Πάντως την εκατοστή πρώτη φορά δεν άντεξα... Οπότε ένα βράδυ (αχ, καρδούλα μου) διώχνω ξαφνικά τη Συννεφούλα μου, δεν αντέχω άλλο πια να με γελάει, μ’ αγαπάει τη μια, την άλλη με ξεχνάει. Το αρβανίτικό μου αίμα δεν μπόρεσε να κάνει άλλη υπομονή.

Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Τώρα είμαι παντρεμένος με τη Βάσω και περνάμε όμορφα – δηλαδή, ανεκτά. Δεν έχω ιδέα τι έγινε η Έλενα, σε κάποια στιγμή χαθήκαμε και δεν ξαναβρεθήκαμε. Με καίει συνεχώς η υποψία, σχεδόν βεβαιότητα, ότι έπρεπε να είχα κάνει λίγη υπομονή ακόμα. Να την περίμενα για εκατοστή πρώτη φορά. Το αρβανίτικό μου γινάτι δοκιμάστηκε σκληρά με την Έλενα, τελικά όμως πήρε το πάνω χέρι. Έστω και στο παρά πέντε. Καλή είναι η Βάσω, μην είμαι κι αχάριστος, όμως ποτέ ξανά δε συνάντησα άλλη τέτοια παγίδ – τέτοια γυναίκα σαν την Έλενα.

Αυτά σκεφτόμουν όλη την πρόσφατη Πρωτοχρονιά, έπαιζα τη ζωή μου σε playback κι έψαχνα να βρω που έκανα τα λάθη. Πολύ σύντομα έψαχνα να βρω πού έκανα τα σωστά. Κατέληξα ότι έπρεπε, εκεί στα δεκαοκτώ, να είχα κάνει μια αιμοκάθαρση, μια ολική μετάγγιση αίματος, γιατί με τόση αρβανιτιά που κουβαλούσα στις φλέβες μου, ήταν επόμενο να είμαι συνέχεια ο χειρότερος εχθρός του εαυτού μου. Η καημένη η Βάσω το καταλάβαινε ότι ήμουν κακόκεφος και προσπαθούσε να μου φτιάξει τη διάθεση με αστειάκια, μάταια όμως... Δεν της είχα πει για το χουνέρι που πάθαμε παραμονές Χριστουγέννων, δεν τολμούσα. Σε κανέναν δεν το είχα πει, δηλαδή. Το κουβαλούσα μέσα μου σαν καρκίνωμα.

Την επόμενη μέρα δεν άντεξα πια. Ήμουν στο μαγαζί, είχα πάει να μετρήσω τι απόμεινε από το χουνέρι που πάθαμε, είπα σε μια στιγμή να πάρω έναν φίλο να εξομολογηθώ, όμως δεν κατάφερα να σηκώσω το τηλέφωνο. Αύριο θα μου το κόβαν κιόλας, δυο μήνες απλήρωτος ο λογαριασμός. Τελικά, έφτιαξα καφέ κι έκατσα στον υπολογιστή να τα γράψω σε e-mail και να τα πω σε κάποιον τυχαίο. Μερικές φορές είναι ευκολότερο να λες τον πόνο σου σε αγνώστους παρά σε γνωστούς, δεν ξέρω γιατί, το παθαίνουν κι άλλοι που δεν έχουν αρβανίτικο αίμα. Σκέφτηκα αυτόν τον Νίκο που πρόλαβε και κατοχύρωσε πρώτος το κοινό μας όνομα στο Yahoo! και του έγραψα τα παρακάτω:

From: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
To: Nikos (nikos@yahoo.com)
Sent: Sun, January 2, 2011 4:11:31 PM
Subject: Γεια σου Νίκο (?)

Φίλε Νίκο, αν λέγεσαι Νίκος φυσικά,

Δε σε ξέρω, δε με ξέρεις (υποφέρω κι υποφέρεις), σου γράφω απλώς να πω τον πόνο μου. Θα πρέπει να είσαι μεγάλος μάγκας που πρόλαβες και πήρες το nikos@yahoo.com, μπράβο σου, είσαι γρήγορο πιστόλι, εγώ το βρήκα πιασμένο όταν δοκίμασα. Λογικά λοιπόν θα είσαι κομπιουτεράς, σαν κι εμένα, μέσα στα κόλπα. Ίσως μπορείς να με καταλάβεις...

Δεν την παλεύω άλλο, ρε Νίκο! Η κρίση μ’ έχει σκίσει και το μαγαζί πάει κατά διαόλου. Όταν λέω μαγαζί μη φανταστείς κάτι μεγάλο, μια αποθήκη έχω με φτηνά μελάνια, κινέζικα mp3 player, CD, χαρτί για εκτυπωτές και διάφορα σχετικά αναλώσιμα. Κατασκευάζω και websites με το Drupal – ψιλοδουλειές, καταλαβαίνεις. Παραμονές Χριστουγέννων λοιπόν, ήρθε ένας τύπος απ’ το μαγαζί, με κουστούμι, γραβάτα, notebook, άψογος. Από την εταιρεία Omegaplan, είπε. Την ξέρεις; Ούτε εγώ την ήξερα, η κάρτα του είχε μια διεύθυνση κάπου στην Κηφισίας, «Tourist Development», θυγατρική μιας ελβετικής με διεθνή δραστηριότητα. Έτσι είπε. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο τύπος ζήτησε ν’ αγοράσει... το μισό στοκ σε μελάνια κι αναλώσιμα. Κανονικά, έπρεπε να τον ξαπόστελνα, όμως το τελικό νούμερο στο κομπιουτεράκι βγήκε πενταψήφιο, ρε Νίκο, ψίχουλα πουλούσα όλους τους τελευταίους μήνες, δεν μπόρεσα ν’ αντισταθώ... Βιαζόταν κιόλας, δεν είχα χρόνο να τηλεφωνήσω στην τράπεζά μου, να της ζητήσω να ψάξει γι’ αυτήν την Omegaplan, είχε και το βανάκι παρκαρισμένο παράνομα στο στενό με τα αλάρμ αναμμένα, τα φορτώσαμε άρον–άρον, μου ‘κοψε την επιταγή κι έφυγε. Βλακεία μου, το ξέρω...

Τη συνέχεια τη μαντεύεις. Πέντε μέρες μετά, πήγα στην τράπεζα να εισπράξω την επιταγή κι ο λογαρισμός δεν είχε μία. Τον πήρα στο κινητό που έγραφε η κάρτα του, «η κλήση σας προωθείται». Ξανά και ξανά και ξανά και ξανά... Η χαριστική βολή ήρθε όταν πήγα στην Αστυνομία να κάνω καταγγελία και βρήκαν ότι είμαι ο τέταρτος επαγγελματίας που την πατάει απ' την Omegaplan, μια εταιρεία που ιδρύθηκε πριν λίγες βδομάδες, προφανώς για να ξαφρίσει αναλώσιμα με νόμιμο τρόπο και μετά να εξαφανιστεί. Ναι, αλλά εμένα με χαντάκωσε... Μου ‘κλεισε το σπίτι...

Νίκο, είσαι ο πρώτος που τα μαθαίνει όλα αυτά. Ούτε η γυναίκα μου δεν τα ξέρει ακόμα. Τα βράδια δεν μπορώ να κοιμηθώ. Τρέχουν επιταγές 7.000 ευρώ ως το τέλος του μήνα και δεν έχω φράγκο. Και πού θα βρω, τώρα που η Omegaplan με λήστεψε κάτω απ’ τη μύτη μου; Τέσσερις μήνες απλήρωτο το νοίκι στο μαγαζί, ο ιδιοκτήτης μου ‘στειλε εξώδικο, πλήρωσα σήμερα το κινητό αλλά δεν έχω λεφτά για το σταθερό, θα μου το κόψουν αύριο, άσε, κόλαση...

Νίκο, αν σε λένε Νίκο φυσικά, το μυαλό μου είναι θολωμένο, χθες σκεφτόμουν να πάρω χάπια. Πρώτα να βρω την Omegaplan και να τους σκοτώσω όλους, μετά να πάρω χάπια. Ρε γαμώτο, όταν σπούδαζα Μηχανικών Η/Υ & Πληροφορική, είχα άλλα όνειρα για το μέλλον μου. Πότε έφτασα στο χείλος του γκρεμού, πώς την πάτησα έτσι;...

Πώς;...

Μη σε ζαλίζω άλλο. Να ‘σαι καλά,
Νίκος

Πάτησα το κουμπί και το έστειλα. Περίμενα λίγη ώρα να δω μήπως το e-mail ξαναγυρίσει, τελικά όμως δεν ξαναγύρισε (ήρθαν μόνο κάτι προσφορές φτηνών διαμερισμάτων από τα κατασχεμένα των τραπεζών). Είναι αλήθεια ότι ένιωσα λίγο καλύτερα που κάθισα και τα έγραψα, προσπαθούσα να φανταστώ κι αυτόν τον άγνωστο Νίκο (;) που θα διαβάσει έκπληκτος ένα από τα πιο σπαρακτικά e-mail της ζωής του. Τι θα σκεφτεί άραγε; Δεν είχα ιδέα. Πάντως εγώ στη θέση του δε θα απαντούσα.

Τέλειωσα τον καφέ μου, κλείδωσα το μαγαζί και πήγα σπίτι. Η υπόλοιπη μέρα κύλισε μάλλον βαρετά, ετοιμάσαμε φαγητό με τη Βάσω, είδαμε μια ταινία στην τηλεόραση – το καταλάβαινε ότι κάτι μ’ έτρωγε αλλά δε μιλούσε, περίμενε να έρθει η κατάλληλη στιγμή και να της τα πω εγώ. Είχε εκπαιδευτεί καλά τόσα χρόνια στο αρβανίτικο αίμα. Ξαναμπήκα στο ίντερνετ το βράδι, από τον Η/Υ του σπιτιού. Δεν το περίμενα, όμως βρήκα απάντηση στο μεσημεριανό μου e-mail:

From: Nikos (nikos@yahoo.com)
To: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
Sent: Sun, January 2, 2011 11:46:02 PM
Subject: Re: Γεια σου Νίκο (?)

Γιατί μου έστειλες αυτό το e-mail; Βρίσκομαι στην Αμερική τώρα για μια σειρά διαλέξεων, δε θα έρθω Ελλάδα πριν το Πάσχα.
Ξαναρωτάω: γιατί μου έστειλες αυτό το e-mail;

Νίκος

Στην Αμερική για διαλέξεις, ο γάτος! Προφανώς στην Πληροφορική. Ομολογώ ότι τον ζήλεψα. Άλλοι διαπρέπουν στην Αμερική κι άλλοι βογγάνε στην Πλατεία Αμερικής... Ξαναδιάβασα όλα όσα του έγραψα και ντράπηκα λιγάκι – πάντως βοήθησε αυτή η εξομολόγηση γιατί μου πέρασε η μελαγχολία. Δε σκεφτόμουν πια να πάρω χάπια, ατένιζα το μέλλον με αισιοδοξία κι έκανα θετικά σχέδια: να πάω στο χωριό της μάνας μου στα Τρίκαλα, κάπου εκεί λογικά θα κρύβεται ο Παλαιοκώστας (άλλος Νίκος κι αυτός), με λίγη καλή τύχη να τον βρώ, με πολλή καλή τύχη να τον συλλάβω, να τον παραδώσω στην Αστυνομία, να εισπράξω το 1.000.000 ευρώ της αμοιβής, και να ζήσω ζωή χαρισάμενη.

Πριν πέσω για ύπνο, έστειλα μια απλή απάντηση στον Νίκο νομίζοντας ότι αυτή θα είναι και το τέλος στη μεταξύ μας επικοινωνία:

From: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
To: Nikos (nikos@yahoo.com)
Sent: Mon, January 3, 2011 00:27:15 ΑM
Subject: Re:Re:Γεια σου Νίκο (?)
Γεια σου συνονώματε,

Σ’ ευχαριστώ που κάθισες και διάβασες τα βάσανά μου. Ήθελα απλώς να τα πω σε κάποιον. Σε βρήκα κατά τύχη, πάντα αναρωτιόμουνα ποιοι είναι όλοι αυτοί που κατοχυρώνουν πρώτοι τα nikos@yahoo.com, dimitris@yahoo.com, καταλαβαίνεις.
Δύσκολη η ζωή, ρε συνονώματε... Δύσκολη για μένα, δηλαδή, εσύ πρέπει να την έχεις καλά, θα ‘σαι δυνατός πληροφορικάριος, με διαλέξεις στην Αμερική και δε συμμαζεύεται. Ντρέπομαι κιόλας που σου έγραψα για τα websites που φτιάχνω, αυτά για σένα θα είναι παιχνιδάκια. Πάντως, για ερασιτέχνης κάνω καλούτσικη δουλειά, σου ‘χω στα συνημμένα δυο σελίδες που έφτιαξα, να πάρεις ένα παράδειγμα. Καλές δεν είναι, ε; Στο page source θα βρεις και το πλήρες όνομά μου και την επαγγελματική μου διεύθυνση και το τηλέφωνό μου. Όταν έρθεις στην Ελλάδα, πέρνα απ’ το μαγαζί ν’ αγοράσεις κανένα άγραφο CD, κάνα χαρτί, γιατί δε βγαίνουμε αλλιώς... (πληρωμή τοις μετρητοίς, δε δεχόμαστε επιταγές!)

Δε θα σε ξαναενοχλήσω. Να είσαι καλά,
Νίκος Νίκου

Του έβαλα συνημμένες δυο δουλειές μου (το website από το προπατζίδικο της γειτονιάς και το κομμωτήριο που πήγαινε η Βάσω, εγώ τα έφτιαξα, με πληρώσαν κιόλας), πάτησα το SEND κι αμέσως μετά θυμήθηκα ότι έκανα το κλασικό λάθος, το «συνωνόματε» γράφεται με ωμέγα όμικρον, όχι όμικρον ωμέγα, πάντα με μπέρδευε. Έκλεισα το μηχάνημα κι έπεσα για ύπνο.

Την άλλη μέρα στο μαγαζί δεν είχα ίντερνετ γιατί μου είχαν κόψει το σταθερό. Πέρασα όλο το πρωί με το κινητό κάνοντας εξευτελιστικά τηλεφωνήματα. Προσπαθούσα να βρω πού έχουν καταλήξει οι επιταγές μου, έπαιρνα τον τελικό παραλήπτη κι άρχιζα την κλάψα: συγνώμη, δεν έχω τα χρήματα, με κρεμάσαν, μου ‘χαν υποσχεθεί ότι θα μου πληρώναν μια μεγάλη παραγγελία μέσ’ στον Γενάρη, όμως σήμερα μου είπαν για τον άλλο μήνα, ο λογαριασμός δε θα ‘χει χρήματα τέλος Γενάρη, καταλαβαίνετε, συγνώμη και πάλι, μήπως μπορούμε να την αλλάξουμε με μια άλλη για τον Φλεβάρη;... Είναι αυτό ακριβώς που αρνείται κι ο Παπανδρέου ότι θα κάνει με τα ελληνικά ομόλογα, μόνο που αυτός το ονομάζει «αναδιάρθρωση του χρέους». Πελάτης, φυσικά, δεν πάτησε ούτε για δείγμα.

Κατά το μεσημεράκι, έκλεισα το μαγαζί και πήγα σ’ ένα καφέ της γειτονιάς να πιω μια μπύρα. Τα παιδιά που το είχαν με ξέραν, τους είχα φτιάξει και το website του μαγαζιού (αυτοί δε με πληρώσαν, όμως με κερνούσαν συστηματικά μπύρες και σάντουιτς), οπότε μου δώσαν σε κάποια στιγμή το λάπτοπ τους να χαζέψω λίγο στο ίντερνετ. Δεν περίμενα φυσικά απάντηση από τον Νίκο, εγώ σίγουρα δε θα μου απαντούσα στη θέση του – παραδόξως όμως υπήρχε και μάλιστα ήταν το πιο εκπληκτικό, απίστευτο e-mail της ζωής μου:

From: Nikos (nikos@yahoo.com)
To: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
Sent: Mon, January 3, 2011 08:01:57 AM
Subject: Re:Re:Re: Γεια σου Νίκο (?)

Καλημέρα συνονώματε
Θα σου πω την αλήθεια: στην αρχή νόμιζα ότι ήθελες να με εκβιάσεις. Να μου ζητήσεις λεφτά. Όλη αυτή η κλάψα για τα βάσανά σου, εκεί πήγε το μυαλό μου. Φαντάστηκα ότι ήθελες να μου δείξεις με διακριτικό τρόπο ότι με ξέρεις. Εννοώ τη διεύθυνσή σου, nikos6788814504@yahoo.com. Διότι 678 881 4504 είναι το κινητό μου, περίμενα από ώρα σε ώρα να χτυπήσει και ν’ ακούσω μια άγνωστη φωνή να μου ζητάει χρήματα. Χώρια που μου έγραφες ότι σπούδασες Μηχανικών Η/Υ & Πληροφορική, αυτό σπούδασα κι εγώ στην Ελλάδα (Πάτρα), λέω: κάποιος μου δείχνει ότι γνωρίζει για μένα.

Σήμερα όμως κοίταξα το προφίλ σου στο Yahoo! και είδα ότι έχεις δεκατρία χρόνια αυτήν τη διεύθυνση... Φοβερό! Εγώ έχω μόλις τέσσερις μήνες τον αριθμό. Τι σύμπτωση είναι αυτή; Άρα μάλλον είσαι ειλικρινής, λογικά είσαι ειλικρινής, σίγουρα είσαι ειλικρινής. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, έχω πάθει την πλάκα μου με σένα.

Μήπως μαντεύεις το επώνυμό μου; Σου έχω στα συνημμένα ένα πρόσφατο δικό μου paper, τώρα είναι ακόμα σε peer review.

Όπως σου είπα, αρχικά σπούδασα Μηχανικών Η/Υ & Πληροφορική στην Πάτρα, υποθέτω ότι στην ίδια σχολή ήσουν κι εσύ. Μετά έκανα μεταπτυχιακά στο UCLA, πήγα και στο Yale, υπάρχει μεγάλη συνέχεια. Ποια χρονιά ήσουν στην Πάτρα; Εγώ πέρασα με πανελλήνιες το 1989.

Νίκος

Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι με κοροϊδεύει. Ξέρει για μένα και μου κάνει πλάκα. Άνοιξα το συνημμένο paper, που είχε τίτλο: Modeling Sentiment from Twitter Tweets Using Naive Bayes and Unsupervised Artificial Neural Nets, συγγραφέας Nikos Nikou. Δεν είναι δυνατόν...

Έριξα μια ματιά στο paper όμως δεν κατάλαβα και πολλά πράγματα. Αναλύει, έλεγε, πάνω από 80 εκατομμύρια μικρομηνύματα του Twitter για να δει κατά πόσον οι πληροφορίες από αυτό το μέσο κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να προσφέρουν απεικόνιση της κοινής γνώμης και ικανοποιητική προβλεπτική δυνατότητα, κάνει keyword analysis, summarization και clustering, προτείνει έναν αλγόριθμο binary choice keyword με self-organizing maps, μπόλικα διαγράμματα, οπτικά μοντέλα, της Παναγιάς τα μάτια... Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο τύπος ετοιμαζόταν να φτιάξει μια καινούργια επιστήμη, τελικά ήταν πολύ μεγάλος γάτος! Όπως θα μπορούσα ίσως να είχα γίνει κι εγώ, αν συνέχιζα τις σπουδές μου στο UCLA... όπως αυτός. Αυτός που έχει το ίδιο όνομα με μένα, κάνει το ίδιο ορθογραφικό λάθος με μένα, ήταν στο ίδιο έτος της ίδιας σχολής με μένα – γιατί το 1989 πέρασα κι εγώ Μηχανικών Η/Υ & Πληροφορική στην Πάτρα – και ποτέ δεν τον συνάντησα ή δεν άκουσα γι’ αυτόν. Προφανώς κι αυτός ποτέ δεν άκουσε για μένα. Και το username μου στο Yahoo! λέει ότι έχει το τηλέφωνό του...

Δεν μπορεί, με δουλεύει! Έβαλε ντετέκτιβ να με ψάξουν! Είναι κάποιος από αυτούς τους χάκερ, που μπορούν να βρουν στο ίντερνετ μέχρι και το όνειρο που είδες χθες βράδυ! Είναι υπάλληλος της NASA, έχει συσκευές που ταξιδεύουν στο μέλλον, προκαλούν αλλοίωση του χωροχρόνου, ελεγχόμενες παραισθήσεις και πυτιρίδα! Μάλλον. Ίσως. Λίγο απίθανο. Πολύ απίθανο... Εξάλλου, αν δεν του είχα στείλει εκείνο το αρχικό e-mail, τίποτα από όλα αυτά δε θα είχε συμβεί. Για μια στιγμή σκέφτηκα να τον πάρω τηλέφωνο, να δω αν είναι αλήθεια αυτό που λέει, όμως (ντρέπομαι λίγο) δεν ήθελα να χρεωθώ ένα τηλεφώνημα στην Αμερική. Παράτησα την μπύρα μου και του έγραψα μερικές γραμμές:

From: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
To: Nikos (nikos@yahoo.com)
Sent: Mon, January 3, 2011 01:13:20 PM
Subject: Re:Re:Re:Re:Γεια σου Νίκο (?)

Νίκο, κατ’ αρχήν το «συνωνόματε» γράφεται με ωμέγα όμικρον, όχι όμικρον ωμέγα. Το κάνω κι εγώ αυτό το λάθος, όπως θα διαπιστώσεις αν ανατρέξεις στο προηγούμενό μου e-mail.

Κατά δεύτερον, είμασταν στην ίδια σχολή, τα ίδια χρόνια. Ναι, το 1989 πέρασα. Πώς είναι δυνατόν να μη σε ξέρω; Είχα σκεφτεί κι εγώ να φύγω για σπουδές στο UCLA, όμως δεν το κυνήγησα όσο έπρεπε. Προφανώς εσύ το κυνήγησες. Προφανώς εσύ έκανες πολλά από αυτά που θέλησα κι εγώ να κάνω στη ζωή μου. Έχουμε και το ίδιο όνομα... Εσύ τι συμπέρασμα βγάζεις;

Κατά τρίτον, απάντησε σε παρακαλώ στις παρακάτω απλές ερωτήσεις:
1) Ποιο ήταν το παρατσούκλι σου στο Δημοτικό;
2) Τι καταγωγή έχεις; (εννοώ π.χ. βλάχικη, ποντιακή κ.λπ.)
3) Ποιος ήταν ο έρωτας της ζωής σου;
4) Πότε τον συνάντησες;
5) Πού έχει ένα σημαδάκι σαν τούρκικη ημισέληνο;

Κατά τέταρτον, θα κοιτάξω να σου στείλω μερικές φωτογραφίες μου. Τώρα είμαι έξω σε μια δουλειά, τις έχω όλες περασμένες στον Η/Υ του σπιτιού, θα σου τις στείλω το βράδυ.

Συνωνόματος

Το έστειλα, πήρα μια βαθιά ανάσα κι έμεινα να κοιτάω τον απέναντι τοίχο στο καφέ. Θυμήθηκα ότι κάπου είχα μια μπύρα, την τέλειωσα με δυο γερές γουλιές και παρήγγειλα άλλη μία. Όταν μου την έφεραν τα παιδιά (δε μου τη χρέωσαν, να ‘ναι καλά), τότε μόνο άρχισε το μυαλό μου να δουλεύει ξανά. Δεν είχα σκοπό να του στείλω φωτογραφίες, φυσικά, ήμουν απλώς περίεργος να δω τις απαντήσεις του. Πολύ περίεργος. Αν κι αυτός ήταν σαν κι εμένα, τότε θα τον έτρωγε η περιέργεια να δει τις φωτογραφίες μου, οπότε λογικά θα μου έστελνε τις απαντήσεις γρήγορα.

Δε χρειάστηκε να περιμένω πολύ, μέσα σε λίγα λεπτά ήρθε το e-mail του, ο τύπος ήταν ονλάιν:

From: Nikos (nikos@yahoo.com)
To: Nikos (nikos6788814504@yahoo.com)
Sent: Mon, January 3, 2011 01:19:02 PM
Subject: Re:Re:Re:Re:Re: Γεια σου Νίκο (?)

Συνωνόματε, ευχαριστώ για τη διόρθωση, είμαι λίγο ανορθόγραφος. Δεν ξέρω τι συμπέρασμα βγάζω, εσύ τι συμπέρασμα βγάζεις;
1) Το παρατσούκλι μου στο Δημοτικό ήταν «Νίκος στο τετράγωνο». Και στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο και στο Πανεπιστήμιο επίσης.
2) Έχω αρβανίτικη καταγωγή.
3) Ο έρωτας της ζωής μου είναι η γυναίκα μου, η Έλενα. Σου έχω συνημμένη μια πρόσφατη φωτογραφία μας, να μας δεις και τους δύο.
4) Τη συνάντησα στο 3ο έτος της σχολής
5) Κανονικά δεν πρέπει ν’ απαντήσω σ’ αυτήν την ερώτηση! Πού το ξέρεις για το σημαδάκι; Τέλος πάντων, τι ρωτάω κι εγώ τώρα... Περισσότερο όμως σαν φέτα από καρπούζι είναι, παρά σαν τούρκικη ημισέληνος. Το έχει –

Η συνέχεια δεν σε αφορά, αδιάκριτε αναγνώστη. Η απάντηση πάντως ήταν σωστή – όλες οι απαντήσεις ήταν σωστές. Δηλαδή, παρανοϊκές. Είχα μήπως αρχίσει να χάνω τα λογικά μου; Με χέρια που έτρεμαν, άνοιξα τη συνημμένη φωτογραφία.

Ήμουν εγώ... μάλλον! Ίσως. Η φωτογραφία ήταν αρκετά σκοτεινή, το πρόσωπο δε φαινόταν εντελώς καθαρά, όμως θα μπορούσα κάλλιστα να ήμουν εγώ. Ή ο δίδυμός μου αδερφός που δεν έχω. Πάντως τα μαλλιά, η έκφραση, το χαρακτηριστικά μεγάλο αρβανίτικο μέτωπο, όλα ταίριαζαν. Και δίπλα μου στεκόταν, χαμογελαστή και καλοντυμένη, η Έλενα!... Δηλαδή, έτσι όπως θα ήταν η Έλενα σήμερα, σαραντάρα και παντρεμένη, κάπου δεκαπέντε χρόνια μετά την τελευταία φορά που την είδα. Πάντως διαπίστωσα με συγκίνηση ότι δεν είχε χάσει κανέναν από τους μηχανισμούς υποσυνείδητης παγίδευσης σπερματοζωαρίων. Αν, βέβαια, ήταν αυτή η Έλενα. Κι αν, βέβαια, ήμουν εγώ αυτός δίπλα της, που την κρατούσε από τους ώμους με το ένα χέρι και με το άλλο της έδειχνε το φακό. Κι αν, βέβαια, δεν είχα τρελαθεί για τα καλά.

Μου πήρε πολλή ώρα να τελειώσω αυτή τη δεύτερη μπύρα, καθώς διάβαζα ξανά και ξανά το e-mail, κοιτούσα ξανά και ξανά τη φωτογραφία. Αργότερα γύρισα στο μαγαζί, όμως το μυαλό μου ήταν αλλού. Παραδόξως μπήκαν μερικοί πελάτες και τουλάχιστον με βγάλαν λίγο από το σοκ μου (με πληρώσαν κιόλας, πολύ καλοί άνθρωποι). Κατά το βραδάκι, τα έκλεισα όλα και πήγα σπίτι.

«Βασούλα, πρέπει να σου πω κάτι... έχεις ακούσει ποτέ για μια Omegaplan, εταιρεία;». Της τα είπα. Δεν μπορούσα πια να τα κρύβω. Σημειώθηκαν τα γνωστά μετεωρολογικά φαινόμενα: στην αρχή ηλεκτρισμένη άπνοια και σιωπή, κατόπιν ένα θυελώδες κατηγορητήριο με κεραυνούς και βροντές, που κατέληξε σε μια παγωμένη κούραση. Φάγαμε αμίλητοι, αποφεύγοντας να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλον στα μάτια – εγώ, τουλάχιστον. Δίκιο είχε, τι μπορούσα να της πω, ήμουν αδικαιολόγητος. Μια φορά χρειάστηκα κι εγώ την αρβανίτικη ξεροκεφαλιά μου, αυτή όμως με πρόδωσε. Η Omegaplan εξελισσόταν σε αιτία διαζυγίου.

Αργότερα που η Βάσω κάθισε στην τηλεόραση, βρήκα ευκαιρία ν’ ανοίξω τον υπολογιστή. Δεν ήξερα τι να του πω του Νίκου, δεν υπήρχαν λέξεις πλέον. Το καταλάβαινε κι αυτός, είμαι σίγουρος. Αν ήταν σαν κι εμένα, τότε κι αυτός πρέπει να είχε μείνει από λέξεις. Έγραψα ένα απλό e-mail, «οι απαντήσεις σου ήταν όλες σωστές» και του έβαλα συνημμένες τέσσερις πρόσφατες φωτογραφίες μου. Σηκώθηκα και πήγα να βρω τη Βάσω για να ξεκινήσω τις διαδικασίες συμφιλίωσης, όμως άνοιξα πάλι τον υπολογιστή και του έστειλα άλλες δύο φωτογραφίες – παλιές, από τον καιρό της σχολής, με μένα και την Έλενα. Δεν πρόλαβα να κλείσω το μηχάνημα και ήρθε η απάντηση, ο τύπος ήταν μάλλον 24 ώρες το 24ωρο ονλάιν. Ήταν λίγες γραμμές όλο κι όλο: «Έλα στην Αμερική να με βρεις τώρα. Πρέπει να συναντηθούμε οπωσδήποτε. Τα λεφτά του εισιτηρίου δεν είναι θέμα, ξέρω ότι περνάς δυσκολίες, όμως δώσ’ μου έναν λογαριασμό σου με το ΙΒΑΝ και τον κωδικό της τράπεζας, να σου τα στείλω ηλεκτρονικά». Το έκανα. Δεν ξέρω τι μ’ έπιασε αλλά το έκανα. Είναι και θέμα αρχής, ποτέ δε λέω όχι σε κάποιον που προσφέρεται να μου δώσει λεφτά.

Η συμφιλίωση με τη Βάσω απέτυχε οικτρά. Στο τέλος πέσαμε για ύπνο πλάτη με πλάτη, ο καθένας στην πιο απομακρυσμένη μεριά του κρεβατιού. Μέσα στη νύχτα ξύπνησα και πήγα τουαλέτα. Πριν επιστρέψω στο κρεβάτι, δεν άντεξα κι άνοιξα πάλι τον υπολογιστή. Κοίταξα τον λογαριασμό μου με το e-banking και είδα ότι είχαν ήδη μπει 1.500 ευρώ από αμερικάνικη τράπεζα, μια από αυτές που τις ακούμε μόνο στις ειδήσεις, όταν αποκαλύπτεται ότι δάνειζαν τον Σημίτη κι αυτός το έκρυβε με δημιουργική λογιστική. Αποστολέας Nikos Nikou. Ακόμα κι αν ήμουν τρελός, ήταν όμως οικονομικά επωφελής η τρέλα μου.

Ξημέρωσε λοιπόν η Τρίτη 4 Ιανουαρίου. Εκείνη τη μέρα άργησα να πάω στο μαγαζί γιατί είχα πιο σημαντικές δουλειές. Πέρασα πρωί πρωί από την τράπεζα και πήρα τα λεφτά του Νίκου, πριν προλάβει να τα τραβήξει καμιά επιταγή. Για μια στιγμή σκέφτηκα να τα κρατήσω και να πληρώσω λογαριασμούς, όμως ήξερα ότι δεν θα το έκανα. Ήξερα ότι έπρεπε να πάω στην Αμερική και να συναντήσω αυτόν τον παράξενο άνθρωπο, που η ζωή του ήταν φωτοτυπία της δικής μου, που κι ο ίδιος ήταν φωτοτυπία του εαυτού μου. Θα πέθαινα άμα δε λυνόταν το μυστήριο. Ήξερα επίσης ότι κι αυτός θα πέθαινε άμα δε λυνόταν το μυστήριο.

Αγόρασα εισιτήριο για την ερχόμενη Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011. Πήγα κατόπιν στην Αμερικάνικη Πρεσβεία για τη βίζα – ο Νίκος μού είχε στείλει επιπλέον μια τυπική πρόσκληση, «αγαπητέ μου φίλε, θα χαρώ πολύ να σε ξαναδώ έστω και για δύο μέρες, πόσος καιρός έχει περάσει από τότε που σπουδάζαμε μαζί στην Πάτρα, θα γνωρίσεις και τη γυναίκα μου, την Έλενα κ.λπ.». Μου έγραφε ότι δε θα είχα κανένα πρόβλημα με μια τέτοια επιστολή, να την εκτυπώσω και να την καταθέσω μαζί με το διαβατήριο. Πράγματι, την επομένη πήγα και πήρα τη βίζα μου κανονικά.

Οι υπόλοιπες μέρες κύλισαν μάλλον πληκτικά. Στο μαγαζί δεν ερχόταν πελάτης, το τηλέφωνο χτυπούσε μόνο από εξαγριωμένους προμηθευτές και τράπεζες που γκρίνιαζαν για τη καθυστερημένη δόση, συνηθισμένα πράματα. Το μόνο ασυνήθιστο ήταν η Βάσω, που αυτή τη φορά είχε θυμώσει άγρια. Προσπαθούσαμε να κουβεντιάσουμε, όμως δεν μπορούσε να ηρεμήσει με τίποτα, συνέχεια ξεσπούσε σε φωνές και βαριές κουβέντες, γινόμασταν χάλια. Την Τετάρτη το βράδυ, τελικά τα μάζεψε και πήγε στους δικούς της. Δεν την κατηγορώ...

Όλες αυτές τις μέρες, ανταλλάσσαμε κανένα σποραδικό e-mail με τον Νίκο χωρίς να λέμε τίποτα σπουδαίο, περιμέναμε κι οι δυο να τα πούμε όλα από κοντά το Σάββατο το πρωί που θα συναντιόμασταν. Θα πήγαινα να τον βρω στο Τούσον της Αριζόνα, όπου ήταν επισκέπτης καθηγητής στο τοπικό Northern Arizona University. «Έχεις το τηλέφωνό μου», έγραφε στο τελευταίο του e-mail, «νομίζω πως μπορείς να μου στείλεις μήνυμα – αν έχεις σύνδεση Vodafone, πρέπει να μπορείς. Θα προσπαθήσω να έρθω στο αεροδρόμιο, δεν ξέρω όμως αν θα τα καταφέρω, το Σάββατο κανόνισαν οι τύποι απ’ το πανεπιστήμιο να μου κάνουν ξενάγηση στην πόλη. Σε κάθε περίπτωση, θα κοιτάξω να το σκάσω με την πρώτη ευκαιρία. Πάρε κοντομάνικα».

Και ήρθε η Παρασκευή... Ξύπνησα από τα χαράματα, μόνος στο σπίτι, ώστε να πάω στο αεροδρόμιο πριν το πρωινό μποτιλιάρισμα. Όλες τις προηγούμενες μέρες, η Βάσω αρνιόταν να απαντήσει στο τηλέφωνο όταν έβλεπε τον αριθμό μου. Δεν ήξερα τι σημείωμα να της γράψω. Τελικά, άφησα τον υπολογιστή ανοιχτό στο Yahoo! και σημείωσα σ’ ένα χαρτί, «Δες τα τελευταία μου e-mail». Έλπιζα να με καταλάβαινε.

Η πτήση απεδείχθη ατέλειωτη. Πρώτα Φρανκφούρτη (ψοφόκρυο), εκεί άλλαξα αεροπλάνο, πέρασα από χιλιάδες ελέγχους, πέρασα τον Ατλαντικό, πέρασα του λιναριού τα πάθη. Προσγειώθηκα στο JFK της Νέας Υόρκης (ψοφόκρυο με βροχή), έτρεξα να προλάβω το άλλο αεροπλάνο, πήρα ένα λεωφορείο, βγήκα απ’ το αεροδρόμιο, ξαναμπήκα πάλι, κόντεψα να το χάσω. Τελικά όλα πήγαν καλά κι από το JFK έφτασα στο μέρος που δολοφονήθηκε ο JFK, στο Ντάλας. Εκεί κατάλαβα γιατί μου είχε πει ο Νίκος να πάρω κοντομάνικα. Έβγαλα όλο το βράδυ της Παρασκευής στο αεροδρόμιο του Ντάλας περιμένοντας μια πρωινή πτήση για Τούσον. Ύπνος μηδέν. Είχα και έξαψη, όσο να ‘ναι. Στο τελευταίο αεροπλάνο μόνο κοιμήθηκα λίγο, έχασα και το πρωινό που σερβίρανε. Η καινούργια μέρα είχε χαράξει για τα καλά όταν επιτέλους προσγειώθηκα στον προορισμό μου.

Πήρα τη βαλίτσα μου, πέρασα από τελωνεία και σαχλαμάρες, και βγήκα στον χώρο των αφίξεων. Τα ρολόγια έδειχναν 8:50 π.μ. Κοίταξα όλος αγωνία τον κόσμο περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή να δω κάποιον που να μου μοιάζει καταπληκτικά, όμως δεν τον είδα. Άνοιξα το κινητό μου και του έστειλα μήνυμα: ΜΟΛΙΣ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΗΚΑ, ΔΕ ΣΕ ΒΛΕΠΩ. Η ζέστη ήταν θανατηφόρα.

Η απάντηση έφτασε μέσα σε δυο λεπτά: ΠΑΡΕ ΤΑΞΙ, ΕΛΑ NORTH ARIZ UNIVER, ΚΤΙΡΙΟ Β, ΣΤΕΙΛΕ ΜΗΝ ΟΤΑΝ ΦΤΑΣΕΙΣ. Άλλαξα μερικά ευρώ σε δολάρια κι ακολούθησα τις οδηγίες του.

Το ταξί ευτυχώς είχε κλιματισμό. Βγήκε με αυτοπεποίθηση στους δρόμους της πόλης, γεμάτους από αυτούς τους κάκτους που είναι σαν τεράστια Ψ. Ο αέρας μύριζε με μια παράξενη μυρωδιά, μάλλον από την κοντινή έρημο, όχι δυσάρεστη πάντως. Κοιτούσα γύρω μου σαν χαζός, ταλαιπωρημένος από τη χθεσινή πτήση όμως γεμάτος με μια παράξενη προσμονή. Ήξερα ότι κι ο Νίκος θα ένιωθε κάτι παρόμοιο.

Καθώς ήμασταν στο δρόμο, ήρθε ένα άλλο μήνυμα: ΦΕΥΓΟΥΜΕ & ΠΑΜΕ ΓΙΑ ΕΝΑ ΤΟΥΡ. ΘΑ ΚΟΙΤΑΞΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΟΠΑΝΙΣΩ. ΜΕΙΝΕ ΣΕ ΑΝΑΜΟΝΗ. Το είπα στον ταξιτζή κι αυτός σταμάτησε στο πρώτο καφέ που βρήκαμε.

Δε χρειάστηκε να περιμένουμε πάρα πολύ. Μετά από δέκα λεπτά, ήρθε ένα άλλο μήνυμα: ΤΟΥΣ ΤΗΝ ΚΟΠΑΝΙΣΑ, ΕΙΜΑΙ Σ’ ΕΝΑ SAFEWAY ΒΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΣΟΥ ΣΤΕΛΝΩ ΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ. Βγήκαμε από τον κλιματισμό του καφέ και ξαναμπήκαμε στον κλιματισμό του ταξί. Ενδιάμεσα περάσαμε από τα καζάνια της κόλασης. Με το που μπήκαμε στο αμάξι, ήρθε το επόμενο μήνημα: W. INΑ Rd. & ORACLE Rd.

Ξεκινήσαμε για τον καινούργιο προορισμό. Μετά από μερικά λεπτά, ο ταξιτζής μου το έδειξε από μακριά, ένα τεράστιο σούπερ μάρκετ με ανοιχτά κόκκινα τούβλα. Αυτό λοιπόν ήταν το Safeway. Κάπου εκεί ήταν κι ο Νίκος. Το τηλέφωνό μου ξαναχτύπησε: ΕΧΕΙ ΚΟΣΜΟ ΕΔΩ, ΜΙΛΑΕΙ ΜΙΑ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ.

Πλήρωσα τον ταξιτζή και κατέβηκα. Το μέρος έμοιαζε απέραντο, ολόκληρη πόλη. Αν στην Αθήνα είχαμε σούπερ μάρκετ, τότε αυτό ήταν σούπερ σούπερ μάρκετ. Είχε κάτι κακόμοιρα δεντράκια που πάσχιζαν ν’ αντέξουν την κολασμένη ζέστη κι ένα πάρκινγκ σαν ποδοσφαιρικό γήπεδο. Κάτι αφίσες ήταν κολλημένες παντού με μια χαμογελαστή ξανθιά, «η βουλετής Γκάμπριελ Γκίφορντς συζητάει με τους πολίτες». Την άκουγα κιόλας, έβλεπα και τον κόσμο που ήταν μαζεμένος κοντά στην είσοδο. Έβγαλα το κινητό κι έγραψα ένα μήνυμα στον Νίκο, ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ;

Η απάντηση ήρθε σχεδόν αμέσως: ΔΙΠΛΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ, ΠΑΡΑΜΕΡΑ ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΓΑΛΑΖΙΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ & ΑΝΟΙΧΤΟ ΤΖΙΝ.

Περπάτησα, πέρασα από τη ζώνη των δυστυχισμένων δέντρων και πήγα προς την είσοδο. Η βουλευτής είπε κάποιο αστείο, γιατί άκουσα τον συγκεντρωμένο κόσμο να γελάει. Είδα την είσοδο του Safeway και πράγματι εκεί κοντά στεκότανε ένα γαλάζιο πουκάμισο πάνω σ’ ένα ανοιχτό τζιν. Πλησίασα με την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή.

Έβλεπα καθαρά την πλάτη και το λαιμό του, λίγα μέτρα μόνο μας χώριζαν. Ο κόσμος ξεκαρδίστηκε πάλι με κάποιο αστείο. Παρόλο που περπατούσα αθόρυβα, το γαλάζιο πουκάμισο κατάλαβε την παρουσία μου και γύρισε προς το μέρος μου.

Ήταν σαν να κοιτούσα τον εαυτό μου στον καθρέφτη.

Ίδιος μέχρι και την παραμικρότερη λεπτομέρεια. Ήμουν προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο, όμως έμεινα αποσβολωμένος όταν το έζησα, δεν μπορούσα να σαλέψω ούτε εκατοστό. Κατάλαβα ότι έτσι ένιωθε κι αυτός, τα μάτια του ήταν γουρλωμένα. «Είμαι ο Νίκος...» είπε κάποιος απ’ τους δυο μας, δεν ξέρω ποιος, μπορεί κι εγώ.

Οι πυροβολισμοί σκέπασαν τα πάντα. Άκουσα κόσμο να ουρλιάζει κι ένιωσα ένα φριχτό κάψιμο στο στήθος. Είδα το πουκάμισο του Νίκου να βάφεται κατακόκκινο. Ένα πηχτό υγρό ανέβηκε στο λαιμό μου και δεν μπορούσα να μιλήσω, δεν μπορούσα ν’ αναπνεύσω. Αίμα αρβανίτικο πετάχτηκε απ’ το στόμα του Νίκου. Οι πυροβολισμοί και τα ουρλιαχτά συνέχιζαν, δεν έλεγαν να σταματήσουν. Τα γόνατά μου πια δε με στήριζαν κι ο Νίκος μπροστά μου σωριάστηκε στο έδαφος, τα μάτια του έγιναν γυάλινα. Με σκέπασε το σκοτάδι.




Από την Καθημερινή της Τρίτης, 11 Ιανουαρίου, 2011:

Οι σφαίρες δοκιμάζουν την αμερικανική Δημοκρατία

ΦΟΙΝΙΞ. Ενώπιον δικαστηρίου του Φοίνιξ επρόκειτο να εμφανιστεί χθες ο 22χρονος Τζάρεντ Λι Λάφνερ, που το Σάββατο δολοφόνησε 6 ανθρώπους και τραυμάτισε άλλους 13, έξω από σούπερ μάρκετ Safeway στο Τούσον της Αριζόνα. Η υπ' αριθμόν 1 στόχος της επίθεσης, η 40χρονη βουλευτής των Δημοκρατικών Γκάμπριελ Γκίφορντς, συνέχισε χθες να δίνει μάχη για τη ζωή της.

Το Σάββατο το πρωί, η Γκίφορντς συζητούσε με ψηφοφόρους από την 8η εκλογική περιφέρεια της Αριζόνα όπου εκλέγεται, όταν ο 22χρονος Λάφνερ εμφανίστηκε και άρχισε να πυροβολεί με ημιαυτόματο όπλο τύπου Γκλοκ. Ενας ομοσπονδιακός δικαστής, μία 9χρονη μαθήτρια, ένας βοηθός της Γκίφορντς και τρεις πολίτες έπεσαν νεκροί, συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικής καταγωγής Νικόλαου Νίκου, 39. Αρχικές πληροφορίες που ανέφεραν για δύο νεκρούς ελληνικής καταγωγής τελικά διαψεύστηκαν. Ο μόνος Έλληνας στα θύματα του μακελειού ήταν ο άτυχος 39χρονος.




(Αν δεν είχα και τον κ. Horn τι θα ήμουν στη Γη; Μπορεί αλήτης να 'μουνα, να 'χα καταστραφεί)

Η Θεραπεία

Ο άντρας με τα μακριά μαλλιά μπήκε στο ιατρείο. «Καλημέρα» τον χαιρέτισε ο γιατρός. Ο άλλος κάθισε αβέβαια σε μια πολυθρόνα, σταύρωσε τα χέρια και βάλθηκε να κοιτάζει τα τριμμένα του σανδάλια. «Πρέπει να συμπληρώσω ορισμένες τυπικότητες» συνέχισε ο γιατρός. «Όνομα;»

«Εμμανουήλ»

«Ετών;»

«Τριάντα τριών»

«Επάγγελμα;»

«Πολλά. Ποιμένας, σπορέας, ψαράς, διδάσκαλος. Τον τελευταίο καιρό θεραπεύω»

«Εντάξει». Ο γιατρός τον μελέτησε λίγο στρώνοντας αφηρημένα τα μαλλιά του. «Μίλησέ μου για σένα. Πες μου ό,τι θέλεις».

«Λοιπόν…» ο άλλος κοίταξε αμήχανα τα πόδια του που ακόμα γλιστρούσαν από το ελαιώδες μύρο με το οποίο είχαν αλειφθεί. Ανακάλυψε μία γυναικεία τρίχα και την έβγαλε. «Νιώθω χαμένος… Ακόμα και τα ζώα έχουν τις φωλιές τους, εγώ δεν έχω πού να γείρω το κεφάλι μου. Κουβαλάω το σταυρό μου…»

«Εγώ βλέπω ότι είσαι όμορφος, δυνατός και οικονομικά ανεξάρτητος. Όλη η ζωή βρίσκεται μπροστά σου. Τι παραπάνω ψάχνεις;» ρώτησε ήπια ο γιατρός.

«Δεν ξέρω… το βασίλειο που ψάχνω δεν είναι του κόσμου τούτου. Μου φαίνεται πως θα πεθάνω σαν αρνί σφαγμένο…»

«Α, ώστε έτσι νιώθεις», έκανε ο γιατρός. Έξω ήταν μια ζεστή και ηλιόλουστη μέρα και στο λαιμό του κυλούσαν στάλες ιδρώτα, το κλιματιστικό δε βοηθούσε και πολύ. «Μίλησέ μου λίγο για την παιδική σου ηλικία», είπε τελικά.

«Η κατάσταση στο σπίτι με πίεζε. Η μητέρα ήταν έγκυος σε μένα –όχι απ’ τον πατέρα– πριν το γάμο. Στην αρχή αυτός δεν ήθελε να την παντρευτεί, νομίζω πως και σήμερα δεν το ’χει ξεπεράσει. Στο σχολείο ήμουν ο καλύτερος μαθητής, από δώδεκα χρονών μπορούσα να διδάσκω τους ηλικιωμένους σοφούς».

«Μεγάλο βάρος για ένα παιδάκι… Είχαν απαιτήσεις οι γονείς σου;»

«Αν είχαν, λέει…». Μία φευγαλέα σκιά φάνηκε στο βλέμμα του άντρα. «Όταν μου έκαναν περιτομή, ένας γέροντας δήλωσε ότι θα γίνω σπουδαίος κι οι γονείς μου το δέσαν κόμπο. Μεγαλώνοντας όμως με τράβηξε η θρησκεία. Η μητέρα ακόμα στεναχωριέται που δεν έγινα δικηγόρος…»

«Έχεις αποκόψει ένα μεγάλο μέρος χαράς από τη ζωή σου» παρατήρησε ο γιατρός. «Πες μου όμως κάτι άλλο, κοιμάσαι ικανοποιητικά;»

«Όχι… νιώθω συνέχεια κουρασμένος».

«Θα πρέπει να κοιμάσαι περισσότερο, η έλλειψη ύπνου είναι που σε κάνει ευέξαπτο. Αν κοιμόσουνα κανονικά, δε θα έχανες την ψυχραιμία σου εκείνη τη μέρα στο ναό». Έβγαλε ένα χαρτί και διάβασε: «Σύλληψη για φθορά ξένης περιουσίας, διατάραξη κοινής ησυχίας, υποκίνηση σε στάση και αντίσταση κατά της αρχής. Ποινή, τρεις μήνες με αναστολή, αποζημίωση μηνυτών, υποχρεωτική κοινωνική εργασία».

«Ναι, αλλά εκείνοι οι πωλητές είχαν καταντήσει το ναό οίκο εμπορίου!»

«Όμως είχαν πληρώσει το δημοτικό φόρο και ήταν καθόλα νόμιμοι».

«Με το νόμο που όρισε ο Καίσαρας, όχι ο Θεός».

«Μα, βρε χριστιανέ μου…»

«Δεν είμαι χριστιανός. Εβραίος είμαι».

«Ναι, καλά, τρόπος του λέγειν. Ας δώσουμε όμως στον Καίσαρα τα του Καίσαρος και στο Θεό τα του Θεού. Άνθρωποι ήταν κι εκείνοι, ήθελαν απλώς να βγάλουν τον άρτο τον επιούσιο».

Ο άντρας έσκυψε το κεφάλι. «Έκανα κάτι κακό… έτσι δεν είναι, γιατρέ;»

«Εγώ πάντως δε σε κρίνω» απάντησε ο γιατρός. «Περνάς μία κρίση κατάθλιψης, η οποία μπορεί να σχετίζεται με την παιδική σου ηλικία και την απόρριψη από τον πατέρα σου. Ας κοιτάξουμε όμως μπροστά. Θα ακολουθήσουμε μία αγωγή με αντικαταθλιπτικά».

«Δε θέλω να πάρω χάπια… νιώθω σα να παίρνω ναρκωτικά…»

«Έλα, δεν είναι έτσι και το ξέρεις. Δε μολύνει τον άνθρωπο αυτό που μπαίνει στο στόμα του, αλλά αυτό που βγαίνει από το στόμα του. Μόνο για λίγο θα τα πάρεις, μέχρι να περάσει η κρίση. Εντάξει;»

«…ναι…»

«Λοιπόν, τρία χάπια την ημέρα απ’ αυτά, πρωί-βράδυ, και ένα από τούτα εδώ. Τώρα, θα ήθελα ν’ αλλάξεις κάποια πράγματα στη ζωή σου. Πήγαινε σινεμά, δες φίλους, γλέντα. Είσαι και σε ηλικία γάμου, έχεις παντρευτεί;»

«Όχι».

«Καιρός να γνωρίσεις κάποια καλή κοπέλα – είμαι σίγουρος πως αν προσέξεις λίγο το ντύσιμό σου, θα έχεις αρκετές κατακτήσεις».

«Δε σκέφτομαι το ντύσιμό μου. Τα λουλούδια δε νοιάζονται τι θα φορέσουν, όμως ούτε ο βασιλιάς Σολομώντας δεν είχε τόσο λαμπρή φορεσιά όσο αυτά».

«Αρκετά λαμπρή, πάντως, ώστε να τον κάνει δημοφιλή στις γυναίκες. Ο χρόνος μας τέλειωσε. Θα ήθελες να περάσεις από το ταμείο και να τακτοποιήσεις την επίσκεψή σου; Η αμοιβή μου είναι τριάντα αργύρια».



Ο κοντοκουρεμένος άντρας μπήκε στο ιατρείο. «Καλημέρα» τον χαιρέτισε ο γιατρός. «Λοιπόν, πώς αισθάνεσαι τώρα;»

«Πολύ πιο χαρούμενος, γιατρέ! Κοιμάμαι κανονικά, πηγαίνω σε γυμναστήριο και βγαίνω κάθε βράδυ. Καινούργια ζωή!»

«Σίγουρα, έχεις άλλον αέρα. Σαν να φοράς φωτοστέφανο! Τι λες, άξιζε τον κόπο η επίσκεψη;»

«Βέβαια!» απάντησε αμέσως ο άντρας. «Απορώ πώς ζούσα παλιότερα!»

«Η δουλειά πώς πάει;»

«Παράτησα τις θεραπείες. Τώρα εργάζομαι στην Ιντερναζαρέτ – Ασφαλιστική».

«Αυτά είναι καλά νέα!» είπε ο γιατρός περνώντας το χέρι μέσα από τα πυκνά μαλλιά του. «Έτσι έρχεσαι σε επαφή με πολύ κόσμο. Τι αναλαμβάνεις;»

«Προωθώ ένα πακέτο που περιλαμβάνει ασφάλεια κλοπής, σκουριάς και σκουληκιών. Τι νόημα έχει να συσσωρεύεις θησαυρό επί της γης αν οι ληστές μπαίνουν και τον κλέβουν; Αν ο σκώληκας και η σκουριά τον αφανίζει; Ασφάλισέ τον λοιπόν στην Ιντερναζαρέτ και θα κοιμάσαι τα βράδια ήσυχος – γιατί εκεί που είναι ο θησαυρός σου, εκεί είναι και η καρδιά σου. Δε σας είπα όμως και το άλλο…!»

«Ποιο;»

«Γνώρισα μια κοπέλα, αρχίζουμε να συζητάμε για γάμο».

«Πολύ ωραία! Λοιπόν, φίλε μου, νομίζω πως εγώ δε χρειάζομαι πια. Ως προς τα χάπια, θα συνεχίσεις να μειώνεις τη δόση, όπως είπαμε, και την άλλη βδομάδα θα τα σταματήσεις εντελώς».

«Εντάξει, γιατρέ».

«Να πας στο καλό».

«Γεια σας, γιατρέ, ευχαριστώ πολύ!» είπε ο ασφαλιστής, σηκώθηκε και βγήκε από την πόρτα με ζωηρή διάθεση.

Ο γιατρός έγειρε πίσω στην καρέκλα και ξεφύσηξε με ανακούφιση. Σκούπισε τον ιδρώτα στο λαιμό του και χαμογέλασε αχνά. Έξυσε το κεφάλι του, χάιδεψε τα κρυμμένα κερατάκια μέσα στα μαλλιά του και σηκώθηκε όρθιος. Οι οπλές από τα κατσικίσιά του πόδια αντήχησαν επάνω στα πλακάκια του πατώματος καθώς περπάτησε προς το παράθυρο και το άνοιξε. Μη μπορώντας ν’ αντισταθεί στον πειρασμό (ήταν ειδικός σ’ αυτούς), κοίταξε προς τον ουρανό και φώναξε: «Σε νίκησα! Ο μεγαλύτερός μου εχθρός, όμως σε νίκησα! Και μάλιστα πώς; Σε θεράπευσα!»


(παλιό διηγηματάκι, ξαναδουλεμένο)

?

Όπως και να το κάνουμε, το αγγλικό ερωτηματικό (?) είναι πολύ πιο κομψό από το ελληνικό (;)

Λοιπόν, το κείμενο αυτό ξεκίνησε ως σχόλιο σε μια συζήτηση στης Αόρατης Μελάνης, για τη ζωή, τον σκοπό της, τον αναγκαίο εξωγενή παράγοντα νοηματοδότησής της («Θεό»), τη συνέχεια μετά θάνατον, τη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα κ.α. Το σχόλιο όμως τελικά βγήκε πολύ μακρύ, πέθανε εν τη γεννέσει του και μετενσαρκώθηκε ως ξεχωριστή ανάρτηση. Ούτε λίγο ούτε πολύ, στη συνέχεια θα δώσω την τελειωτική απάντηση σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα.

Αυθύπαρκτος είναι μόνο ο Κίμωνας Κουλούρης, κανείς άλλος. Ο γίγας αποτελεί το μόνο έλλογο ον (υπό διερεύνηση το «έλλογο») που αυτοπροσδιορίζεται ολοκληρωτικά, που υπάρχει an Sich, όλοι εμείς είμαστε ετεροκαθοριζόμενοι από εξωγενείς παράγοντες (π.χ. ΙΚΑ, πολεοδομία, μνημόνιο κ.λπ.). Γνωρίζουμε το Αυτοπροσδιοριζόμενο Ον μόνο μέσα από τα έργα Του, η ουσία του Κίμωνα Κουλούρη είναι απροσπέλαστη για την κατανόησή μας.

Φυσικά και ο άνθρωπος διαφέρει οντολογικά από τα υπόλοιπα ζώα! Δε χωράει αμφιβολία. Είναι η μόνη μορφή ζωής που έχει Facebook. Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης για να φτάσουμε στο τεχνολογικό και κοινωνικό σημείο, όπου μπορεί πλέον ο συλλογικός μας βίος να αναπαραχθεί ψηφιακά με προσωποβιβλιακό τρόπο. Οπότε, αυτό που καλούμε «ζωή» είναι απλώς η πρώτη ύλη, το ακατέργαστο πετρέλαιο πριν από το υπαρξιακό διυλιστήριο και εμπλουτιστήριο που ονομάζουμε «Facebook» – ο ο λόγος εστί και το αληθινόν όνομα αυτού απρόφερτον, Facebook καλείται πλην Facebook το όνομα αυτού ουκ εστί, αμήν.

Η κόλαση υπάρχει. Την έχω δει προσωπικά, μια μέρα που ήμουνα στημένος από το πρωί στη ΦΑΕΕ της Καλλιθέας.

Ας πούμε τώρα και κάνα αστείο για να το ελαφρύνουμε λιγάκι. Είμαι σίγουρος ότι όλοι, σε κάποια στιγμή, καταπιαστήκαμε με παρόμοια υπαρξιακά ερωτήματα: Γιατί υπάρχω; Ποιο το νόημα της ζωής; Υπάρχει κάτι πέρα από τη ζωή; Θεωρούμαι «ζωντανός» όταν έχω πρωθυπουργό έναν Κώστα Καραμανλή; (μη βιαστείς να απαντήσεις). Θα συνεχίσω να υπάρχω μετά θάνατον; κ.λπ. Όλοι κατά καιρούς παίξαμε με διάφορες στάσεις, απορρίψαμε κάποιες άλλες, κατασταλάξαμε κάπου, περάσαμε φάσεις losing my religion, βρήκαμε καινούργιες απαντήσεις, πιάσαμε τον εαυτό μας να γλύφει εκεί που κάποτε έφτυνε κ.ο.κ. Προσωπικά, απαντώ με ένα συνειδητοποιημένο ερωτηματικό σε πολλά από αυτά τα ζητήματα.

Το σύμπαν δεν αγαπάει το κενό κι ο άνθρωπος δεν αγαπάει τα ερωτηματικά. Τον ενοχλούν, τον τσατίζουν – ακόμα και σχεδιαστικά, το (αγγλικό) ερωτηματικό απεικονίζει έναν μισοτελειωμένο κύκλο που παρακαλάει να ολοκληρωθεί. Ή να σιδερωθεί σε μια ευθεία και να γίνει θαυμαστικό! Να διολισθήσει σε αθεΐα ή θεϊσμό, υλιστικότητα ή ιδεαλισμό, μετά θάνατον ζωή ή ανυπαρξία, σοσιαλισμό ή βαρβαρότητα – να δοθεί μια απάντηση, τέλος πάντων, οποιαδήποτε απάντηση, αρκεί να πάψει επιτέλους να υφίσταται αυτός ο ενοχλητικός κουτσουρεμένος κύκλος. Χρειάζεται μεγάλη δύναμη για να διατηρήσεις το ερωτηματικό, να πεις στα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα της ζωής: «δεν ξέρω...». Είναι ισορροπία σε τεντωμένο σκοινί. Με όρους κβαντομηχανικής, το ερωτηματικό είναι μια μετασταθερή στάθμη ενέργειας κι εμείς ηλεκτρόνια που γυρεύουμε να εκπέμψουμε ένα φωτόνιο για να ξαναγυρίσουμε στην ασφάλεια της γνωστής μας τροχιάς. Όπως μπορεί να διαβεβαιώσει κάθε φυσικός, χρειάζεται πλεόνασμα ενέργειας για να διατηρηθούν τα ηλεκτρόνια στις μετασταθερές τους τροχιές.

Δεν ξέρω, λοιπόν, ποιο το νόημα της ζωής κι ενδεχομένως να μη μάθω ποτέ. Δεν ξέρω καν αν έχει νόημα η ζωή ή όλα είναι παιχνίδια της τύχης. Αρνούμαι πάντως να διολισθήσω σε μια απάντηση – κρατάω το ερωτηματικό μου, παραμένω στη μετασταθερή μου στάθμη ενέργειας, τραβάω το δρόμο μου κι έχει ο Θεός. Δεν είναι ό,τι καλύτερο αυτό το μανιφέστο του ερωτηματικού, συμφωνώ, όμως είναι πολύ προτιμότερο απ’ το να προξενευτώ με μια απόφανση μόνο και μόνο για να βολευτώ, να λέω ότι έχω απαντήσεις. Το καλύτερο είναι ο γάμος από έρωτα, το επόμενο καλύτερο είναι η τίμια μοναξιά, το χειρότερο απ’ όλα όμως είναι ο γάμος από βόλεμα. Κι όπως έχει διδάξει ο Γιάννης Πάριος, πιο καλή η μοναξιά – του ερωτηματικού.

?