Αυτό είναι ένα σχόλιο στο Buzz, που όμως έχει αυτοτέλεια και, πιστεύω, ενδιαφέρον ώστε το έκανα ανάρτηση. Πέτρα του σκανδάλου ήταν αυτή η έρευνα του M. Keith Chen από το πανεπιστήμιο Yale. Με λίγα λόγια, ο κ. Chen υποστηρίζει ότι ο τρόπος που μια γλώσσα κωδικοποιεί γραμματικά τον μέλλοντα χρόνο έχει επίπτωση και στην αντίληψη που σχηματίζουν οι ομιλητές της για το μέλλον• πιο συγκεκριμένα, αν οι ομιλητές χρησιμοποιούν ενεστώτα για το μέλλον (όπως συνήθως γίνεται στα γερμανικά, στα κινέζικα κ.α.), τότε, λέει ο κ. Chen, ότι μαθαίνουν από την ίδια τους τη γλώσσα να αισθάνονται το μέλλον οικείο και κοντινό, κάτι σαν ένα διαρκές παρόν, ας πούμε. Στα γερμανικά π.χ. ελάχιστα χρησιμοποιείται ο μέλλοντας χρόνος• οι Γερμανοί κυρίως εκφράζονται για το μέλλον σαν να είναι παρόν: αύριο πηγαίνω ταξίδι! ή την άλλη βδομάδα συναντιέμαι με τον Γιώργο! κ.λπ. Αυτό, κατά τον κ. Chen, δημιουργεί μια αίσθηση συνάφειας ή ταύτισης του παρόντος με το μέλλον, οπότε έχει και επίπτωση στον τρόπο με τον οποίο οι ομιλητές της γλώσσας τείνουν να παίρνουν αποφάσεις. Δηλαδή, συμβάλλει στη θυσία του παρόντος για χάρη του μέλλοντος, οπότε οι ομιλητές τείνουν να αποταμιεύουν περισσότερο, να καπνίζουν λιγότερο, να γίνονται λιγότερο παχύσαρκοι και να κάνουν ασφαλέστερο σεξ. Έχουν τη στάση: οικονομία κάνε και σφίξε τα λουριά, τώρα που είσαι νέος σώρευε τον παρά.
Οι γλώσσες όμως που έχουν σαφή γραμματική διαφοροποίηση του μέλλοντα χρόνου (όπως π.χ. τα ελληνικά με το μόριο θα ή τα αγγλικά με το will) εκπαιδεύουν τους ομιλητές τους να αισθάνονται το μέλλον διακριτό, απομακρυσμένο. Οπότε αυτοί τείνουν να μη θυσιάζουν τόσο πολύ το παρόν για χάρη του μέλλοντος, τουλάχιστον στις παραπάνω δραστηριότητες (αποταμίευση, κάπνισμα, παχυσαρκία, ασφάλεια στο σεξ), έχουν τη στάση: γλέντα τη ζωή, όλοι δύο μέτρα παίρνουν γη, διότι αισθάνονται μακρινή και αόριστη τη μελλοντική ωφέλεια που θα λάβουν – πάντα κατά τον κ. Chen. Δηλαδή και χιουμοριστικά μιλώντας, ο Σαμαράς θα καταργήσει το μόριο θα από την ελληνική γλώσσα, προκειμένου να στηριχτούν οι τράπεζες, τα ταμεία, και να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες υγείας. Πώς όμως συμπέρανε όλα αυτά ο κ. Chen; Κάνοντας στατιστικές συσχετίσεις ανάμεσα στις γλώσσες (κωδικοποιημένες ανάλογα με το αν έχουν σαφή γραμματική διάκριση του μέλλοντα χρόνου από τον ενεστώτα) και σε διάφορα δεδομένα μελετών που, λέει ότι, υποδεικνύουν τη στάση κάθε λαού ως προς την αποταμίευση, την πρόληψη της υγείας κ.λπ.
Να θυμίσω εδώ ότι πριν λίγες μέρες είδαμε στο Buzz αυτό το άρθρο του Taleb, που έλεγε για τον κίνδυνο των πολλών δεδομένων. Ότι αν έχεις στη διάθεσή σου πολλούς, πάρα πολλούς αριθμούς τότε θα βρεις και στατιστικές σχέσεις, θα κάνεις διάφορες συσχετίσεις – δόξα τω Θεώ, θα βγάλεις υλικό για δημοσίευση. Τα δεδομένα μόνο να ‘ναι καλά και πολλά, αυτό είναι που μετράει: habemus data! Οι συσχετίσεις κατόπιν θα βρεθούν, είναι σίγουρο, άσχετα αν αυτές υπάρχουν και στην πραγματικότητα ή μόνο «στον Η/Υ του ερευνητή», όπως γράφει ο Taleb. Μήπως η έρευνα του κ. Chen βρίσκεται στην επικράτεια της προειδοποίησης του Taleb; (ναι, κατά τη γνώμη μου)
Και για να γίνω συγκεκριμένος, θα ασχοληθώ με ένα μόνο θέμα: βλέπω στη σελ. 10 του άρθρου ότι ο κ. Chen έκανε τις αρχικές συσχετίσεις γλώσσας – αποταμιευτικής τάσης με παλινδρομήσεις στις έρευνες του World Values Survey, το οποίο (ισχυρίζεται ότι) μετρά τις παγκόσμιες αξίες με ερωτηματολόγια. Εδώ μπορείτε να δείτε ένα παράδειγμα – «ποιες αξίες θεωρείτε ότι πρέπει να ενθαρρύνονται στα παιδιά; Έχετε πέντε επιλογές: (V12) Ανεξαρτησία, (V13) Σκληρή δουλειά, (V14) Υπευθυνότητα κ.λπ.» Τέτοια δεδομένα (μαζί με άλλα) χρησιμοποίησε ο κ. Chen στη δική του έρευνα: απαντήσεις σε ερωτήματα αξιών και πεποιθήσεων του World Values Survey (Πόσο εμπιστεύεστε τους άλλους; Πόσο σημαντική αξία θεωρείτε την αποταμίευση; κ.λπ.).
Εδώ θέλω να κάνω μια ερώτηση σε σας που διαβάζετε: σε τέτοια φορτισμένα θέματα, που έχουν να κάνουν με αξίες, ηθικές κρίσεις και βιοτικές αποφάσεις, σας πείθει εσάς η απάντηση που δίνει κάποιος σ’ ένα ερωτηματολόγιο μιας τυπικής έρευνας; Π.χ. το πόσο κάποιος εμπιστεύεται ή όχι τους άλλους φανερώνεται από το κουτάκι που τσεκάρει στο ερωτηματολόγιο – (Α) Πολύ, (Β) Μέτρια, (Γ) Λίγο, (Δ) Καθόλου; Τι λέτε κι εσείς; Η απάντηση που δίνει κάποιος στο ερωτηματολόγιο (σε τέτοια φορτισμένα θέματα πάντα) μάς προσφέρει προβλεπτική ικανότητα για τις αποφάσεις αυτού του ανθρώπου στην πραγματική ζωή; Εγώ αμφιβάλλω πολύ. Π.χ. σας έχουν τύχει άνθρωποι που να έχουν μια ιδέα για τον εαυτό τους, όμως εσείς να παρατηρείτε άλλα πράγματα σ’ αυτούς, διαφορετικά από αυτό που δηλώνουν; Ή που να παρουσιάζουν τη ζωή τους τακτοποιημένη και εκλογικευμένη, σαν διήγημα του Τσέχωφ, μια καλοστημένη αφήγηση με αρχή – μέση – τέλος, με δοκιμασία, κορύφωση και τελική κάθαρση, όμως εσείς να είστε σε θέση να ξέρετε λεπτομέρειες που χαλάνε την κομψότητα της αφήγησης; Ή που να θεωρούν τους εαυτούς τους στρατιώτες ενός ιδανικού, μιας αξίας, μιας ηθικής αρχής, όμως εσείς να βλέπετε τα τυφλά τους σημεία; Εγώ νομίζω πως αυτός είναι ο κανόνας, σχεδόν απόλυτος κανόνας! Το τι δηλώνουμε για τον εαυτό μας, για τη ζωή μας, για τη ζωή γενικά, μπορεί να είναι ή να μην είναι αυτό που παρατηρούν οι άλλοι σε μας. Το ότι τσεκάρω το κουτάκι στο ερωτηματολόγιο της World Values Survey, «πιστεύω πως η αποταμίευση είναι σημαντική αξία στη ζωή», αυτό σας εξασφαλίζει πως αν παρατηρήσετε τη ζωή μου, θα τη δείτε να βεβαιώνει αυτήν την δήλωση; Το ότι κάποιος γράφει για τον εαυτό του σε ένα προφίλ στο ίντερνετ, π.χ. «είμαι γενναιόδωρος, τίμιος, καλόβολος», σας εξασφαλίζει ότι αν τον συναντήσετε, θα βρείτε έναν γενναιόδωρο, τίμιο, καλόβολο άνθρωπο; O κόσμος δε λέει ψέματα, ακόμα και στον εαυτό του; Δεν έχει τυφλά σημεία;
Τη δεκαετία του ’90 έγιναν μερικές σφοδρές αντιπαραθέσεις, κυρίως στις ΗΠΑ, μεταξύ κοινωνικών και φυσικών επιστημόνων σχετικά με το αντικείμενο του καθενός – κάτι που σήμερα έχει επικρατήσει να ονομάζεται Science Wars. Ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν ήταν κι αυτή η λατρεία των ερωτηματολογίων στις κοινωνικές επιστήμες• πολλοί Αμερικάνοι κοινωνιολόγοι τότε προσπαθούσαν να μιμηθούν τη φυσική, να παίξουν κι αυτοί δηλαδή με αριθμούς και στατιστικές αναλύσεις, οπότε έκαναν αποκλειστικά έρευνες με ερωτηματολόγια. Ο R. C. Lewontin εκείνον τον καιρό έγραψε μια πολύ καυστική κριτική στο The New York Review of Books στηλιτεύοντας την τότε προβεβλημμένη έρευνα του US National Opinion Research Center ως προς τις σεξουαλικές πρακτικές των Αμερικανών (με ερωτηματολόγια κι αυτή). Παραθέτω κάποια σημεία από την κριτική του Lewontin (εδώ, όμως θέλει συνδρομή• μπορείτε να βρείτε ένα εκτεταμένο απόσπασμα εδώ): «Είναι τρομακτική η σκέψη ότι η κοινωνική επιστήμη βρίσκεται στα χέρια επαγγελματιών, που είναι τόσο τυφλοί ως προς τις εκφάνσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς ώστε να πιστεύουν πως ο κόσμος δεν λέει ψέματα, τόσο στον εαυτό του όσο και στους άλλους, γι’ αυτά τα φορτισμένα θέματα της ζωής του». Σε ένα άλλο σημείο γράφει επίσης: «Οι συγγραφείς της έρευνας δαπάνησαν πολλή διανοητική ενέργεια για να πάρουν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα των Αμερικάνων και να τους ρωτήσουν για τη σεξουαλική τους ζωή, από την άλλη όμως παρουσιάζονται πολύ αφ’ υψηλού ως προς το ερώτημα αν ο κόσμος λέει την αλήθεια όταν τον ρωτάς για τέτοια θέματα».
Συμφωνώ με τον Lewontin, πολύ δίκιο έχει. Ορισμένα ζητήματα είναι από τη φύση τους ανερωτηματολόγητα και δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να πάρουμε απλές, ποσοτικές απαντήσεις για ολόκληρους πληθυσμούς – όλα αυτά τα θέματα που άπτονται ηθικών κρίσεων, βιοτικών αποφάσεων, θρησκευτικών πεποιθήσεων, σεξουαλικών προτιμήσεων, αξιακών στάσεων κ.λπ. Δεν απορρίπτω το ερωτηματολόγιο ως μέθοδο έρευνας, όμως για αφόρτιστα, πραγματιστικά θέματα. Για ερωτήματα τύπου: Είστε αριστερόχειρας ή δεξιόχειρας; ή Κατεβήκατε στο κέντρο (Α) με το μετρό, (Β) με λεωφορείο, (Γ) με ταξί, (Δ) με ΙΧ κ.λπ. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που υποτίθεται ότι κάνει το World Values Survey με τις «έρευνές» του, πάντως ο τίτλος παραπλανεί: θα ήταν ρεαλιστικότερο να ονομάζεται: World Self-Images Survey.
Να θίξω και ένα ακόμα θέμα: το άτομο που κάνει την έρευνα παίζει κάποιο ρόλο; Ίδια θα απαντήσει κάποιος σε τέτοια λεπτά ερωτήματα αν η έρευνα γίνεται από έναν τρακαρισμένο πιτσιρικά ή από έναν έμπειρο πωλητή, που ξέρει να δείχνει χαλαρός και να κερδίζει την εμπιστοσύνη του άλλου; Πολύς κόσμος διστάζει να απαντήσει σε έρευνες με ευαίσθητα θέματα, ή δίνει την politically correct απάντηση άσχετα αν την ενστερνίζεται ή όχι, επειδή έχει την παράλογη πεποίθηση ότι οι απαντήσεις του θα διαρρεύσουν και θα μαθευτούν• εδώ είναι καλό να έχει ο ερωτών την ποιότητα του έμπειρου πωλητή και να κερδίζει την εμπιστοσύνη του κόσμου. Ίδια θα απαντήσει κάποιος αν έχει απέναντί του μια φοιτήτρια που βαριέται ή που νιώθει ότι κάνει απλήρωτη αγγαρεία για τον καθηγητή της ή μια νόστιμη κοπέλα, όλο χαμόγελα και ευγένεια; (ο πατέρας μου πάντως με τέτοια εξωγενή κριτήρια απαντούσε στα ερωτηματολόγια: πόσο όμορφη ήταν η κοπέλα που έκανε την έρευνα!). Όλοι οι παραπάνω θα πάρουν τις ίδιες απαντήσεις από τα ίδια πρόσωπα σε τέτοια φορτισμένα ερωτήματα;
Υπάρχει όμως κι ακόμα ένα θέμα:
Αναρωτιόμουν πρόσφατα αν ο Nassim Nicholas Taleb είναι σοβαρός άνθρωπος ή όχι. Διάβασα αυτό το άρθρο και πείστηκα ότι είναι από τους πιο σοβαρούς ανθρώπους στον κόσμο. Με δυο λόγια, ο Freakonomics έθεσε σε πέντε, ας πούμε, διαμορφωτές γνώμης το ερώτημα: Περπατάς στον δρόμο με $10 στην τσέπη, και συναντάς από τη μια έναν αλκοολικό ζητιάνο κι από την άλλη έναν καθωσπρέπει τύπο που πουλάει λουκάνικα. Τι μέρος από τα χρήματα θα δώσεις στον καθένα και γιατί; Οι υπόλοιποι απάντησαν διάφορα ψαγμένα (όχι 100% όμως, μερικές απαντήσεις σώζονται στο φινάλε). Ο Taleb είπε ότι το ερώτημα αυτό δεν απαντιέται, είναι ψευδοερώτημα, με την έννοια ότι καμία αξιόπιστη πληροφορία δεν μπορεί να εξαχθεί από τις απαντήσεις. Το τι θα πράξω εξαρτάται από τη στιγμή και την περίσταση – όπως γίνεται και με όλες τις πραγματικές αποφάσεις στην πραγματική ζωή: είναι πάντα σχετικές με τα ευρύτερα συμφραζόμενα (context-dependent), έχουν οικολογική διάσταση. Το πόσα χρήματα π.χ. θα δώσω στον ζητιάνο έχει να κάνει με το αν προηγουμένως κοιτούσα φωτογραφίες πεινασμένων παιδιών, αν μου θυμίζει τον αγαπημένο θείο μου, αν προκύψει χημεία ανάμεσά μας κ.λπ. Μετά δε, αν με ρωτήσεις για την πράξη μου, θα σου δώσω μια εξήγηση εκλογικεύοντάς την, όχι πάντως χρησιμοποιώντας τέτοιους όρους όπως «χημεία». Η απόφασή μου δεν έχει να κάνει ούτε με το τι συνειδητά πρεσβεύω για την επαιτεία και ποιες ηθικές νόρμες δηλώνω ότι ακολουθώ, ακόμα και στον εαυτό μου αν τις δηλώνω• π.χ. πιστεύω ότι θα προσπαθούσα να μη δώσω χρήματα στον ζητιάνο αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν τα κατάφερνα τελικά (εδώ μια τέτοια πραγματική περίπτωση, βγαλμένη μέσα από τη ζωή).
Συμφωνώ απόλυτα με τον Taleb, με τον τρόπο που το βλέπει. Οι αποφάσεις στην πραγματική ζωή λαμβάνονται πάντα μέσα σ’ ένα περιβάλλον και εξαρτώνται από αυτό όσο και οι ζωντανοί οργανισμοί από το φυσικό τους περιβάλλον. Το να τις απομονώνεις τεχνητά με ένα ερωτηματολόγιο είναι σαν να απομονώνεις το αριστερό από το δεξί χέρι σ’ ένα χειροκρότημα. Σίγουρα έτσι θα ‘χεις πολλούς αριθμούς να παίξεις, σύμφωνοι, θα κάνεις και δημοσιεύσεις, θα βρεις και τις στατιστικές συσχετίσεις – άσχετα αν αυτές υπάρχουν και πραγματικά ή μόνο μέσα στον Η/Υ σου. Τα δεδομένα να ‘ναι καλά και πολλά, οι συσχετίσεις θα βρεθούν. Habemus data!