Το Πορτραίτο Του Μωυσή

O Ζώπυρος (εξελληνισμός κάποιου περσικού ονόματος) ήταν ονομαστός φυσιογνωμιστής από τη Συρία που μπορούσε να διαβάσει τα πάντα σ' έναν άνθρωπο από το πρόσωπο κ το σώμα του. Τον αναφέρει ο Κικέρωνας κι ο Διογένης Λαέρτιος (παραθέτοντας Αριστοτέλη). Λένε πως όταν κλήθηκε να διαβάσει τον Σωκράτη, απάντησε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ έναν άνθρωπο ανόητο, αργόστροφο, εξαρτημένο απ’ το πάθος του για τις γυναίκες. 

Οι φίλοι του Σωκράτη διαμαρτυρήθηκαν. Περιέργως (κατά Κικέρωνα κ Διογένη Λαέρτιο) τη διάγνωση του Ζώπυρου έφτασε να την υπερασπιστεί ο ίδιος ο Σωκράτης, που επιβεβαίωσε ότι πράγματι έχει αυτές τις κακίες κι ακόμα περισσότερες. Όμως έμαθε από μικρός να βάζει χαλινάρι στον εαυτό του. Nα μισεί τον εαυτό του σαν τον χειρότερο εχθρό του. 

Βέβαια, η ιστοριούλα είναι πολύ πιο διάσημη από το εβραϊκό Ταλμούδ – ουσιαστικά, η ίδια ιστορία προσαρμοσμένη διαφορετικά: 

ΤΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ 

Όλος ο κόσμος συγκλονίστηκε από το θαύμα της εξόδου των Ισραηλιτών. Όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για τον Μωυσή. Οι φήμες φτάσαν κ στον βασιλιά του Αραβιστάν που θέλησε να δει τον Μωυσή, διέταξε τον κορυφαίο ζωγράφο του να τον βρει κ να σχεδιάσει το πορτραίτο αυτού του σπουδαίου ανθρώπου. Ο ζωγράφος βρήκε την κατασκήνωση των Ισραηλιτών στην έρημο κ έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε ν’ αποδώσει το πορτραίτο του Μωυσή. 

Ο βασιλιάς πήρε το πορτραίτο κ το έδειξε στους σοφούς φυσιογνωμιστές του. Αυτοί αποφάνθηκαν: «Εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ έναν άνθρωπο αλαζονικό, κακούργο, πλεονέκτη, σκληρό, άνθρωπος γεμάτος κακίες». 

Ο βασιλιάς τα ‘χασε. Ο ζωγράφος ισχυριζόταν ότι έκανε καλή δουλειά, οι φυσιογνωμιστές ισχυρίζονταν ότι έκαναν καλή διάγνωση, ο βασιλιάς δεν ήξερε ποιον να πιστέψει. Μέχρι που αποφάσισε να πάει ο ίδιος να δει τον Μωυσή με τα μάτια του. 

Βρήκε την κατασκήνωση των Ισραηλιτών στην έρημο, μπήκε στη σκηνή του Μωυσή, τον προσκύνησε, κατευθείαν είδε πως ο ζωγράφος έκανε καλή δουλειά. Ρώτησε τον άνθρωπο του Θεού: «Πώς είναι δυνατόν οι φυσιογνωμιστές μου να κάναν τέτοιο λάθος; Τους νόμιζα σοφούς!»

Απάντησε ο Μωυσής: «Κανένα λάθος δεν κάναν οι φυσιογνωμιστές σου. Έχω πράγματι αυτές τις κακίες, δεν ξέρω πόσες άλλες. Έμαθα όμως να μισώ τον εαυτό μου, να του βάζω χαλινάρι, μέχρι ν’ αγαπώ σαν τον καλύτερό μου φίλο ό,τι στέκεται εχθρός μου. Να η μεγάλη περηφάνια μου» 

Η ιστοριούλα καθιερώθηκε στους σύγχρονους πανεπιστημιακούς κύκλους ως αρχαιοελληνική, εβραϊκή, όμως είμαι σίγουρος πως αν ψάξω θα τη βρω κ σε ακόμα πιο αρχαίες παραδόσεις – κινέζικες, μεσοποτάμιες, ινδικές, αιγυπτιακές, ιθαγενείς, δεν ξέρω κι εγώ τι. Βάζω στοίχημα! Αν ψάξω θα τη βρω, προσαρμοσμένη σε τοπικές κουλτούρες κ θρύλους. Ο μόνος λόγος που δεν τη ψάχνω είναι ότι πια είμαι κουρασμένος, δεν έχω κουράγια. Όμως θα είναι ουσιαστικά η ίδια ιστοριούλα. 

Ήταν ο τρόπος των αρχαϊκών να μας διδάξουν τι διαφέρουμε, εμείς οι θλιβερές μετριότητες, από τους σπουδαίους ανθρώπους όπως ο Σωκράτης κι ο Μωυσής. Όχι ότι ήταν καλύτεροι από μας. Όχι αυτό. Το ίδιο άνθρωποι όπως κι εμείς, τα ίδια σφάλματα κ τις ίδιες κακίες. Όμως αυτοί μάθαν να βάζουν χαλινάρι στον εαυτό τους. Αυτό τους κάνει σπουδαίους 

Με τα λόγια του Μωυσή από το Ταλμούδ: «Να η μεγάλη περηφάνια μου»

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.