Ο Δρόμος Προς Τον Παράδεισο Μπορεί Να Είναι Στρωμένος Με Ιδιοτελείς Προθέσεις

Σήμερα είναι μέρα χαράς, ελπίδας και βάσιμης αισιοδοξίας.


Στην Ταϊλάνδη απαγορεύεται να μπεις με κινητό τηλέφωνο στον εκλογικό χώρο. Κι αυτό για να μην πουλήσεις την ψήφο σου – ένα σπορ που ανθούσε όλες τις προηγούμενες δεκαετίες. Οπότε σωστά απαγορεύονται τα κινητά τηλέφωνα: «θα σου δώσω τόσα αν με ψηφίσεις – και για απόδειξη, θα βγάλεις φωτογραφία την ψήφο σου με το κινητό και θα μου τη δείξεις». Κάπου 3 με 5 μεροκάματα είναι η αξία της ψήφου, τόσα έδιναν παραδοσιακά οι υποψήφιοι βουλευτές στο κόσμο να τους ψηφίσει. Ευτυχώς σήμερα το σπορ αυτό είναι παράνομο και τείνει να γίνει μουσειακό. Σε ένα γκάλοπ που διάβασα, μόνο το 7% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα πουλούσε την ψήφο του, κάπου 30% μάλιστα απάντησε ότι θα έπαιρνε τα λεφτά που θα του πρόσφεραν, όμως κατόπιν θα ψήφιζε κατά συνείδηση. Η Ταϊλάνδη αλλάζει – και καλά κάνει. Και θα αλλάξει κι άλλο.

Μερικά προεκλογικά πλακάτ:







Σήμερα αλλάζουμε κι από φανατικοί οπαδοί, γινόμαστε αυστηροί κριτές. Χειρότεροι κι από τη Ροζίτα Σώκου, κι από τους γκρινιάρηδες στο Μάπετ Σόου. Τι ελπίζουμε για το άμεσο μέλλον:

1) Ότι τεράστιοι κρατικοί πόροι, που μέχρι τώρα γίνονταν μίζες, αμύθητα κέρδη για λίγους πάμπλουτους επιχειρηματίες, στρατιωτικές δαπάνες κ.λπ., θα γίνουν στήριξη προς τα φτωχά κοινωνικά στρώματα. Θα γίνουν επιδόματα και πίστωση προς τους μικροκαλλιεργητές, βελτίωση του ξεχαρβαλωμένου ΕΣΥ, αναπτυξιακά προγράμματα σε χωριά και μικρές επαρχιακές πόλεις, αύξηση ημερομισθίων, πάγωμα χρεών των φτωχών νοικοκυριών κ.λπ.

2) Ότι θα αρχίσει να εδραιώνεται η ισονομία και η πραγματική ισότητα. Θα μπει χαλινάρι στη διαφθορά της αστυνομίας και του Δημοσίου, ο νόμος θα ισχύει το ίδιο για όλους, η Δικαιοσύνη θα πάψει να κάνει διακρίσεις.

3) Ότι θα αρθεί η σφοδρή λογοκρισία, θα ελευθερωθούν οι πολιτικοί κρατούμενοι, θα ανοίγουν όλα τα websites κανονικά, θα πάψει να διώκεται κάποιος για τις ιδέες του. Κι όταν έρθει η ώρα, θα τεθεί ανοιχτά και το-ζήτημα-το-οποίο-δεν-πρέπει-να-συζητάμε-δημόσια.

Γιατί τα ελπίζουμε όλα αυτά:

1) Γιατί υπάρχει ένα τρομερό κίνημα πίσω από τον νικητή των εκλογών. Ένα κίνημα γνήσια λαϊκό, αυθόρμητο, ακαθοδήγητο, υγιές, που εντυπωσίασε όλη την υφήλιο με την επιμονή, τη συνέχειά του και την καταπληκτική του αυτο-οργάνωση (και το καταπληκτικό του στιλ!). Πέντε χρόνια τώρα μέτρησε εκατοντάδες νεκρούς, χιλιάδες τραυματίες και φυλακισμένους, υπέστη συκοφαντία, δίωξη, λογοκρισία, τρομοκράτηση, κι όμως ούτε λύγισε ούτε ξεφούσκωσε.

2) Διότι είναι εντυπωσιακή η ευφυΐα του Τάκσιν (και της αδερφής του), εννοώντας ότι δείχνει να καταλαβαίνει πολύ καλά πως αυτό που πυροδότησε ο ίδιος το 2001, πλέον τον ξεπερνάει. Ο Τάκσιν έχει συμβολοποιηθεί πια, στη συνείδηση του κόσμου είναι ο πρωθυπουργός των φτωχών. Σωστό ή λάθος, αυτό ζητάει πλέον ο κόσμος, έναν Ρομπέν των Δασών, έναν πρωθυπουργό των φτωχών! Και ο ίδιος μοιάζει να το καταλαβαίνει αυτό. Πέρυσι τον είχα παρομοιάσει με τον Πεισίστρατο, σ' ένα κείμενο που δυστυχώς απεδείχθη προφητικό. Ιδιοτελής; Εγωιστής; Φιλόδοξος; Μούτρο; Ναι σε όλα! Κι ο Πεισίστρατος μούτρο πρέπει να ήταν, κάθε άλλο παρά άγιος, και μόνο για τον εαυτό του πρέπει να νοιαζόταν. Όμως ανέβασε το βιοτικό επίπεδο των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων, έθεσε τις βάσεις της αθηναϊκής δημοκρατίας, το έκανε. Τελικά καταλήγω ότι ο δρόμος προς τον Παράδεισο μπορεί να είναι στρωμένος με ιδιοτελείς προθέσεις.

3) Διότι η παραδοσιακή αριστοκρατία και οι ελίτ της Ταϊλάνδης τώρα έχουν λυσάξει απ’ το κακό τους. Κι αυτό δεν μπορεί παρά να είναι καλό σημάδι!

Γιατί όμως δεν μένουμε απ’ έξω από το κίνημα των Κόκκινων, ως γνήσιοι ριζοσπάστες/επαναστάτες/αριστεροί, ζητώντας επιπλέον κομμουνιστική επανάσταση, αταξική κοινωνία, απαλλοτρίωση των μέσων παραγωγής κ.λπ.;

Διότι δεν μπορούμε να είμαστε επαναστάτες ολικής απασχόλησης! Κάποιοι σοφοί, έξω από τον λαό, που να ξέρουν καλύτερα το συμφέρον του λαού από τον ίδιο τον λαό (μήπως αυτό δεν κάνει και η αριστοκρατία της Ταϊλάνδης;). Και να κατηγορούμε μετά τον κόσμο που είναι, υποτίθεται, συντηρητικός και οπισθοδρομικός, δεν συνειδητοποιείται ως τάξη, δεν ανταποκρίνεται στην τέλεια ριζοσπαστικότητά μας. Μήπως αυτό δεν κάνει και η αριστοκρατία της Ταϊλάνδης; Εντάξει, αυτή κατηγορεί τον κόσμο για «αμάθεια» και «ανωριμότητα», όμως το σχήμα είναι το ίδιο. Όχι, η λύση για τον λαό πρέπει να προέρθει από τον ίδιο το λαό. Κι όλοι εμείς οι διανοούμενοι (μπλιαξ), οι λόγιοι (φρίκη), οι φλώροι με τα κομπιούτερ (μη χέσω), καλά θα κάνουμε να σεβόμαστε τον κόσμο που ευελπιστούμε να σώσουμε, ν’ ακούμε πολύ και να μην έχουμε ισχυρές απόψεις. Όπως επίσης και να μιλάμε την ίδια γλώσσα, να κάνουμε την ίδια ζωή, ν’ ακούμε τα ίδια λαϊκά τραγούδια, να πίνουμε το ίδιο ρούμι.

Η πιο καλτ προεκλογική δήλωση: «Οι πολιτικοί είναι σαν τις πάνες. Πρέπει να τους αλλάζεις, αλλιώς γίνονται πολύ βρώμικοι». Ηθικός αυτουργός είναι ο Τσουβίτ, ο άγριος τύπος στο παρακάτω πλακάτ, ένας πάμπλουτος νταβατζής (κυριολεκτικά) και ηγέτης ενός μικρού κόμματος. Κάτι σαν διασταύρωση Μπερλουσκόνι και Αχιλλέα Μπέου.
 

Το πιο καλτ προεκλογικό πλακάτ (το βούτηξα από εδώ). Τα πάντα όλα, μιλάμε:


Χώρα: Ταϊλάνδη
Ημερομηνία: 4/7/2011
Πρωθυπουργός: Γίνγκλακ «Που» Τσιναουάτ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.