Και Όλοι Να Λένε

Είναι το διαχρονικότερο ελληνικό χιτ, κι εσύ κι εγώ το έχουμε πει αμέτρητες φορές:

Να ζήσεις, [όνομα εορτάζοντα], και χρόνια πολλά 
Μεγάλος να γίνεις με άσπρα μαλλιά κ.λπ. 

Το τραγούδι κάνει μπαμ ότι είναι μεταπολεμικό, από Αθηναίο και ωδειοσπουδαγμένο συνθέτη, που έμαθε μουσική σε πιάνο και με παρτιτούρα (όχι σε μπουζούκι ή κιθάρα και με το αυτί). Η παράξενη ευχή, «μεγάλος να γίνεις με άσπρα μαλλιά», μαρτυρά ότι γράφτηκε σε μια εποχή που δεν ήταν δεδομένο ότι θα προλάβει κάποιος να γκριζάρει, σε μια εποχή που παράλληλα γράφονταν τραγούδια: «ένας αλήτης πέθανε στου πάρκου την πλατεία». Σήμερα το τραγούδι προκαλεί διχογνωμίες, τι πρέπει να σκορπίζεις, της γνώσης ή της νιότης το φως; Υποθέτω όμως ότι η νιότη άρχισε να έχει φως στην Ελλάδα από την εμφάνιση του φαινομένου Αλίκη Βουγιουκλάκη και μετά, πιο πριν φως είχε μόνο ο μεσήλικας. Πιστεύω λοιπόν ότι ο άγνωστος ποιητής έγραψε για της «γνώσης το φως και όλοι να λένε: να ένας/μία σοφός», κάτι που στην μετεμφυλιακή Ελλάδα σήμαινε πιθανότατα: να πάρεις ένα πτυχίο, παιδί μου, να γίνεις γιατρός ή δικηγόρος ή επιστήμονας. Ή έστω μηχανικός. Δεν μπορώ να μη θυμηθώ τον Νόρμαν Μέιλερ, κάπου είχε γράψει: η δεκαετία του ’50, η πιο βαρετή δεκαετία στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ της Μηχανής του Χρόνου, το τραγούδι έγραψε ή καθιέρωσε η Αντιγόνη Μεταξά, γνωστή ως Θεία Λένα, μέσα από τη ραδιοφωνική εκπομπή της, «Η Ώρα του Παιδιού». Το πιστεύω, πρέπει να είναι έτσι. Ήταν η εποχή του εσωτερικού αποικισμού της χώρας, όπου το ασπόνδυλο αθηναϊκό και αμερικανόφιλο κατεστημένο κατέστρεφε ζωές και ευρείες επαρχιακές περιοχές προκειμένου να δημιουργήσει ένα καινούργιο κοινωνικό στρώμα Ζήκων, μικροκάτι της πρωτεύουσας (μικροπωλητών, υπηρετών, χαμάληδων, παιδιών για όλες τις δουλειές, μικρεμπόρων, μικροκαταστηματαρχών, μικροεπαγγελματιών, εργατών κ.λπ.). Και όλοι αυτοί οι μικροκάτι έπρεπε να διδαχθούν δυτικότροπες συμπεριφορές και κουλτούρες – ακόμα και γενεθλιακά άσματα – προκειμένου να μάθουν τη θέση τους στην καινούργια αθηναϊκή Ελλάδα. Η Θεία Λένα έπαιξε το ρόλο της κι αυτή, κάθε σημαίας να πλαισιώσει τους ιστούς με ιδεώδεις υποτακτικούς.

Όμως αυτό που μου προξενεί το πιο βαθύ ρίγος στο τραγουδάκι της κυρίας Μεταξά είναι κάτι άλλο. Είναι αυτό το «και όλοι να λένε»...

«Και όλοι να λένε», λοιπόν. Η γνώμη των άλλων ως οδηγός. Ο κομφορμισμός του κοπαδιού. Ένας στίχος που παραπέμπει στο «τι θα πει ο κόσμος;», σε αμέτρητους μη–ευτυχισμένους ανθρώπους που έζησαν τη ζωή κάποιου άλλου, όχι τη δική τους, επειδή δεν βρήκαν το κουράγιο να κάνουν μια Γαλλική Επανάσταση μέσα τους. «Και όλοι να λένε»: ο οδηγός για μια κικηδημουλική ζωή. Φοβάμαι ότι η ανάποδη πλευρά του νομίσματος στο γενεθλιακό τραγουδάκι είναι το άλλο τραγούδι, εκείνο που λέει: Ο παροιμοιώδης μέσος ανθρωπάκος, κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος, επαναστάσεις στα όνειρά του αναζητεί... Δεν σας πιάνει ένα άρωμα καθαρής πτωμαΐνης, βγαλμένης μέσα από τις σελίδες του παλιού Αναγνωστικού της Α’ Δημοτικού; Εκείνο κι αν ήταν γεμάτο με «και όλοι να λένε»!



Θα μας φάνε όλους οι δεινόσαυροι του Σπήλμπεργκ 


Όσο περισσότερο γυρνάω στο μυαλό μου το καθιερωμένο γενεθλιακό τραγουδάκι, τόσο περισσότερο με απωθεί... Η Θεία Λένα δεν είναι δική μου θεία. Τι ευχόμαστε, στην πραγματικότητα, στον φίλο μας τον Δημήτρη όταν του το τραγουδάμε στα γενέθλιά του; Νομίζω, κάτι τέτοιο:

Να ζήσεις,Δημήτρη, και χρόνια πολλά 
Σαν ποίημα η ζωή σου Κικής Δημουλά 
Να πας να σπουδάσεις, να γίνεις γιατρός 
Πορεύσου σαν άψογος μικροαστός! 

Πραγματικά θέλετε να ευχηθείτε αυτό στους ανθρώπους που αγαπάτε; Πρέπει οπωσδήποτε να βάλετε τη Θεία Λένα στις σχέσεις σας με τα παιδιά σας και με τους ιδιαίτερους ανθρώπους σας; Κάτω οι διαλεκτικές των τεχνικών της εξουσίας – αλλά και της κυρίαρχης κουλτούρας! Φτιάξτε δικά σας τραγούδια, πείτε αυτό που πραγματικά θέλετε να πείτε στους αγαπημένους σας κι αφήστε την αθλιότητα της κυρίας Μεταξά. Κάντε το σαν μια προσωπική πινελιά γνήσιου ενδιαφέροντος. Πώς σας φαίνεται, ας πούμε η παρακάτω παραλλαγή για τα γενέθλια του φίλου μας, του Δημήτρη;

Να ζήσεις, Δημήτρη, και χρόνια πολλά 
Να είναι η ζωή σου γεμάτη μαγκιά 
Στο κατεστημένο να είσαι εχθρός 
Κι η γνώμη του πλήθους μας νοιάζει ποσώς! 

ΥΓ: Μπορείτε να πάρετε μια ιδέα για τις εκπομπές της Θείας Λένας εδώ. Μιλάμε για εφιάλτη στον δρόμο με τις λεύκες 

Παροιμίες Καρέν

Οι Καρέν είναι ένα ετερόκλητο συνονθύλευμα φυλών που ζούνε στα βουνά της ΝΑ Ασίας, με διαφορετικούς βαθμούς ενσωμάτωσης στα κράτη της περιοχής. Οι φυλές αυτές κάποτε τσουβαλιάστηκαν όλοι μαζί από τις τοπικές κυβερνήσεις και, για πολιτικούς λόγους, απέκτησαν τον επίσημο χαρακτηρισμό «Καρέν». Εδώ μπορείτε να διαβάσετε λίγα πράγματα γι’ αυτούς.

Παρακάτω είναι ένα σύνολο παροιμιών από μια φυλή Καρέν κάπου σε μια από τις αμέτρητες ρεματιές της ΝΑ Ασίας. Δεν ξέρω πώς να το αποδώσω στα ελληνικά, «παροιμίες» είναι η καλύτερη έκφραση, όμως φοβάμαι ότι η λέξη παραπλανά. Στη γλώσσα Καρέν λέγονται Τα ή Μπο Τα. Με λίγα λόγια, όταν θες να τονίσεις μια ιδιαίτερη κατάσταση, κάτι που ξεφεύγει από τα καθημερινά, θα χρησιμοποιήσεις ένα από τα παραδοσιακά Τα (όπως ακριβώς κι εμείς χρησιμοποιούμε στίχους από τραγούδια, μαντινάδες ή γνωμικά). Τα περισσότερα Τα που μάζεψα παρακάτω είναι από αυτό το paper. Πιστεύω πως πέτυχα μια καλή μεταφορά τους στα ελληνικά:

To πλανερό τραγούδι του γρύλλου, η πλανερή φωνή δίπλα στ’ αυτί σου 

Το ρέμα αρνιέται την πηγή του, το κορίτσι αρνιέται το αγόρι που της έδωσε ένα φυλαχτό 

Ο βράχος φράζει το ρέμα, το νερό θα τον πετάξει 

Αν κρατάς το κεφάλι της κόμπρας σε μια διχάλα, μην το αφήσεις γιατί θα σε δαγκώσει 

Τα κουνέλια δε ρωτάν πού είναι ο δρόμος, του κεφαλιού τους κάνουν και χάνονται 

Μην πας ν’ αναπνεύσεις μέσα από ξένες μύτες 

Να φας την ουρά της σαύρας, να φας τις κακίες και τις κατάρες του κόσμου 
(Το μετέφρασα έτσι, με τις «σαύρες» εδώ εννοούν τα water monitors, τις μεγαλύτερες σαύρες του κόσμου)

Έφαγα την ουρά της σαύρας, καίγομαι και πνίγομαι 
(«σαύρα» = monitor)

Όταν δεις τ’ αχνάρια, κοκκορεύεσαι. Όταν όμως δεις αυτόν που άφησε τ’ αχνάρια, το βουλώνεις 
(Αυτό μου θυμίζει πολύ την ιστορία του Αισώπου με τον Κυνηγό και τον Ξυλοκόπο, «μόνο ίχνη λιονταριού σου ζήτησα να μου δείξεις, όχι το ίδιο το λιοντάρι!»)

Αν δε βράσει το νερό, δε λυγάει η ουρά του ψαριού 
(κάτι σαν αυτό που λέμε κι εμείς, στη βράση κολλάει το σίδερο)

Μαζί θα φάμε τα ξινά 
(δηλ, θα περάσουμε τις δυσκολίες μαζί)

Τρώνε από το ίδιο πιάτο 

Αν παγιδεύτηκες κάτω από τον πεσμένο κορμό, δεν μπορείς να κάνεις και πολλά 

Στην πλημμύρα και την πυρκαγιά, θα κρυφτούμε οι δυο μας στον βλαστό της αγριομπανανιάς 
(ο βλαστός της αγριομπανανιάς δεν καίγεται στη φωτιά)

Ο παππούς έκρυψε τον κορμό του δέντρου που έκοψε, ο παππούς κάτι σκαρώνει 

Οι νέοι ξεχορταριάζουν τα χωράφια των μεγαλυτέρων, οι μεγαλύτεροι τα χωράφια των νέων 
(Όταν καλλιεργείς μέσ’ στη ζούγκλα, το ξεχορτάριασμα είναι το πιο σημαντικό κομμάτι καθότι οι καλλιέργειες ταχύτατα γεμίζουν ζιζάνια)

Τα λεφτά τα βάζουν στα μάτια και στην καρδιά του νεκρού κατά την κηδεία

Πόσο Λάθος Με Μετράς

Στις πανελλήνιες των εσπερινών ΕΠΑΛ 2014 δόθηκε ως Θέμα Δ ένα γνωστό πρόβλημα διαφορικού λογισμού: από όλα τα ορθογώνια με δεδομένο εμβαδό, να βρεθεί αυτό με την ελάχιστη περίμετρο (τελικά το τετράγωνο). Είναι μια άσκηση που συχνά δίνεται σε μαθητές Γ’ Λυκείου, ΕΠΑΛ ή Γενικού, όταν κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον διαφορικό λογισμό. Όμως η εξεταστική επιτροπή που έβαλε αυτήν την άσκηση έκρινε σκόπιμο να υπενθυμίσει στην εκφώνηση τον τύπο για το εμβαδό ορθογωνίου (= μαθηματικά Γ’ Δημοτικού), καθότι ήξερε φυσικά ότι τυπικά οι μαθητές ΕΠΑΛ έχουν κενά ακόμα και στα πιο στοιχειώδη γεωμετρικά σχήματα – θυμίζω ότι στην εξεταστική ύλη περιλαμβάνονταν τότε και στοιχεία ολοκληρωτικού λογισμού, δηλαδή ήταν ζητούμενο από τον μαθητή ΕΠΑΛ να υπολογίζει εμβαδά χωρίων σε γραφικές παραστάσεις, τη στιγμή που ομολογείτο ότι αυτός μπορεί να μην κατέχει ούτε τα πιο στοιχειώδη εμβαδά επιπέδου Δημοτικού:


Πανελλήνιες Εσπερινών ΕΠΑΛ 2014: Η σχιζοφρένεια του εκπαιδευτικού συστήματος


Λοιπόν, δεν μπορώ να μη θαυμάσω τη σχιζοφρένεια αυτού του εκπαιδευτικού συστήματος που κρίνει σωστό να διδάσκει στοιχεία διαφορικού λογισμού, δηλ. πανεπιστημιακών μαθηματικών, σε μαθητές που τυπικά δυσκολεύονται ακόμα και σε μαθηματικά Δημοτικού. Είναι κοινό μυστικό ότι ο φόβος για τα μαθηματικά είναι βασικότατος λόγος που αμέτρητοι μαθητές επιλέγουν το ΕΠΑΛ. Είναι γενική διαπίστωση ότι οι μαθητές ΕΠΑΛ επιμένουν να παρουσιάζονται αδύναμοι στα μαθηματικά. Οι καθηγητές απελπίζονται μ’ αυτούς ή νιώθουν ότι κάνουν μπαλώματα και πασαλείμματα, οι φροντιστές ομοίως, όλοι σαρκάζουν και διηγούνται στους συναδέλφους τους ανέκδοτα για τη μαθηματική ανεπάρκεια των μαθητών τους. Και δεν είναι μόνο τα κενά από προηγούμενες τάξεις αλλά κάτι πολύ περισσότερο: ο τυπικός μαθητής ΕΠΑΛ φτάνει στην Γ’ Λυκείου νιώθοντας ενδόμυχα ότι τα μαθηματικά τελικά είναι θέμα αυθεντίας.

Φανταστείτε ότι κοιτάτε με θολά γυαλιά μια θολή φωτογραφία μέσα σ’ ένα ομιχλώδες τοπίο. Έτσι είναι και το σύμπαν των μαθηματικών για τον τυπικό μαθητή ΕΠΑΛ, ο οποίος σε κάποια στιγμή της μαθητικής του καριέρας εγκατέλειψε την ελπίδα να το κατακτήσει. Δεν νιώθει να πατάει σίγουρα πουθενά, στο σχολείο έχει παρακολουθήσει αμέτρητες ώρες τον καθηγητή του να δείχνει ακατάληπτα πράγματα στον πίνακα, ενώ έχει βιώσει πολλές φορές την εμπειρία να παρουσιάζει μια μαθηματική δουλειά θεωρώντας ότι είναι σωστή, όμως ο καθηγητής να επισημαίνει λάθη (για απροσδιόριστους λόγους). Αποτέλεσμα, ο μαθητής ΕΠΑΛ φτάνει να νιώθει ότι τα μαθηματικά είναι θέμα αυθεντίας, όχι θέμα κανόνων. Όπως εμείς νιώθουμε απέναντι σε έναν ειδικό τέχνης, ο οποίος σε ένα έργο βλέπει πράγματα που εμείς δεν μπορούμε να δούμε, έτσι κι ο τυπικός μαθητής ΕΠΑΛ νιώθει ότι το σωστό στα μαθηματικά είναι αυτό στο οποίο ο καθηγητής λέει «σωστό!» (για απροσδιόριστους λόγους), όχι αυτό που επιτρέπουν οι κανόνες του παιχνιδιού.

Αυτή η ενδόμυχη στάση έχει συνέπειες σε όλο το μήκος και το πλάτος της πονεμένης τριβής των ΕΠΑΛιτών με τα μαθηματικά. Π.χ. πολλοί από αυτούς γράφουν λες και κάνουν αγώνα δρόμου, λες και είναι σημαντικό να ξεμπερδέψουν στα γρήγορα με τις ασκήσεις, όχι να τις κάνουν σωστά. Συχνά λειτουργούν σαν να έχουν υπογράψει συμβόλαιο ότι η άσκηση θα βγει σε δυο–τρεις γραμμές, οπότε μπορεί να χάσουν μέρος της όχι επειδή δεν ξέρουν να τη συνεχίσουν αλλά επειδή νιώθουν ότι αν έχουν ήδη εργαστεί «αρκετά», δεν μπορεί παρά να τέλειωσαν την άσκηση. Τυπικά επίσης δεν επαληθεύουν, δεν βλέπουν λόγο να διαβάζουν καλά τις εκφωνήσεις, δεν κρατάνε το γραπτό τους οργανωμένο και ευανάγνωστο (ακόμα και για τους ίδιους), ενώ η ίδια η λύση ενός μαθηματικού προβλήματος για τον τυπικό μαθητή ΕΠΑΛ σημαίνει «ρίχνω γενικώς ντουφεκιές στον αέρα μήπως και πετύχω κάτι». Ή μήπως και με λυπηθεί ο καθηγητής και μου βάλει έναν βαθμό για τον κόπο μου. Τα μαθηματικά για τον τυπικό μαθητή ΕΠΑΛ φτάνουν να είναι μια χαμένη υπόθεση, μια ακατανόητη αγγαρεία που απευθύνεται σε κάποιους άλλους, πιο έξυπνους από εμένα, εγώ μάλλον υστερώ κάπου...

Όμως η απάντηση του εκπαιδευτικού συστήματος σ’ αυτήν την πραγματικότητα είναι να φέρνει στην ίδια αίθουσα, σχολική ή φροντιστηριακή, ειδικούς των μαθηματικών (καθηγητές, φροντιστές) και θύματα των μαθηματικών (μαθητές ΕΠΑΛ) απαιτώντας από τα τελευταία να αφομοιώσουν μέσα σε μια σχολική χρονιά στοιχεία διαφορικού λογισμού: είναι αναπόφευκτος ο σαρκασμός των πρώτων προς τους δεύτερους και η απελπισία όλων. Είναι αναπόφευκτη η θλιβερή επίδοση των μαθητών ΕΠΑΛ στα μαθηματικά των πανελληνίων (78,45% κάτω από τη βάση το 2014, 76,09% το 2015). Η απάντηση του εκπαιδευτικού συστήματος είναι να εθελοτυφλεί ως προς τον εκτεταμένο φόβο των μαθητών ΕΠΑΛ για τα μαθηματικά και ως προς τις πάνδημες μαθητικές τους αδιεξιότητες, μη δείχνοντας κανένα σημάδι ότι δέχεται αυτήν την κατάσταση ως δικό του δημιούργημα, καμία ένδειξη ότι προτίθεται να κοιτάξει στα μάτια αυτά τα προβλήματα και να τα αντιμετωπίσει ως δική του ευθύνη.

Ήμουνα μοναχοπαίδι, ήμουν μαθητής καλός
Κι έγω γίνει ΕΠΑΛίτης, κι έχω γίνει παραγιός
Στα δικά σου τα σταθμά, αφιλότιμη
Πόσο λάθος με μετράς, αφιλότιμη

Στο Δημοτικό είχα κέφι, ήμουνα επιμελής
Άλγεβρα του Γυμνασίου, τρόμος ο καθηγητής
Στα δικά σου τα σταθμά, αφιλότιμη
Πόσο λάθος με μετράς, αφιλότιμη

Ήμουν κάποτε ωραίος, ήμουν κάποτε νορμάλ
Όμως με τρομοκρατήσαν και συνέχισα ΕΠΑΛ
Στα δικά σου τα σταθμά, αφιλότιμη
Πόσο λάθος με μετράς, αφιλότιμη

Φταίω που δεν καταλαβαίνω, ίσως είμαι ανεπαρκής
Θα ‘μαι πάντοτε παρίας, δε γεννήθηκα ευφυής
Δύο μέτρα δυο σταθμά, αφιλότιμη
Πόσο λάθος με μετράς, αφιλότιμη

Ως προς τους 88.713 μαθητές στα ΕΠΑΛ της επικράτειας (σχολικό έτος 2015 – 2016), θα έλεγα ότι το μαθηματικό τους πρόγραμμα είναι πολύ επιτυχημένο στο να τους εφοδιάζει με μαθητικές και βιοτικές αδιεξιότητες: ο απόφοιτος Επαγγελματικού Λυκείου θα μάθει στη ζωή του να μη διαβάζει προσεκτικά τις οδηγίες σε κάποιο κουτί, σε μια έγγραφη φόρμα, σε έναν πίνακα ανακοινώσεων• να θεωρεί ότι στον κόσμο υπάρχουν αυθεντίες με γνώση και κατανόηση απρόσιτη για τους κοινούς θνητούς• να ασχολείται απρόσεκτα και βιαστικά με εργασίες γραφειοκρατικού τύπου• να αισθάνεται ελλειμματικός και θα αποδίδει ενοχικά το φταίξιμο σε δική του μειονεξία. Συγνώμη, όμως αν τόσοι πολλοί μαθητές φτάνουν στην Γ’ Λυκείου και νιώθουν ότι τα μαθηματικά είναι θέμα αυθεντίας, τότε κάτι δεν πάει καθόλου καλά με το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Μάλλον πρόκειται για αποεκπαιδευτικό σύστημα. Οι γραμμές της τόσο περιφρονημένης τεχνικής εκπαίδευσης – που από παλιά στην Ελλάδα θεωρείτο φτωχή συγγενής της θεωρητικής και επιστημονικής – φαίνεται ότι στελεχώνονται χάρη σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, μια παγίδα του (απο)εκπαιδευτικού μας συστήματος. Ούτε από κλίση ούτε από επιλογή ούτε από ταλέντο ούτε από μεράκι: ένας σημαντικός αριθμός μαθητών, προερχόμενοι κυρίως από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος και συχνά με χειρώνακτες ή άνεργους γονείς, πρέπει να πειστούν για τη γνωστική τους ανεπάρκεια, να αισθανθούν αρκετά μειονεκτικοί και κατώτεροι ώστε να καταφύγουν στην τεχνική εκπαίδευση ως λύση ανάγκης.

Σήμα Καμπάνα

Κάποτε το κινητό ήταν ακριβό, εξεζητημένο και πελώριο. Αυτή ήταν η Πρώτη Περίοδος. Απευθυνόταν μόνο στους ευκατάστατους και σε κάποιους επαγγελματίες (π.χ. δημοσιογράφους), ενώ εμείς περισσότερο το είχαμε ακουστά παρά το ξέραμε.

Μετά ήρθε η Δεύτερη Περίοδος, όπου όλο και κάποιος φίλος, γνωστός, συγγενής θα το είχε. Τότε ήταν που βεβαιωθήκαμε ότι το κινητό πράγματι υπάρχει, δεν είναι αστικός μύθος. Το βλέπαμε δίπλα μας. Στα χέρια ανθρώπων που νομίζαμε ότι ξέραμε καλά.

Στην Τρίτη Περίοδο, όλο και κάποιος φίλος θα μας έλεγε: "αγόρασα καινούργια συσκευή, θες να σου δώσω την παλιά;". Όπως και με το τσιγάρο, δεν είπαμε όχι. Ήταν τότε που γίνονταν φασαρίες με τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας, αντιδρούσαν οι ντόπιοι.

Στην Τέταρτη Περίοδο ήμασταν εμείς που είπαμε σε κάποιον φίλο, "αγόρασα καινούργια συσκευή, θες να σου δώσω την παλιά;"

Στην τωρινή Πέμπτη Περίοδο το κινητό είναι παντού. Είναι μικρό, λαϊκό και δεν έχει πλέον κουμπάκια. Δεν είναι καν κινητό, είναι και κάμερα και Η/Υ και όλα. Αποτελεί είδηση αυτός που δεν το έχει, όχι αυτός που το έχει ( = όλοι μας).

Αναλογίζομαι ότι έχω πολλά χρόνια να ακούσω φασαρίες για κεραίες κινητής τηλεφωνίας. Όλοι θέλουμε σήμα καμπάνα. Το σκέφτομαι αυτό γιατί εκεί παλιά, στην Τρίτη Περίοδο, είχα πάρει μια συνέντευξη από έναν γνωστό φυσικό του ΑΠΘ και τον ρώτησα για το βάσιμο ή όχι του φόβου που προκαλούσε η ακτινοβολία μιας τοπικής κεραίας στους κατοίκους του Χορτιάτη. Γελάσαμε με τις δεισιδαιμονίες των ντόπιων, και σιγά την ακτινοβολία δηλαδή, σάμπως η συσκευή δεν έχει ακόμα μεγαλύτερη ακτινοβολία; Όμως αυτοί βλέπουν την κεραία και σκιάζονται, ωχ θα μας ψήσει το τέρας, χα-χα-χα! (εδώ ήταν η στιγμή που όλοι έπρεπε να γελάσουμε). Στο τέλος μου αποκάλυψε ότι είχε κάνει μια έρευνα και βρήκε ότι η ακτινοβολία μπορούσε να θεωρηθεί αμελητέα - με παρακάλεσε όμως να μην το ανακοινώσω, off the record, δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμα τα αποτελέσματα. Μου είπε ότι την έρευνα την παράγγειλε η Vodafone. Έφυγα από το γραφείο του προβληματισμένος, αναρωριόμουν πόση εμπιστοσύνη μπορούσα να έχω σε μια έρυενα παραγγελίας Vodafone. Αναρωτιόμουν αν έκανα καλά που γέλασα.

Όμως όλα αυτά δεν έχουν πια σημασία, πέρασε η εποχή που γίνονταν φασαρίες με τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας. Πώς ζούσαμε κάποτε χωρίς κινητό; Πώς συναντιόμασταν στα ραντεβού μας όταν δεν μπορούσαμε να καλέσουμε οποιαδήποτε στιγμή και να πούμε, "Έλα, πού είσαι; Δεν σε βλέπω. Εγώ είμαι στην πλατεία, στο πάνω μέρος"; Πλέον όλοι θέλουμε σήμα καμπάνα.

Γράμμα Προς Νέο Μαθηματικό

Αγαπητέ μου φίλε,

Χαίρομαι που αρχίζεις να συνηθίζεις το περιβάλλον του πανεπιστημίου. Μη σε τρομάζει, ένα παιχνίδι είναι που θα μάθεις σιγά-σιγά να το παίζεις. Στη συζήτησή μας προχθές μου ζήτησες να σου συστήσω ένα καλό βιβλίο Ανάλυσης διότι ονειρεύεσαι να γίνεις σπουδαίος μαθηματικός και σπουδαίος επιστήμονας. Το e-mail αυτό είναι προς απάντησή σου.

Ας αρχίσουμε από την αρχή: γιατί θέλεις να γίνεις σπουδαίος μαθηματικός και σπουδαίος επιστήμονας; Κι ας προχωρήσουμε στη συνέχεια: είναι ευκταίο να γίνεις σπουδαίος μαθηματικός και σπουδαίος επιστήμονας;

Σκέψου το λίγο. Πάνω εδώ μπορείς να παρατηρήσεις ότι δεν γράφονται τραγούδια για διανοούμενους. Το έχεις προσέξει; Θέλω να πω, μπορώ να σκεφτώ τραγούδια π.χ. για ψαράδες, για μοδίστρες, για εργάτες, για πόρνες, για μικροαπατεώνες, για αμαξάδες, για λαθρεμπόρους, για παλιατζήδες, για αγρότες, για μικροκλέφτες κι άλλους επαγγελματίες. Όλοι οι παραπάνω είναι άνθρωποι της πράξης, όχι της θεωρίας. Και συμφωνώ, όλοι οι παραπάνω έχουν κάτι το αξιοτραγούδιστο. Όμως ένα τραγούδι για τη διανόηση, το διανοείσαι; Δηλαδή, ένα τραγούδι για στοχαστές;.. επιστήμονες;... λόγιους;... φιλόσοφους;... ακαδημαϊκούς... αναλυτές;... θεολόγους;... θεωρητικούς του κινήματος;... Ας πούμε, πώς σου φαίνεται το ακόλουθο, πάνω στον Ψαρά του Γ. Μητσάκη;
Γιατί δε με θες, κυρά μου
Που ‘μαι αστροφυσικός; 
Εμβριθής κι ακριβολόγος
Ήμουν κι απουσιολόγος
Άι κιου διακόσια δέκα
Ένας και μοναδικός. 
Ό,τι πιο ξενέρωτο έχω ακούσει! Νομίζω, πιο πιθανό να βγει κάποτε τραγούδι για εργολάβους κηδειών παρά για διανοούμενους!

Λοιπόν, είναι γεγονός: ο κόσμος εμπνέεται και τραγουδάει για ανθρώπους της πράξης, όχι για ανθρώπους των βιβλίων. Οπότε, προβληματίσου λίγο για την ατραγούδιστη ζωή στην οποία θέλεις να κρυφτείς. Το ερώτημα παραμένει: είναι ευκταίο να γίνεις σπουδαίος μαθηματικός και σπουδαίος επιστήμονας;

Μετά από αυτά, προβληματίσου και για τη διαφορά που έχουν τα προβλήματα των Μαθηματικών από τα πραγματικά προβλήματα της πραγματικής ζωής. Σε απασχολεί κι εσένα το θέμα, το κατάλαβα από τη συζήτησή μας προχθές. Λοιπόν, στο επιβεβαιώνω: τα προβλήματα των Μαθηματικών και τα πραγματικά προβλήματα της πραγματικής ζωής είναι δύο πολύ διαφορετικά ζώα. Να σου πω συνθηματικά πώς το έχω βρει εγώ:

Προβλήματα Μαθηματικών. Έχεις ένα καλά προσδιορισμένο ζήτημα και ψάχνεις τη λύση του ξεκινώντας από πρώτες αρχές και εφαρμόζοντας αυστηρούς λογικούς κανόνες.
Πραγματικά προβλήματα. Αν καταφέρεις να προσδιορίσεις καλά το ζήτημα, τότε το έλυσες! Αυτό ήταν, δεν έχει άλλο. Εκεί είναι όλα τα λεφτά.

Προβλήματα Μαθηματικών. Πρώτα ορίζεις τα στοιχεία του προβλήματός σου και κατόπιν οδηγείσαι στη λύση του με κάποιες τεχνικές.
Πραγματικά προβλήματα. Ο ορισμός του προβλήματος και η λύση του συν-εξελλίσσονται, το ένα τροφοδοτεί το άλλο διαρκώς. Όσο συχνά εφαρμόζεις τεχνικές για να οδηγηθείς σε μία λύση, άλλο τόσο συχνά αναγνωρίζεις πρώτα ότι κάτι είναι μέρος της λύσης και κατόπιν αναπροσδιορίζεις την αρχική σου σύλληψη του προβλήματος ώστε να την συμπεριλάβει.

Προβλήματα Μαθηματικών. Η γνώση εγκυροποιείται από τη συμμόρφωσή της με πρότερα θεωρητικά σχήματα. Η κρίσιμη ερώτηση είναι: Συμφωνεί με τη θεωρία;
Πραγματικά προβλήματα. Η γνώση εγκυροποιείται από τους καρπούς της στον πραγματικό κόσμο. Η κρίσιμη ερώτηση είναι: Δουλεύει; Δίνει αποτελέσματα;

Προβλήματα Μαθηματικών. Η αποστασιοποιημένη στοχαστική θεώρηση είναι η ασφαλέστερη στάση για αξιόπιστη γνώση.
Πραγματικά προβλήματα. Η προσωπική ανάμιξη και δράση είναι η ασφαλέστερη στάση για αξιόπιστη γνώση.

Προβλήματα Μαθηματικών. Όλη η παραγωγή γνώσης συμβαίνει κατά τη θεωρητική επεξεργασία. Κατόπιν, οι καρποί της εφαρμόζονται σχεδόν αυτόματα στην πραγματικότητα – μετά μένει μόνο να βιδώσεις τις βίδες.
Πραγματικά προβλήματα. Μόλις τελειώσει η θεωρητική επεξεργασία, τότε είναι που αρχίζει το σημαντικό μέρος. Η πράξη περιλαμβάνει κι αυτή παραγωγή γνώσης.

Προβλήματα Μαθηματικών. Πώς τεκμηριώνεις τις ιδέες σου;
Πραγματικά προβλήματα. Πώς ρισκάρεις για τις ιδέες σου;

Προβλήματα Μαθηματικών. Νους εναντίον σάρκας (ψυχή εναντίον παθών, διάνοια εναντίον συναισθημάτων, ανώτερος εαυτός εναντίον κατώτερου εαυτού κ.λπ.)
Πραγματικά προβλήματα. Τα λόγια που έγραφε ο Montaigne πριν πέντε αιώνες: «Δεν απορρίπτω κανένα τους, είναι όλα δικά μου. Και το κεφάλι μου και το πουλί μου και το χέρι μου και το πόδι μου. Και στις καλές τους στιγμές, και στους κακές τους στιγμές. Όλα με καθιστούν αυτό που είμαι».

Προβλήματα Μαθηματικών. Με εκτεταμένες στατιστικές αναλύσεις και προσομοιώσεις Monte Carlo βρήκα ότι η βέλτιστη λύση για το πρόβλημα του γάτου είναι να του κρεμάσουμε κουδούνα στην ουρά.
Πραγματικά προβλήματα. Θα το κάνεις κιόλας; (εσύ ο ίδιος, όχι να βάλεις κάποιον άλλον)

Προβλήματα Μαθηματικών. Σκέψου καλά πριν πράξεις. Ανέλυσε το θέμα από όλες τις πλευρές, και μην προχωρήσεις στην πράξη μέχρι να το συλλάβεις ολοκληρωτικά.
Πραγματικά προβλήματα. Αν δεν λερώσεις τα χέρια σου, δεν πρόκεται καν να συλλάβεις το πρόβλημα.

Προβλήματα Μαθηματικών. Η Ιθάκη είναι που μετράει, το ταξίδι για την Ιθάκη είναι μέσον για κάποιο σκοπό.
Πραγματικά προβλήματα. Το ταξίδι για την Ιθάκη είναι κι αυτό μέρος της Ιθάκης. Να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος.

Προβλήματα Μαθηματικών. Η Ιθάκη με πρόδωσε, τη βρήκα μίζερη και φτωχική...
Πραγματικά προβλήματα. Μα είσαι σοβαρός; Η Ιθάκη δεν σε πρόδωσε, η Ιθάκη σ’ έδωσε το ωραίο ταξίδι! Χωρίς αυτήν δεν θα ‘χες βγει στον δρόμο. Και μεταξύ μας τώρα... δεν έχεις καταλάβει ακόμα Ιθάκες τι σημαίνουν;

Φίλε μου, πιστεύω ότι σε κάποια στιγμή πρέπει να ξεπεράσεις την αγάπη σου για τα μαθηματικά και να ενηλικιωθείς. Να κοιτάξεις κατάματα το γεγονός ότι 1) δεν είσαι ευτυχισμένος 2) και, κατά πάσα πιθανότητα, δεν πρόκειται να γίνεις όπως προδιαγράφεται το μέλλον που επιλέγεις να χτίσεις διότι 3) αυτή η καταφυγή σου στα μαθηματικά είναι κάτι που σχετίζεται με τη μη-ευτυχία της γενικότερης ζωής σου. Ξέρεις για ποιο πράγμα μιλάω. Καλός μαθητής στο σχολείο, τώρα και καλός φοιτητής, θέλεις να γίνεις και καλός πανεπιστημιακός: καταφεύγεις σε τεχνητούς, καρτουνίστικους, διαχειρίσιμους κόσμους προκειμένου να κρυφτείς από την πραγματικότητα, η οποία είναι χαοτική, άναρχη και ασύγκριτα πιο ενδιαφέρουσα. Η επιδεξιότητα στα προβλήματα των Μαθηματικών δεν θα σε βοηθήσει στα πραγματικά προβλήματα της πραγματικής ζωής (μη σου πω, ακόμα και θα σε δυσκολέψει). Δεν είναι κάτι κακό όλα αυτά, είναι απλά μια εφηβεία. Και το ζητούμενο, όπως με όλες τις εφηβείες της ζωής, είναι σε κάποια στιγμή να την ξεπεράσεις.

Όσο για το βιβλίο Ανάλυσης που με ρώτησες, μπορείς να ξεκινήσεις από αυτό του Νεγρεπόντη.

Πολύ φιλικά,
Ένας παλιός μαθηματικός

Le Héros Du Jour

«Αν έφευγα εκείνη τη βραδιά, θα γινόμουν ήρωας για δυο–τρεις μέρες». Εκείνη η βραδιά ήταν η 12η Ιουλίου του περασμένου καλοκαιριού και ο παρολίγον ήρωας ήταν ο πρωθυπουργός μας, εξομολογούμενος σε ντοκιμαντέρ του Paul Mason. «Θα ήταν καταστροφικό. Όχι μόνο για μένα αλλά για την πλειοψηφία των Ελλήνων. Η καρδιά μου είπε όχι αλλά το μυαλό μου έλεγε πως έπρεπε να βρούμε μια λύση. Αν έφευγα θα κατέρρεαν οι τράπεζες και η οικονομία» κ.λπ., γνωστά όλα αυτά.

Δεν ξέρω αν το παρατήρησε κανείς, όμως η συλλογιστική Τσίπρα είναι ακριβώς το αντίθετο από τον Θούριο του Ρήγα (που τόσο πολύ υποστήκαμε στα χρόνια του σχολείου). Δηλαδή, σκεφτείτε λίγο τον Θούριο πάνω στη μενουμευρωπαϊκή νοοτροπία:

Κάλλιο σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή
Παρά για μία ώρα ελεύθερη ζωή.

Καλύτερα να ζήσεις κι ας είσαι στη σκλαβιά
Ακόμα κι αν σε ψένουν καθ’ ώραν στην φωτιά
Βεζύρης, δραγουμάνος, αφέντης, δανειστής
Να μείνεις στην Ευρώπη, να μην καταστραφείς.

Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραητοί,
Κι Αγράφων τα ξεφτέρια: σταθήτε φρόνιμοι
Καλύτερα οφφικιάλος σε ξένους βασιλείς
Παρά απ’ την Ευρώπη έξω να πεταχτείς.

Γιατί όσοι το τολμήσουν να τους αντισταθούν,
Εκείνοι, δίχως άλλο, θα εκπαραθυρωθούν.
Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά,
Λουφάξτε σταις σπηλιές σας, μη βγάλετε μιλιά.

Δελφίνια της θαλάσσης, αζδέρια των νησιών,
Το αίμα σας κι αν βράζει με δίκαιον θυμόν,
Δουλέψτε όλη ημέρα και βγάλτε τον σκασμό,
Χρειάζονται θυσίες πολλές για το ευρώ.

Δεν κάνεις επανάσταση έτσι... Διότι περίπου όλες οι εξεγέρσεις κι οι επαναστάσεις της ιστορίας ξεκίνησαν με τον ίδιο τρόπο: από μια χούφτα τρελούς που είπαν «ως εδώ!». Που πήραν μια απόφαση με την «καρδιά», όχι με το «μυαλό» (κατά την ορολογία Τσίπρα). Και κατόπιν τράβηξαν κόσμο στο εξεγερτικό–επαναστατικό όραμα όχι γιατί έπεισαν ότι υπάρχει εναλλακτική, αλλά γιατί τον συγκίνησαν και τον έκαναν να σκέφτεται, «εγώ παραμένω δούλος ενώ αυτοί είναι ελεύθεροι, έστω για δυο–τρεις μέρες...».

Οι εξεγέρσεις–επαναστάσεις ξεκινάνε από αντι-Τσίπρες. Σε όσες από αυτές τελικά πετυχαίνουν (διότι οι περισσότερες συνήθως πνίγονται στο αίμα), έρχεται κάποια στιγμή ένα Ντιεν Μπιεν Φου, μια κρίσιμη επιτυχία, η οποία δημιουργεί ορατή εναλλακτική. Από το Ντιεν Μπιεν Φου και μετά, αρχίζει να γίνεται και ορθολογική η ένταξη στο εξεγερτικό–επαναστατικό όραμα, απόφαση και του «μυαλού» πλέον, όχι μόνο της «καρδιάς» (πάντα με την ορολογία Τσίπρα). Στην αρχή όμως δεν υπάρχει εναλλακτική, δίνεις έναν χαμένο αγώνα. Και στην πορεία βρίσκεις κόσμο, βοήθεια, συμπαράσταση όχι επειδή πείθεις, αλλά επειδή συγκινείς.

Ένα μικρό δείγμα από αυτή τη μη–ορθολογική συγκίνηση που δημιουργούν οι (παραλίγο) ήρωες των τριών ημερών, αυτοί που δίνουν έναν χαμένο αγώνα:

- Συγκεντρώσεις συμπαράστασης σε όλη την Ευρώπη υπέρ της Ελλάδας του ΟΧΙ

- Σε όλο τον κόσμο συγκεντρώσεις συμπαράστασης υπέρ της Ελλάδας του ΟΧΙ

- Το ΟΧΙ γίνεται διεθνής λέξη (κυρίως ως Oxi στα αγγλικά)

- Διέκοψαν την ομιλία της Μέρκελ και είπαν ΟΧΙ

- Το ΟΧΙ πάνω στο γραφείο του Σόιμπλε

- Μηνύματα, συγκεντρώσεις συμπαράστασης και ψηφίσματα παντού υπέρ του ΟΧΙ

- Και ο ΠΑΟΚ ψηφίζει ΟΧΙ

The rest is history. Το μόνο ελαφρυντικό που μπορώ να δώσω στον Τσίπρα είναι ότι δεν βρήκε απέναντί του σφοδρές λαϊκές αντιδράσεις μετά τον «έντιμο συμβιβασμό» του. Ο κόσμος της Ελλάδας λούφαξε μαζί με τον πρωθυπουργό του. Έφτασαν πολύ κοντά όμως δεν έκαναν το καθοριστικό βήμα. Αν θέλω να είμαι δίκαιος, ό,τι πω για τον Τσίπρα θα πρέπει να το πω και για τους περισσότερους Έλληνες, για τον παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο (κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτο).

Όμως έχει αξία να κάνεις άλμα στο κενό, να γίνεσαι ήρωας των τριών ημερών, να δίνεις χαμένους αγώνες όταν ξέρεις ότι, κατά πάσα πιθανότητα, θα το πληρώσεις ακριβά;... Απαντώ για μένα, για τον Ηλία και μόνο, δεν εμποδίζω τον αναγνώστη να δώσει διαφορετική απάντηση:

- Τι άλλο έχει αξία;



Ταιριάζει να κλείσω αυτήν την ανάρτηση με David Bowie, πέθανε και πρόσφατα: We can be heroes just for one day

 

Ό,τι Λάμπει Είναι Χρυσός

«Όπως μαθαίνουμε τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου όταν τον σταυρώσουμε, έτσι ακριβώς και η φύση μάς αποκαλύπτει τον εαυτό της πιο καθαρά κατά τις στιγμές που η τέχνη του πειραματιστή την δοκιμάζει και την ταράζει», έγραφε ο Sir Francis Bacon (1561 – 1621) στο De Dignitate Et Augmentis Scientiarum για να υπερασπιστεί την πειραματική μέθοδο στην επιστήμη. Δεν ήταν σχήμα λόγου, ο Sir Francis ήξερε καλά από ανακριτικά βασανιστήρια, τα οποία ήταν μέρος του Ρωμαϊκού Δικαίου στη Βρετανία της εποχής του (βλέπε και τον περίφημο χαρακτηρισμό του για το επιστημονικό πείραμα ως «η υποβολή της φύσης σε Ιερά Εξέταση» – the Inquisition of nature). Ευτυχώς που σήμερα τα έχουμε ξεπεράσει αυτά και τα βασανιστήρια ως μέθοδος ανάκρισης, σωφρονισμού, πειθαρχίας, εκφοβισμού ή σαδιστικής ευχαρίστησης έχουν απορριφθεί στον πολιτισμένο κόσμο. Σήμερα τα εξορίζει από το ποινικό δίκαιο η Σύμβαση του ΟΗΕ Ενάντια στα Βασανιστήρια (1984, έχει υπογραφεί από 82 χώρες) και το Άρθρο 5 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (1948). Μπορεί μεν να σημειώνονται σποραδικές οπισθοδρομήσεις ακόμα και στις πιο σύγχρονες χώρες, όμως τουλάχιστον έχει συντελεστεί μια σημαντική πρόοδος στη Δύση: έχει γίνει συνείδηση στον πολύ κόσμο ότι τα βασανιστήρια ανήκουν σε άλλες εποχές, είναι απαράδεκτη πρακτική, τελεία και παύλα!

Έχει γίνει πράγματι συνείδηση;...

Πολύ αμφιβάλλω. Μια πιο δυσάρεστη άποψη είναι ότι αυτό με το οποίο ενοχλούμαστε εμείς οι δυτικοί είναι όχι ακριβώς τα ίδια τα βασανιστήρια αλλά η δημόσια ομολογία τους. Οι σύγχρονοι Ευρωπαίοι, Αμερικάνοι, Αυστραλοί, Καναδοί δεν έχουν αλλάξει από τους Βρετανούς στον καιρό του Sir Francis, συνεχίζουν να αποδέχονται και να δικαιολογούν τα βασανιστήρια – ακόμα και να τα ζητάνε – αρκεί αυτά να κρύβονται κάτω από το χαλί και να μη φαίνονται. «Προόδευσαν» μόνο μέχρι το σημείο να απαιτούν μια όμορφη βιτρίνα ώστε να έχουν πάτημα για να εθελοτυφλούν, να μη σκαλίζουν ιδιαίτερα τις δυσάρεστες ενδείξεις ότι κάτι άσχημο κρύβεται από πίσω. Οπότε λοιπόν και πάντα ως προς τα βασανιστήρια, ο «προοδευμένος» δυτικός πολιτισμός είναι, στην πραγματικότητα, η τέχνη του Photoshop, του ωραίου περιτυλίγματος: ό,τι λάμπει δεν μπορεί παρά να είναι χρυσός.

Δεν θα ήταν πολύ κολακευτικό κάτι τέτοιο για το ηθικό αισθητήριο των σύγχρονων Δυτικών ούτε για την ευφυΐα τους...

Τελικά όμως έχει ή δεν έχει συντελεστεί πρόοδος στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες ως προς την πρακτική των βασανιστηρίων; Τα άφησαν για τα καλά πίσω τους ή έμαθαν απλώς να χρυσώνουν το χάπι; Έχω λόγους να πιστεύω το δεύτερο κι εδώ θα συζητήσω δύο από αυτούς:


Οι Ρινόκεροι του Ιονέσκο
Τον Μάιο του 2007 βγήκαν στο φως δύο απόρρητα υπομνήματα της κυβέρνησης Μπους («τα υπομνήματα των βασανιστηρίων») προς την CIA τα οποία νομιμοποιούσαν ανακριτικά βασανιστήρια (ξύλο, εικονικός πνιγμός, κράτηση σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες κ.α.) στους υπόπτους για τρομοκρατία. Τα βασανιστήρια αυτά ονομάστηκαν «επαυξημένες ανακριτικές τεχνικές», enhanced interrogation techniques (είναι κομμάτι κι αυτό της όμορφης βιτρίνας να κρύβεται η κακιά λέξη «βασανιστήρια» πίσω από τεχνικοφανείς όρους). Γνωστά όλα αυτά κι εδώ δεν μ’ ενδιαφέρει τόσο ο Μπους όσο η δικαιολογία που έδωσε γι’ αυτά τα υπομνήματα (σε συνέντευξη Τύπου στο Οβάλ Γραφείο, 9/5/2007).

– «Οι Αμερικάνοι περιμένουν από την κυβέρνηση να τους προστατέψει από επόμενα τρομοκρατικά χτυπήματα. Κι αυτό ακριβώς κάνουμε. Αυτή είναι η δουλειά μας».

Ο Μπους έριξε το μπαλάκι στον κόσμο. Πιστεύω λοιπόν ότι εδώ είχε το δίκιο του. Δηλαδή, το αμερικάνικο κοινό, ένα μεγάλο μέρος του, πράγματι αυτό ακριβώς ήθελε από την κυβέρνησή του: ενοχλήθηκε περισσότερο που βγήκαν στο φως τα υπομνήματα των βασανιστηρίων παρά που η κυβέρνησή τους επιδόθηκε σε βασανιστήρια.

Ενδείξεις γι’ αυτό δίνει η έρευνα του Ινστιτούτου Gallup το 2009. Το Ινστιτούτο ξεκίνησε να ρωτάει τους Αμερικάνους για τη στάση τους απέναντι στα βασανιστήρια αμέσως μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους. Μέχρι το 2005, πάνω από το 50% των απαντήσεων δεν άφηναν περιθώριο για δικαιολόγηση βασανιστηρίων. Ακόμα και το 2006, μια οριακή πλειοψηφία Αμερικάνων ήθελε τις ανακριτικές δραστηριότητες της CIA να είναι πάντα στα πλαίσια της Συνθήκης της Γενεύης (θυμίζω, ήταν η εποχή που βγήκε στο φως η είδηση για τις μυστικές φυλακές της CIA σε Αφγανιστάν, Ταϊλάνδη και χώρες της Ευρώπης). Όλα αυτά τα χρόνια και μέχρι το 2006, σημειωνόταν πάντα σε κάτι λιγότερο από 40% το ποσοστό των προσχηματικών που δικαιολογούσαν τα βασανιστήρια με κάποιον τρόπο. Από εκεί και μετά όμως κάτι άρχισε να αλλάζει στην αμερικάνικη κοινή γνώμη, ακόμα και με τον Ομπάμα πρόεδρο.

To 2009, τα ποσοστά είχαν πλέον αντιστραφεί και η πλειοψηφία των Αμερικάνων έφτασε να δικαιολογεί ανακριτικά βασανιστήρια στα πλαίσια του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία»• έφτασε επίσης να εξοργίζεται που το Κονγκρέσο ερευνούσε τα βασανιστήρια στα οποία επιδόθηκε η CIA και η κυβέρνηση Μπους. Δηλαδή, σημειώθηκε μια μεταστροφή της αμερικάνικης κοινής γνώμης (με διαφορά φάσης 6 – 7 χρόνων από το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους), από το: «όχι βασανιστήρια, τελεία και παύλα!» στο: «είναι αναγκαίο κακό για την απόκτηση πολύτιμων πληροφοριών, εξαιρετικό μέτρο σε μια εξαιρετική περίσταση και, στο φινάλε, ας μην τα πολυσκαλίζουμε».

Αυτή τη μεταστροφή της αμερικάνικης κοινής γνώμης τη βρήκαν επίσης ανεξάρτητα και οι έρευνες του Pew Research Center. Αυτές την τοποθετούν κάπου στις αρχές του 2007: τότε ήταν που άρχισε να μειώνεται στις ΗΠΑ το ποσοστό των όχι-βασανιστήρια-τελεία-και-παύλα! και να αυξάνεται το ποσοστό των τα-βασανιστήρια-ενίοτε-δικαιολογούνται-και-στο-φινάλε-ας-μην-τα-πολυσκαλίζουμε...

Αυτή την απόφαση για συλλογική μυωπία τη βρήκε επίσης ανεξάρτητα και η δημοσκόπηση του CNN το 2009: κάπου 60% των Αμερικάνων θεωρούσε ότι ορισμένες από τις ανακριτικές πρακτικές της CIA στον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» ήταν κανονικά βασανιστήρια, παρόλα αυτά περίπου το 50% τις ενέκρινε ενώ κοντά 66% των Αμερικάνων δεν ήθελε να διερευνηθούν οι υποθέσεις του στρατιωτικού & υπηρεσιακού προσωπικού που κατηγορείτο για «επαυξημένες ανακριτικές τεχνικές». Είναι μεν βασανιστήρια, όμως είναι αναγκαίο κακό και, στο φινάλε, ας μην τα πολυσκαλίζουμε.

Επιπλέον και πιο πρόσφατες ενδείξεις ότι το αμερικάνικο κοινό έφτασε να αποδέχεται τα βασανιστήρια δίνει και η δημοσκόπηση οργανωμένη από την Amy Zegart, καθηγήτρια του Stanford, το 2012.

Δημοσκόπηση 2007: Το 27% των Αμερικάνων δήλωσε ότι πρέπει να υποβληθούν σε βασανιστήρια οι κρατούμενοι του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία», ενώ το 53% ήταν αντίθετο. Το 2012, τα παραπάνω ποσοστά βρέθηκαν 41% και 34% αντίστοιχα.

Δημοσκόπηση 2005: Το 18% των Αμερικάνων δεν ενοχλείτο αν οι κρατούμενοι του «πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία» αλυσοδένονταν γυμνοί σε παγωμένα δωμάτια, ενώ το 79% διαφωνούσε. Το 2012, τα παραπάνω ποσοστά βρέθηκαν 30% και 51%.

Δημοσκόπηση 2005: Το 16% των Αμερικάνων ενέκρινε την πρακτική του εικονικού πνιγμού (waterboarding) και το 82% την απέρριπτε. Το 2012, τα ποσοστά αυτά έγιναν 25% και 55%.

Εκτός όμως από δημοσκοπήσεις, υπάρχουν και επιπλέον ενδείξεις ότι το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους έκανε συλλογικά τους Αμερικάνους πιο σαδιστές:

– «Πριν την 11η Σεπτεμβρίου, πάντα τα βασανιστήρια παρουσιάζονταν στην TV και στον κινηματογράφο ως κάτι που έκαναν οι κακοί. Αυτό δεν συμβαίνει πλέον», παρατηρούσε η Amy Zegart το 2012 στο παραπάνω άρθρο της. Φαίνεται ότι πολλοί Αμερικάνοι άρχισαν να δικαιολογούν σαδιστικές αντιδράσεις με διάφορα προσχήματα (π.χ. πρέπει να σαπίσεις στο ξύλο τον κακό για να τα ξεράσει όλα), οπότε άρχισε να γίνεται ευπρόσδεκτη και η σινεματική απεικόνιση του σαδισμού από την πλευρά των καλών και των ηρώων.

– Μια επιπλέον ένδειξη ήταν ότι πολλά μεγάλα αμερικάνικα ΜΜΕ προσπαθούσαν συστηματικά και επί χρόνια να αποφύγουν τη βαριά λέξη «βασανιστήρια» (torture), όπως διαβάζω στις πηγές της Wikipedia εδώ. Αυτή ήταν τακτική της διακυβέρνησης Μπους ώστε να δικαιολογήσει τις πρακτικές του στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών κατά τον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία»: να μιλάει π.χ. για «κακοποιήσεις» (abuses) και να ισχυρίζεται ότι αυτές δεν ήταν «βασανιστήρια», ήταν κάτι άλλο. Η υιοθέτησή της όμως και από μεγάλα ΜΜΕ υποδεικνύει μια μπουσοποίηση, ραμσφελντοποίηση της αμερικάνικης κοινής γνώμης.

– Πάνω σ’ αυτό, ο John Gray παρατηρούσε το 2008: «Τώρα υπάρχει πολύς κόσμος [στις ΗΠΑ], τόσο συντηρητικοί όσο και φιλελεύθεροι (liberals), που λέει για τα βασανιστήρια: είναι ένα περίπλοκο ηθικό θέμα. Όμως μέχρι πρόσφατα δεν ήταν περίπλοκο. Δεν έλεγαν το ίδιο πέντε ή δέκα χρόνια πριν».

– Ακόμα μια ένδειξη: όταν βγήκανε στο φως τα βασανιστήρια στη φυλακή Abu Ghraib (μαζί με ενδείξεις ότι τέτοιες πρακτικές ήταν συστηματικές από τον αμερικάνικο στρατό στο Ιράκ) ο Rush Limbaugh στη δημοφιλέστατη ραδιοφωνική εκπομπή του παρατήρησε ότι γίνεται πολύ κακό για το τίποτα. Στο κάτω-κάτω, είπε, παρόμοιες πρακτικές βίας και σεξουαλικού εξευτελισμού συμβαίνουν συνεχώς στις ΗΠΑ σε πολλές κολεγιακές αδελφότητες, σε αθλητικές ομάδες και στους νεοφερμένους μαθητές σε κάποιο Γυμνάσιο (από άρθρο της Susan Sontag στους New York Times). Δεν μπορώ να ξέρω πόσους εκφράζουν οι στάσεις του Rush Limbaugh, σίγουρα πάντως ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό Αμερικανών. Δηλαδή, ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό Αμερικανών επέλεξε να μη φτάσει στο συμπέρασμα ότι η αμερικάνικη κοινωνία είναι ήδη αρκετά συμβιβασμένη με την ιδέα της άσκησης βίας σε κάποιον ανυπεράπιστο, δεν εξοργίζεται και πολύ με τη σκέψη της, οπότε θέλησε να μη δει και κάτι αξιοσημείωτο στους βασανισμούς του Abu Ghraib.

Μια λεπτομέρεια: η S. Sontag παρατηρεί στο παραπάνω άρθρο της ότι οι δεσμοφύλακες στο Abu Ghraib πόζαραν καμαρωτοί ανάμεσα στους εξευτελιζόμενους κρατούμενους• για σύγκριση, είναι εξαιρετικά σπάνιες οι φωτογραφίες από θηριωδίες των Ναζί στον Β’ ΠΠ όπου οι βασανιστές πόζαραν ανάμεσα στα θύματά τους.

Από όλα τα παραπάνω λοιπόν φτάνω στο συμπέρασμα ότι στο ευρύ κοινό των ΗΠΑ... δεν είναι και πολύ χωνεμένο ότι τα βασανιστήρια αποτελούν απαράδεκτο μέσο ανάκρισης και σωφρονισμού. Αντιθέτως, κάπου 6 – 7 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, πολύς κόσμος άρχισε να μεταμορφώνεται σε ρινόκερους του Ιονέσκο και να δικαιολογεί τα βασανιστήρια με διάφορες προφάσεις – άμα το κάνει κι αυτό. Διότι αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι τις περισσότερες φορές απλά εξορίζει από τη σκέψη του τους πραγματικούς βασανισμούς και απολαμβάνει τους σινεματικούς στην TV και στις ταινίες, όπου ο καλός αμερικάνος ήρωας πρέπει να σαπίσει στο ξύλο τον κακό προκειμένου αυτός να τα ξεράσει όλα. Φοβάμαι λοιπόν ότι είχε το δίκιο του ο Μπους όταν έλεγε ότι οι Αμερικάνοι «αυτό περιμένουν από μας».


Η Αυτοραβδιζόμενη Χώρα
Μέσα στη γενική φτώχεια της Ασίας υπάρχει ένα μικρό κράτος που ξεχωρίζει για την ανάπτυξή του: και ο Θεός έπλασε τη Σιγκαπούρη. Ή μάλλον ο Λι Κουαν Γιου, ο ιδρυτικός της δικτάτορας. Αμέτρητοι οι ύμνοι στον εγχώριο και διεθνή Τύπο για τη χώρα που αυτός δημιούργησε, «πρότυπο» και «υπόδειγμα» και «η πρώην αποικία που ξεπέρασε τη μητρόπολη» και άλλα σχετικά. Με μια πρόχειρη ματιά στο ελληνικό ίντερνετ βρίσκω εδώ έναν ύμνο–διαφήμιση της Καθημερινής προς τη Singapore Airlines όπου χαρακτηρίζει τη χώρα «θαύμα», «σύγχρονη», «συναρπαστική», ενώ μεθά με την «πρόοδο» και την «εντυπωσιακή της ανάπτυξη». Εδώ βρίσκω έναν άλλο ύμνο για τη «σύγχρονη» πόλη-κράτος από μια ταξιδιωτική ιστοσελίδα. Βρίσκω κι εδώ την Καθημερινή να αναπαράγει τη χουντική προπαγάνδα ενός κορυφαίου διπλωμάτη της χώρας για το πόσο αξιοκρατική και ανταγωνιστική είναι η Σιγκαπούρη, ενώ επιπλήττει τους στενόμυαλους που ασκούν κριτική για ασήμαντες λεπτομέρειες όπως το έλλειμμα δημοκρατίας της, οι περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι.

Σε προσωπικό επίπεδο, θα έλεγα επίσης ότι παρόμοια έχω ακούσει και από πολλούς που επισκέφτηκαν τη Σιγκαπούρη για τουρισμό, σπουδές, συνέδρια ή δουλειές: ύμνους και επαίνους.

Πολλά μπορεί να παρατηρήσει κανείς για την πόλη-κράτος του Λι Κουαν Γιου όμως εδώ το θέμα μου είναι το εξής: η Σιγκαπούρη είναι μια χώρα στην οποία τα βασανιστήρια, συγκεκριμένα ο ραβδισμός, χρησιμοποιούνται θεσμικά. Δικαιικά (μια άλλη τέτοια χώρα είναι η Μαλαισία). Τιμωρούνται με ραβδισμό οι άντρες κάτω των 50 που θα καταδικαστούν για μια ευρεία σειρά αδικημάτων, ακόμα και για κατοχή ναρκωτικών ή για ένα σύνθημα που έγραψαν στον τοίχο, οι ξένοι εργάτες που θα παραμείνουν στη χώρα με ληγμένη βίζα (ακόμα και οι ντόπιοι που σχετίζονται με ξένους εργάτες με ληγμένη βίζα). Μπορείτε να δείτε ένα βίντεο πραγματικού σιγκαπούρειου ραβδισμού εδώ – προσοχή όμως πριν το παρακολουθήσετε, ρωτήστε πρώτα το στομάχι σας αν το σηκώνει. Ο ραβδισμός επίσης χρησιμοποιείται ευρέως στις φυλακές για σωφρονισμό των κρατουμένων, στα αναμορφωτήρια, στις ένοπλες δυνάμεις και στα σχολεία της χώρας – συνήθως μάλιστα ενώπιον της τάξης. Και καθότι το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο, είναι νόμιμο και επιτρεπτό στους γονείς να ραβδίζουν τα παιδιά τους. Μπορούν ακόμα και να αγοράσουν ειδικά σετ πλαστικοποιημένων καλαμιών, οι πωλήσεις των οποίων τυπικά εκτινάσσονται όταν πλησιάζουν οι περίοδοι εξετάσεων. Η Διεθνής Αμνηστεία και το Human Rights Watch καταγγέλουν κάθε χρόνο τη σιγκαπούρεια αυτή πρακτική του έννομου ραβδισμού (μαζί με άλλα της Σιγκαπούρης).

Για να μην τα ρίχνουμε όλα στους Ασιάτες, να προσθέσουμε ότι η Σιγκαπούρη και η Μαλαισία μάθανε τον ραβδισμό από τους Βρετανούς επικυρίαρχούς τους όταν ακόμα ήταν αποικίες.

Ούτε αυτό όμως είναι το θέμα μου. Εδώ με απασχολεί πόσο μυωπικοί είναι οι δυτικοί υμνητές της χώρας. Μοιάζει ότι όλοι ξεχνάνε, κατά το παίνεμα της Σιγκαπούρης, ότι μιλάμε για μια χώρα με θεσμικά βασανιστήρια. Μιλάμε για μια άρρωστη χώρα με άρρωστους ανθρώπους που έχουν υιοθετήσει μαζικά τη λογική του ξύλου που βγήκε απ’ τον Παράδεισο, την εφαρμόζουν συστηματικά σ’ αυτούς που αντιλαμβάνονται ως «κακούς» ή «ανυπότακτους», αλλά και στα ίδια τα παιδιά τους. Η αυτοραβδιζόμενη χώρα. Καμιά απορία μετά που οι κάτοικοί της δεν φημίζονται για την ευφυΐα τους, μάλλον το αντίθετο... Δεν ξέρω πώς το έχετε βρει εσείς με Σιγκαπούρειους που τυχόν συναντήσατε, όμως εγώ συμφωνώ με τον Wozniak της Apple ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν δείχνουν να διακρίνονται για τη δημιουργικότητα και την πρωτοτυπία της σκέψης τους... (κι αυτό επίσης: «Ρώτα έναν Σιγκαπούρειο ποιο είναι το πάθος του στη ζωή. Θα σε κοιτάξει με βλέμμα απλανές. Αν δεν τους έχει υπαγορευθεί κάτι, δεν ξέρουν τι να απαντήσουν»).



Όμως ο μέσος τουρίστας, επιχειρηματίας, επενδυτής, επισκέπτης, υμνητής της «πόλης-θαύματος» δεν ενοχλείται και πολύ που η «προοδευμένη» και «σύγχρονη» Σιγκαπούρη λειτουργεί θεσμικά με το σύστημα του ξύλου που βγήκε απ’ τον Παράδεισο. Δηλαδή, αμφιβάλλω ακόμα κι αν το θυμάται! Σίγουρα κάτι θα έχει ακούσει, κάπου, κάποτε, όμως επέλεξε να το βγάλει από το μυαλό του και να επικεντρωθεί σε άλλα πράγματα. Αφήστε κατά μέρος τους αλληλοραβδιζόμενους Σιγκαπούρειους: το θέμα μου είναι ότι εμείς οι Δυτικοί δεν δείχνει να έχουμε και πολύ οξυμένα αντανακλαστικά απέναντι στα βασανιστήρια, δεν μας εξοργίζουν βαθιά και τα απορρίπτουμε κάθετα. Όχι. Αντιθέτως, αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι απωθούμε τα δυσάρεστα θέματα στο βάθος του μυαλού μας, δεν τα σκαλίζουμε πολύ, αρκεί να μας παρουσιάζεται μια γυαλιστερή βιτρίνα σαν τους ουρανοξύστες της Σιγκαπούρης: ό,τι λάμπει δεν μπορεί παρά να είναι χρυσός.

Ο Αρτέμης Μάτσας είχε πει σε μια παλιά συνέντευξη ότι το ‘60 έφαγε ξύλο στον δρόμο από κάποιους τύπους που τον είδαν και τον αναγνώρισαν: «Νάτο, αυτό είναι το κάθαρμα που πρόδωσε το παλικάρι μας στους Γερμανούς!». Όμως κι εμείς δεν είμαστε λιγότερο αφελείς από εκείνους τους τύπους. Αυτούς τους ξεγέλασαν μερικές κινηματογραφικές εικόνες κι ένας καλός ηθοποιός, εμάς μας ξεγελάνε οι ωραίες βιτρίνες της «ανάπτυξης» και της «προόδου» και του «πολιτισμού». Είναι μεγάλη η παραπλανητική δύναμη της εικόνας. Ο σινεματικός Αρτέμης Μάτσας δεν είναι ο πραγματικός Αρτέμης Μάτσας, ούτε ό,τι λάμπει είναι χρυσός.


Στο Δια Ταύτα:
Στην παλιά ευρωπαϊκή αριστοκρατία, π.χ. στη γαλλική του 17ου αιώνα που επηρεάστηκε από την Ιταλική Αναγέννηση, υπήρχε το πρότυπο του l'honnête home, του τίμιου ανθρώπου ο οποίος, ανάμεσα στα άλλα, δεν ασκεί ασύμμετρη βία: δεν τα βάζει με ηλικιωμένους, παιδιά, γυναίκες και εμφανώς πιο αδύναμους αντιπάλους, σταματά τις εχθροπραξίες αν ο αντίπαλος εξουδετερωθεί ή παραδοθεί, δεν ξεσπάει πάνω στον αιχμαλωτισμένο αντίπαλο κ.λπ. Υπήρχε η ιδέα ότι είναι άρρωστο να ασκείς βία εκ του ασφαλούς• ότι η άσκηση βίας μπορεί να είναι τιμητική μόνο όταν ρισκάρεις (π.χ. βάζοντάς τα με αντιπάλους στα μέτρα σου). Ο βασανισμός όμως είναι το ακριβώς αντίθετο του l'honnête home: μια βαθιά ηθική ατιμία που τραυματίζει εκατέρωθεν. Από την πλευρά του θύματος, ο κανόνας είναι ότι τα βασανιστήρια αφήνουν πληγές που δεν γιατρεύονται ποτέ. Ακόμα κι από την αντίθετη πλευρά όμως τα βασανιστήρια συνηθίζουν να παίρνουν την εκδίκησή τους μακροπρόθεσμα. Στο βιβλίο του Pay Any Price (2014) o δημοσιογράφος James Risen περιγράφει τους αμερικάνους βασανιστές στο Ιράκ ως «σοκαρισμένους ανθρώπους που έχασαν την ανθρωπιά τους. Είναι γεμάτοι ντροπή και ενοχές ... κουβαλάνε ένα ηθικό τραύμα». Μιλάει επίσης γι’ αυτούς κι ο δημοσιογράφος Joshua Phillips στο None of Us Were Like This Before (2010), και λέει πως όταν οι βασανιστές απομακρύνονταν από τις πολεμικές συνθήκες και την εξιλέωση που καλλιεργούσε η συντροφικότητα του τάγματός τους, βίωναν σφοδρές τύψεις και πολλοί από αυτούς το έριχναν στο ποτό, στα ναρκωτικά ή ακόμα και αυτοκτονούσαν. Υπάρχει, πράγματι, κάτι πολύ άρρωστο στο να ασκείς βία εκ του ασφαλούς σε ανθρώπους που δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ή να διαφύγουν. Και ως προς αυτό, δεν πείθομαι καθόλου ότι η σύγχρονη Δύση έχει προοδεύσει ηθικά...

Τουλάχιστον σε άλλες εποχές η πρακτική των βασανιστηρίων ήταν ομολογούμενη και ορατή. Οι σημερινοί δυτικοί όμως κατακτήσαμε πρωτόγνωρα επίπεδα συλλογικής εθελοτυφλίας. Εφόσον εντυπωσιαστήκαμε από το ταξίδι μας στη Σιγκαπούρη, δεν μπορεί παρά να πρόκειται για μια επαινετή χώρα• εφόσον οι πηγές της κυβέρνησης καθησυχάζουν, δεν ανησυχούμε ότι θα μας κοπεί η όρεξη έτσι και βλέπαμε τι κρύβεται πίσω από τους ευφημισμούς στις διατυπώσεις (δεν χρειάζεται καν να το σκαλίζουμε πολύ)• εφόσον υπογράψαμε την Οικουμενική Σύμβαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε συλλογικό επίπεδο αποβάλλαμε οριστικά τις σαδιστικές τάσεις. Αυτό πια είναι κάτι περισσότερο από εθελοτυφλία, το λες και ειδωλολατρεία: εφόσον λάμπει, δεν μπορεί παρά να είναι χρυσός.

(Παρένθεση: αλήθεια, πώς έχουμε αυτήν την εικόνα της πολιτισμένης Δύσης που, στον 20ο αιώνα, έφτασε να περιορίσει τα βασανιστήρια; Συστηματικά στοιχεία είναι αδύνατο να βρεθούνε σε ένα τόσο λεπτό θέμα, όμως στο The Fall and Rise of Torture (2007) του C. Einolf διαβάζω ότι δύο ιστορικοί εκτιμάνε πως ο χρυσός αιώνας ήταν ο 19ος και όχι ο 20ος, στην Ευρώπη τουλάχιστον. Ότι η πρακτική των συστηματικών βασανιστηρίων ξαναγύρισε στον 20ο αιώνα, εκεί που 100 χρόνια πριν είχε πράγματι περιοριστεί).

Το καλύτερο που μπορώ να πω για τη Δύση ως προς τη στάση της στα βασανιστήρια είναι ότι προστατεύει αρκετά καλά τους πολίτες Α’ κατηγορίας της – δηλαδή, ένας Ευρωπαίος ή Αμερικάνος που γίνεται αντιληπτός ως μέλος του μέινστριμ έχει μικρή πιθανότητα να βασανιστεί σε κυβερνητικές ή κατασταλτικές υπηρεσίες. Αυτό ναι, μπορώ να το πω. Κάτι όμως που δεν καθιστά διαφορετική τη σύγχρονη Δύση από, λίγο πολύ... όλα τα κράτη της ιστορίας. Από την άλλη, η Δύση σε καμία περίπτωση δεν είναι τόσο αβρή στους πολίτες Β’ κατηγορίας ή στους μη-πολίτες της (τσιγγάνους, μειονότητες, μετανάστες, άστεγους, φτωχούς, ναρκομανείς κ.α.), και καθόλου μα καθόλου αβρή απέναντι στους πληθυσμούς του Τρίτου Κόσμου στους οποίους επιδιώκει να επιβάλει (με το ζόρι) το «ανάπτυξη», το «πολιτισμός», το «πρόοδος» και το «ελευθερία». Διάβασα στου Σαραντάκου ένα ποίημα του Λαπαθιώτη από το 1916 που ξεκινάει με τον στίχο: Γαλλία, Γαλλία, χαρά της οικουμένης. Όμως τα αμέτρητα εκατομμύρια ντόπιων στη γαλλική Ινδοκίνα, την Αλγερία, τη Μαδαγασκάρη, τη Σενεγάλη, τη Λιβερία, τον Νίγηρα και αλλού που ακρωτηριάστηκαν, ευνουχίστηκαν, μαστιγώθηκαν, δάρθηκαν, βιάστηκαν, παλουκώθηκαν, ξεδοντιάστηκαν από τους Γάλλους, που υπέστησαν από τους Γάλλους ηλεκτροσόκ, εικονικές εκτελέσεις, παρατεταμένη στέρηση ύπνου, φαγητού και νερού, καταναγκαστικές πλύσεις στομάχου, βιασμούς με φίδια, χέλια και τρωκτικά, κράτηση μέσα σε ψυγεία, καταναγκαστική κοπροφαγία, φάλαγγα, βγάλσιμο νυχιών, παρατεταμένη απομόνωση... σίγουρα δεν έβρισκαν τη Γαλλία και τόσο χαρά της οικουμένης. Την ίδια χρονιά που ο Λαπαθιώτης έγραφε το ποιήμα του, η Γαλλία-χαρά-της-οικουμένης στην Άνω Σενεγάλη μαστίγωνε δημοσίως όποιον τολμούσε να της σηκώσει κεφάλι, ενώ στην Ινδοκίνα βασάνιζε συστηματικά όποιον διέδιδε αντιαποικιοκρατικές ιδέες. Θα έλεγα ότι καμία χώρα δεν έχει προκαλέσει τόσο πόνο στην οικουμένη όσο η Γαλλία-χαρά-της-οικουμένης (καθώς και η Βρετανία-χαρά-της-οικουμένης). Κατά τη γνώμη μου, το μόνο που αποδεικνύουν όλες αυτές οι καλόπιστες πεποιθήσεις περί σύγχρονης δυτικής προόδου είναι πόσο πολύ ταυτίζονται αυτοί που τις διατυπώνουν με το δυτικό μέινστριμ, τους πολίτες Α’ κατηγορίας σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία• και πόσο πολύ αποτυγχάνουν να δουν αυτό που συχνά βλέπουν οι πολίτες Β’ κατηγορίας και οι μη-πολίτες εκεί, το κρυμμένο δωμάτιο πίσω από την όμορφη βιτρίνα.

Ας μη μιλήσω για τους πληθυσμούς του Τρίτου Κόσμου που βιώνουν την ευλογία να έρχεται η Δύση ακάλεστη στις περιοχές τους... Τα μέρη του πλανήτη εκτός Ευρώπης που έχουν δεύτερη ή πρώτη γλώσσα τα γαλλικά, τα αγγλικά, τα ισπανικά, τα πορτογαλικά και τα ολλανδικά, πλήρωσαν με ποτάμια αίματος αυτά τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών.

Bρισκόμαστε πλέον στον 21ο αιώνα και η Δύση αρνείται ακόμα να δεχτεί ότι δεν έχει όλες τις απαντήσεις. Όλο και περισσότερο βρίσκεται αντιμέτωπη με διάφορα αδιέξοδα, καθώς και με πρωτόγνωρες προκλήσεις. Θα δούμε όλοι στο μέλλον πώς θα ανταποκριθεί συλλογικά η Δύση σ' αυτές. Σε ό,τι έχει να κάνει με ανακριτικά, σαδιστικά κ.λπ. βασανιστήρια και πάνω στο σκεπτικό που ανέπτυξα παραπάνω, η δική μου επισήμανση είναι πόσο εύκολα πολιτισμένοι και καλλιεργημένοι άνθρωποι μεταμορφώνονται σε ρινόκερους του Ιονέσκο. Γρήγορα ξεχνάνε τα ανθρώπινα δικαιώματα, το «όχι βασανιστήρια, τελεία και παύλα!» χάνει την απολυτότητά του και γίνεται «ένα πολύπλοκο ηθικό θέμα», αρκεί να διαταραχθεί το αίσθημα ασφάλειας του κόσμου, όπως στην αμερικάνικη κοινωνία μετά την 11η Σεπτεμβρίου ή τώρα στην Ευρώπη, μετά το πρόσφατο χτύπημα στο Παρίσι. Ή αρκεί η χώρα να προσπορίζεται σημαντικά οικονομικά οφέλη από την καταδυνάστευση ενός πληθυσμού, όπως συνέβαινε στην ευρωπαϊκή ήπειρο από την εκμετάλλευση των αποικιών, όπου είχε καθιερωθεί η νομιμοποιητική αφήγηση των οπισθοδρομικών ντόπιων που εκσυγχρονίζονται (με το ζόρι) από τους πολιτισμένους Ευρωπαίους. Ή αρκεί να θιχτεί η πεποίθηση ευμάρειας της δυτικής μεσαίας τάξης και να νιώσει ότι αυτή απειλείται από κάποιους «οπισθοδρομικούς».

Οι ωραίες βιτρίνες δεν είναι πρόβλημα, κάτι θα βρεθεί ώστε να δώσει την απαραίτητη πρόφαση στον πολύ κόσμο για συλλογική εθελοτυφλία. Ποτέ η Δύση δεν είχε πρόβλημα σε κάτι τέτοιες λεπτομέρειες. Εξάλλου...

... ό,τι λάμπει δεν μπορεί παρά να είναι χρυσός.