Κομπιούτερ & Φανουρόπιτες

«Μαζί Τα Φάγαμε»: το σουξέ της δεκαετίας. Το ερμήνευσε ένας σπουδαίος καλλιτέχνης κι έγινε επιτυχία από την πρώτη στιγμή. Οι στίχοι λένε ότι όλοι, λαός και πολιτικοί, φταίνε για την κρίση και την αποσύνθεση της χώρας, καθότι η παραοικονομία υπήρξε τόσο εκτεταμένη, η διαφθορά τόσο πανελλήνια, ώστε είναι αδύνατο να επιμεριστούν οι ευθύνες αποκλειστικά στο πολιτικό προσωπικό• όλοι έβαλαν το λιθαράκι τους. Εξάλλου, καταλήγει το τραγούδι στην τελευταία στροφή, οι φαύλοι πολιτικοί ψηφίστηκαν, δεν πήραν την εξουσία πραξικοπηματικά, η φαυλότητά τους νομιμοποιήθηκε μέσω της κάλπης. Ας πάρουμε όμως τα επιχειρήματα με τη σειρά.



*   *   *   *   *


1) «Η διαφθορά ήταν καθολική, δεν υπάρχει Έλληνας που να μη λάδωσε, να μην έκρυψε από την εφορία, να μην πούλησε χωρίς απόδειξη κ.λπ., κι η εκτεταμένη μικροδιαφθορά είναι λίπασμα για τη μεγαλοδιαφθορά»


Πράγματι, έτσι είναι. Ή μήπως όχι; Μήπως αντίθετα η εξώθηση μιας ολόκληρης χώρας σε μικροδιαφθορά υπήρξε το φύλλο συκής για τη μεγαλοδιαφθορά και τις πελατειακές σχέσεις; Μήπως τα καθημερινά φακελάκια, δωράκια, λαδώματα σε εφορίες, πολεοδομίες κ.λπ. επιβλήθηκαν συνειδητά, εσκεμμένα, από τους αρχιτέκτονες ενός ανθρωποφαγικού συστήματος, σχεδιασμένου έτσι ώστε να κρύβει τη φαυλότητα της κορυφής; Η μικροδιαφθορά ήταν το λίπασμα ή το άλλοθι της μεγαλοδιαφθοράς; Η κα. Ελπίδα Πρασοπούλου δείχνει να εκτιμά το δεύτερο:

«Το λαβυρινθώδες νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούσαν οι γραφειοκράτες του Δημοσίου και οι στενά συνυφασμένες σχέσεις με το πολιτικό προσωπικό, επέτρεψαν τη διαφθορά από πάνω προς τα κάτω προωθώντας τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών» (σελ. 9). Στην έρευνά της που κατατέθηκε στο Ελληνικό Παρατηρητήριο του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου, περιγράφει το ελληνικό Δημόσιο σαν έναν κυκεώνα νόμων που ρυθμίζουν ως και την παραμικρότερη διοικητική πράξη, χωρίς διαδικαστικές ρουτίνες, χωρίς υποδείγματα λειτουργίας, χωρίς τρόπο μέτρησης της απόδοσης, που προσφέρει υπηρεσίες χαμηλής αξίας στους πολίτες και χειρίζεται με ασάφεια ακόμα και τα απλά, καθημερινά ζητήματα (σελ. 7). Εντάξει, αυτά τα ξέρουμε κι από τη δική μας εμπειρία, το θέμα όμως είναι γιατί στήθηκε έτσι αυτός ο Λεβιάθαν; «Για να διασφαλίζεται ότι καμία κύρωση δεν θα προκύψει [για τους δημόσιους υπάλληλους] σε περίπτωση σφάλματος» και να διαιωνίζονται οι πελατειακές σχέσεις υπαλλήλων – πολιτικών (σελ. 8). Για να μένει η δημόσια διοίκηση όμηρος των κομμάτων, ενώ «την ίδια στιγμή, απέβαιναν μάταιες οι απαιτήσεις της κοινωνίας των πολιτών για καλύτερες υπηρεσίες ... κι όλο αυτό οδήγησε σε αδιαφάνεια και διαφθορά. Οι πολίτες που ήθελαν να διεκπεραιώσουν τις υποθέσεις τους, αναγκάζονταν να συναλλάσσονται με τους χαμηλόβαθμους γραφειοκράτες» (σελ. 8 – 9).

Με δυο λόγια, η κα. Πρασοπούλου παρουσιάζει μιαν άλλη ανάγνωση της πραγματικότητας: σκόπιμα το ελληνικό Δημόσιο είναι καφκικό• δεν έχει φτιαχτεί για να εξυπηρετεί αλλά για να κρύβει, να επιτρέπει την ιεραρχική διαφθορά και τον διορισμό της κομματικής πελατείας. Σκόπιμα δεν υπάρχουν αντικειμενικά και προσδιορίσιμα μέτρα απόδοσης• υπάρχει μόνο αυτό το νευροδιαλυτικό: «τι να σας κάνω; αφού έτσι λέει ο νόμος», που μπορεί να κάμψει ακόμα και το πιο γενναίο φρόνημα. Σκόπιμα ο πολίτης καλείται συχνά ν’ αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Κι άμα, για κακή του τύχη, δεν διαθέτει Πιστοποιητικό Μη–Ελέφαντα (σφραγισμένο και υπογεγραμμένο) τότε αναγκαστικά οδηγείται σε συναλλαγή με τον κάθε καρεκλοκένταυρο της κάθε Δημόσιας Υπηρεσίας Ελεφάντων• όπως λέει κι αυτός ο ταλαίπωρος λογιστής: «Όταν την πατάς στα πρόστιμα είσαι μόνος. Εσύ κι αυτά. Κανείς δεν σου συμπαραστέκεται εκεί. Ούτε και κανείς εξετάζει τον λόγο για τον οποίο την πάτησες ούτε αν το σύστημα ήταν διαθέσιμο ούτε η χαζομάρα τους που σε οδήγησε εκεί. Μόνος πρέπει να τα πληρώσεις. Ή άθελα σου να γίνεις απατεώνας».

Οι παρατηρήσεις αυτές δείχνουν έναν άλλον τρόπο ακρόασης του παγκάλειου σουξέ «Μαζί Τα Φάγαμε»: ούτε λίγο ούτε πολύ είναι, εχμ, μια περίπτωση ηγεμονίας κατά Γκράμσι. Η άρχουσα τάξη που προσπαθεί να επιβάλλει τη δική της ιδεολογία στις κατώτερες τάξεις, να την πλασάρει ως καθολική ερμηνεία της πραγματικότητας. Υπερβολή; Η κα. Πρασοπούλου πάντως είναι σαφής και συγκεκριμένη, τουλάχιστον για την περίπτωση του TAXIS: όταν υλοποιήθηκε το «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Φορολογίας», αναγγέλθηκε από τους εκσυγχρονιστές της εποχής ως ένα μεταρρυθμιστικό έργο που θα προωθήσει τη διαφάνεια, θα εκλογικεύσει τον φορολογικό μηχανισμό, θα πατάξει τη φοροδιαφυγή κι άλλες τέτοιες ωραίες λέξεις. Όμως «η διαφθορά, σύμφωνα με την τότε κυβέρνηση, δεν ήταν ένα φαινόμενο που αφορούσε τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους και τις συναλλαγές τους με επιχειρηματίες μεγάλων δημοσίων έργων. Ήταν ένα φαινόμενο που αφορούσε τον κάθε Έλληνα και τις συναλλαγές του με χαμηλόβαθμους εφοριακούς» (σελ. 11). Το περίφημο TAXIS στο φινάλε δεν έκανε κάτι πολύ περισσότερο από το να ψηφιοποιήσει τις παλαιότερες έντυπες φόρμες. Αυτοματοποίησε κάποιες ήδη εγκαθιδρυμένες διαδικασίες, όμως απέτυχε να δημιουργήσει καινούργιες, μέσα από τις οποίες οι εφορίες και το Υπουργείο Οικονομικών θα ήλεγχαν τη φοροδιαφυγή και θα βελτίωναν τη συλλογή των φόρων (σελ. 14)• δεν έφερε κάτι ριζικά νέο, απλώς πήρε το παλιό και το έκανε λίγο πιο γρήγορο. Ίσως όμως ήταν όμως σκόπιμο να γίνει έτσι: «Η εφαρμογή του TAXIS κατέδειξε ότι οι ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφορικής & επικοινωνιών) μπορούσαν να παραγάγουν κάποια περιορισμένα αποτελέσματα ακόμα και σ’ ένα άκαμπτο περιβάλλον πελατοκρατίας/ευνοιοκρατίας, χωρίς να απειλήσουν τον στενό εναγκαλισμό των πελατειακών μηχανισμών με την κρατική γραφειοκρατία» (σελ. 17 – 18).

Στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή της πληροφορικής στο Δημόσιο, έτσι όπως έγινε, ήταν μια συνειδητή κοροϊδία, κατέληξε κι ο Θεόδωρος Ζιάκας: «Εκ πείρας γνωρίζω ότι το πρόβλημα της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας (από τη σκοπιά του πολίτη) δεν είναι ‘τεχνικό’. Δεν προσκρούουμε σε ‘τεχνική ανεπάρκεια’ ή ‘καθυστέρηση’, δεν μας λείπουν δηλαδή τα μέσα ή η ειδημοσύνη στο πεδίο των ΤΠΕ (τεχνολογία πληροφορικής και επικοινωνιών). Το πρόβλημα είναι κατ’ εξοχήν διοικητικό – πολιτικό. Πιο συγκεκριμένα: παρά τις πάγιες διακηρύξεις (για την ‘πάταξη’ της διαφθοράς και πάσης άλλης κακοδαιμονίας, ‘με τη βοήθεια της πληροφορικής’) η στάση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας και της εκάστοτε εκ μέρους της διοριζόμενης ανώτατης υπηρεσιακής διοίκησης υπήρξε, όλα αυτά τα χρόνια, σαφώς αρνητική στην αξιοποίηση της πληροφορικής προς το σκοπό της δημόσιας διαφάνειας».

Αλήθεια... όταν το 2009 ο ΓΑΠ παρουσίασε το άλλο μεγάλο σουξέ, «Λεφτά Υπάρχουν», εκείνο το τραγουδάκι που έλεγε ότι θα περιορίσουμε τη φοροδιαφυγή και θα εξοικονομήσουμε τα χρήματα που λείπουν, βρέθηκε κάποιος να του υποδείξει ότι τα ίδια ακριβώς έλεγαν κι οι εκσυγχρονιστές δέκα χρόνια πριν; Ότι το TAXIS είχε παρουσιαστεί ως αυτό ακριβώς το εργαλείο που – υποτίθεται – θα ελέγξει, θα διασταυρώσει, θα οργανώσει, θα εντοπίσει, θα κάνει τους τυφλούς να δουν και τους κουφούς ν’ ακούσουν; Πέρυσι (με ΓΑΠ πρωθυπουργό), ο Jeff Randal της βρετανικής The Telegraph ήρθε στην Ελλάδα να δει τη «μάχη της ελληνικής κυβέρνησης κατά της φοροδιαφυγής» κι επισκέφτηκε ένα τηλεφωνικό κέντρο (προφανώς της Οικονομικής Αστυνομίας) στον Ταύρο: «Η ομάδα αποτελείται από τρεις μεσήλικες με απλά πουκάμισα και χακί παντελόνια, που απαντάνε στις κλήσεις και σημειώνουν τις πληροφορίες των τηλεφωνημάτων σε βιβλία καταχωρήσεων. Η υπηρεσία μοιάζει με επαρχιακό γραφείο στοιχημάτων – πριν την εποχή των υπολογιστών». Εντοπίζοντας τους φοροφυγάδες με φανουρόπιτες... 

Συμπέρασμα: Δε μοιάζει να στέκεται η ερμηνεία για την καθολική διαφθορά που έριξε τη χώρα στην κρίση κι οι καλοί πρωθυπουργοί δεν μπόρεσαν να την περιορίσουν παρόλο που επιστράτευσαν όλα τα μέσα (το TAXIS ο εκσυγχρονιστής, τις φανουρόπιτες ο ΓΑΠ). Πιο κοντά στην πραγματικότητα μοιάζει να είναι η άλλη ερμηνεία, ότι η διαφθορά ήταν καθολική γιατί ήταν αναπόφευκτη, εφόσον το Δημόσιο οργανώθηκε με πρότυπο τον Λεβιάθαν προκειμένου να κρύβονται οι δοσοληψίες, να βολεύονται οι ημέτεροι και να συναλλάσσεται η κορυφή με τον κάθε Χριστοφοράκο• μιλάμε, δηλαδή, για εξώθηση μιας χώρας όχι σε πορνεία αλλά σε διαφθορά. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά οι ελίτ (ΜΜΕ – πολιτικός κόσμος) εξαπέλυσαν έναν περίτεχνο πόλεμο εναντίον των πολιτών, κατασκευάζοντας την ερμηνεία της συλλογικής ευθύνης και προσπαθώντας να πετάξουν το μπαλάκι στους πολίτες. Δεν τα λέω μόνο εγώ, κάτι τέτοιο διαφαίνεται κι από τη διατύπωση των Λαμπροπούλου, Αγγελή, Παπαμανώλη, Μπακάλη στην έρευνά τους για το Πανεπιστήμιο της Konstanz και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή: «Η διαφθορά [στην Ελλάδα] χαρακτηρίζεται από πολλές ομάδες (ΜΜΕ, ΜΚΟ, Πολιτικοί) ως μια κοινωνική ασθένεια και κάποιες φορές ως ένα κοινωνικό φαινόμενο και παραπροϊόν των σύγχρονων κοινωνιών. Η ‘κοινωνική ασθένεια’ δεν αναλύεται περαιτέρω σε καμία από τις αφηγήσεις που αξιολογήσαμε, η έκφραση χρησιμοποιείται ως μια διαπίστωση, αποφθεγματικά και αφοριστικά ... τέτοιες εκφράσεις όπως κοινωνική ασθένεια, νόσος και καρκίνος είναι ένας εύκολος τρόπος να κατηγορήσει κανείς την κοινωνία (κάτι εκεί έξω που δεν περιλαμβάνει εμάς) ή συνολικά το κράτος (αυτοί σε αντιδιαστολή μ' εμάς) και να αποποιηθεί την ευθύνη, χωρίς να επιχειρήσει να αναλύσει την κατάσταση ώστε να προσφέρει κάποιες χρήσιμες προτάσεις για να περιορίσουν το πρόβλημα, πέρα από την (αυστηρή) νομοθεσία και τον ακόμα περισσότερο έλεγχο, σε συνδυασμό με το επιχείρημα ότι οι νόμοι δεν εφαρμόζονται» (σελ. 8).


*   *   *   *   *


2) «Ο κόσμος νομιμοποίησε με την ψήφο του τους φαύλους πολιτικούς»

Το επιχείρημα αυτό λέει ότι εφόσον οι πολιτικοί δεν πήραν την εξουσία πραξικοπηματικά τότε το προϊόν τους, αυτό το δυσλειτουργικό, πελατειακό, σαρκοφαγικό και βαθιά διεφθαρμένο σύστημα διοίκησης πρέπει να θεωρείται λαϊκό αίτημα• ας απαιτούσε ο κόσμος, δια της ψήφου του, ένα άλλο υπόδειγμα πολιτικής. Η εγκληματική φαυλότητα μπορεί να εδράζεται στους πολιτικούς, αλλά η ηθική ευθύνη εδράζεται στους ψηφοφόρους. Είναι έτσι;

Θέλω να το αφήσω πιο ανοιχτό αυτό το ερώτημα κι απλώς να θίξω ορισμένα σημεία. Σκοπός της ανάρτησης είναι να ξεκινήσει συζήτηση και να κατατεθούν απόψεις – αν ο αναγνώστης κρίνει ότι πέφτω έξω, είμαι μονόπλευρος, δεν ερμήνευσα σωστά τις έρευνες κ.λπ., είναι καλοδεχούμενος να το πει.

Α) Θα ήμουν πιο πρόθυμος να δεχτώ το επιχείρημα αν δεν υπήρχε η τεράστια αδιαφάνεια του κρατικού Λεβιάθαν. Το ελληνικό Δημόσιο στήθηκε και λειτούργησε σαν το Σπήλαιο του Πλάτωνα, μ’ ένα θέατρο σκιών να προβάλλεται για τις μάζες κι ένα αόρατο παρασκήνιο που ήξεραν μόνο οι λίγοι κι εκλεκτοί. Μέχρι ποιου σημείου λοιπόν μπορώ να ψέξω τους ψηφοφόρους για την αφέλειά τους;

Έστω ότι κάποιος τραγουδιστής κάνει συναυλίες αφιλοκερδώς, διαθέτει όλες τις εισπράξεις υπέρ ενός ευγενούς σκοπού, όμως περνάει στα έξοδα ενοικίαση ηχοσυστημάτων σε τιμή πολλαπλάσια της αγοράς από εταιρεία ελεγχόμενη από τον ίδιο• τότε μπορώ να κατηγορήσω τους ακροατές ότι συγκινήθηκαν από τη μεγαλοσύνη του ανδρός, τον ψήφισαν διά του εισιτηρίου τους και δεν έψαξαν βαθύτερα το ζήτημα; Εσείς τι λέτε;

Β) Αν δεχτούμε το επιχείρημα και ρίξουμε την ευθύνη στους ψηφοφόρους, τότε μοιάζει ότι πετάμε στα σκουπίδια ένα μεγάλο μέρος του Γκράμσι, του Αντόρνο, του Μαρκούζε και του Φουκώ. Στοχαστών, δηλαδή, που τόνισαν ότι η σχέση ελίτ – μαζών δεν είναι ισότιμη, δεν είμαστε στο ίδιο έργο θεατές μ’ αυτούς, διότι οι κάτοχοι της κοινωνικής ισχύος είναι παράλληλα και σκηνοθέτες του έργου• μπορούν να κατασκευάσουν και να επιβάλουν τη δική τους πραγματικότητα, τη δική τους έννοια του νορμάλ και του παρεκκλίνοντος, του υγιούς και του ασθενούς, τη δική τους εκδοχή για το εθνικό συμφέρον, για το κοινωνικό καλό κ.λπ. Ας πάρουμε όμως ένα συγκεκριμένο παράδειγμα:

Από το 1997 και μετά, τα περισσότερα ΜΜΕ και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου βούιξαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, την εθνική τους σημασία, το όφελος για τη χώρα κ.λπ. Ο κόσμος το πίστεψε, οι εθελοντές βοήθησαν, και οι λίγες αντιρρητικές φωνές απομονώθηκαν. Μια από αυτές μάλιστα, ο Φίλιππος Συρίγος, υπαινίσσεται ότι υπήρχε προπαγανδιστικό σχέδιο από πίσω. Σήμερα μπορεί πια να είναι ξεκάθαρο στους πάντες ότι οι Ολυμπιακοί ήταν ένα πάρτι εργολάβων και προμηθευτών, μια κοροϊδία που στοίχισε χρυσάφι, όμως τότε, στις ένδοξες ημέρες της εθνικής ανάτασης, όλη η Ελλάδα χόρευε στο χορό της Γιάννας. Είτε λοιπόν αυτός ο χορός ήταν προμελετημένος, καρφωτός και δουλεμένος (κατά Φ. Συρίγο) είτε ΜΜΕ και πολιτικοί μέθυσαν από τη χαρά και την αφέλεια και δεν προειδοποίησαν επαρκώς (η καλύτερη περίπτωση), εσείς κρίνετε ότι ο απλός κόσμος ευθύνεται, τη στιγμή που υπέστη τέτοια πλύση εγκεφάλου;

Γ) Πολύ δύσκολα μπορώ να ρίξω την ευθύνη στους πολίτες, γιατί έχω την υποψία ότι ο κόσμος άλλο παράγγειλε κι άλλο του σέρβιραν οι πολιτικοί (με συνεργία των ΜΜΕ). Δεν το ήθελε ο κόσμος αυτό το κράτος–Λεβιάθαν ούτε τα φακελάκια και τα λαδώματα, έτσι πιστεύω• όμως κανείς πολιτικός δε θέλησε να κάνει κάτι ουσιαστικότερο πέρα από προσχηματικές αλλαγές.

Τι εννοώ: το φακελάκι και το λάδωμα μοιάζει να είναι από τις υψηλά κατακριτέες πράξεις στην ελληνική κοινωνία, όπως αναφέρει η κα. Λαμπροπούλου (σελ. 11). Κι από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, με την προοπτική της μελλοντικής εισόδου της χώρας στην ΟΝΕ, υπήρχε εκτεταμένο αίτημα στην ελληνική κοινωνία για εκμοντερνισμό της δημόσιας διοίκησης και εκλογίκευση της λειτουργίας της, ώστε η χώρα να σταθεί αξιοπρεπώς ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς εταίρους (Πρασοπούλου, σελ. 10). Οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη απάντησαν με το πρόσχημα του TAXIS και με τη μεθοδευμένη συκοφάντηση της ελληνικής κοινωνίας για το πρόβλημα της διαφθοράς. Ο επανιδρυτής του κράτους, αργότερα, κήρυξε ότι θα μηδενίσει τη συναλλαγή πολιτών – εφοριακών πάνω στις ασάφειες του φορολογικού κώδικα, συντάσσοντας λεπτομερέστατο δαπανολόγιο, έναν τυφλοσούρτη που θα καταγράφει τις χιλιάδες περιπτώσεις εκπιπτουσών δαπανών, θα λαμβάνει υπ’ όψη της τη σχετική νομολογία, θα επικαιροποιείται σε μηνιαία βάση, και διάφορα άλλα ωραία που δεν έγιναν ποτέ πραγματικότητα. Κι ο ΓΑΠ, όπως είδαμε, θέλησε να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή με φανουρόπιτες. Δεν υπάρχει εδώ ένα λαϊκό αίτημα που απέτυχε μεθοδευμένα να υλοποιηθεί επί σειρά δεκαετιών;

Δ) Ένα παραμυθάκι του Άμπροουζ Μπιρς, ο Τζίτζικας κι ο Μέρμηγκας: Μια χειμωνιάτικη μέρα ένα πεινασμένο Τζιτζίκι ζήτησε από ένα Μυρμήγκι να του δώσει λίγο φαγητό από τη μυρμηγκαποθήκη.

- «Γιατί όμως», του είπε το Μυρμήγκι, «δεν αποθήκευες κι εσύ λίγο φαγητό να έχεις, αντί να τραγουδάς όλη την ώρα;»

- «Μα το ‘κανα!» είπε το Τζιτζίκι. «Το ‘κανα, πώς δεν το ‘κανα! Όμως εσείς, ρε παιδιά, μπήκατε και μου τα σηκώσατε όλα». 

14 σχόλια:

  1. th.alys24/4/12

    Πανάθεμα σε μας βάζεις έξτρα δουλειά όταν δεν έχουμε χρόνο!

    Στο 1) νομίζω ερμηνεύεις λάθος το μήνυμα. Το δεν υπάρχει Έλληνας είναι υπερβολικό, το υπάρχουν πολλοί Έλληνες που... είναι μάλλον πιο κοντά στην πραγματικότητα. Τεκνικάλιτυ ή ουσιαστική παρατήρηση, δεν ξέρω.

    Οι δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι επωφελήθηκαν σύμφωνα με την κ.Πρασοπούλου δεν είναι αμελητέο κομμάτι της κοινωνίας. Νομίζω το πλήθος τους δημιουργεί προβλήματα στην αφήγηση της ηγεμονίας κατά Γκράμσι. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια δράκα διεφθαρμένους πολιτικούς της ελίτ, αλλά με πάνω από 10% των πολιτών ανά πάσα στιγμή(βάλε μέσα και τους συνταξιούχους του δημοσίου).

    Επίσης μοιάζεις να χάνεις το κύριο σημείο του επιχειρήματος της καθολικής ευθύνης(που μάλλον είναι ομάδα επιχειρημάτων, τες πα): Το ερώτημα της αρχικής στιγμής, αν ο κόσμος επέλεξε τη διαφθορά ή του επεβλήθη άνωθεν, είναι λίγο σαν την κότα και το αυτό. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι οι πολιτικοί δεν ήταν αγαθοί που δεν μπόρεσαν να καθαρίσουν την χώρα λόγω των διεφθαρμένων πολιτών, αλλά ήταν οι ίδιοι διεφθαρμένοι που εκλέχτηκαν μεταξύ άλλων και γι'αυτό το χαρακτηριστικό τους από τους πολίτες που στην καλύτερη περίπτωση επεδείκνυαν εξαιρετική ανοχή σε τέτοιες πρακτικές.

    Δεν με πείθει η ερευνα για την διαφθορά του 95. Σελφ ριπόρτιγκ είναι, σιγά μην έλεγαν ότι είναι εντάξει το φακελάκι έτσι απλά. Δεν με πείθει δε περισσότερο γιατί έχω δει κόσμο να δίνει φακελάκι χωρίς να του ζητηθεί. Όπως αν κάνεις μια γύρα στα νεκροταφεία το ψυχοσάββατο θα δεις πώς δίνουν τα 5ευρα στους παππάδες χωρίς τυπικά να ζητηθούν. Αυτές οι εμπειρίες μου λένε ότι υπάρχει μια κουλτούρα προσαύξησης της αμοιβής συγκεκριμένων λειτουργών η οποία απλά αποτυπώθηκε ημι-θεσμικά στον κρατικό λαβύρινθο και στη συνακόλουθη διαφθορά. Η γιγάντωση ήρθε με τα χρόνια.

    Και για την άγνοια των πολιτών ενίσταμαι. Το υπερτιμολογημένο συμβόλαιο ο μεγάλος τραγουδιστής(μπόνους σε όποιον βρει ποιανού πολιτικού το κωδικό όνομα ήταν) δεν το υπέγραψε με τον εαυτό του. Στην φαμίλια του έδωσε την υπεργολαβία, με τον ίδιο να κρατάει μια γερή προμήθεια. Κι η φαμίλια του εδώ είναι οι ψηφοφόροι του. Όπως στον πολίτη που τελούσε εν αγνοία έχω να αντιπαρατάξω τα εξώφυλλα των παραταξιακών εφημερίδων που διαμαρτύρονταν για τους διορισμούς πρασίνων και όχι μπλε παιδιών επί Κωστάκη του πλεϋστέησομπαίχτη. Κι αν είχα καλύτερη μνήμη ίσως να είχα να σου δώσω πιο απτά παραδείγματα και για τους υπόλοιπους πολυχρονεμένους Βεζύρηδες του εμιράτου τούτου.

    Η ορθή αφήγηση νομίζω δεν επιρρίπτει ούτε αποκλειστικά τις ευθύνες μεταξύ διαφόρων ομάδων, ούτε τις ισοκατανέμει. Άλλης τάξης μεγέθους ευθύνη έχει ο Άκης κι άλλη ο Κώστας που πήρε άδεια ΠροΠο γιατί ο ξάδερφος του είναι βουλευτής και βόλεψε και τον αδερφό του στον ΟΑΣΑ(αληθινή ιστορία). Έχουν όμως ευθύνες και οι δύο.

    (Έχω κι άλλα παραδείγματα, αλλά νομίζω δεν προσθέτουν κάτι).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Τα λέμε αύριο, έτσι; Τώρα δεν έχω χρόνο εγώ! Ξαναπέρνα, θα είμαστε ανοιχτά

      Διαγραφή
    2. Επανήρθα. Λοιπόν, ως προς το εναλλακτικό επιχείρημα της καθολικής ευθύνης ("διεφθαρμένοι πολίτες που ψήφισαν εξίσου διαφθαρμένους πολιτικούς επί τούτου"):

      Πώς ψήφιζαν οι ψηφοφόροι των δύο μεγάλων κομμάτων όλα αυτά τα χρόνια; Βρήκα τη σχετική διατριβή του Michael John Kotsakas Kratsios: η εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ΠΑΣΟΚ - ΝΔ από το 1985 ως το 2007 ανταποκρίνεται στο οικονομικό μοντέλο (δηλαδή, δεν ήταν ιδεολογικοί ψηφοφόροι). Λειτουργούσαν κυρίως με το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό (όχι τόσο με την ανεργία), κι όσο ένιωθαν ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας ήταν καλή, επιβράβευαν το κυβερνόν κόμμα - στην αντίθετη περίπτωση ψήφιζαν την αντιπολίτευση. Αυτό από μόνο του δείχνει μια κάποια περίσκεψη για το κοινό καλό. Το ενδιαφέρον όμως είναι στη διάκριση μεταξύ της ατομικής και της συλλογικής στάσης: στις εκλογές του 1996 τουλάχιστον, οι ψηφοφόροι των δύο μεγάλων κομμάτων λειτούργησαν με συλλογική και όχι ατομική έγνοια (κοίτα στα συμπεράσματα του κεφαλαίου 4, σελ. 103-104). Ψήφισαν δηλαδή αυτόν που θεωρούσαν ότι θα ωφελήσει τη χώρα, όχι την τσέπη τους.

      Λοιπόν, μοιάζει ότι ο κατασυκοφαντημένος ψηφοφόρος των δύο μεγάλων κομμάτων τελικά υπήρξε πολύ πιο υπεύθυνος απ' όσο νομίζαμε (στις εκλογές του 1996 τουλάχιστον) - με την έννοια ότι ήταν προσανατολισμένος στο κοινωνικό καλό ("σοσιοτροπικός") παρά στον μικρόκοσμό του! Αυτό δεν κολλάει καθόλου με το εναλλακτικό επιχείρημα της καθολικής ευθύνης. Έχουμε στοιχεία, ενδείξεις για το αντίθετο;

      Κοίτα, προσπάθησα ν' αφήσω έξω τον εαυτό μου από το κείμενο. Με προσωπικές εντυπώσεις και κρίσεις δεν γίνεται συζήτηση, όλοι έχουμε δει κατά καιρούς πολλά και διάφορα.

      (to be continued)

      Διαγραφή
    3. Και κάτι ακόμα. Σε συνδυασμό μ' αυτό που λέει η Πρασοπούλου, ότι στην πρώτη τετραετία Σημίτη υπήρχε εκτεταμένο κοινωνικό αίτημα για ουσιαστική μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης (το σύνθημα τότε ήταν η "ευρωπαϊκή σύγκλιση", ήταν επίσης και το όραμα της εισόδου στην ΟΝΕ), συμπεραίνω πως μια μεγάλη ευκαιρία χάθηκε τότε, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '90. Η τότε κυβέρνηση απάντησε με το πρόσχημα του TAXIS κι έστρεψε τον κόσμο στην κοροϊδία των Ολυμπιακών Αγώνων. Κρίμα. Ο Σημίτης υπήρξε διπλά εγκληματικός.

      Διαγραφή
    4. th.alys25/4/12

      Προσπαθώ να αφήσω όσο γίνεται την ανεκδοτολογία, αλλά κάποιες νοοτροπίες που αναφέρω(εθελοντικός χρηματισμός) δεν ξέρω καν να έχουν μελετηθεί και δεν έχω τον χρόνο να το ψάξω.

      Ρίχνω μια ματιά στην πτυχιακή(δεν είναι διατριβή, για το μπάτσελορ την έγραψε το παιδί), και επανέρχομαι. Δυο πρώτα σχόλια στα γρήγορα:

      Το ότι ψήφιζαν με βάση το οικονομικό συμφέρον τους είναι επιχείρημα (και) υπέρ της θεωρίας των διεφθαρμένων πολιτών.

      Επίσης το κοινό καλό δεν ισούται πάντα με το δημόσιο συμφέρον. Υπάρχουν πολλές ομάδες συμφερόντων τα μέλη των οποίων μπορεί να ψηφίζουν με βάση το κοινό καλό της ομάδας. Αυτό δε συνεπάγεται ότι ψηφίζουν με βάση το καλό της χώρας. Πάλι δεν ξέρω να μελετάει κανείς συστηματικά αυτό το φαινόμενο στην Ελλάδα. Σημείωση άσχετη-σχετική, να το βγάλω από μέσα μου θέλω, το περίφημο κοινωνικό κεφάλαιο έχει και αρνητικές λειτουργίες.

      Διαγραφή
  2. 1. Θυμάμαι μια συνέντευξη του Νίκου Αλιβιζάτου, πριν από περίπου έναν χρόνο, σε κάποιο έντυπο τύπου free press το οποίο κράτησα αλλά δυστυχώς αδυνατώ να εντοπίσω αυτή τη στιγμή, κι έτσι παραθέτω από μνήμης.
    Ο άνθρωπος έλεγε περίπου πως όταν βλέπεις γύρω σου τη μεγαλοδιαφθορά, όταν είναι τόσο έκδηλη η διαφθορά στα υψηλά πολιτικά κλιμάκια, εσύ ο μικρομεσαίος αισθάνεσαι ότι σε πιάνουν κορόιδο αν συμπεριφέρεσαι έντιμα. Με άλλα λόγια, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι.

    2. Σε σχέση με το αν ο απλός λαός εξαπατήθηκε από τις φανφάρες και άρα δεν φέρει ευθύνη, ή αν τελικά φέρει ευθύνη διότι όφειλε να μην έχει εξαπατηθεί, ο κουμπάρος μου το έθεσε πολύ ωραία:

    Αν μπω σε ένα καταγώγιο της Ομόνοιας, αφήσω το σακάκι μου στην καρέκλα με το πορτοφόλι στην τσέπη, πάω στην τουαλέτα, και γυρίσω και δεν βρω τίποτα, σαφώς και είμαι αφελής - αλλά εξίσου σαφώς αυτός που το βούτηξε είναι κλέφτης, και δεν γίνεται λιγότερο κλέφτης λόγω της αφέλειάς μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ενδιαφέρουσα συζήτηση έχετε. Ως προς το "μαζί τα φάγαμε" δε νομίζω ότι έχει και τόση σημασία το κατά πόσο είναι αληθές και κατά πόσο προσχηματικό (το προσχηματικό δεν παύει να μπορεί να είναι και αληθές). Σημασία έχει το ποιος το λέει (ένας "επιτυχημένος" μακροχρόνια πολιτικός) και τι έκανε στην πράξη αυτός για να το πολεμήσει (ελάχιστα...). Συμφωνώ με την ανάλυση του Χαρίδημου Τσούκα εδώ.

    Για τις απόπειρες εθελοντικού χρηματισμού που αναφέρθηκαν έχω κι εγώ τέτοιες εμπειρίες κι από γνωστούς μου.
    Σε αυτό που διαφωνώ πιο πολύ όμως είναι στη λανθάνουσα αντίληψη ότι (είτε με τη μία είτε με την άλλη εκδοχή) κάποιος "σχεδίασε" / "έφτιαξε" το σύστημα έτσι... Το σύστημα νομίζω ξεκάθαρα (ιδίως στην Ελλάδα) απλώς προέκυψε. Προέκυψε βέβαια ως συνισταμένη διαφόρων δυνάμεων και εκεί οι πιο ισχυροί έχουν αυτονόητα και εκ της θέσης τους το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης.

    Ως προς το δεύτερο, η ευθύνη των πολιτών είναι πάνω απ' όλα απέναντι στον εαυτό τους (ως πολιτών, όχι ατόμων). Και εκεί, αν μη τι άλλο απέτυχαν να υπερασπιστούν τα μακροχρόνια συμφέροντά τους. Απέτυχαν να δουν το μέλλον παρότι δεν θα ήταν και τόσο δύσκολο αν θα ήθελαν. Νομίζω ότι οι περισσότεροι απλά και μόνο "ήθελαν να φάνε"... με τον όποιο τρόπο ("νόμιμο", "νομότυπο" ή "παράνομο"). Το μεγάλο έγκλημα του πολιτικού συστήματος (λέγε με Ανδρέας) ήταν το "εδώ και τώρα". Αν το "εδώ και τώρα" έλειπε τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν πάρει άλλη τροπή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Καλημέρα. Μερικές αποκρίσεις στα θέματα που θίγετε:

    Με τον "σχεδιασμό" του συστήματος δημόσιας διοίκησης εννοώ κυρίως τον λεγκαλισμό του - αυτά που λέει η Πρασοπούλου, σελ. 6-9: η εγκυρότητα μιας διοικητικής πράξης κρίνεται εκ των προτέρων, βάσει των νομικών διατάξεων που τη ρυθμίζουν (κι όχι εκ των υστέρων, βάσει αντικειμενικών και μετρήσιμων κριτηρίων απόδοσης). Ο υπάλληλος, δηλαδή, δεν αισθάνεται ότι οφείλει να παραγάγει έργο, να εξυπηρετήσει, παρά μόνο να συμμορφωθεί στις εγκυκλίους που στέλνει το υπουργείο. Το άρθρο της Πρασοπούλου θέλει να καταδείξει ακριβώς ότι ακόμα και η εισαγωγή ενός προηγμένου συστήματος πληροφορικής (TAXIS) αποδεικνύεται, στο φινάλε, προσχηματική και άκαρπη, τη στιγμή που δε θίγεται ο μηχανισμός λογοδοσίας της δημόσιας διοίκησης - τη στιγμή που οι υπάλληλοι συνεχίζουν να έχουν στο μυαλό τους μόνο τις εγκυκλίους του υπουργείου. Πώς το έλεγε ο άλλος μεγάλος καλλιτέχνης; "Το Νόμιμον Είναι Και Ηθικόν".

    Αυτός ο λεγκαλισμός (και η απουσία αντικειμενικών κριτηρίων απόδοσης) δεν μπορεί παρά να είναι σκόπιμος, προκειμένου το υπουργείο να ελέγχει τη δημόσια διοίκηση και να βολεύονται οι στρατιές ημιάσχετων και ημιαγράμματων κομματικών πελατών. "Δεν έχει δυσκολία η δουλειά, ό,τι λέει ο νόμος: αν Α τότε θα κάνεις το Β, αν Γ τότε θα κάνεις το Δ".

    Από κει και πέρα, σκεφτόμουν αυτές τις έρευνες που ανέφερα στο κείμενο. Δεν είναι κάποιες περιθωριακές φωνές μερικών γραφικών. Είναι ακαδημαϊκές έρευνες που έχουν κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο. Επίσημες (και έγκυρες, θέλω να πιστεύω) παρεμβάσεις που υποδεικνύουν ότι το ψάρι βρωμάει απ' το κεφάλι κι ότι η ελίτ πετάει το μπαλάκι στους πολίτες. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τα ΜΜΕ και την κατηγορητική στάση που έχουν κρατήσει;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. th.alys8/5/12

    Ηλία περίμενα να βρω χρόνο να διαβάσω την πτυχιακή για να σου απαντήσω, μέχρι που είδα την είδηση για την εκλογή του γιατρού των τυφλών στη Ζάκυνθο. Εκλέγεται βουλευτής ο άνθρωπος που είχε γίνει γνωστός πανελληνίως ως επικεφαλής δικτύου πελατειακών σχέσεων. Ε, δεν μπορώ να δεχτώ ότι και τώρα οι ψηφοφόροι του δεν ήθελαν, αλλά εξαναγκάστηκαν στη διαφθορά.

    Όσο για αυτό που έλεγα ότι το να ψηφίζεις με γνώμονα το κοινό καλό δε σημαίνει ότι ψηφίζεις με βάση το δημόσιο συμφέρον, δες την δήλωση του προέδρου του Κεντρικού Συντονιστικού Γραφείου Χανίων της Δημοκρατικής Συμμαχίας Μανώλη Κελαϊδή (http://liberal-crete.blogspot.co.uk/2012/04/blog-post_8146.html). Για κάποιο λόγο όμως αυτά τα δύο συχνά τα ταυτίζουμε στο δημόσιο διάλογο.

    Σε μια βδομάδα και κάτι ελπίζω να έχω χρόνο να επανέλθω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. th.alys οι ακριβείς αριθμοί της Ζακύνθου δίνουν κάπως διαφορετική εικόνα: από 23.511 έγκυρα ψηφοδέλτια στη νδ πήγαν 4.949 και σταυρό στον Γάσπαρη είχαν 1.332

    Αν πιθανολογήσουμε ότι 500 και κάτι οικογένειες του έδωσαν από 2,5 σταυρούς βλέπουμε πως η εκλογή του δεν έχει σχέση τόσο με τη διάχυση της διαφθοράς όσο με τη χειραγώγηση της δημοκρατικής διαδικασίας από μικρές αλλά οργανωμένες μειοψηφίες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. @th.alys, με την άνεσή σου. Διάβασα κι εγώ πρόσφατα μια παρόμοια δήλωση μ' αυτήν που αναφέρεις, από παλιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, κάτι του στιλ: "τότε έφαγε ψωμί ο κόσμος", όμως δεν μπορώ να βρω το άρθρο μέσα στα αμέτρητα που διάβασω τις τελευταίες μέρες!

    Να σε ρωτήσω και κάτι που σκέφτομαι, όπως διαβάζω την πτυχιακή: η εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ΗΠΑ, Γερμανίας κι άλλων χωρών ανταποκρίνεται στο οικονομικό μοντέλο. Οι ψηφοφόροι των μεγάλων κομμάτων, δηλαδή, επιβράβευαν τις επιδόσεις σε ορατά οικονομικά μεγέθη, όπως το ΑΕΠ, η ανεργία κι ο πληθωρισμός. Το χρέος όμως και το έλλειμμα έμεναν αόρατα στους ψηφοφόρους οπότε, σκέφτομαι, άφηναν περιθώριο στις κυβερνήσεις. Δηλαδή, οι κυβερνητικές στρατηγικές υψηλών χρεών (που ορισμένες χώρες, όπως Ελλάδα, δεν ήταν καθόλου έτοιμες να υποστηρίξουν) ήταν συνέπεια και της οικονομικής συμπεριφοράς των ψηφοφόρων.
    Πώς σου φαίνεται η σκέψη;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Κατά τ' άλλα, θέλω να πιστεύω αυτό που επισημαίνει ο Ακίνδυνος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. th.alys9/5/12

    Οι οποίες μειοψηφίες σχηματίζονται και παραμένουν μαζί χάρη στη διαφθορά. Επιπλέον 1332 άτομα σε σύνολο 23511(το υπες δεν είχε στοιχεία όταν το έγραψα) είναι το 5.6%. Δεν είναι ακριβώς μια ομάδα ελίτ πολιτικών που εκμεταλλεύεται τους πολιτες. Και μην ξεχνάμε ότι αυτή είναι η βεβαιωμένη διαφθορά. Δεν ξέρουμε(τουλάχιστον δεν ξέρω), τι έλεγαν οι άλλοι υποψήφιοι, τι σχέσεις έχουν με την τοπική κοινωνία και τι ρουσφέτια μπορεί να υπάρχουν.

    Να ξεκαθαρίσω κάτι, δεν λέω ότι είναι μονόδρομος, από πάνω προς τα κάτω η σχέση. Λέω ότι είναι διπλής κατεύθυνσης λεωφόρος. Κάτι τέτοιο δηλαδή.

    Ηλία συμφωνούμε σε αυτό. Χρέος και έλλειμμα βέβαια συσχετίζονται με την ανεργία(κυρίως). Δεν είναι σίγουρο ότι δεν τα πρόσεχαν αυτά οι ψηφοφόροι, έστω κι έμμεσα. Ειδικά στις ΗΠΑ όπου γίνεται σφαγή για την δημοσιονομική επίπτωση του παραμικρού εξόδου, αυτό θα ήταν μάλλον παράδοξο. Στη Γερμανία πάλι νομίζω ότι ήταν αρκετά προσεκτικοί στο θέμα αυτό(να ρωτήσουμε και τον Σωτήρη).

    Τες πα, έχω μια εβδομάδα αϋπνίας μπροστά, και μια μέρα να κοιμηθώ και να πιω μετά. Έπειτα θα επανέλθω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Τράβα για ύπνο γρήγορα, που κάθεσαι και ξενυχτάς στα ιντερνέτς!

      Διαγραφή

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.