Η φρίκη έχει πρόσωπο. Η φρίκη είναι μια αφιερωματική πινακίδα στη βιτρίνα ενός φωτογραφείου έξω από το Α’ Νεκροταφείο: «Στην Ντόρα μου, από την αγαπημένη της μανούλα», με φωτογραφία του νεκρού κοριτσιού και επιστολή της στη μητέρα, που την παρηγορεί και την προτρέπει να φροντίζει από εδώ και μπρος τον μπαμπά (από το Death and Social Change in Greece, 1989, Jill Dubisch). Ποια δύναμη είναι αυτή που κάνει μια χαροκαμένη μάνα να παραγγέλνει, αντί να φτιάχνει η ίδια, το αφιέρωμα στον τάφο του παιδιού της; Πώς ο καταναλωτισμός εισχώρησε ακόμα και στον θάνατο; Υποτίθεται ότι ο πόνος της μάνας είναι ο υπέρτατος σπαραγμός, το τέλος της οδύνης, όπου η ανθρώπινη εμπειρία εκφράζεται εντελώς γυμνή, απροσποίητη κι αφτιασίδωτη. Έτσι υποτίθεται, δηλαδή, γιατί σήμερα η πενθούσα οικογένεια έχει να επιλέξει από τόσες υπέροχες προσφορές που της παρέχει απλόχερα η βιομηχανία του θανάτου – με ΦΠΑ 13% οι περισσότερες – για να τιμήσει τον νεκρό και να εκφράσει τον σπαραγμό της:
-Τελετή & τρισάγιο
-Δικαιώματα ναού (ο κλιματισμός συνήθως χρεώνεται έξτρα)
-Στολισμός ναού
-Φέρετρο (νοβοπάν, τριανταφυλλιά, καρυδιά ή δρυς, αμερικάνικου ή ιταλικού τύπου)
-Ψάλτης και νεωκόρος
-Έξτρα ιερείς
-Αρχιμανδρίτης
-Αρχιερέας
-Φρακοφόροι
-Εργάτες (σκαπτικά & φιλοδωρήματα)
-Θέση στο κοιμητήριο (Α, Β ή Γ θέση, χρέωση αναλόγως)
-Μνημείο
-Αξεσουάρ μνημείου (πουλάκια, αγγελάκια, αγαλματάκια με τον Χριστό ή την Παναγία, αγιογραφίες, ποιήματα επί του μνημείου κ.α.)
-Κεριά (μιας μέρας, δύο ημερών, τριών, τεσσάρων, εβδομαδιαία, ηλεκτρικά)
-Καντήλι
-Σταυρός
-Εικόνα & βάση
-Άνθη φέρετρου
-Άνθη μνημείου (φυσικά ή τεχνητά)
-Κορδέλες
-Σετ σεντόνι
-Σάβανο
-Μαξιλάρι & μαξιλαροθήκη
-Μανουάλι
-Θυμιατό
-Στάρι για κόλυβα
-Τοιχοκόλληση αγγελτηρίων
-Δημοσίευση στις εφημερίδες
-Λαμπάδα με κορδέλα
-Στεφάνια
-Νεκροφόρα ή λιμουζίνα
-Ιδιαίτερος ρουχισμός για τον νεκρό (κουστούμι γαμπριάτικο, νυφικό, μπομπονιέρες κ.α.)
-Μαξιλαράκια με μηνύματα ή με το όνομα του νεκρού
-Δεξίωση καφενείου (συνοδευτικός άρτος, κέικ ή τσουρέκι, κονιάκ ή κρασί, κουλουράκι, πορτοκαλάδα)
-Εκτύπωση ευχαριστηρίων για τους παρευρεθέντες
Ο Χάρος βγήκε παγανιά και δημιούργησε θέσεις εργασίας! Το γραφείο τελετών είθισται να επιμορφώνει για τη διαδικασία έκδοσης ληξιαρχικής πράξης θανάτου, καθώς και για τα υπόλοιπα γραφειοκρατικά (ακύρωση ΑΦΜ, μεταβίβαση σύνταξης κ.λπ.)• είθισται επίσης να συνεργάζεται άτυπα με συγκεκριμένα κοιμητήρια και κληρικούς. Το ξέρατε ότι χρειάζεται οικοδομική άδεια για ανέγερση μνημείου; (παράβολο €120 στον τοπικό δήμο).
Δεν τελειώσαμε όμως. Η θέση στο κοιμητήριο είναι συνήθως τριετής και με την παρέλευση της προθεσμίας υπάρχει επιβάρυνση 10% επί της αρχικής τιμής ανά εξάμηνο για τον κάτοχό της (τον εν ζωή, όχι τον μακαρίτη). Εναλλακτικά, στα τρία χρόνια μπορεί να γίνει εκταφή (χρεώνεται) και εναπόθεση των οστών σε οστεοφυλάκιο – χρέωση ανάλογη με το υλικό (ξύλινο ή ανοξείδωτο), την επένδυση με ύφασμα ή όχι κ.λπ. Πάντα με ΦΠΑ 13%.
Δεν τελειώσαμε όμως. Εάν οι οικείοι θέλουν να ακολουθήσουν το παραδοσιακό τυπικό, θα κάνουν τρισάγιο στα 3ήμερα και στα 9μερα, μνημόσυνο στις 40 μέρες, στους 6 μήνες, στους 12 μήνες, και κατόπιν ανά έτος. Είναι πολύ σημαντικές αυτές οι τελετές γιατί αποτελούν και τη μόνη βοήθεια που μπορούμε να προσφέρουμε πια στον νεκρό, καθώς αυτός περιμένει τη φοβερή Ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας και την τελική Κρίση. Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα. Πόσο ακριβώς; Ενδεικτικά, ο απεσταλμένος του μπλογκ στο Φανάρι Πάργας αναφέρει ότι το τρισάγιο εκεί χρεώνεται 5 ευρώ (χωρίς απόδειξη), τα μνημόσυνα πάντως έχουν απόδειξη και ΦΠΑ 13% γιατί αναλαμβάνονται από γραφεία τελετών, χρέωση ανάλογη με τα αξεσουάρ (δίσκος, σακουλάκια με κόλυβα κ.λπ.). Εδώ όμως υπάρχει φτηνή εναλλακτική, κάτι σαν ένα εκκλησιαστικό κίνημα ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ: τα Ψυχοσάββατα.
Όταν ο ΓΑΠ μίλησε για τον άνθρωπο του μόχθου που υποτίθεται ότι προσέφερε οικειοθελώς έναν μισθό για την πατρίδα («συγκινούμαι ειλικρινά»), ο κόσμος εξοργίστηκε. Δεν εξοργίζεται όμως για πολλούς άλλους μισθούς που έχει να προσφέρει σε κάθε θάνατο οικείου προσώπου – όχι στην πατρίδα, αλλά σε γραφεία τελετών, κοιμητήρια και παρατρεχάμενους. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα πεθαίνουν περίπου 110.000 άνθρωποι ετησίως. Το πλήρες θανατικό πακέτο (κηδεία, μνημείο, τελετές, εκταφή κ.λπ.) στην Αθήνα δεν βγαίνει λιγότερο από €3.000, περιλαμβάνεται ΦΠΑ 13%. Δηλαδή, οι Έλληνες κρίνουν ότι πρέπει να πληρώνουν ετησίως ένα χαράτσι κάπου €300.000.000 για να τιμήσουν τους προσφιλείς νεκρούς και να εκφράσουν την οδύνη τους. Αλλά και για να κάνουν επίδειξη στους καλεσμένους, να τους τσεκάρουν και να τους εντυπωσιάσουν. Όλοι έχουμε παρευρεθεί σε κηδείες και ξέρουμε ότι η υποτιθέμενη γνησιότητά τους είναι ακριβώς αυτό: υποτιθέμενη. Ένα μίγμα από οδύνη, θέατρο, κουτσομπολιό και καταναλωτισμό είναι οι κηδείες, όπου μέσα στις καρδιές, ο πόνος της απώλειας συγκρούεται συνεχώς με την ευπρέπεια• μικρότητες, κακίες και μπηχτές, «τι φοράει ο Γιώργος» και «γιατί δεν ήρθε η Βάσω;», ενοχή για το σοκ που προκαλεί η σωρός του νεκρού, αγωνία για τη διαθήκη, φλερτάρισμα κ.α., όλα αυτά είναι μέρος της κηδείας. Διάλειμμα για ένα πόνημα που είχα συνθέσει πριν από τρία χρόνια:
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ, ΟΧΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ
Συγγενείς και νοσοκόμοι
Διαθήκες, κληρονόμοι
Να υφαίνουν γαϊτανάκι
Γύρω από τον νεκρό,
Δίπλα στο νεκροκρέβατο χορεύουν τα ευρώ.
Οφειλές στην εφορία
Και σε χίλια δυο ταμεία
Που χαθήκανε για πάντα
Δεν πληρώνουν οι νεκροί,
Ο θάνατος θα έπρεπε να απαγορευτεί!
(Ή ο νεκρός θα έπρεπε να φορολογηθεί)
Λογιστές και δικηγόροι
Ιερείς και νεωκόροι
Θέατρο του παραλόγου
Και παιχνίδι των λυγμών,
Τη λάντζα αναλαμβάνουν εργολάβοι κηδειών.
Φίλοι να παραμυθιάζουν
Τον νεκρό να εκθειάζουν
Να ξεχνάνε εσκεμμένα
Όλα του τα εγκλήματα,
Να του συγχωρεθούνε όλα του τα κρίματα.
Πόνος, ενοχές και τύψεις
Τι θα δείξεις, τι θα κρύψεις
Ψέματα κατά συνθήκη
Και εικόνες συντριβής,
Δάκρυα, να δει ο κόσμος τεθλιμμένους συγγενείς.
Δες, ο τάφος ανοιγμένος
Κι ο νεκρός αναστημένος!
Τώρα η διαθήκη είναι
Νομικά παράτυπη,
Τέτοιο ρεμάλι όμως ήτανε και εν ζωή!
Έτσι ήταν πάντα οι κηδείες και είναι λίγο αφελές να ανατρέχουμε σε παλιές χρυσές εποχές, που υποτίθεται ότι ο κόσμος ήταν πιο αγνός, οι σχέσεις πιο ανθρώπινες κ.λπ. Οι παλιές ανθρωπολογικές έρευνες της Jill Dubisch στην Τήνο, του Loring Danforth στην Ποταμιά Αγιάς, της Diane Bennett στο Πήλιο, της Renée Hirschon στον Πειραιά κ.α. υποδεικνύουν ότι μόστρα και επίδειξη υπήρχε από παλιά στις κηδείες, απλώς δεν μπορούσε να εκδηλωθεί τόσο τρανταχτά λόγω φτώχειας. Στη δεκαετία του ’70 και μετά όμως, άρχισε να αναυπτύσσεται μια αστική μεσαία τάξη που ολοένα και περισσότερο ζητούσε να διαφοροποιηθεί από τη νοοτροπία του χωριού και τις καταβολές των γονιών της. Η δουλειά στα χωράφια σκληρή, ένας γάμος ως προίκα καλός, μια χαρά βγήκε το μαγαζί, είμαι πια ένας αστός σεβαστός.
Πάνω εκεί λοιπόν, απαξίωσε πολλές από τις παραδόσεις και τις κηδευτικές συνήθεις του χωριού, που τις ερμήνευε ως οπισθοδρομικές, δεισιδαιμονικές ή βρώμικες. Το πένθος μπορεί να ταιριάζει στην Ηλέκτρα, δεν ταιριάζει όμως στις σπουδαγμένες Αθηναίες με δουλειά γραφείου και ταξίδια στο εξωτερικό. Όλη την κηδευτική λάντζα πλέον ανέλαβαν οι εργολάβοι κηδειών, ώστε να παρουσιάζουν έναν κομιλφό θάνατο, αντισηπτικό και φιλικό προς τον θεατή (με ΦΠΑ 13%). Η εμπορευματοποίηση της κηδείας υπήρξε μια απελευθέρωση από τη μεγάλη φυλακή της επαρχίας: τον κονφορμισμό και το «τι θα πει ο κόσμος». Πλέον η μεσαία τάξη δε χρειαζόταν να μαυροφορεί για χρόνια και να φροντίζει καθημερινά τον τάφο• παράγγελνε ένα ιταλικό φέρετρο από ξύλο καρυδιάς, μια διακοσμητική στήλη από μάρμαρο Καβάλας για το μνήμα, και ησύχασε. Όμως κατά βάθος κάπου υπάρχει λάθος...
Διότι είναι πολύ ανατριχιαστικό να σκέφτεσαι ότι ο κόσμος βάζει ΦΠΑ ακόμα και στον πόνο για τον χαμό του παιδιού, του γονιού, του συντρόφου του. Είναι διαφορετικό να πεις «σ’ αγαπώ» με e-mail και διαφορετικό να το πεις με ιδιόγραφο σημείωμα (και διαφορετικό να το πεις με κραγιόν στον καθρέφτη). Ακόμα πιο διαφορετικό όμως είναι να το πεις με μια απ’ αυτές τις έτοιμες ερωτικές καρτούλες που έχουν τα ανθοπωλεία. Το μήνυμα δεν είναι το ίδιο. Στην τελευταία περίπτωση, αυτό που κάνεις είναι ότι αποδέχεσαι κοινωνικώς καθιερωμένες αισθητικές νόρμες ως μέρος της ερωτικής σου επικοινωνίας. Βάζεις κοινωνικό συμβόλαιο μέσα στην βιολογία.
Κάτι αντίστοιχο και με την εμπορευματοποίηση του θανάτου. Ούτε τον πόνο μας για το αγαπημένο πρόσωπο που έφυγε δεν μπορούμε να βιώσουμε αδιαμεσολάβητα; Πρέπει να βάλουμε και σ’ αυτόν την κοινωνία με τα πρότυπά της; Ο πόνος έχει ΦΠΑ 13%; Θυμηθείτε την αφιερωματική πινακίδα της μάνας προς την κόρη της έξω από το Α’ Νεκροταφείο, που ανάφερα στην αρχή. Συγκρίνετέ την με την παρακάτω σκηνή (από το The Death Rituals of Rural Greece του Loring Danforth, σε κάπως ελεύθερη απόδοση δική μου) και δείτε πόσα προσωπικά μηνύματα στέλνει αυτή η μάνα προς το παιδί της: δε βάζει ΦΠΑ, βάζει τον εαυτό της (είπα ότι είναι αφελές να ανατρέχουμε σε παλιές, χρυσές εποχές και κινδυνεύω τώρα να πέσω στην παγίδα!). Βρισκόμαστε λοιπόν στην Ποταμιά Αγιάς το 1979. Η Ελένη ήταν μια όμορφη κοπέλα που πέθανε πριν πέντε χρόνια, σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδαζε δασκάλα. Η Ειρήνη, η μάνα της, ετοιμάζεται για την εκταφή των οστών:
Αργά το απόγευμα, οι γυναίκες μαζεύτηκαν στο σπίτι της Ειρήνης – συγγενείς, φίλοι και γείτονες. Κουβέντιασαν λίγο για τα καλά χωράφια στην Ποταμιά και για τα ξασπρισμένα οστά των νεκρών τα προηγούμενα χρόνια. Η Ειρήνη παραπονέθηκε ότι ήρθαν λίγοι συγγενείς• αν ήταν ο γάμος της Ελένης, θα έρχονταν περισσότεροι. Όταν χτυπήσαν οι καμπάνες, η συνοδεία ξεκίνησε για το νεκροταφείο του χωριού κουβαλώντας ποτά, φαγητά και το μεταλλικό οστεοφυλάκιο. Από κάθε σπίτι που περνούσαν, έβγαιναν και μια-δυο γυναίκες κι ακολουθούσαν την πομπή.
Φτάνοντας στο νεκροταφείο, η συνοδεία αριθμούσε πάνω από εκατό άτομα, κυρίως γυναίκες. Στάθηκαν γύρω από τον τάφο της Ελένης σχηματίζοντας έναν σφιχτό γυναικείο κύκλο, με μαυροφόρες στο κέντρο (η οικογένεια της Ελένης), σκουροφόρες γύρω τους (φίλοι, συγγενείς) και στην περιφέρεια ανοιχτοχρωμοφόρες (διάφοροι κάτοικοι του χωριού). Η Ειρήνη κάθισε στην κεφαλή του τάφου κι άρχισε να τραγουδάει ένα μοιρολόι. Σύντομα την ακολούθησαν κι άλλοι.
Τα δυο αδέρφια της Ελένης είχαν ήδη αρχίσει να σκάβουν το χώμα του τάφου, όμως σε κάποια στιγμή βούρκωσαν και τα παράτησαν. Δυο νεαρές γυναίκες πήραν τα φτυάρια και συνέχισαν τη δουλειά. Με την ώρα, ο χορωδιακός θρήνος μεγάλωνε σε ένταση, συνοδευόμενος από το θόρυβο των φτυαριών, τους σπαραγμούς της Ειρήνης, καθώς και μιας άλλης γυναίκας που είχε χάσει τον γιο της πρόσφατα. Σε κάποια στιγμή και καθώς το σκάψιμο προχωρούσε, η Ειρήνη έγειρε πάνω από το άνοιγμα κι η αδερφή της έπρεπε να την τραβήξει για να μην πέσει μέσα. «Τίποτα δεν πρόλαβες να κάνεις στη ζωή σου, Ελένη, τίποτα», φώναζε κάθε τόσο ο πατέρας της.
Το χώμα στον σκαμμένο τάφο έγινε πιο σκούρο, κομμάτια ξύλου άρχισαν να εμφανίζονται και το μοιρολόι δυνάμωσε. Οι δυο κοπέλες άφησαν το σκάψιμο, τη σκυτάλη τώρα πήρε μια χήρα μ’ ένα σκεπάρνι. «Πιο δεξιά», φώναζε ο κόσμος, «βρες το κρανίο, μετά τα πλευρά. Κοίτα μη σπάσεις τίποτα». Όταν το σκεπάρνι ακούμπησε σε κάτι σκληρό, η χήρα το παράτησε κι άρχισε να σκάβει με τα χέρια.
Πρώτα βρήκε το κρανίο, έκανε το σταυρό της κι έσκυψε να το μαζέψει. Ο κόσμος έριχνε λουλούδια στον τάφο. Το μοιρολόι σταμάτησε, όμως οι σπαραγμοί κι οι κραυγές της Ειρήνης κόντευαν να φτάσουν στον ουρανό. Η χήρα σκούπισε λίγες τρίχες από το κρανίο, το τύλιξε μ’ ένα άσπρο μαντήλι κι έβαλε μερικά χαρτονομίσματα πάνω του. Έκανε πάλι τον σταυρό της, το φίλησε και το έδωσε στην Ειρήνη. Η μάνα το πήρε στα χέρια της σαν μωρό, κλαίγοντας απαρηγόρητα. Κάποιες γυναίκες πήγαν να της το πάρουν, όμως δεν το έδινε σε κανέναν. Το κράτησε στο μάγουλό της, έβαλε μερικά χαρτονομίσματα και το τύλιξε μ’ ένα ακόμα μαντήλι από την προίκα της Ελένης, κεντημένο από την ίδια. Το φίλησε και το ακούμπησε στο μέτωπό της τρεις φορές, κατόπιν το έδωσε σε μια άλλη γυναίκα που έκανε το ίδιο. Όλη η συγκεντρωμένη συνοδεία χαιρέτισε έτσι το κρανίο της Ελένης.
Σιγά-σιγά έρχονταν στο φως περισσότερα οστά, το φόρεμα, τα παπούτσια της Ελένης, κι ο κόσμος τα έβαζε στο μεταλλικό οστεοφυλάκιο. Κάποιες γυναίκες έριξαν κέρματα μέσα. Η Ειρήνη πήρε πάλι το κρανίο αγκαλιά και δεν έλεγε να το αποχωριστεί. Σε κάποια στιγμή, τράβηξε μέσα από το οστεοφυλάκιο ένα σπασμένο οστό, προφανώς από το δυστύχημα, κι έκανε κλαίγοντας: «Τι όμορφη περδικούλα που ‘σουν και σε σκοτώσαν»
Διαχρονικά και παγκόσμια φαινόμενα για τους πολιτισμένους ανθρώπους: οι ευρωπαίοι ευγενείς πλήρωναν εκατοντάδες λειτουργίες για τους κεκοιμημένους οικείους (Michel VoVEllE, Ο θάνατος και η Δύση [από το 1300 ως τις μέρες μας] -άπειρα παρόμοια παραδείγματα).
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπως διαπίστωσε γνωστός μου αλβανός που επιχείρησε να μπει στον τομέα της εργολαβίας κηδειών, το επάγγελμα είναι κάπως κλειστό: η αναγκαία μίζα για μια μικρή κωμόπολη δέκα χιλιάδων, ήταν 50 χήνες -ευρώ.
Μήπως λοιπόν θα ήταν καλύτερο μετά θάνατον η ψυχή να παραμένει εν υπνώσει, σε μια κατάσταση συντήρησης και αδράνειας (όπως λένε πολλοί Προτεστάντες), αντί να συνεχίζει την εξελικτική της πορεία προς τον Θεό; (όπως παραδέχεται η Ορθοδοξία). Θα γλιτώναμε από πολλά έξοδα έτσι - μνημόσυνα, τρισάγια, τελετές κ.λπ.
Διαγραφή