«...φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα και ιστορία οι παρέες», τραγουδούσε κάποτε ο Σαββόπουλος. Είχε δίκιο όμως εκτός από ιστορία, οι παρέες φτιάχνουν και πολιτική.
Να ξεκινήσω από ένα ντε προφούντις, κάποτε είχα ρωτήσει τον πατέρα μου για την ΕΔΑ του ’50 και του ’60. Αυτό που μου είπε με λίγα λόγια ήταν περίπου το εξής: «Δεν υπήρχε τίποτα άλλο τότε. Μόνο στην ΕΔΑ μπορούσες να βρεις ανθρώπους. Δεν ξέρω αν είμασταν ακριβώς ‘αριστεροί’ ή ‘κομμουνιστές’, σίγουρα όλοι είχαμε ένα όραμα δημοκρατίας και κοινωνικής ευαισθησίας για την Ελλάδα, όμως μη νομίζεις ότι ήμασταν καταρτισμένοι στον μαρξισμό ή κάτι τέτοιο. Τι ήμασταν; Νέοι που τους έπνιγε η εγκληματικότητα, η βλακεία και η συντηρητικότητα του καθεστώτος, και μόνο στην ΕΔΑ μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, να βρούμε ανθρώπους με ενδιαφέρον, με αρχές, με στάση ζωής, εκεί κάναμε τις πιο ωραίες φιλίες, τις πιο ζωηρές συζητήσεις, μοιραία μας τραβούσε αυτός ο χώρος».
Όπως το έθεσε, η ένταξη τότε στην ΕΔΑ για πολύ κόσμο δεν ήταν ακριβώς θέμα ιδεολογίας – όχι ακριβώς, τουλάχιστον. Ήταν θέμα παρέας. Νέοι που τους απωθούσε η καθεστωτικά προβαλλόμενη εικόνα για την πολιτική, τη χώρα αλλά και την κοινωνία γενικότερα, εύρισκαν στην ΕΔΑ άλλους ανθρώπους με τους οποίους ταίριαζαν. Η ιδεολογία ήταν κάτι που περισσότερο ερχόταν σε δεύτερο χρόνο, ένας κοινός παρονομαστής που προέκυπτε από τις ήδη δημιουργημένες σχέσεις, παρέες, φιλίες. Όμως πρώτα προέκυπτε η κοινωνική σχέση, πρώτα κάποιοι άνθρωποι αποφάσιζαν ότι θέλουν να είναι μαζί, και μετά έψαχναν να βρουν τι ακριβώς είναι αυτό το προγραμματικό που τους ενώνει.
Ας πάμε και στην άλλη πλευρά. Όταν ήμουν φοιτητής ένιωθα ότι πολλοί που εντάσσονταν στη ΔΑΠ ουσιαστικά δεν είχαν ιδεολογία. Τουλάχιστον τίποτα συγκροτημένο. Περισσότερο τους τραβούσε το όλο κλίμα της ΔΑΠ: περιποιημένο ντύσιμο, επαγγελματικές αφίσες, εκδρομή στη Μύκονο, πάρτι στο τάδε κέντρο, μουσικές μόδες, συναντήσεις σε καλά καφέ κ.λπ. Η ένταξη στη ΔΑΠ ήταν περισσότερο θέμα αισθητικό και πολιτισμικό παρά πολιτικό, για αρκετό κόσμο τουλάχιστον. Αλλά και πέρα από τη ΔΑΠ, νομίζω πως η καθεστωτική («δεξιά») πλευρά όλες τις τελευταίες 5-6 δεκαετίες τραβούσε αρκετό κόσμο με έναν, φαινομενικά, απολίτικο τρόπο. Περισσότερο θέμα αισθητικής και κουλτούρας παρά πολιτικής. Σύμφωνοι, το περιεχόμενο της καθεστωτικής («δεξιάς») νοοτροπίας από τον πόλεμο και μετά είχε μεν πολιτικά σημεία – π.χ. παραμέληση της επαρχίας προς όφελος της Αθήνας, ή ευθυγράμμιση με την πολιτική του Λευκού Οίκου – μπορώ όμως να σκεφτώ κι άλλα σημεία:
1) Να μην αμφισβητείς την εξουσία. Όχι μόνο την κυβέρνηση, αλλά και τον δάσκαλο στο σχολείο, τον ιερέα στην ενορία, το αφεντικό στη δουλειά, ακόμα και τον αρχηγό στους προσκόπους. Για κάποιον άγνωστο λόγο, η εξουσία θεωρείτο πάντα σοφή. Το να την αμφισβητείς γινόταν αντιληπτό σαν τα μικρά παιδιά να αμφισβητούν τους γονείς, οι οποίοι είναι ωριμότεροι και ξέρουν καλύτερα το συμφέρον της οικογένειας. Μέρος του να είσαι «δεξιός» (τουλάχιστον τις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70) ήταν όχι μόνο να ψηφίζεις Καραμανλή, αλλά και να ακούς τον δάσκαλο, τον καθηγητή, σαν την απόλυτη αυθεντία.
2) Να διατηρείς μια εικόνα ευμάρειας και ευταξίας. Κάποτε το λέγανε «αρχοντιά», σήμερα το λέμε «κυριλέ». Δεν έχει αλλάξει αυτό από το ’50 μέχρι τώρα, έχουν μεταβληθεί μόνο κάποια σύμβολα και πρότυπα ευμάρειας, όμως εδώ και εξήντα χρόνια, μέρος του να είσαι «δεξιός» είναι και να καλλιεργείς την εικόνα αρχοντιάς/κυριλέ. Ο Ιός έκανε αυτή την εύστοχη παρατήρηση σε τούτο το άρθρο, Πατρίδα – Θρησκεία – Γραβάτα, για την εικόνα αυτή μέσα από τη ρητορική της ΝΔ και της ΧΑ: κοστούμια και γραβάτες, κομψή περιβολή, να στολίσεις το σπίτι στις γιορτές, σεμφότυφη στάση, κυριακάτικο ψητό στο φούρνο, τακτοποιημένη και νοικοκυρεμένη διαβίωση κ.α. Η ελληνική αντίληψη της «δεξιάς».
Στα ουέστερν του ’50, ο καλός φορούσε πάντα άσπρο καπέλο, ήταν κι ωραίο παιδί (ο κακός φορούσε μαύρο καπέλο, ήταν και ασχημομούρης). Πετυχαίνεις το έργο στη μέση και καταλαβαίνεις σε δευτερόλεπτα ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός, από την εμφάνισή τους και μόνο. Πάρα πολλοί άνθρωποι υπήρξαν (και συνεχίζουν να είναι) «δεξιοί» επειδή δεν μπόρεσαν να ξεπαράσουν την Ουεστερνική Πλάνη: αν φοράει άσπρο καπέλο, αν είναι κι ομορφόπαιδο, τότε δεν μπορεί παρά να είναι και καλός.
Οπότε τώρα δεν ακούγεται τόσο περίεργη η απολιτική ένταξη τόσων φοιτητών στη ΔΑΠ. Δεν έψαχναν μια ιδεολογία αλλά ένα περιβάλλον στο οποίο να αισθάνονται οικεία και προβλέψιμα. Καουμπόις με άσπρα καπέλα έψαχναν άλλους καουμπόις με άσπρα καπέλα, ώστε να φτιάξουν μαζί ασπρόπιλες παρέες, φιλίες και σχέσεις. Αυτό που πρωτογενώς υπάρχει είναι η παρέα, όχι η ιδεολογία.
Κάτι που με φέρνει στο θέμα μου: ο άνθρωπος δεν γοητεύεται από ιδεολογίες, γοητεύεται από άλλους ανθρώπους. Σκεφτείτε τις δικές σας φιλικές παρέες, ερωτικές σχέσεις. Τι είναι αυτό που σας τράβηξε στους συγκεκριμένους ανθρώπους; Όχι ακριβώς η εκφρασμένη ιδεολογία τους σε θέματα πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά κ.λπ. Όχι ακριβώς. Σας τράβηξε ο ίδιος ο άνθρωπος: η συμπεριφορά του, το στιλ του, το χιούμορ του, η εικόνα του, οι στάσεις του, οι πράξεις του, καθώς και όλα όσα μαρτυρούσαν οι στάσεις και οι πράξεις γι’ αυτό που υπήρχε πίσω τους. Οι κοινές φιλικές παρέες, ακόμα και οι ερωτικές σχέσεις, παράγουν όλες σε δεύτερο χρόνο ένα καταστατικό, ένα πολιτικό μανιφέστο: ανακαλύπτουμε στην πράξη ότι έχουμε παρόμοιες οπτικές σε διάφορα θέματα. Ανακαλύπτουμε ότι όλοι βλέπουμε με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο π.χ. την κυβέρνηση, τους μετανάστες, την Εκκλησία, το Δημόσιο, οτιδήποτε. Αυτά συνιστούν το μανιφέστο που παράγεται σε δεύτερο χρόνο από κάθε παρέα. Εξάλλου αν δεν υπήρχαν διάφοροι τέτοιοι κοινοί παρονομαστές, πώς θα καταφέρναμε να συνυπάρξουμε; (ίσως αυτό να μην ισχύει πάντα για τις ερωτικές σχέσεις, στον μαγνητισμό και στον έρωτα συχνά παίζονται περίεργα παιχνίδια με τους αντίθετους πόλους, το ‘χω παρατηρήσει, «πολιτικώς αντίθετοι μα η αγάπη αγάπη κ.λπ.»). Κάπως έτσι λοιπόν είναι και η ένταξη σε έναν πολιτικό χώρο για πάρα πολλούς ανθρώπους. Η ιδεολογία υπάρχει και παίζει ρόλο, όμως δεν παύει να είναι προϊόν, παράγωγο. Το πρωταρχικό είναι η παρέα.
Είναι κάπως υπερεκτιμημένος ο ρόλος της ιδεολογίας για το ανήκειν και την ένταξη σε έναν πολιτικό χώρο. Για πάρα πολλούς ανθρώπους τουλάχιστον, δεν ισχύει ακριβώς ότι είναι «δεξιοί» οπότε εντάσσονται στη ΝΔ, ή «αριστεροί» οπότε εντάσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ, ή «ρεπουμπλικανόψυχοι» οπότε εντάσσονται στο Ποτάμι κ.λπ. Καλύτερη περιγραφή είναι: βρίσκουν κύκλους ανθρώπων με τους οποίους συνηχούν, ταιριάζουν, αλληλοέλκονται. Βρίσκουν ένα ολόκληρο περιβάλλον στο οποίο αισθάνονται σαν στο σπίτι τους.
Να ξεκινήσω από ένα ντε προφούντις, κάποτε είχα ρωτήσει τον πατέρα μου για την ΕΔΑ του ’50 και του ’60. Αυτό που μου είπε με λίγα λόγια ήταν περίπου το εξής: «Δεν υπήρχε τίποτα άλλο τότε. Μόνο στην ΕΔΑ μπορούσες να βρεις ανθρώπους. Δεν ξέρω αν είμασταν ακριβώς ‘αριστεροί’ ή ‘κομμουνιστές’, σίγουρα όλοι είχαμε ένα όραμα δημοκρατίας και κοινωνικής ευαισθησίας για την Ελλάδα, όμως μη νομίζεις ότι ήμασταν καταρτισμένοι στον μαρξισμό ή κάτι τέτοιο. Τι ήμασταν; Νέοι που τους έπνιγε η εγκληματικότητα, η βλακεία και η συντηρητικότητα του καθεστώτος, και μόνο στην ΕΔΑ μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, να βρούμε ανθρώπους με ενδιαφέρον, με αρχές, με στάση ζωής, εκεί κάναμε τις πιο ωραίες φιλίες, τις πιο ζωηρές συζητήσεις, μοιραία μας τραβούσε αυτός ο χώρος».
Όπως το έθεσε, η ένταξη τότε στην ΕΔΑ για πολύ κόσμο δεν ήταν ακριβώς θέμα ιδεολογίας – όχι ακριβώς, τουλάχιστον. Ήταν θέμα παρέας. Νέοι που τους απωθούσε η καθεστωτικά προβαλλόμενη εικόνα για την πολιτική, τη χώρα αλλά και την κοινωνία γενικότερα, εύρισκαν στην ΕΔΑ άλλους ανθρώπους με τους οποίους ταίριαζαν. Η ιδεολογία ήταν κάτι που περισσότερο ερχόταν σε δεύτερο χρόνο, ένας κοινός παρονομαστής που προέκυπτε από τις ήδη δημιουργημένες σχέσεις, παρέες, φιλίες. Όμως πρώτα προέκυπτε η κοινωνική σχέση, πρώτα κάποιοι άνθρωποι αποφάσιζαν ότι θέλουν να είναι μαζί, και μετά έψαχναν να βρουν τι ακριβώς είναι αυτό το προγραμματικό που τους ενώνει.
Ας πάμε και στην άλλη πλευρά. Όταν ήμουν φοιτητής ένιωθα ότι πολλοί που εντάσσονταν στη ΔΑΠ ουσιαστικά δεν είχαν ιδεολογία. Τουλάχιστον τίποτα συγκροτημένο. Περισσότερο τους τραβούσε το όλο κλίμα της ΔΑΠ: περιποιημένο ντύσιμο, επαγγελματικές αφίσες, εκδρομή στη Μύκονο, πάρτι στο τάδε κέντρο, μουσικές μόδες, συναντήσεις σε καλά καφέ κ.λπ. Η ένταξη στη ΔΑΠ ήταν περισσότερο θέμα αισθητικό και πολιτισμικό παρά πολιτικό, για αρκετό κόσμο τουλάχιστον. Αλλά και πέρα από τη ΔΑΠ, νομίζω πως η καθεστωτική («δεξιά») πλευρά όλες τις τελευταίες 5-6 δεκαετίες τραβούσε αρκετό κόσμο με έναν, φαινομενικά, απολίτικο τρόπο. Περισσότερο θέμα αισθητικής και κουλτούρας παρά πολιτικής. Σύμφωνοι, το περιεχόμενο της καθεστωτικής («δεξιάς») νοοτροπίας από τον πόλεμο και μετά είχε μεν πολιτικά σημεία – π.χ. παραμέληση της επαρχίας προς όφελος της Αθήνας, ή ευθυγράμμιση με την πολιτική του Λευκού Οίκου – μπορώ όμως να σκεφτώ κι άλλα σημεία:
1) Να μην αμφισβητείς την εξουσία. Όχι μόνο την κυβέρνηση, αλλά και τον δάσκαλο στο σχολείο, τον ιερέα στην ενορία, το αφεντικό στη δουλειά, ακόμα και τον αρχηγό στους προσκόπους. Για κάποιον άγνωστο λόγο, η εξουσία θεωρείτο πάντα σοφή. Το να την αμφισβητείς γινόταν αντιληπτό σαν τα μικρά παιδιά να αμφισβητούν τους γονείς, οι οποίοι είναι ωριμότεροι και ξέρουν καλύτερα το συμφέρον της οικογένειας. Μέρος του να είσαι «δεξιός» (τουλάχιστον τις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70) ήταν όχι μόνο να ψηφίζεις Καραμανλή, αλλά και να ακούς τον δάσκαλο, τον καθηγητή, σαν την απόλυτη αυθεντία.
2) Να διατηρείς μια εικόνα ευμάρειας και ευταξίας. Κάποτε το λέγανε «αρχοντιά», σήμερα το λέμε «κυριλέ». Δεν έχει αλλάξει αυτό από το ’50 μέχρι τώρα, έχουν μεταβληθεί μόνο κάποια σύμβολα και πρότυπα ευμάρειας, όμως εδώ και εξήντα χρόνια, μέρος του να είσαι «δεξιός» είναι και να καλλιεργείς την εικόνα αρχοντιάς/κυριλέ. Ο Ιός έκανε αυτή την εύστοχη παρατήρηση σε τούτο το άρθρο, Πατρίδα – Θρησκεία – Γραβάτα, για την εικόνα αυτή μέσα από τη ρητορική της ΝΔ και της ΧΑ: κοστούμια και γραβάτες, κομψή περιβολή, να στολίσεις το σπίτι στις γιορτές, σεμφότυφη στάση, κυριακάτικο ψητό στο φούρνο, τακτοποιημένη και νοικοκυρεμένη διαβίωση κ.α. Η ελληνική αντίληψη της «δεξιάς».
Στα ουέστερν του ’50, ο καλός φορούσε πάντα άσπρο καπέλο, ήταν κι ωραίο παιδί (ο κακός φορούσε μαύρο καπέλο, ήταν και ασχημομούρης). Πετυχαίνεις το έργο στη μέση και καταλαβαίνεις σε δευτερόλεπτα ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός, από την εμφάνισή τους και μόνο. Πάρα πολλοί άνθρωποι υπήρξαν (και συνεχίζουν να είναι) «δεξιοί» επειδή δεν μπόρεσαν να ξεπαράσουν την Ουεστερνική Πλάνη: αν φοράει άσπρο καπέλο, αν είναι κι ομορφόπαιδο, τότε δεν μπορεί παρά να είναι και καλός.
Οπότε τώρα δεν ακούγεται τόσο περίεργη η απολιτική ένταξη τόσων φοιτητών στη ΔΑΠ. Δεν έψαχναν μια ιδεολογία αλλά ένα περιβάλλον στο οποίο να αισθάνονται οικεία και προβλέψιμα. Καουμπόις με άσπρα καπέλα έψαχναν άλλους καουμπόις με άσπρα καπέλα, ώστε να φτιάξουν μαζί ασπρόπιλες παρέες, φιλίες και σχέσεις. Αυτό που πρωτογενώς υπάρχει είναι η παρέα, όχι η ιδεολογία.
Κάτι που με φέρνει στο θέμα μου: ο άνθρωπος δεν γοητεύεται από ιδεολογίες, γοητεύεται από άλλους ανθρώπους. Σκεφτείτε τις δικές σας φιλικές παρέες, ερωτικές σχέσεις. Τι είναι αυτό που σας τράβηξε στους συγκεκριμένους ανθρώπους; Όχι ακριβώς η εκφρασμένη ιδεολογία τους σε θέματα πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά κ.λπ. Όχι ακριβώς. Σας τράβηξε ο ίδιος ο άνθρωπος: η συμπεριφορά του, το στιλ του, το χιούμορ του, η εικόνα του, οι στάσεις του, οι πράξεις του, καθώς και όλα όσα μαρτυρούσαν οι στάσεις και οι πράξεις γι’ αυτό που υπήρχε πίσω τους. Οι κοινές φιλικές παρέες, ακόμα και οι ερωτικές σχέσεις, παράγουν όλες σε δεύτερο χρόνο ένα καταστατικό, ένα πολιτικό μανιφέστο: ανακαλύπτουμε στην πράξη ότι έχουμε παρόμοιες οπτικές σε διάφορα θέματα. Ανακαλύπτουμε ότι όλοι βλέπουμε με κάποιον συγκεκριμένο τρόπο π.χ. την κυβέρνηση, τους μετανάστες, την Εκκλησία, το Δημόσιο, οτιδήποτε. Αυτά συνιστούν το μανιφέστο που παράγεται σε δεύτερο χρόνο από κάθε παρέα. Εξάλλου αν δεν υπήρχαν διάφοροι τέτοιοι κοινοί παρονομαστές, πώς θα καταφέρναμε να συνυπάρξουμε; (ίσως αυτό να μην ισχύει πάντα για τις ερωτικές σχέσεις, στον μαγνητισμό και στον έρωτα συχνά παίζονται περίεργα παιχνίδια με τους αντίθετους πόλους, το ‘χω παρατηρήσει, «πολιτικώς αντίθετοι μα η αγάπη αγάπη κ.λπ.»). Κάπως έτσι λοιπόν είναι και η ένταξη σε έναν πολιτικό χώρο για πάρα πολλούς ανθρώπους. Η ιδεολογία υπάρχει και παίζει ρόλο, όμως δεν παύει να είναι προϊόν, παράγωγο. Το πρωταρχικό είναι η παρέα.
Είναι κάπως υπερεκτιμημένος ο ρόλος της ιδεολογίας για το ανήκειν και την ένταξη σε έναν πολιτικό χώρο. Για πάρα πολλούς ανθρώπους τουλάχιστον, δεν ισχύει ακριβώς ότι είναι «δεξιοί» οπότε εντάσσονται στη ΝΔ, ή «αριστεροί» οπότε εντάσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ, ή «ρεπουμπλικανόψυχοι» οπότε εντάσσονται στο Ποτάμι κ.λπ. Καλύτερη περιγραφή είναι: βρίσκουν κύκλους ανθρώπων με τους οποίους συνηχούν, ταιριάζουν, αλληλοέλκονται. Βρίσκουν ένα ολόκληρο περιβάλλον στο οποίο αισθάνονται σαν στο σπίτι τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.