Το Πυροφλογοπόταμο

Την υπόθεση δεν τη λες και συναρπαστική, ένα απ’ αυτά τα μεσαιωνικά ρομάντζα αγνώστου συγγραφέα: ο Βέλθανδρος, πορφυρογένητος γιος του βασιλιά Ροδόφιλου, χάνει την εύνοια του πατέρα του και φεύγει με τρεις συντρόφους να βρει την τύχη του σε ξένες χώρες, φτάνει στη Μικρά Ασία, στην Ταρσό κ.λπ. κ.λπ. Τίποτα που να μην το ‘χουμε ξανακούσει σε μικρές παραλλαγές. Χώρια που τα μεσαιωνικά ονόματα ξενίζουν. 

Όμως ξαφνικά η ιστορία απογειώνεται: 

Ενόσω εκεί περιέτρεχε με τα παιδόπουλά του 
Ηύρηκεν μικροπόταμον και ‘ς το νερόν του μέσον 
Να είπες ουρανόδρομον αστέρα έχει έσω 
Και κείται μέσον του νερού και μετ’ εκείνο τρέχει 
Έπιασε το αναπόταμον εκείνος και γυρεύει
Την κεφαλήν του ποταμού επεθυμεί γνωρίσαι. 

Αυτά ίσως να μην τα ‘χουμε ξανακούσει. Για πες περισσότερα: 

Και δέκα περιεπάτησεν ημέρας ολοκλήρους 
Και τότε κάστρον ηύρηκε μέγα πολλήν την θέαν 
Εκ σαρδονύχου λαξευτού κτισμένον μετά τέχνης, 
Επάνω δε του κτίσματος του λαμπροτάτου εκείνου 
Αντί πυργοβολήματα ήσαν συντεθημένα 
Λέων, δρακόντων κεφαλαί από χρυσών ποικίλων 
Εκ δε το στόμα των αυτών ανέβλεψες να είδες, 
Πώς συρριγμός εξήρχετο φρικτώδης, αγριώδης 
Να είπες ότι κίνησιν έχουσιν ώσπερ ζώντα 
Και να λαλούν αμφότερα και να φωνολογούσιν. 
Αφού το φλογοπόταμον εξήρχετον εκείνο 

Κοίτα να δεις που ξαφνικά η ιστορία έγινε εντελώς Χάρι Πότερ! Για πες κι άλλα: 

Και πόρταν ηύρηκε λαμπράν, εξ αδαμάντου λίθου 
Εις μέσα δε ετήρησε γράμματα κεκομμένα 
Έλεγον δε τα γράμματα τα λαξευτομημένα: 
«Τον ουκ εφθάσαν τα ποτέ τα βέλη των ερώτων 
Μυριοχιλιοκατάρδοτον ευθύς να τον ποιήσουν 
Όστις το Ερωτόκαστρο απέσω να το ίδη» 

«Μυριοχιλιοκατάρδοτος» σημαίνει, ας πούμε, τρυπημένος σαν σουρωτήρι. Από τα βέλη των ερώτων. Όμως πες κι άλλα: 

Ανέγνωσε τα γράμματα, ώρα πολλή εστάθη 
Σύννους, συστρέφων κατά νού, τι πράξαι, τι ποιήσαι 
«Και πώς οπίσω να στραφώ και ου μην ίδω φλόγα 
Το πυροφλογοπόταμο, το φλογερόν ετούτο 
Γυρεύω και περιπατώ, έχω δέκα ημέρας; 
Του ποταμού την κεφαλήν επιθυμών γνωρίσαι» 

«Πυροφλογοπόταμο», τι λέξη! Φοβάμαι όμως ότι ο Βέλθανδρος θα κάνει το λάθος... 

«Κρείττων γαρ ίνα γένομαι των πετεινών γε βρώμα 
Παρ’ ότι πάλιν να στραφώ του ποταμού οπίσω» 

Το έκανε... Ήμουν σίγουρος, το περίμενα... Τελικά τι βρήκε μέσ’ στο Κάστρο; 

Και δένδρων ίδε καλλονήν κι ισότηταν ευμόρφην 
Άνθη τ’ αρκυσοκόκκινα τα δενδροϊδιαστρωμένα 
Και του ανθόφυλλου ο πλασμός πολλά ωραιομένος 

Τι άλλο είδε στο κάστρο; 

Ίστατο γρύψος λαξευτός, εξήπλωνε πτερόν του 
Και την ουράν εγύρισε ως προς την κεφαλήν του 
Τοις δε ποσί τοις έμπροσθεν εβάσταζε λεκάνην 
Στρογγυλολαξευτόμορφον από πέλεκυν λίθου, 
Το δε νερόν εκ στόματος εξήρχετο του γρύψου 
Ώραν εστάθη περισσήν ο Βέλθανδρος προσέχων 
Του γρύψου την κατασκευήν και του νερού το ξένον. 
Εξαίφνης κατεπάτησεν ο γρύψος εκ του τόπου, 
Αντίπερα του ποταμού απήγε και εστάθην 

Α! Ρομπότ στο Μεσαίωνα! Γίνεται και sci-fi, τύφλα να ‘χει ο Χάρι Πότερ! Πες μας κι άλλα... 

Έβλεπε ζώδια περισσά ποικιλολαξευμένα 
Το μεν ως σχήμα γυναικός τραχηλοδεσμομένον, 
Και ερωτοσύρτην τύραννον τα ζώδια να σύρνη 
Άλλον πάλιν ως άνανδρον ποδοσιδηρομένον 
Έρωτα δήμιον στέκοντα έχων κατόπισθέν του 
Άλλοι κατατοξεύουσι να δείχνουν τυραννούντες, 
Ήσαν τα πάντα λαξευτά ώσπερ να εκινούνται 

Ο Βέλθανδρος κι η Κάμαρα με τα Μυστικά. Πες κι άλλα... 

Και εις το καθένα ηύρηκε γράμματα γεγραμμένα 
Ο μεν του δείνος του ρηγός έγραφε θυγατέρα 
Ο δε και πάλιν έγραφε του βασιλέως του δείνος 
Και όπου η ερωτόπλασις τον σύρνει να παγαίνη 
Όπου ο Έρωτας αυτού εδουλογράφησέ τον 

Να μην περάσει απαρατήρητη η λέξη «ερωτόπλασις». Κάτι μου λέει ότι ο συγγραφέας της εξαιρέτου διηγήσεως Βελθάνδρου του Ρωμαίου είναι δικός μας. Όμως ακόμα δε μας αποκάλυψε τις πηγές του πυροφλογοπόταμου... 

Ζώδιον ούτως λαξευτόν εκ λίθου ζαφυρίνου 
Αφού το φλογοπόταμον εξήρχετο εκείνου 
Πολλά θλιμμένον και δεινόν περίλυπον να στέκεν 
Και έτρεχεν εξ οφθαλμών εκείνου του ζωδίου 
Η βρύση η του ποταμού του φλογερού εκείνου 
Έτι και εκ του στόματος πλην της φλογός και μόνον 
Ηγήσαντο οι στεναγμοί φλογώδεις ως πυρ φλόγων 
Και συστενάζων μετ’ αυτού και συγκερνών του πόθου 
Το δακρυβρυσοπόταμον έμμεξε δάκρυά του 
Και βλέμμα έρριψεν εκεί μικρόν εις άλλο μέρος 
Και ζώων σχήμα ως ανδρός ιστάμενον εκείσαι 
Φρικτόν από του σχήματος, δεινόν από της θέας 
Και βλέπει βέλος κάθεται έσω κατά καρδίας 
Εκ της τομής της καρδιακής εκείνης του καρδίου 
Φλοξ του πυρός εξήρχετο σύγκαπνος ουκ ολίγος 
Κ’ εσμίγετο τοις δάκρυσι του λιθινού ζωδίου 

Ας σταματήσω πια εδώ, έτι ας μη βαδίσω, εξαίρετον διήγηση ας φτάσω να την κλείσω, στου Κάστρου τα μυστήρια να μην παραστρατήσω (έπαθα Βέλθανδρο) 

* * * * *

Μουσική Χρίστος Τσιαμούλης, στίχοι Λάμπρος Καμπερίδης, τραγουδούν Φένια Παπαδόδημα, Χρίστος Τσιαμούλης 

 

 

Of him, who never felt Love's dart, 
A million shafts shall pierce the heart 
If in the fortalice of Love 
He sees the inner halls thereof

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αδερφέ, δεν ξέρω τούτο το φεγγάρι
Στης καρδιάς της άδειας τη φυρονεριά
Πούθε τάχει φέρει, πούθε τάχει πάρει
Φωτεινά στην άμμο, χνάρια σαν κεριά.